Το σπίτι της, της Μαρίας Ράπτη

 γράφει ο Πάνος Τουρλής

Το 2000 η Λίνα εξαφανίστηκε πηγαίνοντας σ’ ένα πάρτι με την αδελφή της, Άννα. Δε βρέθηκε ποτέ. Η Άννα αποφασίζει να επιστρέψει στο χωριό της είκοσι χρόνια μετά και να αντιμετωπίσει αυτό το σκοτεινό παρελθόν. Τι φοβόταν η Λίνα και σε ποιον το εκμυστηρεύτηκε; Ποιον και τι κάλυπτε η παρουσία του Γιώργου στο πλάι της ως συντρόφου της; Ήταν ζευγάρι ή όχι; Γιατί η Άννα γύρισε σπίτι μόνη της και δε θυμάται τίποτα από κείνη τη νύχτα; Θα βρει τη δύναμη να ανακαλύψει τι πραγματικά συνέβη τότε;

Τη Μεγάλη Εβδομάδα του 2023 η Άννα επιστρέφει στο χωριό της, κοντά στην Καλαμάτα. Τα πάντα την περιμένουν καρτερικά, αν και η αλήθεια είναι πως «Δεν μπορείς να επιστρέψεις κάπου απ’ όπου δεν έχεις φύγει»! Ειδικά αν τα πάντα έχουν εξαφανιστεί στη λήθη του χρόνου: «…πολύ απλά ο τόπος που ήξερε άλλοτε δεν υπήρχε. Ο τόπος της είχε χαθεί, ο τόπος εκείνος ο εσωτερικός που τον κρατάμε αναλλοίωτο κι εξιδανικευμένο μέσα στην καρδιά μας κι είναι φτιαγμένος από πρόσωπα, μυρωδιές…και φιλιά και ξεγνοιασιά…Και ποδήλατα, γδαρμένα γόνατα, χαμόγελα, σιωπές, καρδιοχτύπια…Και αγάπη» (σελ. 19-20). Με πόση συναισθηματική ανατριχίλα διάβασα για την είσοδο στο πατρικό σπίτι της: «Ήταν μια μαχαιριά διαπεραστική και ξένη, αυτόνομη. Δεν την έλεγχε, όμως την ήξερε. Ήταν ίδια, κάθε φορά που επέστρεφε» (σελ. 21). Σε αντιδιαστολή με όλα αυτά, βρίσκει τον πατέρα της: «Μέσα σ’ ένα σπίτι που δεν αγαπούσε πια, η Άννα είχε βρει το άλλο, το πραγματικό της σπίτι» (σελ. 23). Η μητέρα της είναι πλέον στο νοσοκομείο, κείτεται παραιτημένη και ανήμπορη, αρνείται να φάει, κανείς δεν μπορεί να βρει τι έχει κι αυτό επηρεάζει την ψυχολογία του πατέρα και φυσικά της Άννας. Πότε και γιατί όμως μεταμορφώθηκε η μητέρα από γελαστή και πρόσχαρη σε παγερή ντίβα; Τι ρόλο έπαιξε σε αυτό η επιστροφή της οικογένειας στο χωριό, αφήνοντας πίσω μια ήρεμη ζωή στην Αθήνα; Πότε έπαψε να είναι μαμά και έγινε «η μητέρα»; Στη δίνη των γεγονότων, η Άννα βρίσκει και κάτι που θα ταράξει τη ζωή της και θα καταστρέψει όσα μαχόταν τόσο καιρό, κάτι που στη συνέχεια θα εξαφανιστεί, προβληματίζοντάς την ακόμη περισσότερο. Ποιος το έκρυψε ξανά και γιατί;

