
Αλίκη Οικονόμου Γιωτάκου
Εκδόσεις: Σιδέρη
ISBN: 978-960-468-092-4
τοβιβλίο.net με αφορμή την κυκλοφορία του νέου βιβλίου της Αλίκης Οικονόμου Γιωτάκου από τις εκδόσεις Σιδέρη, παρουσιάζει ένα απόσπασμα του βιβλίου το οποίο ευγενικά παραχώρησε η συγγραφέας και ο εκδοτικός οίκος για τους αναγνώστες της σελίδας.
Η Έλενα Μοσκώβ, λοιπόν, ήταν η αδερφή του Μάνου Μάργαρη. Είχε παντρευτεί τον πλούσιο Ρώσο επιχειρηματία Μοσκώβ, τον οποίον είχε γνωρίσει τυχαία, όταν πήγε με μια ειδική αποστολή εκ μέρους μιας οργανώσεως στη Μόσχα. Ήταν τον Οκτώβριο του 1988 και η Έλενα τότε ήταν 25 χρόνων, αλλά από νωρίς είχε γίνει μέλος διαφόρων οργανώσεων με ποικίλες δραστηριότητες, εξ αιτίας των οποίων επισκεπτόταν διάφορα μέρη, όπου κυρίως υπήρχαν Ελληνικές κοινότητες. Μ’ αυτή την ιδιότητα βρισκόταν και τώρα στη Μόσχα… Την υποδέχτηκε ο Πατριάρχης και εκ μέρους της Ελληνικής πρεσβείας δόθηκε προς τιμήν της μια δεξίωση στο μέγαρο της πρεσβείας. Μεγάλες τιμές, πολύς κόσμος και ανάμεσα σε όλους αυτούς και ο μεγαλοεπιχειρηματίας Αντρέι Μοσκώβ. Είδε την Έλενα και θαμπώθηκε από την εμφάνισή της. Ήταν ψηλή, πολύ κομψή, με καστανόξανθα μαλλιά και με μάτια που στην αρχή τα νόμισε για γαλανά. Όλα επάνω της έδειχναν μια επιμελημένη φροντίδα, χωρίς όμως να έχει κάτι το εξεζητημένο και προκλητικό. Η ομορφιά της, οι κινήσεις της, το εφαρμοστό φόρεμά της, του έκαναν εξαιρετική εντύπωση… Η Έλενα δεν είχε κάτι το ιδιαίτερο στην όλη της εμφάνιση. Δεν είχε την καταπληκτική Γαλλική μύτη, ούτε τα υπέροχα πράσινα μάτια που θα ταίριαζαν με το χρώμα του προσώπου της. Ήταν όμως από τις γυναίκες εκείνες που δεν περνούν απαρατήρητες από κανέναν. Διαθέτουν αυτό το κάτι άλλο που σε αναγκάζει να τις παρατηρείς και να τις θαυμάζεις… Ύστερα διέθετε έναν πλούσιο συναισθηματικό κόσμο που γρήγορα γινόταν αντιληπτός από όλους και μια ευγένεια βγαλμένη από τα βάθη της ψυχής της και καθόλου επίπλαστη… Αυτή την Έλενα είδε ο Αντρέι Μοσκώβ και έμεινε έκθαμβος! Ο Έλληνας πρέσβης σύστησε την Έλενα στον Μοσκώβ, που μίλαγε ελληνικά και ήταν συγχρόνως και λάτρης της κλασικής Ελλάδος. «Χαίρομαι πολύ που σας γνωρίζω. Είστε μια πραγματική Ελληνίδα, που εκπροσωπείτε επάξια το κράτος σας τη στιγμή αυτή..» της είπε γεμάτος θαυμασμό ο Μοσκώβ. «Και εγώ χαίρομαι που γνωρίζω ένα Ρώσο που μιλά τόσο καλά τα Ελληνικά και που αγαπά και την Ελλάδα μας!... Χαίρομαι ειλικρινά κύριε Μοσκώβ», είπε και γέλασε γλυκά. Πέρασε το βράδυ της δεξιώσεως σχεδόν μαζί του. Έκανε, βέβαια, και τις συζητήσεις με τους ανθρώπους που ήταν απαραίτητο, αλλά το δικό της μυαλό βρισκόταν κυρίως κοντά στον ωραίο άνθρωπο, που πριν λίγο είχε γνωρίσει.. Κάτι περίεργο ένωσε τους δύο αυτούς ανθρώπους, που ήταν τόσο μακριά σε πλάτη και μήκη ο ένας από τον άλλον και τόσο κοντά οι καρδιές τους τώρα που χτύπησαν σίγουρα ερωτικά… Η Έλενα ποτέ δεν μπορούσε να φανταστεί