Γκέλη Ντηλιά
XL
_
γράφει ο Σίμος Ανδρονίδης
–
Η ποιητική συλλογής της Γκέλης Ντηλιά, που εν προκειμένω φέρει τον μονολεκτικό τίτλο ‘XL,’ εκδόθηκε το 2021, από τις Εκδόσεις Κέδρος. Η ποιητική συλλογή ‘XL’ είναι μία εκ των τεσσάρων ποιητικών συλλογών που έχει εκδώσει η ποιήτρια.
Έχουν προηγηθεί οι συλλογές ‘Επί τόπου’ (1985) και ‘Μην πείτε στον γιο μου ότι δεν είμαι η Μαίριλυν. 51 ποιήματα σε μορφή Clip.’ Μετά την συλλογή ‘XL’ ακολούθησε η έκδοση της συλλογής με τίτλο ‘Το στίγμα των Βάλτων’.
Μία συστηματική καταγραφή των εμπειριών που αποκόμισε από την πολύ συχνή επαφή ή αλληλεπίδραση με κρατουμένους σε διάφορες φυλακές ανά την επικράτεια. Ας δούμε αρχικά το τι αναγράφεται στο σύντομο βιογραφικό σημείωμα που παρατίθεται στην αρχή της ποιητικής συλλογής, σχετικά με την ονομασία της: «Ο τίτλος της τρίτης συλλογής, XL, στη λατινική αρίθμηση σημαίνει 40, όσα και τα χρόνια που υπηρετεί την ποιητική τέχνη».[1] Σε αυτό το πλαίσιο, δύναται να αναφέρουμε πως με την ποιητική της συλλογή ‘XL’, η Γκέλη Ντηλιά δεν κλείνει κάποιον ποιητικό κύκλο προκειμένου να ανοίξει έναν καινούργιο, αλλά, αντιθέτως, συνειδητοποιεί πως οφείλει να καταπιαστεί περισσότερο συστηματικά και ενεργά με την ποίηση ή αλλιώς, με τον ποιητικό λόγο. Θα μπορούσαμε να το θέσουμε και διαφορετικά.
Τα 40 χρόνια ενασχόλησης με την ποίηση επιφέρουν δύο ‘αποτελέσματα’ (results),[2] για να παραφράσουμε πολύ ελαφριά την προσφάτως εκλιπούσα Σόνια Ιλίνσκαγια που εν προκειμένω μελέτησε σε βάθος και όσο λίγοι την σύγχρονη ελληνική ποίηση.
Αφενός μεν της δίνουν το έναυσμα να γράψει (να δημιουργήσει) μία νέα ποιητική συλλογή που δεν είναι άλλη από το ‘XL’, και, αφετέρου δε, την ωθούν να καταπιαστεί περισσότερο συστηματικά ή πιο εντατικά με τον ποιητικό λόγο, με αποτέλεσμα δύο μόλις χρόνια μετά να μας παραδώσει την πρωτότυπη συλλογή της ‘Το στίγμα των βάλτων’.
Αυτή την φορά το χρονικό κενό μεταξύ της έκδοσης δύο ποιητικών συλλογών, ήσαν πάρα πολύ μικρό. Επιθυμούμε όμως να εμβαθύνουμε περισσότερο την ανάλυση μας, εισαγάγοντας εντός αυτής την έννοια των «διφορούμενων τρόπων»[3] της Deborah Stone, η οποία διακρίνει μεταξύ τεσσάρων βασικών ‘μορφών λόγου’.
Όπως υπογραμμίζουν, και όχι εμφατικά και με την πεποίθηση πως τα ‘γνωρίζουν όλα,’ οι Muller & Surel, οι περίφημοι «διφορούμενοι τρόποι, παραπέμπουν ταυτοχρόνως σε διαφορετικές σημασιοδοτήσεις». Μπορούμε τώρα να διατυπώσουμε το ακόλουθο, εύκολο ερώτημα: Είναι ο τίτλος της ποιητικής συλλογής διφορούμενος;
Παραπέμπει σε μία ‘διαφορετική σημασιοδότηση’ που θα μπορούσε για παράδειγμα να είναι το ‘ μεγάλο μέγεθος,’ ειδικά εάν λάβουμε υπόψιν πως τα αρχικά ‘XL’ σημαίνουν το ‘μεγάλο μέγεθος’ σε ρούχα και όχι μόνο;
Δεν θα διστάσουμε να απαντήσουμε λέγοντας πως Όχι, ο τίτλος της ποιητικής συλλογής δεν παραπέμπει σε οτιδήποτε άλλο, καθότι η ποιήτρια του προσδίδει ένα συγκεκριμένο περιεχόμενο εξ αρχής το οποίο έχει σχέση με τα χρόνια που δραστηριοποιείται στο χώρο της ποίησης. Οπότε, το να επιχειρήσουμε να προσδώσουμε μία διαφορετική σημασία στον τίτλο της συλλογής, θα ήσαν εν τοις πράγμασι λάθος.
