Με το πρώτο της έργο θέτει ένα ερώτημα πρώτα στους έφηβους και μετά σε όλους εμάς!
Σας επέλεξε η γραφή ή την επιλέξατε; Με τι κόστος;
Μου άρεσε έτσι όπως θέσατε την ερώτηση. Φαντάστηκα να με πλησιάζει μια μυθική φιγούρα. Έμοιαζε με τη σκεπτική θεά της σοφίας, Αθηνά, μόνο που αντί για δόρυ και περικεφαλαία, είχε γραφίδα και πάπυρους. Γιατί είναι αλήθεια ότι η Γραφή με την αδελφή της την Ανάγνωση ήταν παιδιόθεν οι αχώριστες φίλες μου. Βιβλία κι εφήμερα δημιουργήματα. Μαζί με τις νηπιακές μου ζωγραφιές και τον πρώτο άχαρο σχηματισμό γραμμάτων με μουντζουρώματα ως την υπέροχη καλλιγραφία στα αντίστοιχα τετράδια, πάντα κάποια ιστορία θα ψιθύριζα. Είχα κάνει μάλιστα κι έναν περίεργο διαχωρισμό στο μυαλό μου. Οποιαδήποτε στενάχωρη γνώση ή εμπειρία μου γινόταν ποίημα, ενώ κάθε χαρούμενη, ατέλειωτα γράμματα σαν ημερολόγιο, που τα έστελνα, χωρίς φυσικά γραμματόσημο, προς τα αγαπημένα μου πρόσωπα.
Η ποίηση ήταν ένα καταφύγιο μέχρι το τέλος της εφηβικής μου ηλικίας, τα γράμματα και το ημερολόγιο –με όλο και πιο δύσκολα βιώματα- με ακολουθούσαν έως και τα ώριμα χρόνια. Οι επαγγελματικές μου ωστόσο υποχρεώσεις με ώθησαν στη συγγραφή επιστημονικών βιβλίων και άρθρων, στενεύοντας τα περιθώρια φαντασίας και δημιουργικότητας, όσο χρήσιμα κι αν ήταν αυτά στη διεξαγωγή μιας ερευνητικής μελέτης. Γύρω στο 2007 όμως, ημερομηνία ορόσημο στη ζωή μου, με πολλές αλλαγές -ευχάριστες και δυσάρεστες- μου γεννήθηκε η επιθυμία να γράψω ένα εφηβικό μυθιστόρημα. Ίσως να το επέλεξα ασυνείδητα, ως έναν αποχαιρετισμό στην ηλικία αυτή, καθώς τα παιδιά μου άνοιγαν τότε τα φτερά τους για νέους ορίζοντες. Παρόλο που σιγά-σιγά το μυθιστόρημά μου άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά, έμενε στο συρτάρι του γραφείου μου και το ανέσυρα μόνο για να του κάνω κάποιες αλλαγές, συχνά παρόμοιες με της δικιάς μου ζωής. Κι ενώ σκεφτόμουν σοβαρά και την προοπτική συνταξιοδότησής μου, με επισκέφτηκε η έμπνευση για ένα μυθιστόρημα ενηλίκων αυτή τη φορά.
Το τελευταίο με συνεπήρε. Αντί να διδάσκω ή να μιλώ με τους αγαπημένους μου φοιτητές, έφτιαχνα στο μυαλό μου άλλα ανθρώπινα πλάσματα για ν’ αγαπήσω. Γράφοντας έχανα συχνά την αίσθηση του χρόνου, με αποτέλεσμα πότε να πιάνεται και να πονά όλο το σώμα μου, όταν τελικά αποφάσιζα να σηκωθώ από την καρέκλα και πότε ο καλόβουλος άνδρας μου να μένει χωρίς φαγητό. Μάλλον πλήρωνε το κόστος και η οικογένεια… Μου φαίνεται όμως δύσκολο να περιγράψω τη χαρά της δημιουργικότητας, η οποία είναι συνυφασμένη με ένα διαρκή αγώνα αναζήτησης κατάλληλων λέξεων, ανάλυσης χαρακτήρων, ανάπτυξης πλοκής και διαλόγων μέσα από συνδυασμό σκέψεων και συναισθημάτων που συνοδεύουν τη ζωή των ηρώων. Ουσιαστικά ένας αγώνας αναμέτρησης με τον εαυτό μου για τις απαιτήσεις της… θεάς Γραφής.
