Ένα καθρέφτη ανάποδα σκέφτομαι να κρεμάσω
Να κρέμεται νωχελικά πάνω μου, απ’ το ταβάνι
Το είδωλό μου μάταια να προσπαθώ να φτάσω
Να προσπαθεί κι αυτό νωθρά, αλλά να μην με φτάνει
Όλη την ώρα να πηδώ ψηλά, σαν το κατσίκι
Και πάντοτε – φαρδύς πλατύς – στο πάτωμα να σκάω
Να πιάσω αυτό το είδωλο, που πια δεν μου ανήκει
Και πεισμωμένος πιο πολύ και πάλι να πηδάω
Το είδωλό μου – ανάποδο, μοιάζει σαν να ‘ναι ξένο
Με βλέπει που γκρεμίζομαι και πέφτω στα τσιμέντα
Και είναι το βαριόμοιρο, όπως κι εγώ – θλιμμένο
Και «δεν βαριέσαι;» λέω εγώ και πιάνουμε κουβέντα
Έχει ραγίσει το γυαλί και δείχνει άλλα ντ’ άλλα
Παίζει κρυφτό το είδωλο με τις αντανακλάσεις
Δείχνει τα μάτια σου μικρά και αυτιά μεγάλα
Και είσαι τόσο ατσούμπαλος, που θέλεις να γελάσεις
Ο κόσμος είναι ανάποδος και όχι ο καθρέφτης
Μα άλλον κόσμο το γυαλί μοιάζει να καθρεφτίζει
Κάνεις δυο σάλτα ανάποδα, πηδάς, γελάς και πέφτεις
Και ζεις με ένα όνειρο που αργά αργά ξεφτίζει...
_
γράφει ο Ανδρέας Αντωνίου
Μην ξεχνάτε πως το σχόλιό σας είναι πολύτιμο!
πολύ ωραίοι στίχοι και έξυπνοι!
Μπράβο!
Ευχαριστώ πολύ για τα ευγενικά σας σχόλια!
Εξαιρετικό!!Συγχαρητήρια!!
Να ‘στε καλά! Σας ευχαριστώ πολύ!
“Ο κόσμος είναι ανάποδος και όχι ο καθρέφτης
Μα άλλον κόσμο το γυαλί μοιάζει να καθρεφτίζει”
Με πολύ χιούμορ και ευχάριστη σάτιρα περνάς σημαντικά μηνύματα, φίλε μου Ανδρέα, μπράβο σου!
Ευχαριστώ πάρα πολύ! Χάρηκα που σας άρεσε!