Ο Ευριπίδης γεννήθηκε στην Αθήνα γύρω στο 484/480 π.Χ. και πέθανε το 406 π.Χ. στην Πέλλα, πρωτεύουσα της Μακεδονίας, όπου είχε προσκληθεί από το βασιλιά Αρχέλαο. Η στάση του ποιητή απέναντι στο κράτος ήταν τελείως διαφορετική από τους δύο πρόδρομους του καθώς είχε αποστασιοποιηθεί από τη δημόσια ζωή.
Ο Ευριπίδης ανήκει στην ακμή της κλασσική εποχής, αντιμετώπισε την αθηναϊκή δημοκρατία ως ένα αυτονόητο δεδομένο και παρακολούθησε την πορεία της και τέλος την παρακμή της εξ αιτίας του Πελοποννησιακού πολέμου. Επηρεάστηκε από το κίνημα των σοφιστών αλλά διατήρησε την ανεξαρτησία του πνεύματός του. Κέντρο ενδιαφέροντος του ποιητή υπήρξε η ποίηση και μέσα από αυτή διατύπωσε τις φιλοσοφικές του ανησυχίες. Ο Ευριπίδης αμφισβήτησε την παραδοσιακή θρησκεία και αναζήτησε την ουσία του θείου, αντιμετώπισε την πολιτική ζωή με αδιαφορία και έδωσε στην τραγωδία ένα διττό ρόλο, ποίηση-φιλοσοφία.
Η διάνοια ανήκει στα κατά ποιον μέρος της τραγωδίας. Πρόκειται για τις ιδέες και τις σκέψεις που εκφράζουν τα πρόσωπα της τραγωδίας και τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούν, για να υποστηρίξουν τις θέσεις τους. Οι ιδέες αυτές τις περισσότερες φορές έχουν διαχρονικό χαρακτήρα.
Είναι – φαίνεσθαι
Στην τραγωδία αυτή παρατηρούμε πως οτιδήποτε νομίζουμε αληθινό, αποδεικνύεται ψέμα, και ό,τι είναι ψέμα μπορεί να είναι η μεγαλύτερη αλήθεια. Ο υπαινιγμός είναι σαφής. Δεν είναι πάντα τα φαινόμενα αυτά που πρέπει να καθορίζουν τη δράση μας, μα η εξέταση τους σε βάθος μέχρι να φανεί η αλήθεια. Αυτό φαίνεται στους στίχους 80-82 με την αντίθεση «όνομα», «σώμα». Συνεπώς, ο άνθρωπος δεν πρέπει να στηρίζεται μόνο στις αισθήσεις του αλλά και στη νόηση του και πως πρέπει να αναζητάμε την αλήθεια στην ουσία και όχι στην εικόνα των καταστάσεων. Η πλάνη, που ζουν οι άνθρωποι, φαίνεται στην εμφάνιση του Τεύκρου όπου ενισχύεται η βασική ιδέα του Ευριπίδη πως οι Έλληνες πιστεύουν ότι πολεμούν εξαιτίας της άπιστης Ελένης, ενώ στην πραγματικότητα η Ελένη δεν πήγε ποτέ στην Τροία και ο πόλεμος ήταν μάταιος. Μέσα από τα λόγια της Ελένης εξελίσσεται η ιδέα της βασικής αντίθεσης του έργου ανάμεσα στη φαινομενικότητα και την πραγματικότητα. Δύο φορές η Ελένη αναφέρεται στο όνομα της που είναι ντροπιασμένο σε όλη την Ελλάδα και αποτελεί την αιτία συμφορών, σε αντίθεση με την ίδια που παραμένει αγνή, αμόλυντη και πληρώνει χωρίς να φταίει.
