Κεφάλαιο 27
Νομίζω πως πρέπει να κάνουμε μια παρένθεση για την παρερμηνεία του νιτσεικού έργου στον 20ο αιώνα.
Οι περισσότεροι μελετητές ή φιλόσοφοι που επηρεάστηκαν από τον Νίτσε, πίστεψαν πως ο Νίτσε εννοούσε όλα όσα έλεγε. Το ναζιστικό καθεστώς πίστεψε πως ο Υπεράνθρωπος είναι «αλήθεια», ένα πρότυπο προς μίμηση. Ο Φουκώ θεώρησε ως αλήθεια πως η θέληση για δύναμη και επιβολή είναι η κυρίαρχη τάση της κοινωνίας και προσπάθησε να την εφαρμόσει παντού (στην φυλακή, στο ψυχιατρείο, στην σεξουαλικότητα). Οι μεταμοντέρνοι πήραν τον προοπτικισμό του Νίτσε και έθεσαν τα ερωτήματα περί αφηγήσεως. Όλοι είδαν στον Νίτσε μια νέα πηγή αλήθειας κι εκεί πιστεύω πως κρύβεται η προβληματική στην ερμηνεία του νιτσεϊκού έργου.
Ο Νίτσε όμως δεν αντικατέστησε την αλήθεια με μια άλλη αλήθεια. Δεν ήταν τόσο ρηχός. Ο Νίτσε επεδίωξε να αντικαταστήσει την αλήθεια με ένα ψεύδος.
Επομένως δεν μπορούμε να πάρουμε τοις μετρητοίς τα λεγόμενα και τα γραφόμενα του Νίτσε, ακόμη κι όταν συμφωνούμε με αυτά ή όταν έχουν αντικειμενικά δίκιο. Ο Νίτσε επιθυμεί να δώσει εναλλακτικές, όχι μια τελεσίδικη αλήθεια. Τον ενδιαφέρει να προτείνει κάτι που θα μπορούσε να υπάρχει στην θέση του παρόντος αξιακού συστήματος, όχι να ευαγγελιστεί κάποια αλήθεια – ακόμη και στις περιπτώσεις που το κάνει. Στόχος της φιλοσοφίας του – και της φιλοσοφίας εν γένει – δεν είναι βρει την αλήθεια, αλλά να σκεφτεί τον κόσμο με διάφορους τρόπους, να διευρύνει τον ορίζοντα μας και κατ’ επέκταση την ελευθερία μας.
Αυτός είναι και ο κυριότερος λόγος που υπάρχουν τόσες αντιφάσεις στο νιτσεϊκό έργο. Ενώ οι «φιλόλογοι» (τύπου Κάουφμαν) το θεωρούν απλά προβληματικό και οι φιλόσοφοι (όπως ο Γιάσπερς ή ο Χάιντεγκερ) θεωρούν την αντίφαση ως έκφανση του Είναι, στην πραγματικότητα η απάντηση είναι απείρως πιο απλή και συγχρόνως απείρως πιο ουσιώδης: Ο Νίτσε φάσκει και αντιφάσκει γιατί δεν ενδιαφέρεται να κρατήσει μια συνέπεια. Μόνο η αλήθεια οφείλει να είναι συνεπής και ο Νίτσε απορρίπτει την αλήθεια ως στόχο της φιλοσοφίας. Υπό αυτή την έννοια, η αντίφαση είναι εγγενές στοιχείο της νιτσεικής φιλοσοφίας, ακριβώς επειδή βασικό στοιχείο της δεύτερης είναι η αξίωση για μια σκέψη αισθητική, για μια σκέψη προκλητική, ακόμη κι όταν αυτή δεν έχει ούτε συνέπεια, ούτε εμπειρική εφαρμογή. Υπό αυτό το πρίσμα, η σκέψη του Νίτσε, όπως και αυτή του Κίρκεγκωρ, είναι εξαιρετικά παραδείγματα για το πώς μπορούμε να υπερβούμε την αλήθεια και να πάμε πέρα από αυτή.
Μην ξεχνάτε πως το σχόλιό σας είναι πολύτιμο!
0 Σχόλια