Το 1917 η Βιρτζίνια και ο Λέοναρντ Γουλφ δημιούργησαν τον εκδοτικό οίκο Hogarth Press με τη φιλοδοξία να εκδώσουν τα καλύτερα έργα της σύγχρονης εποχής. Το 2012 ο εκδοτικός οίκος Penguin αναβίωσε τη δράση του Hogarth και το 2016 – 400 χρόνια από το θάνατο του Σαίξπηρ – προχώρησε στην υλοποίηση του Hogarth Shakespeare Project, σύμφωνα με το οποίο σύγχρονοι αναγνωρισμένοι συγγραφείς ξαναγράφουν τα διασημότερα από τα έργα του μεγάλου δραματουργού.
Στην Ελλάδα τα δικαιώματα αυτών των βιβλίων ανήκουν στον εκδοτικό οίκο ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ και άρχισαν να κυκλοφορούν από το τέλος του 2016.
Η βραβευμένη συγγραφέας Τζάνετ Γουίντερσον, αποδέχτηκε την πρόκληση του Hogarth Shakespeare Project και έγραψε το βιβλίο «Το Χάσμα του Χρόνου» στα χνάρια του «Χειμωνιάτικου παραμυθιού» του Σαίξπηρ που κυκλοφορεί σε μετάφραση Μυρσίνης Γκανά.
Η μεταφορά μιας τόσο πολυεπίπεδης πλοκής στη σύγχρονη εποχή, σίγουρα δεν είναι εύκολη, αλλά η Γουίντερσον χειρίζεται επιδέξια όλο αυτό το παιχνίδι χαρακτήρων, νοημάτων και ανατροπών.
Ένα από τα βασικά θέματα του βιβλίου – και αυτό που έκανε την Γουίντερσον να επιλέξει να γράψει το συγκεκριμένο έργο – είναι το θέμα των εγκαταλελειμμένων παιδιών. Η ίδια η συγγραφέας υιοθετήθηκε από μια ευαγγελική οικογένεια στη βόρεια Αγγλία και αγωνίστηκε να προσδιοριστεί η ίδια ενάντια στην άκαμπτη κοσμοθεωρία της μητέρα της, της οποίας η αφοσίωση σε έναν θυμωμένο θεό απέκλειε κάθε αγάπη σε ανθρώπινη κλίμακα.
«Έγραψα αυτή τη διασκευή επειδή το συγκεκριμένο έργο είναι ένα προσωπικό κείμενο για μένα εδώ και πάνω από τριάντα χρόνια. Εννοώ δηλαδή ότι αποτελεί μέρος του γραπτού κόσμου χωρίς τον οποίο δεν μπορώ να ζήσω. Κι όταν λέω χωρίς τον οποίο, δεν εννοώ απλώς με την έννοια της έλλειψης, αλλά με την έννοια του να ζεις εκτός κάποιου προγράμματος.
Είναι ένα έργο για ένα εγκαταλελειμμένο παιδί. Κι εγώ είμαι τέτοιο. Είναι ένα έργο για τη συγχώρεση και έναν κόσμο πιθανών μελλόντων – και για το πώς η συγχώρεση και το μέλλον είναι δεμένα μεταξύ τους και από τις δύο πλευρές. Ο χρόνος είναι αναστρέψιμος.»
Η συγγραφέας παραμένει πιστή στην πλοκή του βιβλίου του Σαίξπηρ, χρησιμοποιώντας όλες τις εξωφρενικές συμπτώσεις, αλλά και τους χαρακτήρες του πρωτοτύπου, αποφεύγοντας να δώσει στο έργο της πιο αυτόνομη μορφή.
Χρησιμοποιεί ανάλαφρες στιγμές για να απαλύνει το κλίμα της τραγωδίας χωρίς όμως να παύει να φωτίζει τα οδυνηρά ζητήματα που πραγματεύεται το βιβλίο.
Η κύρια καινοτομία του μυθιστορήματος έγκειται στο ενισχυμένο βάθος των κεντρικών σχέσεών των χαρακτήρων του.
Η Γουίντερσον έχει εφεύρει αρκετά αξιόπιστα ισοδύναμα για τους χαρακτήρες και τις ανατροπές της πλοκής σε ένα έργο που πρέπει να είχε φανεί και στην εποχή του υπερβολικό ή ίσως παράλογο. Άλλωστε η υπερβολή και το μεταφυσικό ήταν χαρακτηριστικά της γραφής του Σαίξπηρ ενώ το μεγαλείο της τέχνης του βρίσκεται στην ποιητική δύναμη και τη δεξιοτεχνία των στίχων του.
