γράφει η Μαρία Βασιλειάδου
Ανοίγει το παράθυρό της και βλέπει τον Βόσπορο, μυρίζει τα μπαχάρια, ακούει το μουεζίνη. Στρέφει το βλέμμα στην εικόνα της Παναγιάς. Εκεί που κρέμονται τα διαμαντένια σκουλαρίκια της, τάμα για το πρώτο της παιδί, το χρυσό της σταυρουδάκι που της το άφησε για να βρεθεί το «τρελόπαιδό» της, την καρφίτσα με το μεγάλο σμαράγδι, τάμα και αυτή μαζί με όλο της το «θησαυρό» για να γεννηθούν υγιή εγγόνια. Όλα βαλμένα πάνω της από τα ίδια της τα χέρια. Εκείνα τα χέρια που κάθε πρωί κάνουν το σταυρό τους, που φτιάχνουν μπακλαβά και γλυκό μελιτζανάκι να κεραστούν οι επισκέπτες και που δίνουν το αγίασμα της «Παναίας της Μπαλουκλιώτισσας» σε όποιον το έχει ανάγκη. Τι πάει να πει Χριστιανός, Αρμένης, Εβραίος ή Τούρκος; Όλοι άνθρωποι του Θεού στα μάτια της Λωξάντρας.
Γεμίζει ο μαχαλάς μυρωδιές, το τραπέζι μεζέδες, τα ποτήρια «ντούζικο», και η καρδιά της Λωξάντρας γεμίζει αγάπη και ικανοποίηση. Φωνές, γλέντια, γάμοι, γεννήσεις, θάνατοι. Όλα περνούν μέσα από την κουζίνα της. Ο κόσμος της όλος οι μπακιρένιες κατσαρόλες της που όταν γεμίζουν, ταΐζουν παιδιά, εγγόνια, μα και κάθε περαστικό που θα λιμπιστεί ένα σουτζουκάκι με πιλάφι, ένα τσιγεροσαρμά, μια κότα βραστή ή μια παλαμίδα στα κάρβουνα. Χαρές και πίκρες πιασμένες χέρι-χέρι στο Μακροχώρι, το Πέρα, τα Ταταύλα, αλλά και στην «μητέρα» Ελλάδα, εκεί στον Πειραιά που θάλασσα έχει, αλλά δεν είναι σαν τον Μαρμαρά.
Μέσα στις, κοντά 250, σελίδες του βιβλίου η Μαρία Ιορδανίδου γράφει για τη γιαγιά της, για τη ζωή που, και η ίδια, έζησε στα στενά της Πόλης, για τα αρώματα και τα χρώματα εκείνου του αμαλγάματος που μάζευε στα σπλάχνα του κάθε λογής φυλή και θρησκεία. Η «Λωξάντρα» δεν είναι μια απλή βιογραφία, ούτε ένα απλό μυθιστόρημα. Οι πραγματικοί και οι φανταστικοί χαρακτήρες μπερδεύονται για να αναπλάσουν την εικόνα της Πόλης πριν από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και μέσα από την αφέλεια και τον απλοϊκό νου της Λωξάντρας να περιγράψουν ιστορικά γεγονότα και πρόσωπα.
Με το συναρπαστικό αυτό κείμενο, που έγινε ανάρπαστο από την ώρα που πρωτοκυκλοφόρησε από τις εκδόσεις της Εστίας, η συγγραφέας κάνει το λογοτεχνικό ντεμπούτο της σε ηλικία εξήντα πέντε χρόνων. Η Μαρία Ιορδανίδου ανήκει στους Έλληνες λογοτέχνες που αγαπήθηκαν από το αναγνωστικό κοινό, καθώς μέσα από το αυτοβιογραφικό στοιχείο, που κυριαρχεί ολοένα και εντονότερα κατά τη διάρκεια της λογοτεχνικής διαδρομής της, η αμέλειά της για μια συστηματική κατανομή του αφηγηματικού υλικού της, η αμεσότητα, η ακρίβεια και η φυσικότητα του λόγου της προσφέρουν αυτό που αναζητά ο αναγνώστης.
Ανοίξτε τις σελίδες του και βρεθείτε στον οντά της να πίνετε καϊμακλίδικο καφέ, να τρώτε χαλβά με μπόλικο αμύγδαλο λέγοντας τον πόνο σας στη Λωξάντρα. Εκείνη ξέρει… θα μιλήσει στην Παναία κι Εκείνη θα της το κάνει το χατίρι «γιατί έτσι είναι, για»!
0 Σχόλια