Νυχτώνεις παράδοξα. Στὰ στενὰ σοκάκια τῆς ἀλλομόρφης πόλης, ἀφήνεις ἀρώματα σκιές, στις ἐναλλαγές ταῶν κτιρίων, χαράκιες ὄνομα τῶν πρώην, τῶν νύν, φίλων, ἀγαπημένων. Σ ‘ὅλες τις κατευθύνσης τῶν ἀνέμων.
Σε εἶδα, να ἀφήνεις μηνύματα ἀγάπες στα πεφταστέρια. Ἔχεις κάτι μακρινό στὸ βλέμμα, ὅπου κοιτᾶς τὸ ντύνεσαι, ὅπου μένεις σὲ ντύνει, εἶναι στιγμές ποῦ γίνεσαι σκιά, ἵσως ἐκεῖ να ἀνήκεις.
Σὲ ρώτησα, «Θα με πάρεις μαζί σου στὰ ταξίδια σου;». Κι συ μοῦ χαμογέλασες, «εἶναι ἀδιάβατα τα ταξίδια μου», μοῦ εἶπες, «δεν ἔχουν ὁρισμό, προορισμό, θὰ χαθείς;». Ἀπό τότε, συνεχῶς χανόμαι.
Νυχτώνεις ἀθόρυβα. Στους ἀρχαίους δρόμους, ἀκούς σιγοψυρίσματα ἀλοτινῶν τραγουδιῶν λύπης κι εὐτυχίας τ ‘ἄχρονο σημάδι. Κανείς δεν μὲ ξέρει, ὡς βαθιά στὰ μέσα σου. Ἀκινησία παντοῦ στὸ διάβα σου. Πίο καλά ἔτσι. Ἀργά βήματα, στ ‘ἄγνωστο, θολή σκέψη ποῦ ξεκαθαρίζει. Σοῦ εἶπα.
Στις γνωστές πόλεις τῶν γνώριμων προσώπων, ἔχει πάντα νύχτα. Κάθε ποῦ νυχτώνει, νιώθω πίοτερο καλά, τι σημαίνει μακρινή ἀγάπη. Γι ‘αὐτό φεύγω, εἶπες.
Ἔχεις δίκιο. Σοῦ εἶπα. Ὑπάρχει πιὸ σταθερό σημεῖο ἀπ ‘τὴν καρδιά ποῦ σὲ περιμένει.
_
γράφει ο Οδυσσέας Νασιόπουλος
Μην ξεχνάτε πως το σχόλιό σας είναι πολύτιμο!
Μου άρεσε πολύ!
Σ ΄ευχαριστώ!