Τι σημαίνει «γράφω» για σας;
Αν και νομίζω ότι εν μέρει το απάντησα προηγουμένως, θα κάνω μια απόπειρα να ολοκληρώσω κάποιες σκέψεις, γιατί το θέμα «γράφω» είναι ανεξάντλητο. Η όλη εμπειρία είναι ένα τόλμημα, ένα ταξίδι ανακαλύψεων σε σκοτεινά ή ανεξερεύνητα μέρη της ψυχής και του νου, ένα κλείσιμο ασυνείδητων ίσως λογαριασμών και πιο συχνά, ένα άνοιγμα σε νέα μονοπάτια. Δεν είμαι πάντα σίγουρη γιατί γράφω. Είναι απλώς μια ανάγκη, ένα πηγαίο κάλεσμα για έκφραση. Λόγου. Εμπειριών, Φαντασίας.
Πιστεύετε ότι κάποιος γεννιέται ή γίνεται συγγραφέας;
Δεν ξέρω τί θα δείξουν οι μελλοντικές έρευνες της νευροψυχολογίας στο ερώτημα αυτό, αν δηλαδή οι γενετικές καταβολές ή τα χαρίσματα υπερκεράσουν τελικά την όποια ενθάρρυνση και στήριξη του περιβάλλοντος για να γίνει κανείς συγγραφέας.
Πιστεύω πάντως ότι το… εκ γενετής χάρισμα δεν αρκεί. Μετρούν τόσο η συνεχής καλλιέργειά του και η επιμονή στην επίπονη ολοκλήρωση ενός λογοτεχνικού έργου, όσο και η ευόδωση της ηράκλειας προσπάθειας για την υποστήριξή του από έναν καλό εκδοτικό οίκο. Αυτά είναι μερικά μόνο από τα κομμάτια του πάζλ συγγραφέας.
Μιλήστε μας για το βιβλίο σας.
Εξιστορεί την πορεία ενηλικίωσης ενός μαύρου κοριτσιού υιοθετημένου από μια λευκή οικογένεια. Όπως καταλαβαίνετε το εφηβικό αυτό μυθιστόρημα θίγει πολλά κοινωνικά θέματα, όπως η υιοθεσία, το διαζύγιο, ο σχολικός εκφοβισμός και ο ρατσισμός, αλλά δεν μένει στα αρνητικά. Το ζητούμενο είναι η θετική προσαρμογή στη ζωή, που επιτυγχάνεται μέσα από καθημερινές αξίες, όπως η αγάπη και η καλοσύνη, η φιλία και η αλληλεγγύη, ο σεβασμός στη διαφορετικότητα και η κατανόηση του άλλου. Οι έφηβοι, αν και συνεχώς αμφισβητούν τους μεγαλύτερους, έχουν ανάγκη από τη διακριτική τους καθοδήγηση και συμπαράσταση. Έτσι στο βιβλίο αυτό παράλληλα με τους δυο πρωταγωνιστές, την Αννέτα και το φίλο της το Βασίλη, που αναζητούν την ταυτότητά τους μέσα σε αντίξοες οικογενειακές ή κοινωνικές συνθήκες, αναπτύσσονται και κάποιοι χαρακτήρες ενηλίκων. Ανάμεσα στον τρόπο που εκφράζονται οι δυο αυτές πλευρές συντελείται ένα παιχνίδι αλληλεπίδρασης και αλλαγής –σκέψεων, συναισθημάτων και συμπεριφοράς- που καταλήγει σε μια θετική στάση ζωής.
Ποια είναι η διαφορά του εφηβικού βιβλίου με τα υπόλοιπα είδη της λογοτεχνίας;
Το εφηβικό βιβλίο σαφώς αναφέρεται στις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα της ηλικίας αυτής. Οι έφηβοι παλεύουν με τις ορμόνες και τις βιολογικές αλλαγές στο σώμα τους, τα έντονα συναισθήματα, τα διλλήματα που τους θέτει ο μικρόκοσμός τους, καθώς τους αντιμετωπίζει πότε ως μεγάλους και πότε ως μικρούς, αλλά και τις προκλήσεις της αναπτυσσόμενης σκέψης τους. Αναζητούν τότε να προσεγγίσουν υπαρξιακά θέματα -όπως ο θάνατος ή ο έρωτας- και να επιλύσουν εσωτερικές συγκρούσεις ή τραύματα, προβλήματα με συνομηλίκους και ενηλίκους. Γι’ αυτό οι πρωταγωνιστές των βιβλίων είναι άτομα της ηλικίας τους, οπότε ταυτίζονται ως ένα βαθμό μαζί τους, ενώ οι ενήλικοι, όταν υπάρχουν στην πλοκή, έχουν ένα ρόλο πιο διακριτικό, δίχως να δίνουν μια άμεση λύση στα προβλήματά τους.
