Το πρώτο πράγμα που μας έρχεται στο μυαλό, σχεδόν συνειρμικά, όταν ακούμε «πολιτική ποίηση» είναι η στρατευμένη πολιτική ποίηση της αριστεράς. Όλοι μας έχουμε κάνει την θητεία μας σε αυτή από το σχολείο και όσοι από μας ασχολούνται με την λογοτεχνία (ερασιτεχνικά ή μη), εξακολουθούμε να την βρίσκουμε μπροστά μας. Αν θέλουμε να δώσουμε κάποια ονόματα, χαλαρά – χαλαρά θα σκεφτούμε τον Βάρναλη, τον Ρίτσο, τον Λειβαδίτη, τον Μανώλη Αναγνωστάκη, τον Τάκη Σινόπουλο, τον Τίτο Πατρίκιο, τον Κώστα Μόντη καθώς την «καταραμένη» Κατερίνα Γώγου και άλλους πολλούς. Στην ξένη εργογραφία την τιμητική τους έχουν ο Μπρεχτ και ο Χικμέτ, ο Μπουκόφσκι, ο Λόρκα, ο Πεσσόα και ο Πάμπλο Νερούντα.
Η θεματολογία τους είναι λίγο πολύ αυτή που θα περίμενε κανείς σε μια «πολιτική ποίηση»: Καταδίκη του παρόντος καθεστώτος, ηθικολογία, πολεμικές εναντίον του πολιτικού – οικονομικού – κοινωνικού συστήματος, εγκωμιασμός των ηρώων και αγωνιστών. Ακόμη και στις περιπτώσεις που η πολιτική ποίηση πραγματεύεται άλλα θέματα, π.χ ο έρωτας ή ο θάνατος, αυτό γίνεται πάντα μέσα από το πρίσμα της πολιτικής κατάστασης. Ο θάνατος είναι συχνά πολιτική εκτέλεση, ο έρωτας συμβαίνει στα χρόνια του πολέμου ή της επανάστασης, η φύση, ακόμη κι όταν είναι ωραία, έρχεται ως αντίθεση στις θηριωδίες των κακών επάνω στους καλούς και αθώους.
Πάνω κάτω αυτή είναι η ιδέα που έχει ένας μέσος γνώστης λογοτεχνίας σήμερα, και προσωπικά δεν θα του έβρισκα άδικο.
Ελπίζω πως θα υπάρξουν κάποιες φωνές που θα αντειπούν πάνω στο επιχείρημα πως η πολιτική ποίηση είναι μονόπλευρα στρατευμένη (στον αριστερό τομέα) αλλά υπάρχουν άπειρα παραδείγματα μιας διαφορετικής πολιτικής ποίησης. Για παράδειγμα ο Σεφέρης – χρόνια διπλωμάτης στην Βρετανία – έχει γράψει πολλά πολιτικά ποιήματα σε διαφορετική κλίμακα π.χ για τον απελευθερωτικό αγώνα των Κυπρίων (Σαλαμίνα της Κύπρος) ή αντιπολεμικά (Ελένη) ή κατά της δικτατορίας (Επί Ασπαλάθων). Ο Νίκος Καββαδίας έχει γράψει κι αυτός πολιτική ποίηση, αριστερή αλλά όχι στρατευμένη (Γκεβάρα, Federico Garcia Lorca). Ο «Δωδεκάλογος του Γύφτου» του Παλαμά έχει άπειρες πολιτικές προεκτάσεις. Ο Καρυωτάκης έχει γράψει εξαιρετικές πολιτικές σάτιρες (Πεδιάς και το Νεκροταφείον, Εις το Άγαλμα της Ελευθερίας που φωτίζει τον κόσμο). Τα διηγήματα του Σαμαράκη έχουν βαθύτατους προβληματισμούς, είναι ανθρωπιστικά χωρίς όμως να προάγουν ιδεολογίες. Το ίδιο και ο «Μπολιβάρ» του Εγγονόπουλου. Ακόμη και ο «Θούριος» του Ρήγα, ο «Ύμνος εις την Ελευθερία» του Σολωμού ή το «Εις Αγαρηνούς» του Κάλβου είναι στην ουσία τους πολιτικά. Τι λέω; Ακόμη και η Αινειάδα του Βιργιλίου έχει πολιτικές (κολακευτικές) αναφορές στον Οκταβιανό.
