Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες – Μία απ’ αυτές τις μέρες

Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες- Μία απ’ αυτές τις μέρες[1]

 

Πάνε λίγες μέρες που μου γεννήθηκε η επιθυμία να γράψω ένα άρθρο-κριτική για ένα συγκεκριμένο λογοτεχνικό έργο. Κάθισα κάτω λοιπόν, και αντί να αρχίσω με την ανάγνωση του ίδιου του κειμένου, αποφάσισα να αρχίσω κάπως ανορθόδοξα την έρευνά μου. Πρώτος Σταθμός: διαδίκτυο. Μηχανή αναζήτησης: Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες.

Οι πληροφορίες που συνέλεξα ήταν πολλές. Θα μπρορούσαν να συνοψιστούν όμως ως εξής: Κολομβιανός συγγραφέας, εκπρόσωπος του μαγικού ρεαλισμού, μεγάλος συγγραφέας της Ισπανόφωνης λογοτεχνίας, σοσιαλιστής, Νόμπελ Λογοτεχνίας και τα λοιπά και τα λοιπά.

Περήφανος για τα «ευρήματα» και αφού πλέον είχα ικανοποιήσει σε μεγάλο βαθμό την περιέργειά μου, πέρασα στο δεύτερο και τελευταίο στάδιο, αυτό της ανάγνωσης και ανάλυσης του έργου. Εκ πρώτης όψεως το έργο «Μία απ’ αυτές τις μέρες» δεν παρουσιάζει κάποια καινοφανή ιδιαιτερότητα. Η ιστορία είναι γραμμική, εκτυλίσσεται σε μία και μοναδική σκηνή και οι βασικοί χαρακτήρες αυτής είναι μόλις δύο. Πιο συγκεκριμένα, στο εσωτερικό ενός ιατρείου, ο Δήμαρχος μιας άγνωστης προς τον αναγνώστη πόλης επισκέπτεται έναν εμπειρικό γιατρό, με σκοπό να εξετάσει το πονεμένο του δόντι. Εύκολα μπορεί να καταλάβει κάποιος ότι η πλοκή, αυτή καθαυτή δεν είναι το καθοριστικό στοιχείο της ιστορίας. Αυτό που είναι άξιο λόγου είναι τα θέματα που προκύπτουν από μία τόσο απλή ιστορία, θέματα που αφορούν άνισες σχέσεις εξουσίας, ζητήματα ηγεμονίας και αντίστασης. Στο σημείο αυτό, θα ήθελα να αναφέρω ότι η «ενασχόληση» του Μάρκες με τα συγκεκριμένα θέματα δεν αποτελεί πρωτοτυπία. Εξάλλου, μια γρήγορη αναδρομή σε ελληνικές και διεθνείς πηγές μπορεί να δείξει ότι ζητήματα δύναμης κι ηγεμονίας έχουν αποτελέσει πηγή έμπνευσης για σημαντικά λογοτεχνικά έργα και έχουν αναλυθεί εκτενώς ως κοινωνικά ζητήματα από μία πλειάδα συγγραφέων, ακαδημαϊκών και φιλοσόφων, με σημαντικότερους εκπροσώπους τον Έρικ Τζον Έρνεστ Χομπσμπάουμ και Έντουαρντ Πάλμερ Τόμσον, καθένας εκ των οποίων διαπραγματεύτηκε την έννοια της εξουσίας (power) όπως επίσης τη φύση και περιπλοκότητα αυτής από διαφορετικές ιστορικές και κοινωνικές αφετηρίες.

Παρότι αναγνωρίζω τη συμβολή των παραπάνω, τα αναλυτικά εργαλεία (tools) που θα χρησιμοποιήσω εδώ, βασίζονται αποκλειστικά στις θεωρίες του Αμερικανού πολιτικού επιστήμονα και ανθρωπολόγου Τζέιμς Σκοτ[2] (James S. Scott). Στις μονογραφίες Όπλα των Αδυνάτων: Καθημερινές Μορφές Λαικής Αντίστασης (Weapons of the weak: everyday forms of peasant resistance, 1985) και Η Κυριαρχία και η Τέχνη της Αντίστασης (Domination and the Arts of Resistance, 1990) ο Σκότ πραγματεύεται θέματα που χαρακτηρίζουν το συνολικό του έργου π.χ. τη φύση της κυριαρχίας/ ηγεμονίας και τους τρόπους με τους οποίους οι μη έχοντες την εξουσία και οι αδύναμοι επιβιώνουν, αντιστέκονται, και κάποιες φορές «σπάνε τα δεσμά» της υποταγής τους.