Οι έφηβοι ενδιαφέρονται φυσικά για μια ποικιλία θεμάτων: κοινωνικών όπως ο ρατσισμός, ψυχολογικών όπως οι διαταραχές όρεξης ή επιστημονικής φαντασίας. Θα τα προσεγγίσουν όμως και μέσα από διαφορετικά είδη γραφής: ποίηση, μυθιστόρημα, κόμικς κλπ. Πέρα από τις όποιες διαφοροποιήσεις τους, ο συγγραφέας έργων για την ηλικία αυτή έχει υποχρέωση να σεβαστεί τις αναζητήσεις και τις αγωνίες των νεαρών ατόμων, αναδεικνύοντας τα χαρίσματα της λογοτεχνικής γραφής. Καλή πλοκή και λόγο, πολυδιάστατοι χαρακτήρες, ανατροπές κλπ. Μαζί και ένα αισιόδοξο τέλος που τονώνει την αυτοπεποίθηση και την αυτοεκτίμηση των εφήβων μέσα από την επιβεβαίωση του αγώνα τους για την επίτευξη των στόχων τους.
Πιστεύετε ότι στη χώρα μας υπάρχει ικανοποιητικός αριθμός αναγνωστών εφηβικής ηλικίας;
Απλώς το εύχομαι. Νομίζω πως θα χρειαστεί μια συνειδητή και συστηματική προσπάθεια, κυρίως από τους βιβλιοθηκονόμους και τους εκπαιδευτικούς, ώστε να αυξηθεί ο αριθμός αυτός. Όσοι έχουν αφιερώσει χρόνο για τη δημιουργία ομάδων ανάγνωσης ή/και δημιουργικής γραφής βοηθούν αφενός να αποδεσμευτεί το βιβλίο από βαθμούς ή άλλους ανταγωνισμούς που δημιουργούνται στη δυναμική μιας τάξης και αφετέρου να συνδεθεί με τη μαγεία της ανάγνωσης και της συζήτησης που ακολουθεί. Έτσι οι έφηβοι βιώνουν και πάλι τη χαρά της αποκάλυψης καταστάσεων και χαρακτήρων που συνδέονται και με τη δική τους ζωή, άλλοτε άμεσα κι άλλοτε έμμεσα, ή προβληματίζονται για όσα τους φαίνονται ‘ξένα’, δύσκολα ή ακατόρθωτα. Φυσικά τα αναγνώσματα θα πρέπει να ανταποκρίνονται και στα ενδιαφέροντα των παιδιών, αλλά συχνά μας ξαφνιάζει πόσο καλά αντιδρούν σε κλασικά μυθιστορήματα άλλων εποχών. Σίγουρα πάντως δεν θα ήθελα να συνδέσω τις δυσκολίες στη δημιουργία φιλαναγνωστών μόνο με την ελκυστικότητα των τεχνολογικών τους ενασχολήσεων. Είναι μια ολόκληρη διαδικασία το να ανακαλύψει το παιδί και στη συνέχεια ο έφηβος την ποιότητα ενός έργου και του λογοτεχνικού του λόγου, αλλά και τη χαρά να αφήνεται ελεύθερο στη φαντασία του, ακόμα κι αν αυτή είναι το πώς θα ξεπεράσει τον αγαπημένο του συγγραφέα.
Ποια είναι η αγαπημένη σας φράση;
« Να αντιμετωπίζεις τους ανθρώπους με καλή διάθεση».
Δεν είναι μια συμβουλή, αλλά η στάση ζωής της μητέρας μου, που σίγουρα με επηρέασε και στη συνέχεια με βοήθησε στη δουλειά μου ως ψυχολόγος.