Άλλωστε, η Γκέλη Ντηλιά δεν αποδίδει κάποια ιδιαίτερη σημασία στα ‘μεγάλα μεγέθη’. Τώρα, η ποιητική της συλλογή συμπεριλαμβάνει ποιήματα τα οποία εξ αρχής προσελκύουν το ‘μάτι του αναγνώστη’, δίχως αυτό να σημαίνει απαραίτητα πως κάτι τέτοιο μπορεί να επηρεάσει τον «χρόνο διαβάσματος»,[4] σύμφωνα με την έρευνα των Carminati et al. Αυτό εξαρτάται από το πόσο χρόνο μπορεί να διαθέσει ένας αναγνώστης, από τις αναφορές και τα ενδιαφέροντα του (δεν ενδιαφέρει όλους η πολιτική ποίηση, για παράδειγμα), από το πόσο τον εντυπωσίασε, ώστε να θέλει να το διαβάσει με ρυθμό σταθερό, αφήνοντας την κάθε λέξη να τον ‘ταρακουνήσει’. Το ποίημα ‘738’ προσελκύει και εύκολα, το ‘μάτι του αναγνώστη’. Και προτού επιχειρήσουμε μία ανάλυση του ποιήματος, θα υπογραμμίσουμε δύο στοιχεία.
Το ένα είναι πως αυτό το ποίημα μπορεί να προσελκύσει πολύ εύκολα το ’μάτι του άνδρα αναγνώστη’, λόγω του περιεχομένου του.
Και, διαφορετικά μπορεί να το προσεγγίσει ένας άνδρας αναγνώστης[5] και διαφορετικά μία γυναίκα, παρά το γεγονός πως μπορούν να τους φέρουν εγγύτερα οι δικές τους σεξουαλικές εμπειρίες.
«Κρέμασα το αιδοίο μου στον τοίχο όπως ο ποδοσφαιριστής κρεμάει τα παπούτσια του. Στη θέση του έκανα τατουάζ τη λέξη «Δοξάστηκε». Έχω να θυμάμαι πολλά πρωταθλήματα».[6] Το ποίημα αυτό, όπως κι αν το προσεγγίσουμε, παραμένει δύσκολο να ταξινομηθεί.
Ερωτικό δεν μπορεί να χαρακτηριστεί, γιατί εκλείπουν όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που καθιστούν ένα ποίημα ερωτικό, όπως είναι η ατμόσφαιρα, η ύπαρξη εραστή, η βαθιά υπαινικτικότητα, η εξύμνηση ή η περιγραφή της σεξουαλικής πράξης.
Το ‘738’ που θυμίζει τίτλο τραγουδιού της Βρετανικής metal μπάντας των ‘SAXON’ (‘747’), καθίσταται ποίημα μέσω του οποίου η ποιήτρια παραδέχεται ανοιχτά την σεξουαλική-ερωτική ‘αποστρατεία’ της, πράττοντας το με έναν τρόπο πολύ εύστοχο και αρκούντως πρωτότυπο. Μέσω του παραλληλισμού με την καριέρα ενός ποδοσφαιριστή, η οποία έχει φθάσει στο τέλος της («όπως ο ποδοσφαιριστής κρεμάει τα παπούτσια του»).[7]
Και οι δύο μπορούν να θεωρηθούν ‘βετεράνοι,’ με το ‘κρέμασμα’ του ‘αιδοίου’ στον τοίχο να υπενθυμίζει πρωτίστως στην ίδια (η γλωσσική μεταφορά είναι δηλωτική οριστικής ‘αποστρατείας’), ό,τι έζησε ημέρες και στιγμές όμορφες που της προσέφεραν σεξουαλική ικανοποίηση. Ή αλλιώς, ηδονή και πληρότητα.
Πέραν αυτού, εντός της ποιητικής συλλογής, συναντούμε ποιήματα που λειτουργούν ως «σωσίβιο ζωής»,[8] για να στραφούμε στον κριτικό θεάτρου Κώστα Γεωργουσόπουλο (βλέπε το ποίημα ‘Στα δύο’), που δείχνουν ως άλλοι ‘οδοδείκτες’ προς πολλές κατευθύνσεις, που θυμίζουν την σημασία της εξονυχιστικής παρατήρησης[9], που συσχετίζουν τον αριθμό (‘Μηδέν’) με το Χάος.
Αν το μηδέν υποδηλώνει το Χάος, τότε τα διάφορα ποιήματα που έχουν ως τίτλο αριθμούς, υποδηλώνουν την ικανότητα της ποίησης να συνδιαλέγεται με αυτό το ενίοτε γοητευτικό Χάος.
