
Θεοτόκης Ζερβός
Γαβριηλίδης
ISBN: 978-960-576-482-1
Μερικές φορές η ποίηση μοιάζει με τους καρπούς ενός δέντρου που απαιτεί το δικό της χρόνο ωρίμανσης ώστε να φτάσει στις σελίδες ενός βιβλίου, μιας συλλογής. Δεν είναι λίγοι οι δημιουργοί που κρατούν κρυμμένα σε συρτάρια ποιήματα και τα αφήνουν να ωριμάσουν μέχρι να αποφασίσουν τελικά να προχωρήσουν σε μία έκδοση.
Μία τέτοια περίπτωση είναι και ο Θεοτόκης Ζερβός ο οποίος παρά τη συμμετοχή του στη λογοτεχνική ζωή από τα τέλη της δεκαετίας του ‘70 και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’90, με άρθρα και δημοσιεύσεις, εξέδωσε μόνο πέντε ποιητικά βιβλία, για να επικρατήσει τελικά μία σιωπή για είκοσι σχεδόν έτη. Ο ίδιος, άλλωστε, δηλώνει ότι δεν ήταν άνθρωπος του -ποιητικού- προσκηνίου και πως μέσα στις λέξεις, ανάμεσα στις λέξεις, ανάμεσα στους στίχους, ανάμεσα στα ποιήματα, ανάμεσα στις συλλογές υπάρχει πάντα άλλοτε πυκνότερη και άλλοτε όχι μια δυναμική, μια ενεργός θα μπορούσαμε να πούμε, σιωπή… Η εικοσάχρονη εκδοτική απουσία του έχει σχέση και με μιαν σιωπή αφατική, μια κατάσταση δηλαδή κατά την οποία δεν έχεις τίποτα να πεις, δεν έχεις καμιά ικανή εσωτερική πίεση, για να εκφραστείς ποιητικά, αλλά και πιθανόν με μια δυναμική σιωπή που δεν σου βγαίνει να την διαχειριστείς[1]».
Έτσι ο Θεοτόκης Ζερβός επιστρέφει μετά από 20 σχεδόν χρόνια με μία ιδιαίτερη συλλογή, «στη σκόνη της εικονοστασιας» (Γαβριηλίδης, 2016), στην οποία ξεχωρίζει ο ελεγειακός τόνος κι ένας βαθύς -σχεδόν βουβός, μα ελεγχόμενος- πόνος που αναδύεται. Ωστόσο, ο πόνος τούτος δεν φτάνει ούτε στη μελαγχολία· ισορροπεί με τη μουσικότητα του στίχου και τη συναισθηματική διαύγεια η οποία θεμελιώνεται στην εκφραστική του πληρότητα.
Στα ποιήματα συχνά συνυπάρχει το φυσιολατρικό στοιχείο με τον αστικό χώρο ή το ατομικό με το κοινωνικό/συλλογικό, το υπαρξιακό με τον έρωτα ή τον χαμό. Με μία ζωντανή ρέουσα γλώσσα ο Ζερβός εκθέτει μία υπαρξιακή θεματική για το χρόνο (μπαλάντα) και τη φθορά ή την ηλικία (η ανυπόστατη ανάμνηση, ένας γραφιάς, κανείς δεν ακούει) και για τη μνήμη (τα ερείπια των αλφαβητάριων, παραλλαγή). Ωστόσο δεν απουσιάζουν συνθέσεις για την ποιητική αναζήτηση (ο ποιητής, νυχτερινός καλπασμός, ήρθαν ετούτα τα κορίτσια) ή την κοινωνική αλληγορία (ο ρύακας, εικόνα, είναι το γήρας, είδα τους φίλους μου, επίμετρο).
Διακρίνεται από μία προφορικότητα με στοιχεία εμπλουτισμένης λιτότητας. Η έκφραση του αποπνέει μία παραστατικότητα με τον καθημερινό της λόγο. Τούτη ακριβώς η εκφραστική ολιγάρκεια ισορροπεί με την αλληγορική διάθεση χωρίς να καθιστά τα ποιήματα κρυπτικά κι απόμακρα από τον ακροατή/αναγνώστη. Λίγα επίθετα που φωτίζουν με την επιλεγμένη τους θέση στίχους. Κυριαρχούν τα ρήματα και τα ουσιαστικά σε ομοιόπτωτους προσδιορισμούς ή τα προθετικά σύνολα στη στιχουργική του.
Η εικαστική του υπακούει στους ίδιους κανόνες λιτότητας που χαρακτηρίζουν την εκφραστική του. Λιτά αντικείμενα στο χώρο και πολύ συχνά δρώντα πρόσωπα απεικονίζονται στο καναβάτσο του καθώς εξάγονται μέσα από το αφηγηματικό ή στοχαστικό ύφος του.
Άλλες φορές υιοθετώντας μία φόρμα ολιγόστιχη ακολουθεί μία αποφθεγματική διατύπωση, η οποία ενισχύει την απότομη ανάδυση του συναισθήματος με μία στοχαστική διάθεση (νυχτερινός καλπασμός, άσκηση λογοκλοπής, τώρα, παραλλαγή, εικόνα, ο ποιητής). Άλλωστε πολύ συχνά ο ποιητής προσδίδει μία στοχαστική και κριτική διάσταση στη στιχουργία του (ένας γραφιάς) ακόμα και στον έρωτα (άσκηση λογοκλοπής, ο βαθύς πόνος του κ. Τεστ) ή όταν με την εμπειρία της ηλικίας παρατηρεί τις νεότερες γενιές για την ερωτική τους στάση (με την αλαζονεία της ηλικίας σου, ήρθαν ετούτα τα κορίτσια).
Οι χαμηλοί τόνοι του Ζερβού μοιάζουν να ψιθυρίζουν στο κοινό ότι η σιωπή μερικές φορές αποτελεί απλά ένα μεσοδιάστημα μέχρι να έρθει η στιγμή που ο ποιητής θα έχει κάτι να πει, μακριά από βερμπαλισμούς και ρητορικές κορώνες.
___________
[1] Η ενεργός σιωπή, συνέντευξη στην Άννα Αφεντουλίδου, ο αναγνώστης (20/08/2016).
0 Σχόλια