ότι ένας έρωτας τόσο ξαφνικός θα της τάραζε όλη της την ισορροπία. Δεν ήταν από τους τύπους που παρασυρόταν εύκολα και ούτε έδινε και δικαιώματα στον καθένα. Όμως εδώ τα πράγματα άλλαξαν τελείως… «Κάποτε, σκέφτηκε, ανάμεσα στους ανθρώπους που συναντούμε και γνωρίζουμε, βρίσκουμε και κάποιους που θαρρείς πως μας περιμένουν με την καρδιά ανοιχτή. Μας μιλούν για τη ζωή τους, μας μιλούν για το παρελθόν τους, για το τώρα, για το αύριο, άλλοτε με κύματα ζεστών δακρύων, άλλοτε με ενθουσιασμό, άλλοτε με κάποια πικρία, αλλά μας μιλούν και γίνονται ένα μαζί μας. Και ύστερα ξημερώνει η μέρα και αποθέτει με το τρυφερό χέρι της αυγής την ελπίδα στην καρδιά, την αγάπη». Αυτό είναι, αυτό είναι! Βρήκα εδώ τόσο μακριά τον άνθρωπό μου! Ναι! Τον βρήκα,» είπε και μέσα της στήθηκε τρελό πανηγύρι χαράς και ευτυχίας.. Από την άλλη μέρα κιόλας οι δύο μαζί περπατούσαν στους δρόμους της παγωμένης Μόσχας ή έπιναν το ποτό τους στο πολυτελές Ξενοδοχείο που έμεινε η Έλενα. Θα έμενε στη Μόσχα για μία εβδομάδα περίπου ακόμη. Ευκαιρία, λοιπόν, να βρεθεί ξανά με τον άνθρωπο αυτόν που τόσο ξαφνικά μπήκε στη ζωή της και της έδωσε άλλο νόημα! Ακόμη δεν μπορούσε να καταλάβει πώς κατάκτησε την ψυχή της έτσι στα γρήγορα; Τι την τραβούσε τόσο προς το μέρος του; Η Έλενα ομολογούσε στον εαυτό της ότι εκείνο που τη συνέδεε μαζί του δεν ήταν τόσο η εμφάνιση του, όσο ο χαρακτήρας που διακρινόταν από δω και κει πέρα για την ακεραιότητά του και την καλοσύνη του. Και στα σημεία αυτά έδινε πάντα ιδιαίτερη προσοχή, αδιαφορώντας για άλλα που για άλλες γυναίκες της ηλικίας της έπαιζαν σημαντικό ρόλο.. Τις ελεύθερες βραδιές της, τις περνούσε τώρα μαζί του. Τρώγοντας σε περιποιημένα εστιατόρια τις ρώσικες σπεσιαλιτέ και πίνοντας το κόκκινο κρασάκι η συζήτηση τους δεν έπαιρνε τέλος.. Ερωτευμένη πλέον, μέσα από τις βαριές μπορντό κουρτίνες της όμορφης αίθουσας παρακολουθούσε μια τον Αντρέι και μια το χιόνι, που κατά τούφες χοντρές έπεφτε και έκανε παιχνίδια με τα φώτα του δρόμου… Θεέ μου! πώς απογειωνόταν τις ώρες εκείνες; Επέστρεφε στο ξενοδοχείο της και το μάτι της δεν έλεγε να κλείσει.. Μπροστά της η εικόνα του Αντρέι, να την κοιτά, να της μιλά και κείνη να κρέμεται από τα χείλη του. Και ύστερα θυμόταν τις στιγμές που περπατούσαν μέσα στο παχύ χιόνι και κείνο εξακολουθούσε να πέφτει δίχως σταματημό και να γεμίζει τα μαλλιά τους και τα χοντρά γούνινα επανωφόρια. Και τότε τον αγαπούσε πιο πολύ γιατί στο νου της ερχόταν σκηνές από έργα του σινεμά, που η αγάπη γινόταν το όνειρο και το θάμα συγχρόνως. «Να γινόταν το ίδιο και για μένα!» μονολόγησε και έκανε και μία ευχή..ενώ το χιόνι τη σκέπαζε όλο και περισσότερο.. Το χαιρόταν και τυλιγόταν όλο και πιο πολύ επάνω του, τάχα για να προφυλαχτεί, και κείνος την αγκάλιαζε τόσο απαλά, σα να μην ήθελε να χαλάσει κάτι από τις διαθέσεις της.. Τι ωραίος που ήταν αυτός ο Ρώσος που δεν ήταν μόνο Ρώσος, αλλά και Έλληνας! Στα μάτια της φάνταζε σαν αρχαίος θεός, έτσι ωραίος, έτσι δυνατός.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:
