Πολλές φορές, αν θαρρείς πως είναι αλήθεια αυτό που ξεστομίζεις,
ατενίζοντας τον θολό, μακρινό ορίζοντα που απλώνεται στο ενιαίο απογευματινό φως,
με απόσταση που ίσως προβάλλεται, σε εύθυμο χάρακα σπουδαστή – αρχιτέκτονα,
σχεδιάζοντας ο ίδιος με ακρίβεια κάτοψη ιερού ναού,
αν λοιπόν θεωρείς ορθά τα λόγια σου,
και δεν προσέχεις την σταθερή μάτια του αποδέκτη τους,
τότε η αντίληψη σου για την ζωή, ενδέχεται να είναι ασπρόμαυρη.
Και αποτυπώνεται στην ολότητά της σ’ ολόκληρο το σώμα σου.
Ένα πρόσωπο με αδρά χαρακτηριστικά και σγουρά μαλλιά,
πάντα στου γκριζωπού φάσματος τις αποχρώσεις,
(Τα τέλεια χρώματα είναι ανύπαρκτα)
μοιάζει σαν να έχει γεράσει από καιρό.
Και ας μιλάμε για ψυχή παιδίσκη,
που ταλαντώνεται χαρωπά σε αμαξίδια θεματικού πάρκου με ζωηρά ελατήρια και κακότεχνο ήχο.
Ένα αδιανόητο πάθος χαρακτηρίζει την οφθαλμική ανατομία•
τρόμος σε πιάνει, καθώς από άτομο σε άτομο ή ίριδα σκουραίνει,
ενώ η κόρη μεταδίδει την χαρά σαν μεγαλώνει•
χαρά που εκτείνεται στα βλέφαρα,
που πεταρίζουν, γοργά και τσιριχτά.
Έτσι έμοιαζαν και οι δικές μου κόρες, μου το ‘πε η Χριστίνα άλλωστε,
στο προαύλιο του σχολείου καθώς παίζαμε,
λίγο πριν στην μεγάλη αίθουσα εισέλθουμε, για να χορέψουμε Ικαριώτικο.
Έπειτα σκέφτομαι,
στο δίπολο άσπρο-μαύρο,
πόσο εύκολο είναι άραγε να ξεχωρίσεις τα κιτρινισμένα, σάπια δόντια του Αχιλλέα,
απ’ το χαμόγελο του ανώνυμου καβαλάρη που ιππεύει έναν μονόκερο;
Απομόνωσε το.
Και ξεχώρισε την αυτοπεποίθηση του υποκειμένου,
που ίσως εξαρτάται από τον τόνο του πολύ σκούρου γκρι
ανάμεσα στους κεντρικούς τομείς της άνω γνάθου•
και ακόμη μάλλον, από το ξεφτισμένο, ξερό δέρμα των αράντιστων χειλιών του.
Λογικά τότε,
θα είναι πιο εύκολη η μετάβαση από το κεφάλι στο υπόλοιπο σώμα,
εφόσον άλλωστε υπάρχει ο λαιμός,
που μέχρι ένα σημείο, χαρίζει απλόχερα διάφορες οπτικές γωνίες παίζοντας με το φως.
Όχι όμως ο αυχένας, που κουβαλάει του κόσμου σου όλο το βάρος.
Το σημείο με το μήλο του Αδάμ πρέπει νομίζω να προσέξεις ιδιαίτερα ,
απόκτημα περισσότερο της αντρικής παρουσίας,
και ας κολάζουν στα βιβλία την γυναικεία ύπαρξη.
Είναι παράξενη αλήθεια, η δυαδικότητα της ανθρώπινης μορφής.
Πολλά μπορούμε να υποθέσουμε για την κεφαλή ενός ανθρώπινου πλάσματος,
ενώ ελάχιστα μπορούμε να διακρίνουμε για επιμέρους
(σε πρώτη ανάγνωση)
ασήμαντα στοιχεία, πάντα με χροιά από κάποιο άσπρο σε ένα μαύρο.
Ας υποθέσουμε όμως,
πως μέσα σε όλο αυτό τα χέρια αποτελούν ξεχωριστό κεφάλαιο.
Τα δικά μου, γι αυτά θέλω να μιλήσω,
δεν βρίσκουν εύκολα μανίκια για να ταιριάζουν,
γι αυτό συχνά καταφεύγω σε γάντια μέχρι τους πεταχτούς αγκώνες μου.
Για όλα τ’άλλα,
θα χρειαστείς στα σίγουρα, μικροσκόπιο βιολόγου, για να διακρίνεις,
την απόχρωση του στέρνου ,τις σκιάσεις του στήθους,
το σκουρόχρωμα σημείο του ομφαλού,
την μικροσκοπική βάση της νυχιαίας πλάκας, που κιτρινίζει αν καπνίζεις,
πράγμα που δεν διαφαίνεται στην αντιθετικά δίχρωμη οπτική σου,
την σπονδυλική στήλη μετρημένη στα δάχτυλα μέχρι τους γλουτούς,
τα επίμαχα σημάδια-σημεία που σκόπιμα αφαιρείς απ’ το γκριζαρισμένο κάδρο σου,
και στα πόδια σου -ξέρεις- αλλάζει απόχρωση το γόνατο αν το λυγίσεις προς τα έξω,
σαν να μην μπορείς να συγκρατήσεις το βάρος των επιλογών σου•
αλλά εσύ περισσότερο μοιάζεις με ακούνητο άγαλμα.
Φωτίζονται οι γάμπες και τα πέλματα σαν τεντωθούν και τέλος ο αστράγαλος γίνεται σχεδόν -πλέον- λευκός, ευαίσθητος.
(τα πόδια δεν μας ενδιαφέρουν,αφού αιωρούνται)
Μέχρι να καταλάβεις τελικά πως η ευαισθησία σου είναι αυτή που σε οδήγησε,
να συγκροτήσεις την συγκεκριμένη θέαση του κόσμου σου,
θέαση και γεύση που υιοθετείς μέχρι και στο νερό που πίνεις•
χωρίς να ξεδιψάς σαν άλλος βαμπιρικός ήρωας.
Δεν ξεδιψάς.
Γιατί ακόμη και το νερό έχει χρώμα, έστω και αμυδρό, γιατί ακόμη και το νερό,
νιώθει.
_
γράφει η Κωνσταντίνα Καλογεροπουλου
0 Σχόλια