Ειδικότερα, στην τραγωδία βρίσκονται αντιμέτωποι ο κόσμος της πραγματικότητας και ο κόσμος της ψευδαίσθησης. Παρατηρούμε όμως ότι ο Μενέλαος μένει προσκολλημένος πεισματικά στο «φαίνεσθαι», παρότι βρίσκεται σε βαθιά σύγχυση από τα λόγια της γερόντισσας. Ο Ευριπίδης οδηγεί τους θεατές να προχωρήσουν σε δικούς τους προβληματισμούς γύρω από αυτή την αντίθεση με τις ρητορικές ερωτήσεις που βάζει στο στόμα του Μενέλαου: «υπάρχει Σπάρτη αλλού…;¨», «Δεύτερη υπάρχει στον κόσμο Λακεδαίμονα;». Άρα υπάρχει το ερώτημα αν τελικά αυτός ο πόλεμος γίνεται για αληθινούς λόγους.
Η ματαιότητα του πολέμου
Βασική ιδέα στην Πάροδο είναι η έντονη κριτική του πολέμου ως πρόξενου συμφορών και δυστυχιών στον άνθρωπο. Με αριστοτεχνικό τρόπο, ο ποιητής παρουσιάζει την τεχνική του πως για τους νεκρούς και τους αγαπημένους του, δεν έχει πια σημασία ποιος νίκησε, πολύ περισσότερο όταν πρόκειται για έναν πόλεμο που έγινε για το τίποτα, για κάτι που δεν έγινε όπως χαρακτηριστικά υπογραμμίζει η Ελένη. Κατά συνέπεια ο βασικός στόχος του Ευριπίδη είναι να τονίσει τη ματαιότητα του πολέμου με σκοπό να αναδείξει τη σπουδαιότητα της ειρήνης για να μην θανατώνονται οι άνθρωποι δίχως λόγο και αιτία. Είναι λοιπόν μία διαχρονική ιδέα που ειδικά στις μέρες μας πρέπει να αποτελέσει αφετηρία προβληματισμού.
Μάλιστα, στο πρώτο επεισόδιο ο ποιητής κάνει έναν υπαινιγμό στους Αθηναίους θεατές για την τραγικότητα του πολέμου στη δίνη του οποίου βρίσκονταν. Άλλωστε δεν έχουν περάσει παρά λίγες δεκαετίες από την προηγούμενη φορά που οι Έλληνες ενωμένοι, αντιμετώπισαν μία επίθεση των Περσών. Τώρα όμως πολεμούν μεταξύ τους. Οι Σπαρτιάτες βρίσκονται ήδη στην Αττική, όχι πια ως σύμμαχοι αλλά ως κατακτητές κι όμως, ο ποιητής θέλει να δείξει στους ηττημένους Αθηναίους, πως πάνω από το τοπικό, υπάρχει η ελληνικότητα. Με αυτή την υπέρβαση του τοπικού και την υπογράμμιση του γεγονότος ότι όλοι είναι Έλληνες πρέπει να συσπειρωθούν, ελπίζει να εξυψώσει το ηθικό τους. Η Σικελική εκστρατεία έχει μόλις τελειώσει για τους Αθηναίους με τραγική κατάληξη. Πολλοί Αθηναίοι σκοτώθηκαν, κάποιοι άλλοι σώθηκαν και γύρισαν πίσω. Είναι βέβαιο ότι οι Αθηναίοι ακούγοντας τους στίχους τις τραγωδίας θα ανακάλεσαν στην μνήμη τους τα δεινά από αυτή την εκστρατεία. Παράλληλα, ο ποιητής χρησιμοποιεί για άλλη μια φορά τη λέξη «Έλληνες» για να τονίσει για άλλη μια φορά το αίσθημα ενότητας των Ελλήνων που σπαράσσονταν από τον εμφύλιο πόλεμο.
Τέλος, σύγχρονοι ποιητές, όπως ο Σεφέρης, με αφορμή την Ελένη του Ευριπίδη, συνέθεσε ένα ομώνυμο ποίημα για να αναδείξει την αντιπολεμική διάθεση του. Δεν αποτελεί φυσικά σχόλιο για την επιθυμία του κυπριακού λαού να διεκδικήσει την ελευθερία του, εκφράζει όμως τη γενικότερη σκέψη του ποιητή πως κάποτε θα πρέπει να τεθεί ένα τέρμα στους συνεχείς πολέμους και τις απώλειες χιλιάδων ανθρώπων. Στα πλαίσια του ποιήματος η φωνή του ποιητή διαπλέκεται με τη φωνή του Τεύκρου, καθώς οι σκέψεις και οι εμπειρίες των δύο ανδρών βρίσκονται σε μια διαρκή συσχέτιση.