Χάος του σύμπαντος; Χάος του νου; Χάος της προσωπικής ζωής; Ο καθένας μπορεί να επιλέξει αυτό που θέλει. «Να μασήσεις τα φύλλα της Πυθίας και να δώσεις τον χρησμό του αριθμού των πιθανοτήτων ότι δεν θα εκτροχιαστεί στην πρώτη διασταύρωση του Χάους η ανταπόκριση της αμαξοστοιχίας Μηδέν-Κάτι».[10]
_____
[1] Βλέπε σχετικά, Ντηλιά, Γκέλη., ‘ΧL,’ Eκδόσεις Κέδρος, Αθήνα, 2021. Μπορούμε να σταθούμε θεωρητικά στο πρώτο ή αλλιώς, στο εναρκτήριο ποίημα της συλλογής, το οποίο φέρει τον τίτλο ‘Genesis’ και είναι αφιερωμένο στην ζωγράφο Αλίς Τουρνικιώτη, η οποία έχει επιμεληθεί και τις εικόνες που βρίσκονται εντός ποιητικής συλλογής. Σε αυτό το ποίημα, δεν υπάρχει κανένα «τέχνασμα», για να στραφούμε στην ανάλυση του Seymour Chatman. Aντιθέτως, επρόκειτο για ένα ποίημα ‘κυριολεκτικό’ από την αρχή έως το τέλος του, εκεί όπου, πρώτον, η ποιήτρια εκφράζει τον θαυμασμό της τόσο για την ίδια την ζωγράφο όσο και για το έργο που αυτή έχει επιτελέσει συνολικά (η Γκέλη Ντηλιά δεν λαμβάνει υπόψιν προκειμένου να εκφέρει γνώμη για την τέχνη της Αλίς Τουρνικιώτη, μόνο τις ζωγραφιές που φιλοτέχνησε για την ποιητική της συλλογή). Δεύτερον, η ποιήτρια επενδύει συμβολικούς και γλωσσικούς πόρους στην έννοια της ομορφιάς, θεωρώντας πως η ομορφιά της ζωγράφου συμβαδίζει με τις όμορφες δημιουργίες της. Τρίτον, προσφέρει πληροφορίες και δη πολύτιμες πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο ζωγραφίζει ή αλλιώς, δημιουργεί η Αλίς Τουρνικιώτη, για την οποία, πρωταρχικό κίνητρο είναι η επιθυμία, η βαθιά επιθυμία να προσδώσει μορφή και περιεχόμενο στα όνειρα της. Να εμφυσήσει ‘πνοή’ στις δημιουργίες της. «Φορά το λευκό της μπικίνι και στήνει το καβαλέτο της πάνω στους στημόνες ενός ηλιοτρόπιου που λούζεται στο φως. Κρατάει τον χρωστήρα σαν άροτρο πάνω στην επιφάνεια του καμβά κι επιλέγει να οργώσει ένα κομμάτι από το συμπαντικό χωράφι του κόσμου, σπέρνοντας αυτό που την έκανε να σηκωθεί και να δουλέψει και αγέρωχα στο τέλος να καταφέρει να σταθεί απέναντι του. Όταν αφήσει κάτω την παλέτα της, την ώρα της συγκομιδής, ο κόσμος θα θαυμάσει ό,τι άνθισε στα χέρια της: σώματα γυμνά τζαζ ιστορίες και πρόσωπα του χθες και του σήμερα. Τότε πλέον παίρνει μια ανάσα και κάνει μια βουτιά». Μπορούμε να προβούμε σε δύο επιπλέον θεωρητικές επισημάνσεις: Πρώτον, η χρήση λέξεων που παραπέμπουν στην ‘ιδιόλεκτο’ της ζωγραφικής αποδεικνύει πως η ποιήτρια γνωρίζει πολύ καλά τα της συγκεκριμένης μορφής τέχνης. Και, δεύτερον, η χρήση της λέξης ‘ηλιοτρόπιου,’ παραπέμπει στον Ολλανδό ζωγράφο Βίνσεντ Βαν Γκονγκ και στα πολύ γνωστά ‘Ηλιοτρόπια’ του. Σύμφωνα με την ανάλυση της Ευαγγελίας Καζαντινού, η «αναδρομική διακειμενικότητα αφορά τους διακειμενικούς δεσμούς του κειμένου με κείμενα που προηγούνται χρονικά, ενώ η Προδρομική διακειμενικότητα τους δεσμούς με κείμενα που έπονται χρονικά». Ως προς αυτό το ποίημα, η διακειμενικότητα είναι «αναδρομική» (έχουμε κατά νου την τυπολογική προσέγγιση της Καζαντινού), δηλαδή, η Γκέλη Ντηλιά ενσωματώνει εντός του ποιήματος της, ένα ζωγραφικό έργο που προηγήθηκε χρονικά του ποιήματος και μένει εκεί. Και τι σημαίνει κάτι τέτοιο; Σημαίνει πως δεν παρατηρούμε την ύπαρξη διακειμενικών αναφορών σε κανένα άλλο σημείο του ποιήματος, στο οποίο δεσπόζει μία γυναικεία μορφή και μόνο. Βλέπε σχετικά, Chatman, Seymour., ‘Comparing metrical styles,’ στο: Chatman, Seymour., & Levin, Samuel., (επιμ.), ‘Essays on the Language of Literature,’ Boston, Houghton Mifflin Company, 1967, σελ. 134. Βλέπε και, Καζαντινού, Ευαγγελία., ‘Σώματα κειμένων και διδακτική της μετάφρασης: σημασιοσυντακτικά ζητήματα και διακειμενική συνεκτικότητα,’ Διδακτορική Διατριβή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, 2018, σελ. 73, Διαθέσιμη στο: Καζαντινού Ευαγγελία (2018 Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ)) Σώματα κειμένων και διδακτική της μετάφρασης: σημασιοσυντακτικά ζητήματα και διακειμενική συνεκτικότητα (ekt.gr) Και, Ντηλιά, Γκέλη, ‘XL…ό.π., σελ. 9.
