Ο ίδιος γράφει πως τα ποιήματά του είναι «τεκμήρια της αισθήσεώς του ότι ζει, αναπνέει» και τα αποκαλεί «ύμνους ευγνωμοσύνης», στο ποίημα της σελίδας 15 του βιβλίου που κρατώ. Ο Czeslaw Milosz, γι’ αυτόν πρόκειται! Τα «Έσχατα Ποιήματά» του κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Momentum (έκδοση του 2013) σε μετάφραση των Πάβεου Κρούπκα και Γιώργου Πετρόπουλου. «O Πολωνός ποιητής, τιμημένος με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1980, έφυγε από τη ζωή το 2004, σε ηλικία 93 ετών. Οξύ πνεύμα, με εξαιρετικά πλούσιο ποιητικό και δοκιμιακό έργο και μεγάλη θεωρητική κατάρτιση θεωρείται από τους Δυτικούς ως ένας από τους τέσσερις σημαντικούς ποιητές της εποχής που διανύουμε -μαζί με τον Joseph Brodsky, τον Seamus Heaney και τον Derek Walcott. Ποίηση με έντονες κοινωνικές και πολιτικές προεκτάσεις, αλλά και βαθιές αναφορές στην ανθρώπινη ύπαρξη και την εμπειρία της. Μια φωνή ακόμα επίκαιρη, που ενδιαφέρει και σήμερα τον κάθε άνθρωπο που μπορεί να σκέφτεται, να νιώθει και να αισθάνεται, διεκδικώντας παράλληλα τη δικαιοσύνη και την αλήθεια», είχα γράψει παλαιότερα σε κείμενό μου που συνόδευε μεταφράσεις μου ποιημάτων του εν λόγω ποιητή.
Οι μεταφραστές των «Εσχάτων Ποιημάτων» στην εισαγωγή του βιβλίου τον αναφέρουν ως Τσέσουαβ Μίγουος. Εξηγούν τους λόγους που του εδόθη το Νόμπελ. Επειδή μεταξύ άλλων, «ίσως καλύτερα απ’ όλους, αντιπροσώπευε ιστορικά και φιλοσοφικά, το πνεύμα του λαού της Πολωνίας». Στην ιστορία της χώρας και τα βιώματά της αφιερώνουν ένα κομμάτι της εισαγωγής για να συνδέσουν ακριβώς τα ποιήματα και την ποιητική του Czeslaw Milosz με το «εθνικό υλικό».
Ένα καλοστημένο βιβλίο που συμβάλλει στη διάδοση στη χώρα μας των πολωνικών γραμμάτων και αναδεικνύει την εικόνα του ποιητή, ιστορικού, φιλολόγου και φιλοσόφου Milosz, της έξοχης αυτής προσωπικότητας των γραμμάτων. Το ιδιαίτερο φιλτράρισμα από αυτόν των πνευματικών και κοινωνικών εμπειριών του σύγχρονου ανθρώπου, η στοχαστική του διάθεση, η πρωτοποριακή ποιητική ερμηνεία πραγμάτων και καταστάσεων, πασπαλισμένη με κάποια δόση ειρωνείας όπου κρίνεται απαραίτητο, το εξομολογητικό πολλάκις ύφος, ο λειτουργικός στίχος, όλα αυτά αποτελούν χαρίσματα του έργου του, το οποίο αποδεικνύεται σύγχρονο. Σύγχρονο ακριβώς γιατί άμεσα δίνει το προφίλ μιας κοινωνίας σε κρίση και του ανθρώπου που παλεύει με αυτήν κάθε στιγμή.
Ανθρωποκεντρικός ο ποιητής, άλλοτε αφηγείται ιστορίες, όπως αυτή του δικαστή Σίρουτς, και του γιου του αρχιερέα άλλοτε συνδέει τον δημιουργό με τα πρότυπά του, άλλοτε αναφέρεται στο ποιόν της ίδιας του της τέχνης (Ντρέπομαι να γράφω ποιήματα/άσεμνη απασχόληση/να κολακεύω τον αναγνώστη/μέχρι να πει ότι το ποίημα είναι καλό/ Θα προτιμούσα να μιλήσω/με άλλα λόγια/ώστε κανείς ενσυνείδητος/να μην επιθυμεί να με ακούει, σελ. 31), άλλοτε κάνει την ανατομία της ίδιας της σιωπής, μένοντας πάντα πιστός στην αγάπη του, την πολωνική γλώσσα, την οποία τιμά κάθε στιγμή. Ο φόβος, η μνήμη, η περίσκεψη, η σοβαρότητα του λόγου του, η αέναη προσπάθεια κατανόησης του ανθρώπου, αγγίζουν τον αναγνώστη του σήμερα, που παραπαίει ανάμεσα στην αβεβαιότητα και τη διαστρέβλωση ιδεών, αξιών, αλλά και της ίδιας της πραγματικότητας. Έντονες θρησκευτικές και θεολογικές ανησυχίες. Η ψυχή, ο θάνατος, η ζωή αυτή, η πιθανή άλλη, η προσευχή, ο Ουρανός, ο Παράδεισος και άλλες παρόμοιες έννοιες κλειδιά περιδιαβαίνουν στο ποιητικό του σύμπαν, συμπλέουν και εμπλέκονται! Ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί από όσους αγαπούν την καλή ποίηση. Ξεχωριστά πολύ τα εκτενή ποιήματα «Ορφέας και Ευρυδίκη» και «Το φλάουτο του κυνηγού αρουραίων». Ξεχωριστά και τα ολιγόστιχά του:
Υλισμός; Μάλιστα.
Αρκεί να είναι αρκετά διαλεκτικός.
Δηλαδή ικανός να μανουβράρει την καρδιά και το κεφάλι,
την ψυχή και το σώμα, τη ζωή και το θάνατο,
να μην αποφεύγει το ερώτημα περί των εσχάτων,
και ν’ αναγνωρίζει εξίσου την ισχύ των λόγων των πιστών και των
άπιστων.
(σελ. 105)
ΠΩΣ ΜΠΟΡΟΥΣΑ
Πώς μπορούσα
πώς μπορούσα
να κάνω τέτοια πράγματα
ζώντας σ’ αυτόν τον κόσμο τον φρικτό
υποταγμένος στις αρχές του.
Χρειάζομαι έναν Θεό, να με συγχωρέσει
χρειάζομαι έναν Θεό ελεήμονα.
(σελ. 117)
Προσεύχομαι στον πρόχειρό θεό μου.
Αφού αυτός πρέπει να έχει δισεκατομμύρια αφτιά,
Και το ένα το έχει πάντα ανοιχτό για μένα.
(σελ. 125)
ΑΝ
Αν ο Θεός δεν υπάρχει
Αν ο Θεός δεν υπάρχει,
Αυτό σημαίνει ότι εμείς είμαστε θεοί.
Έχουμε πει «όχι» στην αρχή της οικουμένης,
Η οποία είναι η αρχή του περάσματος και του θανάτου,
Καθώς και η αρχή του ασυνείδητου.
Έχουμε εφεύρει το καλό και το κακό.
Έχουμε κτίσει ναούς.
Έχουμε οικοδομήσει βωμούς προς τιμήν του Απόντα.
Έχουμε πιστέψει ότι θα επανακτήσουμε τη χαμένη Παράδεισο.
(σελ. 137)
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ
Σωσμένος από αγαθά και τιμές,
Σωσμένος από επιτυχία και στοργή,
Σωσμένος από ζωή και συνέχεια,
Σωσμένος.
_
γράφει η Ασημίνα Ξηρογιάννη
0 Σχόλια