Η Γουίντερσον φαίνεται να έχει επίγνωση αυτού του γεγονότος, αλλά κατορθώνει να ευθυγραμμίσει τον επιφανειακό κόσμο αυτής της ιστορίας με αυτό που μπορεί να θεωρηθεί σύγχρονη πραγματικότητα. Έτσι μεταφέρει το σκηνικό της εκδοχής της στο σύγχρονο Λονδίνο και σε μια φανταστική αμερικάνικη πόλη με το όνομα Νέα Βοημία που όμως μοιάζει πολύ με τη Νέα Ορλεάνη.
Ο Βασιλιάς Λεόντιος του Σαίξπηρ μεταβάλλεται σε Λίο Κάιζερ έναν αδίστακτο ιδιοκτήτη εταιρίας διαχείρισης αμοιβαίων κεφαλαίων, ο Πολύξενος γίνεται Ξένης και σχεδιάζει ηλεκτρονικά παιχνίδια και η Ερμιόνη ενώ κρατάει το όνομά της χρησιμοποιεί το υποκοριστικό ΜίΜι.
Ο Λίο πείθει τον εαυτό του ότι η έγκυος σύζυγός του έχει δεσμό με τον καλύτερό του φίλο και ότι το παιδί που κυοφορεί είναι του Ξένη. Η φιλία του Λίο και του Ξένη ενισχύεται από το ερωτικό στοιχείο κάτι όμως που δεν λείπει και από τη σχέση του Ξένη με τη Μίμι.
Η Γουίντερσον προσπαθώντας να δικαιολογήσει την ανασφάλεια του Λίο του δίνει ένα κίνητρο για την παράλογη ζήλεια του παρουσιάζοντάς τον να έχει σχέσεις με τον Ξένη κατά τη διάρκεια της εφηβείας τους. Ο Λίο της Γουίντερσον αγαπάει ταυτόχρονα και τον Ξένη και τη Μίμι. Πρόκειται για ένα τραγικό τρίγωνο αγάπης, που είναι πολύ πιο σύνθετο από τις φαντασιώσεις μοιχείας του Λίο.
Ο Λίο τυφλωμένος από ζήλεια και γεμάτος οργή στρέφεται εναντίον της γυναίκας και του φίλου του. Όταν γεννιέται το παιδί – ένα κοριτσάκι που παίρνει το όνομα Περντίτα – το απάγει και προσπαθεί να το στείλει στον Ξένη πιστεύοντας ότι εκείνος είναι ο πατέρας του. Ο άνθρωπος που αναλαμβάνει να πάει το μωρό στον Ξένη σκοτώνεται, το μωρό εγκαταλείπεται και περνούν 16 χρόνια μέχρι να αποκαλυφθεί το μυστικό της προέλευσής του.
Το Χειμωνιάτικο παραμύθι είναι ένα από τα τελευταία έργα του Σαίξπηρ στο οποίο επαναλαμβάνει θέματα και μοτίβα από προηγούμενα θεατρικά έργα του – κυρίως τον Οθέλο, στη μελέτη του για τις (αυτο)καταστροφικές δυνατότητες της αρσενικής ζήλιας.
Το άλλο θέμα που προβάλλεται στο Χειμωνιάτικο παραμύθι, είναι η δύναμη των δεύτερων ευκαιριών όπως η ευκαιρία για ανατροπή ή η ευκαιρία για συγχώρεση ώστε να επέλθει η λύτρωση.
Μεγάλη έμφαση δίνεται και στα δύο έργα στο θέμα του χρόνου. Ο χρόνος είναι κινητός, ευέλικτος και μπορεί να ξετυλίγεται, έτσι ώστε το θύμα να ξαναζωντανεύει και να συγχωρεί τον θύτη και οι νέοι εραστές να συμφιλιώνουν τις οικογένειές τους σε μια γιορτή που χρησιμοποιεί το βάλσαμο της τέχνης. Η μυστηριώδης λειτουργία του χρόνου και η σημασία της επισημαίνεται –εκτός από τον τίτλο – αρκετές φορές στην ιστορία της Γουίντερσον .
«Καθώς προχωρούσα στον δρόμο κρατώντας το μωρό, έπεσα σε ένα χάσμα του χρόνου, στο σημείο αυτό όπου μια χρονική στιγμή και μια άλλη γίνονται ο ίδιος χρόνος» σελ. 34
«Κάποιες φορές δεν έχει σημασία αν υπήρχε κάποιος χρόνος πριν από αυτό τον χρόνο. Κάποιες φορές δεν έχει σημασία αν είναι νύχτα ή μέρα ή τώρα ή τότε. Κάποιες φορές το πού βρίσκεσαι είναι αρκετό. Δεν είναι ότι ο χρόνος σταματάει ή ότι δεν έχει ξεκινήσει. Αυτός είναι ο χρόνος. Βρίσκεσαι εδώ. Αυτή η αιχμάλωτη στιγμή που οδηγεί σε μια ολόκληρη ζωή.» σελ. 238
Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στο blog : Passe Partout Reading
0 Σχόλια