H άποψη του Ευριπίδη για τους θεούς
Οι θεοί είναι πάντα παρόντες στα έργα του Ευριπίδη. Μόνο που αποκτούν άλλες διαστάσεις από τις παραδεδομένες. Είναι θεοί που δεν ενδιαφέρονται να κυριαρχήσει η δικαιοσύνη, αλλά είναι θεοί που διακατέχονται από μικροπρέπειες, που φτάνουν ακόμα σε μεταξύ τους διαμάχες. Η εικόνα της Ήρας που παίρνει την Ελένη από το σπίτι της και τον άντρα της, μόνο και μόνο για να μην γίνει το χατίρι της Αφροδίτης, είναι μια εικόνα μιας μικροπρεπούς θεάς αλλά και αδίστακτης. Αλλά και εικόνα της Αφροδίτης, που θέλει να δώσει στον Πάρη για δώρο μια θνητή ως πληρωμή για τη χάρη που της έκανε να την ανακηρύξει την ωραιότερη των θεών δεν είναι διαφορετική από της Ήρας. Όταν λοιπόν με δόλιο τρόπο οι θεοί παρεμβαίνουν στις ζωές των θνητών ανάλογα με τις ιδιοτροπίες τους, τότε είναι δυνατόν να προκύψει οτιδήποτε και δεν μπορεί κάνεις να υπολογίζει σε τίποτα. Συνεπώς η αβεβαιότητα της τύχης κυριαρχεί στο συμπέρασμα ενός απλού ανθρώπου, πως είναι δηλαδή ένα παιχνίδι στα χέρια των θεών.
Επίσης στο δεύτερο επεισόδιο ο ποιητής χρησιμοποιεί τις αγαπημένες του αποφθεγματικές φράσεις για να διατυπώσει γνώμες, «πάντα μισεί ο θεός τη Δία…τα ‘γαθά τους». Εδώ ο ποιητής λέει ότι ο θεός μισεί, χρησιμοποιεί την ιδέα του θεού με μία έννοια που είναι πιο κοντά σε αυτό που ονομάζουμε ηθική τάξη. Δεν αναφέρεται στο δωδεκάθεο του Ολύμπου άλλωστε λίγο πριν στο Β’ επεισόδιο αναφέρθηκαν οι ίντριγκες της Ήρας και της Αφροδίτης για την τύχη των ηρώων. Δεν είναι λοιπόν αυτές που δεν θέλουν το άδικο. Είναι η αντίληψη και οι αρχές που πρέπει να διέπουν τη ζωή των ανθρώπων. Ας θυμηθούμε ότι ο Ευριπίδης ζει και δημιουργεί σε μία εποχή όπου η τάξη του δικαίου έχει πάψει να κυριαρχεί. Η ηθική κρίση που επέφερε ένας παράλογος πόλεμος, σε συνδυασμό με την επίδραση των σοφιστών που αμφισβητούσαν ανοικτά την ύπαρξη των θεών, και η κυριαρχία των δημαγωγών αντί της πραγματικής δημοκρατίας δημιουργούσαν μια νοσηρή ατμόσφαιρα όπου χάνονταν όλο και περισσότερο οι ηθικές αξίες και αρχές. Αυτές ψάχνει ο Ευριπίδης και αυτές επιχειρεί να εκφράσει, ως διέξοδο στην αδιέξοδο κατάσταση της εποχής του.