Αυτή είναι η δυνατή αρχή μιας ιστορίας που υμνεί τη δύναμη της αδελφικής αγάπης και ταυτόχρονα κρύβει πολύτιμα μυστικά, βαθιά κρυμμένα στο χτες. Η αφήγηση, πότε τριτοπρόσωπη (παρόν) και πότε πρωτοπρόσωπη (παρελθόν), ανήκει στην Άννα, η οποία προσπαθεί να ξετυλίξει αυτό το κουβάρι και σύντομα διαπιστώνει πως κινδυνεύει και η δική της ζωή, μιας και κάποιος την παρακολουθεί συστηματικά και αποπειράται να τη δολοφονήσει. Στο πλάι της βρίσκονται οι φίλοι του χτες, που έχουν αλλάξει ριζικά σε εμφάνιση και ψυχοσύνθεση, με κάποιους από αυτούς να έχουν πραγματοποιήσει τα όνειρά τους και κάποιος άλλους να έχουν τελματώσει στην ακύμαντη ζωή της επαρχίας. Η κολλητή της, η Έρση, η Ελένη, ο Τάκης, ο Χρήστος, η Δήμητρα, ο Βασίλης, ο Κώστας, «η παρέα», τη βοήθησαν και της συμπαραστάθηκαν τότε, το ίδιο θα κάνουν τώρα, ειδικά από τη στιγμή που πρέπει να βρουν αυτό που χάθηκε και να γλυτώσουν την Άννα από τον κίνδυνο. Διαφορετικοί άνθρωποι ενωμένοι σα μια γροθιά δημιουργούν ένα ενδιαφέρον πολυπρισματικό παζλ και στελεχώνουν την ιστορία ο καθένας με τον ρόλο του σε αυτήν. Άνθρωποι που είτε δε μιλάνε είτε διαστρεβλώνουν τα γεγονότα κι αναρωτιόμουν, πώς μπορούν τόσα χρόνια να ζουν με αυτό το βάρος; Ο Άλεξ, ο σύντροφος της Άννας, πηγαινοέρχεται στην Αθήνα λόγω της δουλειάς και προσπαθεί να τη στηρίξει και να τη βοηθήσει στα κρίσιμα σημεία του βιβλίου, θα καταφέρει όμως να αντιμετωπίσει σωστά τον αόρατο εχθρό της;

Στα κεφάλαια που αφορούν το χτες, ξεδιπλώνεται μια εφηβεία γεμάτη προσδοκίες, άγχος και φόβο για τα αποτελέσματα των πανελλήνιων εξετάσεων, κάτι που έχει ενταθεί παραπάνω από το επιτρεπτό, ένεκα που είναι η πρώτη χρονιά που το εκπαιδευτικό σύστημα αναγκάζει τους μαθητές να διαγωνιστούν σχεδόν σε όλα τα μαθήματα και μάλιστα σε κάποια δυο φορές (κατεύθυνσης και γενικής παιδείας), με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον ψυχισμό τους. Από στόμα σε στόμα διαδίδεται τότε η ιδέα για ένα πάρτι στα εγκαταλειμμένα παλαιά Σφαγεία της περιοχής ώστε να ξεδώσουν και να ηρεμήσουν λίγο, πριν το τέλος των διαγωνισμών. Εκείνο το βράδυ η Άννα είχε μεθύσει τόσο πολύ στο πάρτι που γύρισε σπίτι και έπεσε για ύπνο χωρίς να θυμάται τίποτα την επόμενη μέρα. Το αγόρι της Λίνας, ο Γιώργος, είναι ο βασικός ύποπτος, μιας και κανείς δεν τον θυμάται να μένει μετά την αναχώρηση των δύο κοριτσιών. Τι τον κάνει όμως πλέον να ομολογήσει στην Άννα ότι νιώθει πως τότε πιάστηκε κορόιδο; Τρυφερή και γερή η φιλία των δύο αδελφών, κι ας μην τα λέει όλα η Λίνα στην Άννα, αφού «Ο αδερφικός δεσμός είναι πιο δυνατός από τους υπόλοιπους». «…ήξερε πόσο την αγαπούσε αλλά δεν ήξερε τίποτ’ άλλο για εκείνη» (σελ. 287), παραδέχεται κάποια στιγμή η Άννα και μαζί προσπαθούν να συμβιώσουν με μια μητέρα που άλλαξε άρδην στάση, εμφάνιση και συμπεριφορά, μ’ έναν πατέρα που αδυνατούσε όλο και περισσότερο να την αντιμετωπίσει αλλά ήταν πάντα ο ακλόνητος βράχος των παιδιών του.