Σήμερα η κατάσταση προσφέρει πεδίον δόξης λαμπρόν σε όλους τους επίδοξους πολιτικούς ποιητές. Μετανάστευση, νεοφιλελευθερισμός, μνημόνιο, άνοδος ναζισμού, ανέχεια, κοινωνικές συγκρούσεις, δυνάμεις καταστολής, όλο αυτό το υλικό είναι στην διάθεση του ποιητή για να καυτηριάσει και να στιγματίσει, να καταγγείλει ολόκληρο το πολιτικό σύστημα.
Η παγίδα όμως ελλοχεύει ύπουλα.
Το πρόβλημα στην πολιτική ποίηση συμβαίνει όταν ο σκοπός επικαλύπτει το μέσο, με άλλα λόγια όταν η πολιτική τοποθέτηση επιθυμεί να επισκιάσει το ίδιο το ποίημα μέσα από το οποίο εκφράζεται. Στην προσπάθεια μερικών να «στείλουν ένα μήνυμα» πολλές φορές κρύβεται – συνειδητά ή ασυνείδητα – ένα «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Σε αυτή την περίπτωση η πολιτική ποίηση καταντά στρατευμένη προπαγάνδα για τον ένα ή τον άλλο σκοπό, εις βάρος του ίδιου του ποιήματος, εις βάρος της ίδιας της Τέχνης. Άνθρωποι που δεν σέβονται καθόλου την ποίηση, ούτε καν στα ίδια τα ποιήματα που γράφουν, χρησιμοποιούν την ποίηση απλά σαν όχημα για να προσηλυτίσουν οπαδούς και να αυξήσουν την επιρροή.
Παράδειγμα: Ο Βάρναλης στην «Τρίτη Εξαΰλωση» γράφει για την τέχνη: «Με την θρησκεία και πατρίδα/ την ίδια απλώνουμε αρίδα/ τον ίδιο έχουμε σκοπό/ κερνούμε τον λαό χασίσι/ όνειρα, ψέματα και μίση/ δεν ντρέπονται για να ντραπώ». Η τέχνη είναι κακή όταν γεμίζει τον λαό με μίσος και πολεμική διάθεση. Όμως στην «Μπαλάντα του κυρ Μέντιου» ο Βάρναλης δεν διστάζει να διακηρύξει πως «Αν το δίκιο θες καλέ μου/ με το δίκιο του πολέμου/ θα το βρεις. Όπου ποθεί/ λευτεριά παίρνει σπαθί». Επομένως η τέχνη είναι κακή όταν σπέρνει το μίσος εναντίον μας, αλλά όταν εμείς σπέρνουμε το μίσος εναντίον άλλων είναι καλή και χρήσιμη; Δεν νομίζω.
Μην με παρεξηγείτε. Λατρεύω και τα δύο ποιήματα του Βάρναλη, παρόλο που δεν συμφωνώ μαζί τους. Αυτό είναι το πρώτο βήμα για την αποφυγή της παγίδας.
Στο μυαλό των πολιτικών ποιητών υπάρχει η εξίσωση: «Η καλή ποίηση είναι αυτή που έχει καλό σκοπό». Αν λοιπόν ένα ποίημα γράφει για τους κοινωνικούς αγώνες είναι καλή ποίηση και προκρίνεται, ακόμη κι αν ο ποιητής δεν διαθέτει ούτε τις βασικές γλωσσικές και τεχνικές ικανότητες. Πιστεύουν πως ο Βάρναλης είναι καλός ποιητής επειδή ξεσηκώνει τον κόσμο σε αγώνες. Πιστεύουν πως ο Σολωμός είναι καλός επειδή υμνεί την ελευθερία. Πιστεύουν πως ένα αντιπολεμικό (ή εκατό αντιπολεμικά, η ποσότητα είναι άσχετη) μπορούν να σε μετατρέψουν σε Σεφέρη. Κι έτσι πέφτουν πάρα πολλοί (και αξιόλογοι) στην παγίδα πιστεύοντας πως το θέμα ή η πρόθεση ενός ποιήματος είναι αρκετή για την θετική αξιολόγησή του.
