«Πόσο μάταιο είναι να κάθεσαι να γράψεις, όταν δεν έχεις σηκωθεί να ζήσεις!»
Χ. Ντ. Θορώ (1817-62)
Τους βλέπω συχνά-πυκνά στα φανάρια, απέναντι από το Χίλτον. Δε γνωρίζω αν είναι παρέα, αν ανήκουν κάπου ή ο καθένας μόνος του πορεύεται στην τέχνη που διάλεξε για συνοδοιπόρο στη ζωή. Διασκεδαστές του δρόμου, τυλιγμένοι την αχλύ από άλλες, πιο αθώες εποχές, στο σύντομο διάστημα που ο Σταμάτης περιμένει τον Γρηγόρη στο φαύλο κύκλο της κυκλοφοριακής ρύθμισης της χαοτικής πρωτεύουσας, χαρίζουν ένα μικρό νούμερο στους σταματημένους οδηγούς. Κορίνες, μπάλες, κρίκοι χοροπηδούν ανάλαφρα στα επιδέξια δάχτυλά τους, προκαλώντας τον θαυμασμό των πιο ευπροσήγορων και την αδιαφορία των μπουχτισμένων νοικοκυραίων, που βιάζονται να κλειστούν στις σπηλιές από μπετόν αρμέ και να βουλιάξουν στην αποχαυνωτική και απατηλή αίσθηση ασφάλειας που έχουν με μύριες συμβάσεις χτίσει γύρω τους. Κάποιοι ευδιάθετοι γαλαντόμοι δίνουν κάτι από το υστέρημά τους, όταν υποκλινόμενοι με χαμόγελα δρασκελίζουν σαν αίλουροι τα αυτοκίνητα, λίγο πριν το πράσινο ανάψει και ξεκινήσει μια ολιγόλεπτη ανάπαυλα πριν την επόμενη παράσταση.
Στο σύνολό τους είναι νεαροί άνδρες ή κάποιοι κοντά στα τριάντα, που διανύουν ξέγνοιαστοι τη δεύτερη νιότη. Μάλλον εκπαιδευμένοι σε κάποια σχετική σχολή, επαγγελματίες το δίχως άλλο, ξετυλίγουν χαμογελαστά τις δεξιότητές τους στους πολίτες μιας πόλης δύσκολης και συχνά ακατάδεκτης. Με ρομαντική διάθεση, κάθε φορά που τους συναντώ στα φανάρια ανάμεσα στο χλιδάτο χάνι και το εθνικό κέλυφος του ναού της τέχνης, σκέφτομαι πως δεν το κάνουν από ανάγκη. Προσπαθώ (γιατί άραγε; ) να πείσω τον εαυτό μου πως είναι μια μέθοδος εξοικείωσης, ίσως, με το κοινό, ένα κομμάτι της πρακτικής τους εκπαίδευσης, πριν διαβούν τις πόρτες του αστραφτερού κόσμου του θεάματος. Δε μοιάζουν άλλωστε με επαίτες… Έτσι κι εκείνος σήμερα. Ευθυτενής, λιπόσαρκος, με γαλανά γελαστά μάτια, πυκνά πυρρόξανθα γένια, μαλλί ράστα κι εναλλακτικό ντύσιμο, εκτέλεσε άψογα το νούμερό του. Μονάχα σαν πλησίασε πιο κοντά, πρόλαβα να δω τα φθαρμένα, τρυπημένα παπούτσια, και κάποια αδιόρατη θλίψη στο βλέμμα του, λίγο πριν το φανάρι ανάψει.
Ναι Αλέξανδρε…η αλήθεια κάπου ανάμεσα… Εμένα μου φτιάχνουν τη διάθεση…μέσα στις αναμονές των φαναριών..κι εκείνοι αν το σκεφτείς..καλύτερα να δίνουν μια παράσταση από το να περιμένουν σπίτι ή όπου μια καλύτερη μέρα….
την καλησπέρα μου