Το μυθιστόρημα εκτυλίσσεται σ’ ένα χωριό κοντά στην Καλαμάτα, που ζει κυρίως το καλοκαίρι, αφού μετά «ο τόπος άδειαζε από τους τουρίστες κι έμοιαζε ορφανός, ξένος». Μέχρι εκείνο το καλοκαίρι που άλλαξε τα πάντα και δεν το ακολούθησε ποτέ φθινόπωρο. Η συγγραφέας ζυγίζει σωστά τους χαρακτήρες της με τις συνθήκες που βιώνουν, καταγράφει ακριβοδίκαια τα λάθη και τις παραλείψεις τους που οδήγησαν στην εξαφάνιση της Λίνας τότε και στο μπερδεμένο κουβάρι του σήμερα και χαρίζει δυνατό ρεαλισμό στις μεταξύ τους σχέσεις. Για παράδειγμα, κλονίστηκα όταν η Άννα διαπιστώνει πως είναι πλέον κοντά στην ηλικία της μητέρας της αλλά έχει μια καλή σχέση και κάνει σχέδια για διακοπές και εξόδους τη στιγμή που η μητέρα της τότε, με αυτά τα χρόνια στην πλάτη της, είχε να αντιμετωπίσει μια σαρωτική απώλεια, δημοσιογράφους και αστυνομίες κι ένα άδειο δωμάτιο που καθαρίζει επιμελώς. Επίσης, το κείμενο αφθονεί σε διαχρονικές και καίριες αλήθειες: «Η τραγωδία που σου στερεί κάποιον δικό σου άνθρωπο δε σ’ αφήνει ακριβώς μόνο… Σ’ αφήνει με πολλά πράγματα: τα πράγματά του. Πράγματα που δεν ξέρεις τι πρέπει να τα κάνεις, πού πρέπει να πάνε. Πράγματα άλλοτε αθώα, τετριμμένα, που όμως τώρα σε πονάνε» (σελ. 28). Ένα κείμενο δοσμένο στην απώλεια και στις συνέπειές της: «Οι τόποι που γιορτάζουν είναι σκληροί. Τα γλέντια τους είναι για τους περισσότερους αλλά όχι για όλους» (σελ. 160).

Με αντίστοιχη δύναμη στην παραστατικότητα, κινηματογραφικές εικόνες και ενδιαφέρουσες παρομοιώσεις ζωντανεύουν οι εικόνες του χωριού που ετοιμάζεται για το Πάσχα: «Ήταν παράξενες εκείνες οι μέρες, το χωριό έπεφτε σε μια περίεργη δυσθυμία, μια ματαιότητα κατακαθόταν παντού, θαρρείς και κάποιος ξαφνικά είχε κλέψει τα χρώματα κι είχε πασπαλίσει δρόμους, σπίτι και ανθρώπους με μια λεπτή στάχτη» (σελ. 18). Ένα κλασικό χωριό της επαρχίας με σχετική ηρεμία, που αποκτά μια κάποια κίνηση τη Μεγάλη Εβδομάδα. Η συγγραφέας παρατηρεί και καταγράφει τα πάντα: τα παιδιά, τα μαγαζιά, τα σπίτια που καθαρίζονται και ανοίγουν σε φίλους και συγγενείς, τις μυρωδιές, τους ξενιτεμένους που επιστρέφουν, όσοι μπόρεσαν τουλάχιστον, το νοικοκυριό, με τη μυρωδιά από τους φούρνους να γλιστρά από τα παράθυρα έξω στους δρόμους, το ΚΕΠ, την κοινότητα, τα εστιατόρια και τις καφετέριες, την εκκλησία, το σχολείο. «…άλλος ένας χειμώνας είχε νικηθεί, για μια ακόμη φορά η ζωή είχε νικήσει και τώρα όλα θα ανασταίνονταν με φως και θόρυβο» (σελ. 19). Όλα αυτά δίνουν μια ατμόσφαιρα που αντιτίθεται στη σκοτεινιά της ψυχής των χαρακτήρων κι έτσι γεννιέται ένα ενδιαφέρον σύνολο αντιθέσεων που εντείνουν την αγωνία.

«Το σπίτι της» είναι ένα συναρπαστικό, ρεαλιστικό και ανατρεπτικό μυθιστόρημα γεμάτο διαρκείς εναλλαγές και ανατροπές, διεισδυτικά ψυχογραφήματα και διαχρονικές αλήθειες γύρω από την αδελφική και όχι μόνο φιλία, την απώλεια, τα οικογενειακά μυστικά και τις αβάσταχτες συνέπειές τους. Δυστυχώς αρκετές επαναλήψεις λέξεων και αδόκιμες ή όχι ευήκοες χρήσεις της μέσης φωνής των ρημάτων («κατασκοπευτεί», «φτύστηκε»), καθώς και το αναπάντεχο τέλος, που όμως μου γέννησε τα κλειστοφοβικά αισθήματα ενός άλλου μυθιστορήματος που έχω διαβάσει, είναι κάποιοι παράγοντες που μείωσαν την απόλαυση του καλογραμμένου αυτού βιβλίου. Παρ’ όλ’ αυτά, η συγγραφέας έστησε μια γερή και δυνατή ιστορία που με γέμισε ποικίλα συναισθήματα και με ξενύχτησε, ζωντανεύοντας με άφθαστο ρεαλισμό τις παθογένειες της κλειστής κοινωνίας και κυρίως του σκοτεινού ανθρώπινου υπερ-εγώ.