Αναφέρω πάρα πολύ συχνά την φράση του Oscar Wilde: «Η Τέχνη βρίσκει την δικαίωσή της από μέσα ποτέ από έξω». Με λίγες φράσεις περί τέχνης συμφωνώ τόσο πολύ. Οι εξωτερικοί παράγοντες ελάχιστα επηρεάζουν αξιολογικά την Τέχνη. Η πρόθεση ή το θέμα ή ακόμη και η πολιτική στάση του ποιητή λίγο ενδιαφέρουν την ποίηση. Η Τέχνη ενδιαφέρεται για την εσωτερική δυναμική, την τεχνική αρτιότητα, την ίδια την μαγεία της Τέχνης για την ίδια την Τέχνη. Το αισθητικιστικό «Αrs gratiae Artis» (Τέχνη για χάρη της Τέχνης) βρίσκει την πραγμάτωσή του όταν βλέπουμε την Τέχνη «όχι απλά ως μέσον αλλά ταυτόχρονα και ως σκοπό», όπως έλεγε ο Καντ για την ηθική.
Επομένως ο Βάρναλης είναι καλός ποιητής, όχι γιατί μας λέει να πιάσουμε τα σπαθιά, αλλά γιατί το ίδιο το ποίημα φανερώνει μια δυναμική, μια ένταση, ένα αισθητικό αποτέλεσμα. Το ίδιο συμβαίνει και στον «Ύμνο εις την Ελευθερία». Ο Σολωμός είναι μεγάλος ποιητής γιατί κατάφερε να δημιουργήσει αριστουργήματα με την γλώσσα, όχι γιατί υμνούσε εθνικά ιδεώδη. Αυτοί που κατηγορούν την ποίηση του Pound επειδή υποστήριξε τον Μουσολίνι, άσχετα από την αισθητική αποτίμηση των έργων του, πέφτουν σε παγίδα.
Και κάπου εδώ ερχόμαστε στην καρδιά του προβλήματος. Αυτοί που νομίζουν πως πολιτική ποίηση είναι μόνο αυτή που αναφέρεται σε πολιτικές καταστάσεις, είναι ιδεολογικά στρατευμένη και κινείται από εξωτερικούς σκοπούς και παράγοντες αρνούνται να παραδεχτούν μια απλή μα δύσκολη αλήθεια: Η ίδια η Τέχνη είναι εξ ορισμού πολιτική γιατί είναι εξ ορισμού επαναστατική, σε μια ευρύτερη κλίμακα.
Αν η Τέχνη είναι, όπως πρεσβεύω, στην ουσία της μαγεία, όνειρο και φυγή από την πραγματικότητα, τότε αυτό την κάνει επαναστατική. Είναι η καθαρή επανάσταση εναντίον της πραγματικότητας καθεαυτής με τον πιο δημιουργικό τρόπο. Λένε πως με αυτό τον τρόπο αμβλύνεται η επαναστατική διάθεση. Ισχύει το ακριβώς αντίθετο: Αυτός που βλέπει ωραία όνειρα, προσπαθεί να τα εφαρμόσει βελτιώνοντας σε εφικτό βαθμό την πραγματικότητα. Αυτού που τα όνειρα είναι απλά καθρέφτης της πραγματικότητας (όπως είναι η πολιτική ποίηση) τι μπορεί να βελτιώσει; Με τι μπορεί να αντικαταστήσει κάτι κακό, αν πρώτα δεν ονειρευτεί το καλύτερο;
Ενώ η στρατευμένη ποίηση είναι αναγκαστικά αγκιστρωμένη σε ιδεολογήματα, η αυθεντική ποίηση κινείται πιο ελεύθερα από οτιδήποτε. Ενώ η στρατευμένη ποίηση μένει στην πραγματικότητα, η αυθεντική ποίηση κινείται μέσα σε άπειρους κόσμους της φαντασίας, πλάθει και ξαναπλάθει κόσμους, κοινωνίες, ανθρώπινες σχέσεις. Η στρατευμένη ποίηση αρνείται το πολιτικό σύστημα αλλά η αυθεντική ποίηση αρνείται την πραγματικότητα. Η στρατευμένη ποίηση εξεγείρεται, η αυθεντική ποίηση επαναστατεί. Η αυθεντική ποίηση χρησιμοποιεί την μαγεία και το όνειρο για να δημιουργήσει καινούριους κόσμους. Η στρατευμένη ποίηση υπακούει στους νόμους και της επιταγές της ιδεολογίας που υπηρετεί. Η αυθεντική ποίηση βρίσκει τα όριά της μόνο στα όρια της φαντασίας.