Ένα μυθιστόρημα με πλοκή, θέσεις και αντιθέσεις, φιλίες και αντιπαλότητες. Δύο άνθρωποι εκ διαμέτρου αντίθετοι. Ό ένας στυγερός και αδίστακτος ο άλλος τίμιος και ευσυνείδητος. Αγάπη και μίσος, φιλία και έχθρα, πόλεμος στο κυνήγι του χρήματος. Ο βιομήχανος Μάνος Μάργαρης, μετά από μία θυελλώδη συνεδρίαση του ΣΕΒ, επιστρέφει μεθυσμένος μεσάνυχτα στο σπίτι του και αντικρίζει ένα άγρια δολοφονημένο νεαρό άνδρα. Ειδοποιεί την αστυνομία και θεωρείται ο βασικός ύποπτος. Είναι όμως ο ένοχος ή κάτι άλλο κρύβεται πίσω από εκείνον; Θεοφανώ, σύντροφος και «φως» στην πορεία του! Στην άλλη άκρη του Ατλαντικού ένας άλλος τύπος, που φτάνει από την Ελλάδα μετά τα γεγονότα, απολαμβάνει τον έρωτα μιας μικρής πλουσίας αμερικανίδας... Η αγάπη για το χρήμα και η φιλοδοξία του κινούν τα νήματα της σκέψης και της ζωής του. Ποιος τελικά είναι ο ρόλος του; Στο ταμπλώ δύο άνθρωποι που δένονται με την ίδια μοίρα. Μισιούνται και συγκρούονται! Ποια ανατροπή θα επέλθει και η πορεία της ιστορίας θα αλλάξει τροχιά; Θα υπάρξει κάθαρση όμοια μ’ αυτή της αρχαίας τραγωδίας;
Ένας χορός με το χρόνο. Ένας τρελός χορός με τη ζωή, με τις δυσκολίες της, με τις αντιθέσεις της και τις ανατροπές της. Μόνο έτσι θα μπορούσα να δω το βιβλίο αυτό της Αλίκης – Οικονόμου Γιωτάκου, χωρίς να είμαι κριτικός. Απλά γράφω όσα ένιωσα διαβάζοντάς το.
Το διάβασα με μια ανάσα. Δύσκολο να το αφήσω από τα χέρια μου, από την στιγμή που το άρχισα. Η πλοκή του με κράτησε άγρυπνη και τα συναισθήματα με συνεπήραν. Σαν σε κινηματογραφική ταινία – γιατί άνετα θα μπορούσε να είναι και έτσι – έζησα με όλες μου τις αισθήσεις τις ζωές των χαρακτήρων του βιβλίου. Ζωές με έντονα πάθη, με αντιπαλότητες, με μίση, με κακίες… Αλλά και με γλύκα κάποιες φορές. Εκεί που τα πάθη, η διαφθορά και η ασυνειδησία φτάνουν σε κρεσέντο, εκεί, για να ηρεμήσει λίγο η ψυχή, έρχεται η καλοσύνη και η τιμιότητα και σε ησυχάζουν και σε κάνουν να σκεφτείς ότι η ζωή έχει απ’ όλα. Εξαρτάται από το πού θα βρεθείς. Παλεύεις κι εσύ μαζί, θυμώνεις, μισείς, εχθρεύεσαι, αγαπάς, ερωτεύεσαι. Τόσο δυνατά δοσμένα είναι τα ακραία, πολλές φορές, συναισθήματα των χαρακτήρων, που πάσχεις και συμπάσχεις, βρίσκεσαι μέσα στην υπόθεση, ένας ήρωας κι εσύ μέσα στις σελίδες. Ώσπου στο τέλος έρχεται η κάθαρση και όλα μπαίνουν στη σωστή θέση. Και ανακουφίζεσαι και κλείνεις το βιβλίο ικανοποιημένος. Και οι ήρωες σε ακολουθούν για ώρα. Έγινες ένα με εκείνους…
Δεν θα πω τίποτα για το αστυνομικό δαιμόνιο της συγγραφέως. Με εξέπληξε πολύ ευχάριστα αυτή η πλευρά της. Ταξίδεψα και στα υπέροχα μέρη που επέλεξε να περιπλανηθούν οι ήρωές της. Το ενδιαφέρον έτσι κρατιέται αμείωτο, δεν πλήττεις ούτε στιγμή.