Δικαιοσύνη-Λογική
Στην έξοδο, στην απόπειρα του Θεοκλύμενου να σκοτώσει την αδερφή του στέκεται εμπόδιο ένας δούλος, ο οποίος με λογικά επιχειρήματα προσπαθεί να πείσει το βασιλιά πως οι πράξεις της Θεονόης ήταν σύμφωνες με την δικαιοσύνη. Ο Θεοκλύμενος απειλεί να τον σκοτώσει, αλλά ο δούλος δεν υποχωρεί αποφασισμένος να δώσει και τη ζωή του για τη δικαιοσύνη, για να υπερασπιστεί τη Θεονόη. Ο υπηρέτης χαρακτηρίζεται από την αίσθηση του δικαίου και με τη λογική του αντιτίθεται στον παραλογισμό του βασιλιά.
Η σκηνή αυτή είναι γεμάτη από ιδέες που αντιπαραθέτουν τη δικαιοσύνη στην αλόγιστη χρήση της εξουσίας που δίνει η δύναμη. Η αντιμετώπιση του δικαίου του ισχυρότερου με το δίκαιο της λογικής και της σύνεσης κυριαρχεί. Ειδικότερα κυριαρχεί η σημασία της ευσέβειας, δηλαδή να μην οδηγείται κάποιος σε ασεβείς πράξεις που διαταράσσουν την ηθική τάξη. Ακόμη παρατηρείται η ανάγκη της ουσιαστικής δικαιοσύνης• η δικαιοσύνη απαιτούσε η Ελένη να δοθεί στον άντρα της και τέλος να αναδειχθεί η αξία της λογικής και της σωφροσύνης, αφού ακόμα και ένας υπηρέτης αν και δεν έχει πολιτικά δικαιώματα, ωστόσο είναι η φωνή της λογικής που ο Θεοκλύμενος πρέπει να την ακούσει.
Η άποψη του Ευριπίδη για τη δουλεία
Ο Ευριπίδης χειρίζεται το χαρακτήρα του υπηρέτη-αγγελιαφόρου με ευγένεια και ανθρωπισμό. Είναι γοητευτικός ο τρόπος που χρησιμοποιεί το χαρακτήρα του υπηρέτη με διπλό σκοπό. Πρώτον, για να εκφράσει την άποψη του για τους δούλους, άποψη αν και πιο προωθημένη, δεν είναι πολύ απομακρυσμένη από τη γενική στάση των Αθηναίων της εποχής. Ο δούλος που παραμένει χρόνια σε μια οικογένεια και θεωρείται σαν συγγενής είναι μια πραγματικότητα στη ζωή των αρχαίων Αθηναίων. Υπάρχουν, άλλωστε, πολλές μαρτυρίες Αρχαίων συγγραφέων (ιστορικών, φιλοσόφων κ.ά), που αναφέρουν ότι ο δούλος ζούσε μαζί με τους Αθηναίους στο ίδιο σπίτι και μάλιστα έκαναν όλες τις οικιακές εργασίες, όπως να μαγειρεύουν, να καθαρίζουν ή ακόμα να μορφώνουν τα παιδιά των Αθηναίων.
Δεύτερος σκοπός του Ευριπίδη ήταν να αναπτύξει μια άλλη εκδοχή της βασικής αντίθεσης του έργου που είναι το φαινόμενο- πραγματικότητα. Μπορεί κάποιος να είναι δούλος και αυτό να είναι η επιφάνεια του πράγματος. Μπορεί όμως να σκέφτεται ελεύθερα και εκεί να βρίσκεται η ουσία της ανθρώπινης υπόστασης. Τέτοιος είναι ο υπηρέτης που παρουσιάζεται στην τραγωδία έτσι όπως δηλώνεται με τους εξαίσιους στίχους: «λεύτερος αν δεν είμαι, λεύτερη έχω ψυχή».
_
γράφει ο Χρίστος Σοροβέλης
Ο Ευριπιδης παρουσιαζει την λυση στο προβλημα του πολεμου?και ποια ειναι αυτη?
ευχαριστω πολυ για την βοηθεια σε μια εργασια για το σχολειο αλλα πιστευω πως μπορουσατε να προσθεσετε πραγματα για την τραγικοτητα της ομορφιας γιατι ειναι απο τα ποιο βασικα μεσα στην τραγωδια <3
Καταπληκτικό κείμενο