Κάποιος που έχει μια ιδεολογία και απλά χρησιμοποιεί την ποίηση εργαλειακά, δεν είναι επικίνδυνος για κανένα καθεστώς και για κανένα σύστημα. Είναι προβλέψιμος και κατ’ επέκτασιν ακίνδυνος. Το πολύ πολύ να βρει τον εαυτό του να ανατρέπει το παρόν σύστημα, μόνο και μόνο για να γίνει «Βεζύρης στην θέση του Βεζύρη». Κάποιος όμως που κινείται από την ομορφιά και την μαγεία της ποίησης, δεν υπακούει πουθενά, σε καμία πραγματικότητα. Πολεμάει διαρκώς σε ένα πόλεμο που μοιάζει εκ προοιμίου χαμένος αλλά και που για τον ίδιο είναι απαραίτητος. Ο στρατευμένος εχθρεύεται ένα καθεστώς. Ο ποιητής εχθρεύεται όλα τα καθεστώτα. Η στράτευση καταλήγει χωρίς την ομορφιά και την δημιουργικότητα σε προπαγάνδα χειρίστου είδους.
Μεγαλύτερη λοιπόν πολιτική δύναμη από την ίδια την Τέχνη και την ομορφιά δεν υπάρχει. Μέσα της η Τέχνη κρύβει την μεγαλύτερη άρνηση για την πραγματικότητα (την οποία θεωρεί άκομψη και άσχημη) αλλά και την μεγαλύτερη κατάφαση στην ζωή, αφού σύμφωνα με τα λόγια του Φρειδερίκου Νίτσε, «χρειαζόμαστε την Τέχνη για να μην πεθάνουμε από την Αλήθεια». Ενώ λοιπόν η πολιτική ποίηση σταυρώνεται κυριολεκτικά κάθε φορά που καλείται να καθρεφτίσει μια κακώς κείμενη πραγματικότητα, βρίσκει την ανάστασή της σε κάθε δημιουργικό όνειρο που βοηθά με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο στο να αντιμετωπίσουμε αυτή την πραγματικότητα και να οδηγηθούμε σε νέους τρόπους αντίληψης του κόσμου.
_
γράφει ο Ανδρέας Αντωνίου
Θα συμφωνήσω με την ανάλυση. Εξαιρετικό άρθρο και με βρίσκει σύμφωνο.
Έχω μόνο ένσταση στον όρο στρατευμένη ποίηση. Και τούτο διότι κάθε ποιητής είναι στρατευμένος στις απόψεις του… Ο όρος στρατευμένος προσπεράστηκε στο χρόνο ως κατηγορία μόνο στους αριστερούς ποιητές. Και μόνο στους αξιόλογους ως κατηγορία γιατί δεν μπορούσαν να μειώσουν την ποιητική τους αξία. Πχ ο Κάλβος, τόσο ριζοσπαστικός, δεν αποκλήθηκε ποτέ “στρατευμένος” κι ας ήταν πιο επιθετικός και πιο δημοκράτης από το Σολωμό…
Όπως λέει σωστά το δοκίμιο. στην ποίηση πρέπει να διακρίνουμε την δύναμη των λέξεων/στίχων από το μήνυμα. Η ποίηση είναι τέχνη. Ελέγχουμε ταυτόχρονα το μήνυμα, τον τρόπο, την τεχνική. Στη ζωγραφική δεν κοιτάμε μόνο την εικόνα, αλλά και την τεχνική, τα υλικά και τα μέσα (χρώματα, τρόπος παρασκευής τους, τα πινέλα, τις χαρακιές/γραμμές κλπ -δεν είμαι ειδικός). Το ίδιο και στην ποίηση.
Το μήνυμα είναι συνεκτικό στοιχείο, αλλά όχι το βασικότερο. Το βασικότερο είναι το συναίσθημα που υποστηρίζει πηγαία (ή λανθάνον;) το μήνυμα και εκφράζεται με τις λέξεις.