[2] Βλέπε σχετικά, Ιλίνσκαγια, Σόνια., ‘Κ.Π. Καβάφης. Οι δρόμοι προς τον ρεαλισμό στην ποίηση του 20ου αιώνα,’ Εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα, 1983. Εάν αποτολμήσουμε μία σύγκριση μεταξύ του ‘XL’ και της μετέπειτα ποιητικής της συλλογής (‘Το στίγμα των βάλτων’), τότε μπορούμε να τονίσουμε τα εξής: Ενώ στο ‘XL’ η αφήγηση καθίσταται αυστηρά προσωπική και δεν μετακινείται από το πρώτο πρόσωπο, στη συλλογή ‘Το στίγμα των βάλτων’, η αφήγηση είναι πολυφωνική, πράγμα που ουσιαστικά σημαίνει πως υπεισέρχονται εντός αυτής και άλλες ‘φωνές’, κυρίως των προφυλακισμένων, υπό μορφή μεμονωμένων λέξεων και σύντομων εκφράσεων. Δεύτερον, ενώ στο ‘XL,’ εκλείπει μία κοινωνική ‘ματιά’ και κριτική, στο ‘στίγμα των βάλτων’ υπάρχει. Και όχι απλά υπάρχει αλλά και εναλλάσσεται με το υπαρξιακό στοιχείο. Τρίτον, ενώ στο ‘XL,’ η ποιήτρια δεν διακατέχεται από καμία ‘αγωνία’ σχετικά με το πως μπορεί να γίνει αποδεκτή από το ευρύ κοινό η ποίηση της, στο ‘στίγμα των βάλτων’ αυτή η ‘αγωνία’ υπάρχει, αν και δεν είναι εύκολα ορατή και αναγνωρίσιμη. Λόγω ακριβώς του σύνθετου θέματος με το οποίο καταπιάνεται η ποιήτρια, λόγω του γεγονότος πως η ίδια επιχειρεί να ισορροπήσει μεταξύ δύο εν πολλοίς αντίθετων σημείων: Μεταξύ του ‘γράφω για τους άλλους’, και του ‘δεν είμαι, τουλάχιστον αρχικά, τμήμα του δικού τους κόσμου’. Και αυτή την δύσκολη ισορροπία την επιτυγχάνει. Τέταρτον, λόγω του ότι η αφήγηση στο ‘XL’ είναι βαθιά προσωπική, υπάρχουν εντός αυτής «υπόγειες ψυχικές δονήσεις», όπως πολύ παραστατικά θα έλεγε η Σόνια Ιλίνσκαγια, κάτι που δεν υπάρχει, τουλάχιστον σε τόσο έντονο βαθμό, στο ‘στίγμα των βάλτων’ (βέβαια, η ποιήτρια εκθέτει τον αναγνώστη στο ‘τραύμα’ των ‘άλλων,’ ήτοι των προφυλακισμένων). Και ο αναγνώστης μπορεί να συναισθανθεί αυτές τις έντονες «δονήσεις» που επιδρούν αναμφίβολα στο ποιητικό ύφος, στο εγκάρσιο σημείο όπου αυτό γίνεται όσο πιο απλό γίνεται. Το ποίημα ‘Κραυγή 1’ (να τη πάλι μπροστά μας η έννοια της «αναδρομικής διακειμενικότητας» της Ευαγγελίας Καζαντινού), συνιστά χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού, με τις «ψυχικές δονήσεις» που αισθάνεται η ποιήτρια, να διαδραματίζουν ιδιαίτερο ρόλο ώστε να αποκαλυφθεί η ρήξη με την μητέρα της, η έλλειψη της οποιασδήποτε επικοινωνίας μαζί της. Και όμως, το όλο story των σχέσεων μητέρας και κόρης δίνεται με τέτοιο φυσικό τρόπο, ώστε εύκολα ο αναγνώστης μπορεί να σχηματίζει την εντύπωση πως η ποιήτρια δεν θα αφήσει αυτή την έλλειψη επικοινωνίας, αυτές τις μητρικές ‘κατάρες’ και τα αναθέματα, να επηρεάσουν στο ελάχιστο την ζωή της. Την καθημερινή της ζωή. Βλέπε σχετικά, Ντηλιά, Γκέλη., ‘Κραυγή 1…ό.