Και στο τέλος η ζωή νικά. Νικά η προσφορά και η αγάπη! Βλέπεις ότι η ζωή με τη δική της δυναμική τραβάει το δρόμο της , κοιμάσαι ήσυχος και μπορείς να πεις με αγάπη και εμπιστοσύνη «Καληνύχτα τώρα Μάνο»!
Ο χρήστης Εκδόσεις Μιχάλη Σιδέρη κοινοποίησε σύνδεσμο.
Η κριτική της Κυρίας Κοντίδου για το βιβλίο «Καληνύχτα τώρα, Μάνο» της Αλίκης Οικονόμου – Γιωτάκου από το site μας.
«Ένας άγρια δολοφονημένος νεαρός άνδρας βρίσκεται από τον ήρωα της ιστορίας μας, τον Μάνο Μάργαρη, κατά την επιστροφή του αργά ένα βράδυ μετά από μια επεισοδιακή συνεδρίαση του ΣΕΒ, μέσα στο ίδιο του το σπίτι. Θεωρείται ο βασικός ύποπτος αυτής της στυγερής δολοφονίας και οδηγείται στη φυλακή. Έτσι ξεκινάει ο Γολγοθάς του, μέσα σε ένα σκοτεινό κελί, ανάμεσα σε εγκληματίες που θα προσπαθήσουν να τον εξευτελίσουν και να καταρρακώσουν την αξιοπρέπειά του.
Από την άλλη, παρακολουθούμε τη ζωή ενός άλλου τύπου αδίστακτου, στυγνού και επικίνδυνου, το αντίπαλο δέος του Μάνου, που σκοπό έχει να τον καταστρέψει όπως καταστρέφει τις ζωές όλων αυτών που βρίσκονται στο δρόμο του.
Και τέλος η Θεοφανώ, που σαν φως σταλμένο από τον Θεό, όπως λέει και το όνομά της, θα βρεθεί δίπλα στον Μάνο και σαν το ποτάμι που κυλάει στο μέρος από όπου κατάγεται, άλλοτε «κυλώντας» δίπλα του ήρεμα θα του ξεπλύνει τις ανοιγμένες του πληγές και άλλοτε ορμητικά θα τον πάρει μαζί της και θα τον παρασύρει σε μια καλύτερη, φωτεινότερη, ήρεμη και ευτυχισμένη ζωή.
Η κυρία Αλίκη Οικονόμου-Γιωτάκου, σ’ αυτό το δεύτερο βιβλίο της, οδηγεί για άλλη μια φορά τον αναγνώστη του σε δύσκολα μονοπάτια. Μπαίνει βαθιά στην ψυχολογία των ηρώων, πρωταγωνιστών αλλά και δευτεραγωνιστών, και άλλοτε χρησιμοποιώντας το πρώτο πρόσωπο –κάτι που προσδίδει μεγάλη αμεσότητα και παραστατικότητα στην αφήγησή της- κι άλλοτε το τρίτο, περιγράφει με εξαιρετικά λυρικό τρόπο τις περιπέτειες και τα συναισθήματά τους και ταυτόχρονα θίγει καυτά κοινωνικά ζητήματα.
Το «Καληνύχτα τώρα, Μάνο» είναι ένα βιβλίο που δεν μπορείς να το κατατάξεις σε μια συγκεκριμένη κατηγορία. Έχει στοιχεία αστυνομικού, αισθηματικού και κοινωνικού μυθιστορήματος. Το σίγουρο, όμως, είναι ότι η συγγραφέας του καταφέρνει άψογα, μέσα από τη μαυρίλα και τα σκοτάδια των ανήλιαγων κελιών της φυλακής και των κυνικών και ζοφερών συμπεριφορών των ανθρώπων, να οδηγήσει με επιτυχία τον αναγνώστη στο φως, την αισιοδοξία και την κάθαρση.
Θερμά συγχαρητήρια στην κυρία Αλίκη Οικονόμου-Γιωτάκου!!! Εύχομαι κι αυτό το δεύτερο βιβλίο της να είναι καλοτάξιδο και να φτάσει στην κορυφή όπως και το πρώτο!!! Πάντα επιτυχίες!!!!»