Το βασικό επειχείρημα που διατρέχει και τα δύο έργα του είναι απλό αλλά άκρως πειστικό. Αν για παράδειγμα, θεωρήσουμε ότι η βασική διαφορά ανάμεσα στον κοινωνικά δυνατό και τον αδύναμο έγκειται στην κτήση/ κατοχή πόρων, αυτό θα σήμαινε ότι ο πρώτος θα είχε το αποκλειστικό μονοπώλιο στην άσκηση εξουσίας και βίας. Σύμφωνα με τον Τζέιμς Σκοτ όμως, κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Εκτός από τα δημόσια πρακτικά (public transcript), δηλαδή τις δημόσιες μορφές κοινωνικής υποταγής, που ασκούνται από τους εξουσιαστές, ο ίδιος ρίχνει φως στα κρυφά πρακτικά (hidden transcripts), τα οποία τίθενται σε εφαρμογή από τους αδύναμους με τρόπο παρασκηνιακό και πέρα από τον έλεγχο των εξουσιαστών.

Με άλλα λόγια, η εξουσία για τον Σκοτ δεν είναι μονοσήμαντη. Συνεπώς, οι αδύναμοι- υπό ορισμένες συνθήκες και με τα μέσα που διαθέτουν- μπορούν «να δημιουργήσουν κοινωνικό χώρο, εναλλακτικές ιδεολογίες, αντικαθεστωτικά πολιτισμικά πρότυπα και ήσυχες, μυστικές μορφές αντίστασης» κάτι που ο ίδιος ονομάζει εσωπολιτική. (Scott, 1990:13).

Με βάση τα παραπάνω λοιπόν, θα μπορούσε εύκολα κάποιος να δει πως το παιχνίδι εξουσίας και η τέχνη της αντίστασης εφαρμόζεται στην ιστορία του Μάρκες με άκρως επιδέξιο τρόπο.

Ο Δήμαρχος, από τη μία πλευρά, και ο γιατρός Ορέλιο από την άλλη αποτελούν δύο κόσμους αντίρροπους και μάλλον άνισους. Ο Δήμαρχος, λόγω του αξιώματός του, εκπροσωπεί την άρχουσα τάξη, την ίδια την πόλη (-στείλε τον λογαριασμό -Σε σένα ή στην πόλη; -το ίδιο είναι) και κατά συνέπεια, η εξουσία του δεν μπορεί να αμφισβητηθεί εύκολα ή να ανατραπεί. Η περίπτωση του Ορέλιο από την άλλη είναι περίπλοκη. Το επάγγελμα του επιστήμονα προσδίδει αναμφισβήτητα στον Ορέλιο μια κάποια κοινωνικοοικονομική εξουσία, συνεπώς σχετικά υψηλό status quo. Μολοταύτα, οι αναφορές «οδοντίατρος χωρίς δίπλωμα» και «δεν είχε και κανένα γιατρό η πόλη», όπως εμφανίζονται στο κείμενο, «αφαιρούν» από τον Ορέλιο μεγάλο μέρος του κύρους και της δύναμής του, με αποτέλεσμα να φαντάζει στα μάτια των αναγνωστών σαφώς υποδεέστερος του Δημάρχου.

