«Πόσο μάταιο είναι να κάθεσαι να γράψεις, όταν δεν έχεις σηκωθεί να ζήσεις!»
Χ. Ντ. Θορώ (1817-62)
Πάνω σε μία ελιά ρούχα ξένα του μόχθου ανεμίζουν κρεμασμένα.
Ο διαβάτης στέκει και το βλέμμα γρήγορα αποστρέφει.
Δε θέλει πρόσωπα σκαμμένα και χέρια αργασμένα να θωρεί.
Προτιμά την ώρα να περάσει με την αγνή βουκολική ψευδαίσθηση της εξοχής.
Δίχως τον κάματο της ξενιτιάς, δίχως του μετανάστη-κόπου τη σιωπηλή πραγμάτωση της γης.
Πάνω σε μία ελιά ρούχα ξένα του μόχθου ανεμίζουν κρεμασμένα
μα λίγοι στέκονται, λιγότεροι ακόμη τα θωρούν…
0 Σχόλια