π., σελ. 46. Το άρθρο της Σόνιας Ιλίνσκαγια ‘Η βιωσιμότητα της μεταπολεμικής ελληνικής ποίησης’ περιλαμβάνει κάποιες από τις βασικές ιδέες που ανέπτυξε καθ’ όλη την διάρκεια της γόνιμης και δημιουργικής παρουσίας της στα ελληνικά γράμματα. Ως εκ τούτου, το συστήνουμε ανεπιφύλακτα στον αναγνώστη. Βλέπε σχετικά, Στεργιόπουλος, Βαγγέλης., ‘ Ιλίνσκαγια, Σόνια: ‘Η βιωσιμότητα της μεταπολεμικής ελληνικής ποίησης,’ Ενημερωτική-Ειδησεογραφική Ιστοσελίδα ‘In.gr,’ 23/01/2024, Σόνια Ιλίνσκαγια: Η βιωσιμότητα της μεταπολεμικής ελληνικής ποίησης | in.gr Σημαντική είναι και η συνέντευξη που είχε δώσει το 2014 στον δημοσιογράφο Γιώργο Δουατζή, την οποία αναδημοσίευσε η λογοτεχνική ιστοσελίδα ‘Book Press,’ λίγο μετά τον θάνατο της. Σε αυτή την συνέντευξη, η λογοτεχνία αν δεν τίθεται σε δεύτερο πλάνο, ενίοτε υποχωρεί ελαφρά, προκειμένου να αναδυθούν στην επιφάνεια στιγμές από την ζωή της στην Ρωσία (στην πάλαι ποτέ Σοβιετική Ένωση) και στην Ελλάδα. Όπως ένας κολυμβητής που βρίσκεται για αρκετή ώρα κάτω από το νερό ανεβαίνει στην επιφάνεια και ανασαίνει με ανακούφιση, έτσι και η Σόνια Ιλίνσκαγια νιώθει σαν να ανασύρεται στην επιφάνεια, να παίρνει μία ανάσα, όχι για να γράψει και για να αναλύσει, αλλά, για να αποκαλύψει τον ‘άνθρωπο’ πίσω από τον ‘κριτικό λογοτεχνίας.’ Βλέπε και, ‘Σόνια Ιλίνσκαγια: «Η λογοτεχνία είναι βασική πηγή ηθικής παιδείας»,’ Λογοτεχνική Ιστοσελίδα ‘Book Press,’ 21/01/2024, Σόνια Ιλίνσκαγια: «Η λογοτεχνία είναι βασική πηγή ηθικής παιδείας» (bookpress.gr)
[3] Βλέπε σχετικά, Stone, Deborah., ‘Casual Stories and the formation of policy agendas,’ Political Science Quarterly, 104, 1989, 2, σελ. 281-300. Η έννοια της ηθικής στην οποία αναφέρεται η Σόνια Ιλίνσκαγια, δεν παύει να αποτελεί σημείο αναφοράς για νεότερους ηλικιακά, ποιητές. Αρκετοί εκ των οποίων όμως, την χρησιμοποιούν αμήχανα, μη γνωρίζοντας πως ακριβώς να την προσεγγίσουν, εξέλιξη που υποκρύπτει ‘κινδύνους’, καθότι σχετικά εύκολα ο ποιητής μπορεί να μην καταφέρει να δώσει στον αναγνώστη να καταλάβει, αυτό που θέλει να πει. Η Γκέλη Ντηλιά αντίθετα, μπορεί και μεταχειρίζεται την έννοια της ηθικής περισσότερο επιδέξια συγκριτικά με ομοτέχνους της, καθότι ούτε την ‘απογυμνώνει’ από το περιεχόμενο της, ούτε και της προσδίδει πολλές σημασίες, καθιστώντας την ουσιαστικά ‘κενό γράμμα.’ Το ποίημα ‘Τρόπος’ συνιστά ενδεικτικά παράδειγμα αυτού που μόλις προείπαμε. Σε αυτό, η ποιήτρια γράφει με ‘στυλ’ και με χάρη, με τις πρώτες λέξεις με τις οποίες και εκκινεί το ποίημα, λέξεις που αρχίζουν με ‘Α’ («αντικανονικά, αντισυμβατικά, αντικομφορμιστικά»), να συμβάλλουν στη συγκρότηση μίας ηθικής κατά κύριο λόγο, στάσης απέναντι στα πράγματα: Κινούμαστε ‘αντισυμβατικά, αντικανονικά και αντικομφορμιστικά’ για να μην ‘μας παρασύρουν η πλήξη, η κοινοτοπία, η αδιαφορία, η συμβατικότητα’. Όλα λέγονται με ακρίβεια μέσα σε λίγες γραμμές. «Αντικανονικά, αντισυμβατικά αντικομφορμιστικά για μη χαθούμε στα συνηθισμένα στα χιλιοκαμένα στα ξαναειπωμένα». Βλέπε σχετικά, Ντηλιά, Γκέλη., ‘Τρόπος’…ό.π., σελ. 20.
[4] Βλέπε σχετικά, Carminati, et al., ‘Reader’s responses to sub-genre and rhyme scheme in poetry,’ Poetics, 34, 2006. Στο ‘XL’ υπάρχει και το γλυκόπικρο χιούμορ που προκαλεί ένα αβίαστο χαμόγελο, το οποίο δεν ακολουθείται από γέλια.