Ας μελετήσουμε όμως πιο προσεκτικά τις κινήσεις των δύο χαρακτήρων και τις σχέσεις εξουσίας που αναπτύσσονται. Αρχικά, ο Δήμαρχος επισκέπτεται το οδοντιατρείο, και με την εξουσία που του προσδίδει η θέση που κατέχει, θεωρεί δεδομένο ότι ο γιατρός θα τον δεχτεί. Εξάλλου κανείς δε θα μπορούσε να αρνηθεί τις προσταγές ενός ηγεμόνα. Η απάντηση του Εσκοβάρ όμως δεν είναι αυτή που θα περίμενε ο Δήμαρχος. Η αναπάντεχη άρνηση του γιατρού να δεχτεί τον πελάτη αποτελεί μια επαναστατική μορφή αντίστασης στην εξουσία. Αν και αξιοσημείωτη σαν προσπάθεια, η αντίσταση δεν ολοκληρώνεται, μιας και ο Δήμαρχος αντιδρά και χρησιμοποιεί κάθε δυνατό μέσο που διαθέτει με σκοπό να καταστείλει την αντίσταση και να διατηρήσει τη δύναμή του ανέπαφη (θα σε σκοτώσει). Με την απειλή του όπλου, ο οδοντίατρος τελικά συμβιβάζεται και επιτρέπει στον ασθενή να εισέλθει στο ιατρείο του. Στη συνέχεια όμως, και ενώ ο Δήμαρχος κάθεται στην πολυθρόνα του ασθενή, τα πράγματα αλλάζουν ξανά. Στον ιδιωτικό, παρασκηνιακό χώρο του ιατρείου και μακριά από τα φώτα της δημόσιας σφαίρας, οι σχέσεις εξουσίας αντιστρέφονται. Ο Δήμαρχος υπακούει στις εντολές του οδοντιάτρου και ο τελευταίος αποκτά πλήρη έλεγχο χρησιμοποιώντας όλα του τα εργαλεία- κυριολεκτικά και μεταφορικά- για να κυριαρχήσει. Πραγματοποιεί εξαγωγή φρονιμίτη χωρίς αναισθησία και προκαλεί πόνο στον ασθενή, που συμβολικά λειτουργεί ως τιμωρία για τους είκοσι θανάτους, οι οποίοι όπως υποννοεί ο Μάρκες, οφείλονται σε υπαιτιότητα του Δημάρχου. Στο σημείο αυτό, αξίζει να δούμε τη χρήση των εικόνων που πλάθει ο ίδιος ο συγγραφέας: η εικόνα του πονεμένου, ιδρωμένου Δημάρχου που σκύβει πάνω από το πτυελοδοχείο για να φτύσει σάλιο και αίμα, φέρνει στο νου έναν λαβωμένο αθλητή kick-boxing που παραδέχεται την ήττα του βουβά και αθόρυβα.

Προς το τέλος της ιστορίας όμως και παρά την προηγούμενη εικόνα, οι ισορροπίες μεταβάλλονται ξανά, με τον Δήμαρχο να στέκεται στα πόδια του και να φεύγει καμαρωτά υπενθυμίζοντας πάντα την κοινωνική του θέση. Κάπως έτσι, η ιστορία τελειώνει και ο Μάρκες μοιάζει να παραχωρεί την εξουσία στα χέρια του δυνατού. Μια εξουσία, η οποία, ελλείψει χωροταξικού και ιστορικού πλαισίου, αποκτά καθολικές ιδιότητες. Μπορεί να αναφέρεται δηλαδή σε οποιονδήποτε δυνάστη ή εξουσιαστή που καταστρατηγεί και αστυνομεύει τα δικαιώματα των αδυνάτων. Αλλά δε μένει μόνο εκεί. Ο υποψιασμένος αναγνώστης μπορεί να διακρίνει ότι ο Μάρκες κλείνει πονηρά το μάτι για το δυνάμει βραχυπρόθεσμο ταξίδι της. Μία απ’ αυτές τις μέρες μπορεί οι δυνατοί να έχουν το πάνω χέρι. Σε μία από τις επόμενες μέρες όμως, όλο και κάτι μπορεί να αλλάξει.

 

_

γράφει ο Σπύρος Χαιρέτης

 

___________

Βιβλιογραφία

Scott, J. (1990). Domination and the Arts of Resistance: Hidden Transcripts. New Haven, Connecticut: Yale University Press.

