Στον ανάποδο κόσμο σαν σου κάνουν κακό
Δεν πειράζει, δικαιολογείς της μοίρας άξιο γραφτό
Το ΨΕΜΑ σαν αναγνωρίζεις στη ματιά εκεί μπροστά
Χαμηλώνεις ως το βλέμμα να το κρύψεις στην καρδιά
Την ΑΠΑΤΗ όταν νιώσεις στο δικό σου μερτικό
Τι να πράξω το καημένο, αδύναμο πολύ σκυφτό
Η ΠΡΟΔΟΣΙΑ σαν φωλιάσει σαράκι μέσα στην ψυχή
Υποτάσσεις μεμιάς σθένος μην προλάβει να σηκωθεί
Τα φτερά όταν σου κάψουν απογοητευμένα λόγια πικρά
Απ’ του Ίκαρου ήταν λες γραμμένο να σέρνω πίσω τη γενιά
Που σκεφτόταν πολύ πιο πάνω απ’ τον κόσμο να πετά
Το κερί του δε βαστάει να σηκώσει βάρος ενός ντουνιά
Δεν αξίζω εγώ μάλλον να έχω του κόσμου ονειρεμένη
Η δική μου γενιά ίσως βγήκε δυστυχώς αποδιαλεγμένη
Μα στον κόσμο τον ίσιο τον ελεύθερο και πραγματικό
Κακό δεν κάνουν τ’ αδέρφια στον ίδιο τους τον εαυτό
Οι κουβέντες δεν καίνε τα ξένα φτερά, δεν τσουρουφλίζουν
Των χειλιών τα ειπωμένα στόχο έχουν να ζωγραφίζουν
Εκεί ΨΕΜΑ δεν υπάρχει, δε βρίσκει χώρο πίσω στον κήπο
Η αλήθεια σε λυτρώνει και διαλύει ασύγχρονο χτύπο
Την ΑΠΑΤΗ δε θέλουν ούτε να δουν ζωγραφιστή
Πόσο μάλλον σε άνθρωπο που σίγουρα θα πληγωθεί
Τέλος η ΠΡΟΔΟΣΙΑ άγνωστη, πώς να προδώσεις μια ψυχή
Γιατί η δική σου ανθρωπάκο ν’ αξίζει τάχα πιο πολύ;…
_
γράφει η Μαρία Φουσταλιεράκη
Δυνατό το ποίημα σου Μαρία!!!
Ευχαριστώ πολύ Ελένη!