[5] Ενίοτε παραβλέπουμε πως η αναγνωστική διαδικασία, είτε πρόκειται για την ανάγνωση ποίησης είτε πρόκειται για την ανάγνωση ενός διηγήματος και ενός μυθιστορήματος, ήσαν και παραμένει μία βαθιά προσωπική διαδικασία. Και τι εννοούμε λέγοντας κάτι τέτοιο; Εννοούμε πως είναι σπάνιο το φαινόμενο κοινής ανάγνωσης από δύο (ή και τρεις φίλους) φίλους, από ένα ζευγάρι, μίας ποιητικής συλλογής και ενός μυθιστορήματος. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, υπάρχουν ακόμη και σήμερα χώροι όπου μία ποιητική συλλογή δύσκολα διεισδύει, όπως είναι μία πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη, εντός της οποίας συνυπάρχουν πολλοί αναγνώστες. Όπως είναι μία σχολική αίθουσα. Η ανάγνωση ποίησης είναι μία καθαυτό ιδιωτική υπόθεση, κάτι που σημαίνει πως δεν αφορά μόνο ένα άτομο, αλλά και ότι ο προνομιακός χώρος για την ανάγνωση της ήσαν και είναι μία οικία. Ένα σπίτι.
[6] Bλέπε σχετικά, Ντηλιά, Γκέλη., ‘738…ό.π., σελ. 32. Του ποιήματος ‘738’ προηγείται το ποίημα ‘737’ (δεν είναι σύνηθες φαινόμενο να επιλέγονται ως τίτλοι ποιημάτων αριθμοί/Τι αποδεικνύει κάτι τέτοιο στην περίπτωση της Γκέλης Ντηλιά; Την σημασία που αποκτούν οι αριθμοί στην ποιητική συλλογή ‘XL’), χωρίς όμως τα δύο ποιήματα που διαβάζονται και ‘ανάποδα’ (κάλλιστα ένας αναγνώστης μπορεί να διαβάσει πρώτα το ποίημα ‘738’), να συγκλίνουν ως προς το περιεχόμενο τους. Το ποίημα ‘737’ φέρει έναν οιονεί εξομολογητικό τόνο και δεν διακρίνεται για την «αφηγηματική του πολυδιάσπαση», για να δανεισθούμε την ορολογία του Δημήτριου Πατίλα. Αντιθέτως, η αφήγηση, η ποιητική αφήγηση δεν είναι απλά σφιχτή, αλλά, πολύ σφιχτή. Κάτι που δεν γίνεται τυχαία. Μόνο με αυτόν τον τρόπο, μέσω δηλαδή της επιλογής της πολύ σφιχτής αφήγησης μία σελίδα ημερολογίου στην οποία η ποιήτρια καταγράφει τις μύχιες σκέψεις της, μπορεί να μετεξελιχθεί σε ποίηση, σε ένα πολύ λεπτό σημείο όπου η εξομολογητική διάθεση συμβαδίζει με την επιθυμία της ποιήτριας να τοποθετήσει τον αναγνώστη στο ‘κέντρο’ του ποιήματος, επιτρέποντας του να μπει στη θέση της. «Φίλε, αν ήξερες πόσες κόκκινες γραμμές έχω τραβήξει και πόσες σελίδες έχω σκίσει απ’ τα ημερολόγια… Ζωές ολόκληρες… Στιγμές ατελείωτες…». Τα αποσιωπητικά επιτελούν ρόλο ‘γέφυρας’ η οποία, από την μία πλευρά διευκολύνει την σύνδεση ποιήτριας και αναγνώστη-αναγνωστών, και, από την άλλη, επιτρέπει στον αναγνώστη να μπει στη θέση της ποιήτριας (έτσι και αλλιώς, καθίσταται εκ των προτέρων να εισέλθει στον ‘κόσμο’ της), σκεπτόμενος ο ίδιος πόσες ‘ευκαιρίες’ έχει χάσει και πόσες σελίδες «απ’ τα ημερολόγια» έχει σκίσει. Το ποίημα, εν αντιθέσει ίσως με ότι θα έλεγαν άλλοι κριτικοί, δεν είναι καθόλου υπαινικτικό, ακριβώς διότι εξ αρχής αντιλαμβάνεται κάποιος πως ‘κάτι δεν πήγε καλά.’ Στο ίδιο, σελ. 31. Βλέπε σχετικά, Πατίλας, Δημήτρης., ‘Το ποιητικό σύμπαν του Γιάννη Ρίτσου από την Τέταρτη Διάσταση ως το Αργά Πολύ Αργά Μέσα στη Νύχτα: Οι πολύστιχες συνθέσεις της ωριμότητας,’ Διδακτορική Διατριβή, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, 2007, Διαθέσιμη στο: Το ποιητικό σύμπαν του Γιάννη Ρίτσου από την Τέταρτη Διάσταση ως το Αργά Πολύ Αργά Μέσα στη Νύχτα: Οι πολύστιχες συνθέσεις της ωριμότητας (didaktorika.gr) Και όμως, δίχως εμπεριστατωμένες διδακτορικές