Το πρώτο της βιβλίο ένα πέρασμα από το σκοτάδι στο φως!
Ποια ήταν η πρώτη σας επαφή με την γραφή;
Όταν ήμουν μαθήτρια έγραφα καλούτσικες εκθέσεις και η δασκάλα μου, μου έλεγε: «εσύ κάποια ημέρα θα κάνεις κάτι που θα έχει σχέση με το γράψιμο». Φυσικά ούτε που το είχα φανταστεί τότε.
Τι σημαίνει «γράφω» για σας;
Ο χρόνος είναι δικός μου και τον διαχειρίζομαι όπως θέλω και μπορώ. Λόγω της εργασίας μου έχω περιορισμένο χρόνο, γεγονός που με σταματάει και κάποιες φορές με εκνευρίζει. Σ’ αυτό όμως, το υπόλοιπο που μου μένει, απελευθερώνω το μυαλό μου και το αφήνω να τριγυρνάει και να ψάχνει, με παρέα την ψυχή και την καρδιά μου.
Γράφω μέσα από την ψυχή και την καρδιά μου. Η δημιουργία είναι που εκτοξεύει την σκέψη σου και είναι το κομμάτι, που ακουμπάς και μένει στην τελική, στον λογοτεχνικό κόσμο. Αυτό το βιβλίο μου είναι το πρώτο μου παιδί, σ’αυτό τον κόσμο. Τον κόσμο της μελέτης, της λογοτεχνίας.
Υπήρξε κάποιο πρόσωπο στην ζωή σας, το οποίο έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ενασχόλησή σας με τον κόσμο της λογοτεχνίας;
Από μικρή μου άρεσε να διαβάζω παιδικά βιβλία και ελληνική και ξένη λογοτεχνία.
Πολλά ήταν τα κίνητρα που με οδήγησαν σ΄αυτόν τον κόσμο. Και πρώτα απ΄όλα η διάθεσή μου. Όμως ο αδερφός μου, Θόδωρος Μανώλης, έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο, στην ενασχόλησή μου με τον χώρο της δημιουργίας. Τον έβλεπα από μικρό παιδί να διαβάζει, να διδάσκει, να δημιουργεί, να συνθέτει. Είναι εκπαιδευτικός και μουσικός. Ζει με την οικογένειά του στην πόλη της Ξάνθης. Διδάσκει θεωρία μουσικής και διευθύνει τρεις χορωδίες. Μου μετέδωσε κατά κάποιο τρόπο το «μικρόβιο» της δημιουργίας και αφού ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, έφτασε η στιγμή μου. Έτσι ολοκλήρωσα το πρώτο μου βιβλίο.
Μιλήστε μας για το βιβλίο σας.
“Το σπίτι στην Εκάλη” είναι ο τίτλος του βιβλίου. Ξεκίνησε να γράφεται πριν από μερικά χρόνια. Το κίνητρο, για την γραφή του έργου, ήταν μια ομάδα κοριτσιών που μιλούσαν για τον Χριστό. Κατηχητικό, με λίγα λόγια ή Κύκλος Κυριών, που συγκεντρώνονταν στο όνομα του Ιησού Χριστού και Κυρίου μας. Μια Χριστουγεννιάτικη γιορτή, λοιπόν η δεσποινίς που έκανε τα μαθήματα μας παρότρυνε να δώσουμε κάποια πράγματα καρδιάς. Εγώ προσέφερα ένα κειμενάκι πέντε με έξι σελίδες. Το μικρό αυτό κείμενο ήρθε κάποια στιγμή στα χέρια μου τυχαία, ήταν τότε που αποφάσισα να ξαναγράφω σοβαρά πια και να ασχοληθώ. Οι σελίδες έγιναν πολλές και το κειμενάκι, βιβλίο. Φυσικά δεν είναι τόσο πολλές, ώστε να κουράσουν τον αναγνώστη. Σαν αναγνώστρια δεν είμαι υπέρ των πολύ μεγάλων βιβλίων, που κουράζουν το μάτι και την σκέψη.