 

Ακολουθήστε μας

Οι προσφορές των εφημερίδων για το Σαββατοκύριακο 15 – 16 Φεβρουαρίου 2025

Οι προσφορές των εφημερίδων για το Σαββατοκύριακο 15 – 16 Φεβρουαρίου 2025

Real News https://youtu.be/2a72XROiaaUΚαθημερινή https://youtu.be/TvC4bKhFsr8?si=NU_CAZ-ZoUZtWPeR https://youtu.be/x7nNBchmgw8?si=kp3f-okyaaz7rDHxΠρώτο Θέμa Το Βήμα της Κυριακής Δώστε μας το email σας και κάθε Παρασκευήθα έχετε στα εισερχόμενά σας τις προσφορές των...

Μιλώντας τη νύχτα – ΚΛΕΡ ΝΤΕΪΒΕΡΛΙ

Μιλώντας τη νύχτα – ΚΛΕΡ ΝΤΕΪΒΕΡΛΙ

γράφει η Κατερίνα Σιδέρη Το μιλώντας τη νύχτα, είναι το πρώτο βιβλίο της συγγραφέως και έχει μεταφραστεί σε 22 γλώσσες. Από τις πρώτες του σελίδες, αντιλαμβάνεσαι ότι έχεις να κάνεις με πολύ ξεχωριστούς ήρωες, με χαρακτήρες ιδιαίτερους και συνάμα διαφορετικούς. Η...

Η ποιητική του ακατάπαυστου ή ο Michel Foucault στα ‘Εχέγγυα της Φύρας’ του Γιάννη Λειβαδά

Η ποιητική του ακατάπαυστου ή ο Michel Foucault στα ‘Εχέγγυα της Φύρας’ του Γιάννη Λειβαδά

Η ποιητική του ακατάπαυστου ή ο Michel Foucault στα ‘Εχέγγυα της Φύρας’ του Γιάννη Λειβαδά γράφει ο Μιχάλης Κατσιγιάννης   Η κριτική είναι δομή. Τι θα πει αυτό; Η κριτική είναι πρακτική εξουσίας, λόγος κυριαρχίας και μάλιστα επιτελεστικός. Ο λόγος της κριτικής –ο...

Ακολουθήστε μας στο Google News

Επιμέλεια άρθρου

Διαβάστε κι αυτά

Βιβλιοκριτικές
Η ποιητική του ακατάπαυστου ή ο Michel Foucault στα ‘Εχέγγυα της Φύρας’ του Γιάννη Λειβαδά
Η ποιητική του ακατάπαυστου ή ο Michel Foucault στα ‘Εχέγγυα της Φύρας’ του Γιάννη Λειβαδά

Η ποιητική του ακατάπαυστου ή ο Michel Foucault στα ‘Εχέγγυα της Φύρας’ του Γιάννη Λειβαδά

Γράφει ο Μιχάλης Κατσιγιάννης

Βιβλιοκριτικές
ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΑΡΧΑΙΕΣ ΚΑΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΕΣ ΠΟΥ ΑΓΓΙΞΑΝ ΚΑΙ ΞΕΠΕΡΑΣΑΝ ΤΟΝ ΜΥΘΟ – Ζαμπακίδης Ζήνωνας & Μαρκάκη Βασιλική
ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΑΡΧΑΙΕΣ ΚΑΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΕΣ ΠΟΥ ΑΓΓΙΞΑΝ ΚΑΙ ΞΕΠΕΡΑΣΑΝ ΤΟΝ ΜΥΘΟ – Ζαμπακίδης Ζήνωνας & Μαρκάκη Βασιλική

ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΑΡΧΑΙΕΣ ΚΑΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΕΣ ΠΟΥ ΑΓΓΙΞΑΝ ΚΑΙ ΞΕΠΕΡΑΣΑΝ ΤΟΝ ΜΥΘΟ – Ζαμπακίδης Ζήνωνας & Μαρκάκη Βασιλική

Γράφει η Κατερίνα Σιδέρη

0 σχόλια

0 Σχόλια

Υποβολή σχολίου