Ετοιμάζετε κάποιο καινούργιο έργο;
Σύντομα θα κυκλοφορήσει το βιβλίο «Μη μου λες το γιατί», από τις εκδόσεις Δωδώνη. Έχει γραφτεί σε συνεργασία με άλλα δέκα άτομα, προσφέροντας στον αναγνώστη ένα πανόραμα χαρακτήρων και δράσης. Οι ήρωές του κυκλοφορούν σε διαφορετικές γωνιές της Θεσσαλονίκης, από το ψυχιατρείο της Σταυρούπολης και τις φυλακές των Διαβατών ως τα παλιά κόκκινα σπίτια του Βαρδάρη, αλλά και στους διεθνείς δρόμους των διαμαντιών ή στα κοσμικά νησιά της Ελλάδας.
Όσο για το μυθιστόρημα των ενηλίκων που ανέφερα στην αρχή, ενώ το άρχισα τέλη του 2012 και έχει ολοκληρωθεί εδώ και πολύ καιρό, όλο κάτι αλλάζω σβήνοντας και γράφοντας. Ελπίζω μέχρι το τέλος του χρόνου να πάρω απόφαση ότι είναι έτοιμο για το κοινό και δεν μου ανήκει άλλο πια.
–
Πού ανήκω επιτέλους;
Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μιχάλη Σιδέρη
Μέσα από μια σύγχρονη ιστορία παρουσιάζονται οι διαφορετικοί χαρακτήρες δύο παιδιών. Η Αννέτα είναι ένα μαύρο κορίτσι, υιοθετημένο από λευκούς γονείς. Με αυτούς αλλά και την υπόλοιπη οικογένειά της –παππού, γιαγιάδες και νονά– συζητά τα προβλήματα που αντιμετωπίζει. Αν και δεν βρίσκει πάντα λύσεις στις συμβουλές ή τις διδακτικές ιστορίες τους, αναγνωρίζει την αγάπη και την κατανόηση που της δείχνουν. Ο Βασίλης είναι ο συμμαθητής που την κακομεταχειριζόταν κρυφά και φανερά, αλλά γίνεται τελικά –χάρη στον έξυπνο και καλοσυνάτο τρόπο της– ένας πιστός φίλος. Έχει όμως κι αυτός τα δικά του προβλήματα, με το διαζύγιο των γονιών του. Η φιλία τους θα ανθίσει από την έκτη δημοτικού ως το τέλος του λυκείου, αλλά και θα δοκιμαστεί. Οι σκέψεις και η συμπεριφορά των παιδιών αλλάζουν μέσα από διάφορες εμπειρίες –όπως τα ταξίδια τους και η επαφή με άλλους πολιτισμούς και ανθρώπους, οι εφηβικοί τους έρωτες, οι αρρώστιες, που αγγίζουν ακόμα και τη νεαρή ηλικία– και επηρεάζονται από τη στάση των ενηλίκων. Φυσικά αλλάζουν κι αυτοί μαζί με τα παιδιά κι έτσι τίποτα (σχέσεις, φιλίες και έρωτες) δεν εξελίσσεται όπως αρχικά φαινόταν.
Στο βιβλίο αυτό η συγγραφέας κάνει ένα… παιχνίδι γύρω από τον τρόπο που σκέφτονται οι ενήλικες και τα παιδιά, καθώς αναπτύσσονται παράλληλα οι ζωές τους. Ο τρόπος γραφής της αλλάζει και στις δύο περιπτώσεις, όπως και από κεφάλαιο σε κεφάλαιο, ακολουθώντας με τρυφερότητα το πέρασμα των πρωταγωνιστών της στην ενηλικίωση.
–
Λίγα λόγια για την συγγραφέα:
Η Χρυσούλα Μελισσά-Χαλικιοπούλου γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Ψυχολογία και μετά την εκπόνηση του διδακτορικού της στο ΕΚΠΑ, με υποτροφία του Ιδρύματος «Α. Ωνάσης», εργάστηκε ως ψυχολόγος στην ΕΛΕΠΑΑΠ και στο Κέντρο Παιδοψυχικής Υγιεινής του ΙΚΑ Θεσσαλονίκης. Παράλληλα δίδασκε στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο (ΤΕΦΑΑ), στη Σχολή Νηπιαγωγών και στην Παιδαγωγική Ακαδημία Θεσσαλονίκης. Από το 1991 ήταν Καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Τμήμα Νοσηλευτικής του ΤΕΙ Θεσσαλονίκης, απ’ όπου πρόσφατα αφυπηρέτησε. Ζει στη Θεσσαλονίκη με τον άντρα της και τα δυο τους παιδιά.
0 Σχόλια