Το έργο μου, αναφέρεται στη φιλία δύο κοριτσιών, της Μαρίας και της Ευαγγελίας. Γνωρίζονται στο νηπιαγωγείο και δένονται με μια ισχυρή φιλία. Η Μαρία δεν ήταν πολύ κοντά στο Χριστό, αλλά με τα χρόνια και αφού έβλεπε τη φίλη της πώς λειτουργεί και ζει, της δημιουργήθηκε η περιέργεια να μάθει για τις δράσεις και την ζωή της γύρω από τη Θρησκεία. Να αναφέρω ότι η Μαρία έχει από το σπίτι της πολλές απαγορεύσεις, ζει στην Εκάλη και μέσα στον κόσμο του «Πλούτου».
Μετά από συζητήσεις με την Ευαγγελία, η Μαρία συναντά την φίλη της, στην αρχή κρυφά και στην συνέχεια φανερά πια, στο κατηχητικό. Εκεί αρχίζει η δράση μέσα από αυτόν το χώρο. Η αγάπη που δημιουργείται είναι πολύ δυνατή, με προστάτη τον Χριστό, στοιχείο που ενώνει τις κοπέλες και τις κρατάει γερά δεμένες. Έχουμε πολλές ανατροπές, όσον αφορά στη ζωή της Μαρίας και την πορεία της μέσα στο χρόνο. Το μόνο σταθερό κομμάτι είναι η παρουσία της Ευαγγελίας, φανερή ή αφανής.
Στο τέλος η Ευαγγελία μπαίνει δυναμικά στο παιχνίδι. Παραμερίζει ό,τι την εμποδίζει και παίρνει τη σκυτάλη στα χέρια της. Παίζει καθοριστικό ρόλο, στη ζωή της Μαρίας. Και κάπου εδώ προκύπτει η ερώτηση: «Είναι δυνατή η αγάπη για να κρατηθεί μια σχέση ;»
Ποια ήταν η πηγή της έμπνευσής σας;
Ο συγγραφέας, λίγο πολύ, βρίσκεται μέσα στο έργο του.
Η έμπνευσή μου είναι ο χώρος που κινήθηκα σαν μικρό παιδί και όχι μόνο, δηλαδή η συμβουλή των γονιών μου να συμμετέχω στο κατηχητικό, το σχολείο μου, η γνωριμία μου με τον Αείμνηστο Πατήρ Αυγουστίνο Καντιώτη, Μητροπολίτη Φλώρινας, και άλλων σημαντικών ανθρώπων του χώρου που με καθοδήγησαν. Μεγαλώνοντας όμως, δεν ήμουν «με παρωπίδες», όσο περνούσαν τα χρόνια διαπίστωνα ότι η πίστη δεν είναι το συντηρητικό ντύσιμο, και οι ταπεινολογίες. Σαφώς οι άνθρωποι που ζουν έτσι και ξέρουν το γιατί, τους δέχομαι, τους παραδέχομαι και τους αποδέχομαι. Αλλά υπάρχει θα έλεγα και ένα κομμάτι που λειτουργεί με καλυμμένη υποκρισία σε αυτό τον χώρο, αυτό λοιπόν είναι ένα στοιχείο, που προσπαθώ να αποβάλλω μέσα με το βιβλίο μου.
Δίνω μια Ευαγγελία, που βρίσκεται σε αυτό τον χώρο, αλλά όμως χορεύει σε παραδοσιακούς χορούς, μαθαίνει μουσική και ζει την ζωή της βοηθώντας τον συνάνθρωπο. Επίσης δίνω μια Μαρία που έζησε σε ένα σπίτι εκτός εκκλησίας, μέσα στον πλούτο και τη δόξα, στη συνέχεια εισέρχεται στην εκκλησία χωρίς να ξεχνάει την οικογένειά της. Ιδιαίτερα την αδερφή της που αναφέρεται στο βιβλίο, από κάποιο σημείο και μετά, η δύσκολη πορεία της ζωής της. Έτσι όλα αυτά ήταν το εναρκτήριο λάκτισμα για να ξεκινήσω να γράφω «Το σπίτι στην Εκάλη». Θα μου πείτε τώρα γιατί επέλεξα αυτή την περιοχή; Μου αρέσει πολύ η Αθήνα και είναι επιθυμία μου να ζήσω κάποτε εκεί!
Με το βιβλίο ταξιδεύουμε νοερά στην Αθήνα, την Αμερική, την Αγγλία, την Ολλανδία και την Ινδία.
