«Πόσο μάταιο είναι να κάθεσαι να γράψεις, όταν δεν έχεις σηκωθεί να ζήσεις!»
Χ. Ντ. Θορώ (1817-62)
Με ένα αίσθημα ανακούφισης ανάκατο με αγαλλίαση με χαιρέτησαν απόψε τα λαμπιόνια που φέγγιζαν στο παράθυρο των γειτόνων στο αντικρινό μπαλκόνι. Τριάντα πέντε χρόνια στην ίδια γειτονιά στολίζουμε σχεδόν ταυτόχρονα στα τέλη Νοεμβρίου με τους απέναντι γνωστούς-άγνωστους γείτονες. Δεν τους γνωρίζω καλά κι ας συμβιώνουμε τόσα χρόνια στην ίδια γειτονιά. Ανταλλάσσουμε ευγενικούς χαιρετισμούς κάθε φορά που πέφτει ο ένας πάνω στο άλλον, ξέρω πως έχουν ένα χαριτωμένο μα φωνκλάδικο σκύλο dashwood και δυο χαριτωμένες μα καθόλου φωνακλούδες κόρες, μαθαίνω θέλοντας και μη από τις ‘κουτσομπόλες’ του τετραγώνου τα κομβικά σημεία της ζωής τους (γεννήσεις, γάμους, θανάτους) κι αυτό είναι όλο. Φέτος καθυστέρησαν όμως, και κάθε φορά που αντίκριζα μουντό το απέναντι μπαλκόνι ο νους μου πήγαινε στο κακό : “Λες να έπαθαν κάτι;” κι άλλα ζοφερά με τριβέλιζαν… Με ανακούφιση, λοιπόν, είδα και φέτος τα λαμπιόνια να φεγγίζουν έστω και καθυστερημένα από το παράθυρο του απέναντι διαμερίσματος. Ασυναίσθητα έκανα μια ευχή :
“Και του χρόνου γνωστοί-άγνωστοι γείτονες!”
0 Σχόλια