Ακολούθησέ με στη μοναχική παραλία.
Θα σου δώσω ένα βράχο δίπλα στην αμμουδιά.
Εκεί θα μας υποδεχτεί οικοδεσπότης γελαστός,
ο χρυσαφένιος ήλιος αχτίνες να μας δωρίσει.
Στην άμμο θα χαράξουμε μεγάλους κύκλους
να περιχαρακώνουν τα θέλω μας,
μικρούς για να προσδιορίζουν τις αδυναμίες.
Ο γκριζωπός βράχος θα μας χαρίσει απλόχερα τη σκιά του.
Στις κόγχες του να κρύψουμε τις αναπολήσεις μας,
μαζί με το ψάθινο καπέλο και το δροσερό κανάτι.
Τις αναπολήσεις μας μες στις σχισμάδες να τις βαφτίσουμε, διάφανες να φαίνονται οι επιθυμίες μας.
Ευωδιές ν’ αποκτήσουν οι εσωτερικές μας παρορμήσεις,
αναλαμπές φωτεινές να καθίσουν στα γυμνά μας μάτια,
στην αγάπη να νιώσουμε αναστημένοι με νέες προσδοκίες.
Ακολούθησέ με στις αέρινες περιπλανήσεις μου.
Να φαντάζουμε τριγύρω ολάνθιστοι σε πολύχρωμους κήπους.
Να απλωθεί το μυστικό της γνωριμίας μας,
από ένα μυρωμένο αγέρι ντυμένο με ευφάνταστα στολίδια.
Στο αγαπημένο μας τραγούδι κοινωνοί να γίνουμε και χορωδοί.
Στο χοροστάσι να ξεδιπλώσεις τις ικανότητές σου, ανάμεσα σε ήχους και μελωδίες να λικνίσεις το κορμί σου.
Ανάμεσα στους φίλους να δεχτείς τις ακτίνες του ήλιου
κι επαίνους να πάρεις, διάσπαρτες συμβουλές να θυμηθείς.
Τα πρώτα της νιότης σου σκιρτήματα.
Ακολούθησέ με στους κύκλους των αφρών.
Σου χαρίζω ένα ταξίδι εκεί πάνω σε κάτασπρα άτια,
έστρωσα τις δερμάτινες σέλες του ονείρου στην πλάτη.
Δεν ξέχασα και σχοινιά να κρεμάσω, να γλιστράς στις ανατολές ,
το καλωσόρισμα σου να αποτυπώνεις στα υγρά βότσαλα της παραλίας.
Χαϊμαλιά στόλισα με χάντρες,
να έχεις συμπαραστάτη τον ορίζοντα και τις Νηρηίδες.
Στα σύννεφα ανάερα να πλαγιάζεις, με φιγούρες ανάστροφες, ταξιδευτής κι οδοιπόρος μαζί, στιβαρός οδηγητής των γήινων.
Να γίνεσαι επίγειος καβαλάρης,
να καλπάζεις στη ρώτα των κυμάτων.
Όλη η θωριά σου ένα σύννεφο
που βρέχει τα γιασεμιά με μυρωμένα δάκρυα.
Όλο το σκοτάδι σου μια στωική τριανταφυλλιά
μέσα στο άρωμα της μνήμης.
Ακολούθησέ με στα γοργόφτερα ποτάμια.
Στα κρυστάλλινα νερά με τις πανοπλίες των ιπποτών να αναμετρηθούμε, στα μούσκλια να τριγυρίσουμε περάσματα, ανάμεσα στα πανύψηλα καβάκια και τις ακακίες.
Χρυσόδετες σου έχω φέρει ζώνες, ασημένιες πόρπες και φκιασίδια, στα καλντερίμια να διαβαίνεις, σαν τον άνεμο να χάνεσαι.
Στην όψη σου να ζωγραφίζεις τα στεγνά βότσαλα,
στα χέρια σου να παίζεις τις χάντρες της ψυχής.
Να γυαλίζουν τα μάτια σου όπως αντικατοπτρίζεται η φεγγαρόπετρα πάνω στα νερά,
όπως στροβιλίζονται τα πάθη στη δίνη των ονείρων.
Ακολούθησε! Μια διαδρομή να είναι το ταξίδι μας στην ομορφιά.
Μια αέναη περιπλάνηση στα σοκάκια της συνείδησης προτού μας εξανδραποδίσουν μας αφανίσουν, γι’ ασήμαντη αφορμή στου κύκλου τα γυρίσματα.
Κοστίζει η στιγμή στην αδράνεια απίστευτα,
κλείνουν οι δρόμοι στις ανεπίστροφες διαδρομές.
Ακολούθησε! Τρέξε στου χρόνου να βγούμε το κατώφλι σαν μοναχικοί ταξιδιώτες με ένα μόνο προορισμό.
_
γράφει ο Αχιλλέας Φιστουρής
0 Σχόλια