Έχετε συγκινηθεί με ένα βιβλίο που έχετε διαβάσει;
Όλοι οι άνθρωποι που ασχολούνται με την συγγραφή διαβάζουν. Έχω διαβάσει αρκετά βιβλία, παιδικής λογοτεχνίας, ελληνικής και ξένης λογοτεχνίας, θρησκευτικά βιβλία, ποίηση. Φυσικά με άγγιξαν πολλοί συγγραφείς. Να αναφέρω λίγους από αυτούς, που πραγματικά όταν τους διαβάζεις νιώθεις ότι ζεις μέσα στο έργο τους: Παπαδιαμάντης, Καρκαβίτσας, Κόντογλου, Καζαντζάκης, Βαλαωρίτης, Ελύτης, Ρίτσος… . Είναι τόσοι πολλοί! Είπαμε η ελληνική λογοτεχνία με αγγίζει περισσότερο.
Όταν λίγο μεγάλωσα, «γνώρισα» τον Εμπειρίκο. Αν και είναι σουρεαλιστής, μου έδωσε πάρα πολλά στοιχεία και με βοήθησε να διευρύνω τους ορίζοντες του μυαλού μου. Όταν τον διαβάζω μου «ανοίγει την όρεξη» να γράψω. Σαν μότο μου έχω το παρακάτω:
“Είναι τα βλέφαρά μου διάφανες αυλαίες. Όταν τ’ανοίγω βλέπω εμπρός μου ό,τι κι αν τύχει. Όταν τα κλείνω βλέπω εμπρός μου ό,τι ποθώ.”
Ποια είναι η αγαπημένη σας φράση;
Πρώτα ο Θεός!
Δεν υπάρχει τίποτα χωρίς το μεγαλείο του Θεού! Αυτό το διαπιστώνουμε όταν μεγαλώσουμε λιγάκι. Όταν αποκτήσουμε εμπειρίες, αβίαστα. Βλέπετε ότι αναφέρομαι πάλι στην ηλικία, η ηλικία με την εμπειρία της, είναι αυτή που σε μεστώνει.
Για ποιο λόγο θα σταματούσατε να γράφετε;
Δεν νομίζω πως θα σταματήσω να γράφω. Μου δίνει ζωή αυτή η δημιουργία. Η αγάπη μου για το γράψιμο δεν θα χαθεί μέσα στον χρόνο.
–
Το σπίτι στην Εκάλη
… Ήρθε πάλι η στιγμή που θα σηκώσω το ακουστικό και θα σε καλέσω για άλλη μια φορά στη Χριστουγεννιάτικη γιορτή… όπως σε καλώ χρόνια τώρα αυτές τις Άγιες ημέρες με την ελπίδα ότι θα αποδεχθείς την πρόσκλησή μου και θα ακούσω επιτέλους από τα χείλη σου το πολυπόθητο, Ναι!
Είναι καιρός Μαρία να αποβάλλεις όλα τα βάρη που φορτώθηκε η ψυχή σου και να βρεθείς πάλι εκεί από όπου ξεκίνησες. Στο δικό σου γνώριμο περιβάλλον.
Θυμάσαι σε πόσες από τις απορίες μας βρίσκαμε λύση μέσα από τις συζητήσεις που κάναμε; Σε πόσα από τα ερωτήματά μας έδινε απαντήσεις η μελέτη της Αγίας Γραφής; …
–
Λίγα λόγια για την συγγραφέα:
H Ευδοξία Μανώλη του Στέργιου και της Ευαγγελίας, κατάγεται από ένα πανέμορφο χωριό που βρίσκεται στους πρόποδες του Χρυσοφόρου όρους κατά τον Θουκυδίδη, το σημερινό Παγγαίο, τη Νικήσιανη Καβάλας. Ζει στη Θεσσαλονίκη από μικρό παιδί. Έχει σπουδάσει στη Σχολή Γραμματέων Didacta. Έχει σπουδάσει επίσης τη Βουλγαρική γλώσσα στο Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου από όπου πήρε πτυχίο. Γνωρίζει την Ιταλική και την Αγγλική γλώσσα. Σήμερα εργάζεται ως μόνιμος υπάλληλος στο Υπουργείου Εθνικής Αμύνης.
Ευχομαι απο καρδιάς μια συναρπαστική πορεια για εσενα και το βιβλιο σου!