διατριβές αφιερωμένες στο ποιητικό έργο του Γιάννη Ρίτσου, όπως είναι η διατριβή του Δημήτριου Πατίλα, δεν θα μπορούσε να φθάσουμε σήμερα σε ολοκληρωμένες, τεκμηριωμένες και επιστημονικά άρτιες διδακτορικές διατριβές, σαν και αυτή της Παρασκευής-Νεκταρίας Σημαντώνη. Η οποία τοποθετεί ξεκάθαρα τον Γιάννη Ρίτσο στην περιώνυμη ‘γενιά του 30’ (σαφώς, το κριτήριο ένταξης δεν είναι ηλικιακό), παραδίδοντας μας μία συγκριτική μελέτη εντός της οποίας παρελαύνουν διάφορα ποιητικά ονόματα. Και το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της συγκεκριμένης διδακτορικής διατριβής, είναι ακριβώς η σύγκριση. Έχουμε συνηθίσει να τοποθετούμε τον Γιάννη Ρίτσο δίπλα σε σημαντικούς ποιητές όπως είναι οι Γιώργος Σεφέρης και Οδυσσέας Ελύτης. Σπάνια όμως έχει επιχειρηθεί μία σύγκριση μεταξύ τους, μεταξύ όψεων του ποιητικού του έργου, πράγμα που κάνει με επιτυχία η Σημαντώνη, δίχως να μένει εκεί. Καθότι εμβαθύνει κι άλλο θεωρητικά, συγκρίνοντας τον τρόπο με τον οποίο εκλαμβάνει ο Ρίτσος την ‘αρχαιότητα’ με τον αντίστοιχο τρόπο ποιητών όπως οι Νικόλαος Κάλας και Ανδρέας Εμπειρίκος (Ρίτσος & Εμπειρίκος: Ένα φαινομενικά ‘αταίριαστο’ ποιητικό δίδυμο: Η αφηγηματική τόλμη του ύστερου Ρίτσου, έτσι όπως διαφαίνεται στην ποιητική συλλογή ‘Το Τερατώδες Αριστούργημα’, τον φέρει εγγύτερα στον τολμηρό και λάγνο Εμπειρίκο της ‘Οκτάνας’), οι οποίοι (κυρίως βέβαια ο πρώτος), ενίοτε τίθενται εκτός ποιητικού ‘κανόνα’: Μόνοι και αταξινόμητοι, αναζητούν το στιβαρό και έμπειρο χέρι του κριτικού ποίησης που θα τους κατατάξει σε κάποια κατηγορία. Βλέπε και, Σημαντώνη, Παρασκευή-Νεκταρία., ‘”Ξύπνησα με το μαρμάρινο τούτο κεφάλι στα χέρια”: όψεις της υλικής αρχαιότητας στην ποίηση της γενιάς του 1930: Σεφέρης-Ελύτης-Ρίτσος-Κάλας-Εμπειρίκος-Εγγονόπουλος,’ Διδακτορική Διατριβή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, 2023, Διαθέσιμη στο: “Ξύπνησα με το μαρμάρινο τούτο κεφάλι στα χέρια”: όψεις της υλικής αρχαιότητας στην ποίηση της γενιάς του 1930: Σεφέρης-Ελύτης-Ρίτσος-Κάλας-Εμπειρίκος-Εγγονόπουλος (didaktorika.gr) Και, Ρίτσος, Γιάννης., ‘Το Τερατώδες Αριστούργημα,’ Εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα, 1995.
[7] Bλέπε σχετικά, Ντηλιά, Γκέλη., ‘738…ό.π, σελ. 32. Δεν υπάρχει τίποτε το «παράλογο» σε αυτό το ποίημα, κατά την προσέγγιση του Θάνου Ντόκου, και κυρίως, «το παράλογο αίσθημα ότι κάθε στόχος είναι ανέφικτος». Η ποιήτρια έθεσε έναν στόχο και τον πέτυχε (κατέκτησε «πολλά πρωταθλήματα», ήτοι εραστές), υποδηλώνοντας και πάλι δια του παραλληλισμού με την ποδοσφαιρική πραγματικότητα, ότι πλέον ‘πάει για άλλα’. Βλέπε σχετικά, Ντόκος, Θάνος., ‘Από την αβεβαιότητα στην αμφιβολία. Η αίσθηση του παραλόγου στην ώριμη ποίηση του Ρίτσου,’ Περιοδικό ‘Ελίτροχος’, 4-5, 1994-1995, σελ. 238. Ο δε γλωσσικός παραλληλισμός λειτουργεί τόσο καλά, ώστε ο αναγνώστης μετατοπίζεται ή ορθότερα, κινείται διαρκώς μεταξύ ποδοσφαίρου και έρωτα, μεταξύ ποδοσφαιριστών που σκοράρουν και πανηγυρίζουν μπροστά από τους φιλάθλους και γυναικών που κάνουν έρωτα. Το ποίημα έχει και μία άλλη πολύ ενδιαφέρουσα πτυχή: Είναι γραμμένο από γυναίκα, μπορεί να θεωρηθεί ‘γυναικείο’, απευθυνόμενο όμως πρωτίστως σε άνδρες αναγνώστες που μπορεί να βρουν ενδιαφέρον τόσο στο ποδόσφαιρο όσο και στον έρωτα.