Scott, J. (1985). Weapons of the Weak: Everyday forms of peasant resistance. New Haven, Connecticut: Yale University Press.

 

 

[1] Η ιστορία Μία απ’ αυτές τις μέρες εκδόθηκε το 1962 μαζί με άλλες 7 ιστορίες-δοκίμια υπό τον τίτλο Η κηδεία της Μεγάλης Μάμα (Los funerales de la Mamá Grande).

[2] Στο σημείο αυτό, αξίζει να σημειωθεί ότι το συνολικό έργο του Τζέιμς Σκοτ έχει επηρεαστεί σημαντικά τόσο από τον Έρικ Χόμπσον και τον Έντουαρντ Πάλμερ Τόμσον όσο και από τον Μισέλ Φουκώ.

Ακολουθήστε μας

Πολιτισμικό θέαμα και ελληνική ταυτότητα

Πολιτισμικό θέαμα και ελληνική ταυτότητα

γράφει η Παναγιώτα Μπαϊράμη Οι σύγχρονες πολιτικές μεταβολές αντανακλώνται αναπόφευκτα στον αξιακό κοινωνικό κώδικα. Η νεοπαγής κουλτούρα –καταναλωτική και ατομικιστική- πλάθεται μέσω του καταλυτικού ρόλου του τύπου -ειδικά της τηλεόρασης- στη βάση ενός σύγχρονου...

Ρεαλιστικές και Νατουραλιστικές πτυχές στο διήγημα του Γκυ Ντε Μωπασάν «Το κρεβάτι 29»

Ρεαλιστικές και Νατουραλιστικές πτυχές στο διήγημα του Γκυ Ντε Μωπασάν «Το κρεβάτι 29»

γράφει η Παναγιώτα Μπαϊράμη Οι απόπειρες λογοτεχνικής καταγραφής της κοινωνικής πραγματικότητας της δεύτερης πεντηκονταετίας του 19ου αιώνα αναδεικνύουν στο λογοτεχνικό προσκήνιο το ρεαλισμό ως γενικότερη τάση εκτεινόμενη στο σύνολο της καλλιτεχνικής δημιουργίας και...

Ακολουθήστε μας στο Google News

Διαβάστε κι αυτά

Ρεαλιστικές και Νατουραλιστικές πτυχές στο διήγημα του Γκυ Ντε Μωπασάν «Το κρεβάτι 29»

Ρεαλιστικές και Νατουραλιστικές πτυχές στο διήγημα του Γκυ Ντε Μωπασάν «Το κρεβάτι 29»

γράφει η Παναγιώτα Μπαϊράμη Οι απόπειρες λογοτεχνικής καταγραφής της κοινωνικής πραγματικότητας της δεύτερης πεντηκονταετίας του 19ου αιώνα αναδεικνύουν στο λογοτεχνικό προσκήνιο το ρεαλισμό ως γενικότερη τάση εκτεινόμενη στο σύνολο της καλλιτεχνικής δημιουργίας και...

Χάμστερ, κλουβί και ρόδα

Χάμστερ, κλουβί και ρόδα

Ένας σοφός είπε κάποτε, πως στην ανθρώπινη κοινωνία θα μπορούσες να παραλληλίσεις τον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά με ένα διαφορετικό ζώο. Πόση αλήθεια μπορεί να χωρέσει μέσα σε ένα τόσο μικρό απόφθεγμα και πόσο θα μας βοηθούσε, εάν μπορούσαμε να διακρίνουμε το ζώο πίσω από...

Γράψε – σβήσε

Γράψε – σβήσε

Με μολύβι, μου έλεγαν, γράφε! Αν κάνεις έτσι το παραμικρό λάθος, με τη σβήστρα σου μπορείς και να το σβήσεις, χωρίς κανείς να καταλάβει το λάθος σου αυτό. Και έτσι, από μικρή αγάπησα το στυλό.  Φρόντιζα κι έπαιρνα στυλό σε όλα τα χρώματα. Στυλό σε κλασσικό και...

0 σχόλια

0 Σχόλια

Υποβολή σχολίου