Φεγγάρι,
άχνισε το φως σου,
στη παγωμένη εικόνα.
Να στείλω ματιά ζεστή
στα άστρα και το μέλλον,
να γίνει αντανάκλαση, στο τζάμι πεπρωμένο.
Σε αυτό το βουβό παράθυρο,
κουρτίνες τα βλέφαρα σου.
Έδειξες ενδιαφέρον, και εγώ θα περιμένω.
Άγαλμα, με καρδιά, μάτια, και αισθήσεις.
Κολόνα, που στηρίζει την επόμενη νύχτα
Μεγάλο διακοσμητικό βάζο,
σαν λυχνάρι με ευχές για τον καινούργιο χρόνο,
που έβαλε αγγελία: ζητείται μια φυσιολογική οικογένεια,
με συμβόλαιο μονιμότητας και στέγη
που τα αντικείμενα δεν σπάνε,
γιατί είμαι εύθραυστο.
Και δέντρο χριστουγεννιάτικο
με λαμπάκια μνήμης μόνο – το ρεύμα αγνοούμενο,
σαν βομβαρδισμένη γέφυρα κρυμμένη
στα ίδια της τα συντρίμμια – και με παλιά σκονισμένα άνθη,
χωρίς καρπούς ακόμη, σπασμένα κλαδιά
που από μέσα τους ξεχύνονται ποτάμια και καταρράκτες,
και γκρεμοτσακίζονται τα φθινοπωρινά φύλλα, σαν βάρκες,
για ν’ αρθούν κοντά σου.
Και ρίχνω για άγκυρες κλωστές από πλεκτά,
που γίνονται ρίζες, και φυτρώνουν
κόκκινα τριανταφυλλένια
καθίσματα σινεμά.
Διατάζω τον Ποσειδώνα να γίνει θεός του έρωτα,
και να πετάει βέλη, γιατί με πρόλαβε η τρικυμία και ναυάγησα.
Πάνω στη φαντασία μου επιπλέω,
σε μια ξύλινη θάλασσα.
Στην απέναντι όχθη
μια φωτιά φωνάζει το όνομα σου.
Η τρίαινα ας γίνει γέφυρα.
_
γράφει ο Μάνος
0 Σχόλια