[8] Βλέπε σχετικά, Γεωργουσόπουλος, Κώστας, ‘ «Η Ποίηση ως σωσίβιο ζωής», Εφημερίδα ‘Τα Νέα,’ 29/02/2024, σελ. 7. Για τον «τύπου του εθνικού ποιητή» έχει επιχειρηματολογήσει πολύ πειστικά ο Δημήτρης Μαρωνίτης. Η Γκέλη Ντηλιά ανήκει στην χορεία των ποιητών που ‘δουλεύουν’ πολύ με τον στίχο και δεν διακατέχονται από την επιθυμία να επηρεάσουν τους νεότερους ποιητές. Όλους όσοι έχουν εκδώσει μία ποιητική συλλογή και θέλουν να συνεχίσουν. Βλέπε και, Μαρωνίτης, Δημήτρης., ‘Ο τύπος του εθνικού ποιητή,’ στο: ‘Όροι του λυρισμού στον Οδυσσέα Ελύτη’, Εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα, 1980. Το πως η ποιήτρια νοηματοδοτεί τον ρόλο του ποιητή, διαφαίνεται εναργώς στο εκτενές ποίημα ‘Κρεμάλα’, εκεί όπου οι λέξεις και δη οι ποιητικές λέξεις έχουν αντικαταστήσει τους αριθμούς και τις εξισώσεις. «Ο ποιητής, το δίχως άλλο, παίζει κρεμάλα με τη γραμματική και της αλλάζει τα φώτα καταργώντας κανόνες, ή πάλι με το λεξικό, αχρηστεύοντας την ανανεωμένη έκδοση, προσθέτοντας λήμματα δικής τους επινόησης, και πώς να μεταφραστούν; Στο τέλος, αφού έχει ξαναφτιάξει τον κόσμο, κρεμιέται με τη γραβάτα που φοράει στις κηδείες και τότε γεννιέται γύρω του το ποίημα. Τριγύρω του έχουν ανθίσει οι γλάστρες, όπου σπάρθηκαν τόνοι όρων που ευδοκίμησαν χάρη στην πένα του». Αρχικά, μπορούμε να διαπιστώσουμε πως η ποιήτρια κάνει χρήση καθημερινών γλωσσικών εκφράσεων («και της αλλάζει τα φώτα»), που χρησιμοποιούνται σε διάφορες περιστάσεις επικοινωνίας: Όλα όσα συνθέτουν την γλώσσα, αξιοποιούνται με τον κατάλληλο τρόπο, με αποτέλεσμα αυτή η ποιητική συλλογή να αίρει φραγμούς και να εισχωρεί μέσα σε γήπεδα, σε δωμάτια, σε τραπεζαρίες. Το αρχικό λεξικολογικό-γραμματολογικό μέρος του ποιήματος (η χρήση των κομμάτων καθίσταται πολύ σημαντική, διότι μέσω αυτών διαχωρίζονται και οι διαφορετικές όψεις της γλώσσας και τα καθήκοντα του ποιητή), υποκαθίσταται (βλέπε την λειτουργία του ερωτηματικού μετά από την λέξη «μεταφραστούν»), υποκαθίσταται από ότι ο Νάσος Βαγενάς ορίζει ως «σκέψη» και ως «συναίσθημα», δίχως τα οποία δύσκολα θα υπάρξει ποίηση. Άρα, μεταβαίνουμε στο εξής σχήμα: Εκδήλωση συναισθημάτων, σκέψεις πάνω σε αυτά τα βιωμένα συναισθήματα, γλώσσα και πάλι γλώσσα που είναι η μόνη που μπορεί να ‘βάλει σε τάξη’ τα συναισθήματα και τις σκέψεις: Και έτσι, όπως άλλοι φωνάξουν ‘Εγένετο φως’, ο ποιητής φωνάζει ‘εγένετο ποίημα’ το οποίο ανεξαρτήτως μεγέθους και σημασίας (προκύπτουν πάρα πολλά ποιήματα κάθε ημέρα σε όλο τον κόσμο), εγγράφεται στην ιστορία της ποίησης. Βλέπε σχετικά, Βαγενάς, Νάσος., ‘Ο ποιητής κι ο χορευτής. Μια εξέταση της ποιητικής και της ποίησης του Σεφέρη,’ Εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα, 1979. Και, Ντηλιά, Γκέλη., ‘Κρεμάλα…ό.π., σελ. 37.
[9] Το ποίημα ‘Προμελετημένο’ είναι ένα από τα λίγα της ποιητικής συλλογής που ομνύει στην οπτική κουλτούρα η οποία καταφέρνει πράγματα που δεν καταφέρνουν οι λέξεις κι οι αριθμοί. «Δεν το ήξερες, άλλα όταν ήρθα προχθές, κάτω από το μαύρο φόρεμα δεν φορούσα τίποτα κι όταν έφυγα, χωρίς να έχω βγάλει κάτι, είχες διεισδύσει κατευναστικά παντού». Βλέπε σχετικά, Ντηλιά, Γκέλη., ‘Προμελετημένο…ό.π., σελ. 21.
[10] Βλέπε σχετικά, Ντηλιά, Γκέλη., ‘Ου μαντίδα δάφνην…ό.π., σελ. 23. Το ποίημα ‘Των Παθών’ είναι ένα ποίημα που ομνύει στην έννοια της ‘ανιδιοτελούς προσφοράς’ και της αγάπης, στοιχεία, που αρκούν, πριν από την ποίηση, για να ‘σώσουν’. Ξανά και ξανά.
0 Σχόλια