Δήμητρα Ιωάννου
«Ο χορός της Θεάς»
Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ
–
γράφει ο Άγγελος Πετρουλάκης
–
Επτά σελίδες σημειώσεων χρειάστηκα για να προσπελάσω το νέο μυθιστόρημα της Δήμητρας Ιωάννου «Ο χορός της θεάς». Ήδη από τις πρώτες σελίδες αντιλήφθηκα ότι έχω να κάνω με την Ελληνίδα Ντάν Μπράουν (Κώδικας ντα Βίντσι), σε μια εκδοχή που έχει να κάνει με τις Ελληνικές Αρχαιότητες και την συνεχή αντιπαλότητα των αρχαιοκαπήλων με τους αρχαιολόγους και το κράτος.
Οι διαφορές με τον Μπράουν, όμως, είναι μεγάλες, και στο τι εκφράζουν τα πρόσωπα και στο αντικείμενο του μυθιστορήματος και στην πλοκή. Στην δε θέση τού Καθηγητή Ρόμπερτ Λάνγκτον, βρίσκεται μια νεαρή αρχαιολόγος, που πρώτα ζητά να λύσει το μυστήριο της δολοφονίας τού διάσημου αρχαιολόγου πατέρα της, και στην συνέχεια να πάρει την εκδίκησή της.
Η δεύτερη σκέψη μου είχε κέντρο τον περιώνυμο Γερμανό αρχαιοκάπηλο Γκέριγκε που στην δεκαετία τού ’80 είχε ρημάξει τα ελληνικά μουσεία με την συνεργασία δεκάδων Ελλήνων ενθοπροδοτών, μεταξύ τών οποίων και κάποιου Πασπαράκη που είχε κόψει στα δυο την εικόνα τού Ελκόμενου από την ομώνυμη ιστορική εκκλησία τής Μονεμβασιάς.
Συνήθως καταφερόμαστε κατά των ξένων, όπως ο Έλγιν, που ρήμαξαν την ελληνική ύπαιθρο, αλλά και οι Έλληνες δεν πήγαν πίσω. Οι δημοπρασίες σε γκαλερί του εξωτερικού, όπως η διάσημη «Σόθμπι ‘ς», αποδεικνύουν το μέγεθος του φάσματος, που ως κατάρα συνόδευε τις Ελληνικές Αρχαιότητες.
Η Δήμητρα Ιωάννου, καλή κάτοχος της Αρχαιολογίας, αφού έχει σπουδάσει στην Αρχαιολογική Σχολή τού Πανεπιστημίου Αθηνών, δημιουργεί μια εξαιρετική μυθοπλασία στη βάση αστυνομικού μυθιστορήματος, προσφέροντας, παράλληλα, στον αναγνώστη ένα πλήθος στοιχείων για τις ελληνικές αρχαιότητες, αλλά και για την θρησκεία στην Αρχαία Ελλάδα.
Απολαυστικό ως μυθιστόρημα, καλοδουλεμένο μέχρι την τελευταία του λέξη, η οποία λέξη, μας βάζει στην υπόνοια πως μάλλον θα υπάρξει συνέχεια, αφού κάποιοι λογαριασμοί μένουν ανοιχτοί.
Τελειώνοντας την ανάγνωση του βιβλίου, μου γεννήθηκε ο προβληματισμός του τι θα έπρεπε να γράψω. Εάν παρουσίαζα την υπόθεση, θα στερούσα από τον αναγνώστη την χαρά να το ανακαλύψει μόνος του, θα του στερούσα το στοιχείο τής αγωνίας που οι συνεχείς ανατροπές τού επιφυλάσσουν.
Τελικά αποφάσισα να δώσω ελάχιστα στοιχεία.
Ένας διακεκριμένος Καθηγητής Αρχαιολογίας δολοφονείται λίγο πριν δώσει μια σημαντική διάλεξη, μπροστά στα μάτια τής κόρης του, επίσης αρχαιολόγου. Ένα τεράστιο «γιατί» αναφύεται. Από την αρχή, οι υπόνοιες, οδηγούν σε μια σημαντικότατη ανακάλυψη του Καθηγητή, που κάποιοι είχαν τεράστιο συμφέρον να την αποκτήσουν και να μην φτάσει ποτέ στις αίθουσες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου.
Στο σημείο αυτό, η συγγραφέας, θα δώσει το πορτρέτο τού Καθηγητή, έξω από τις πανεπιστημιακές αίθουσες. Νυμφευμένος με μια γυναίκα, που δεν επικοινωνούσε μαζί της (ήταν η υπηρέτρια του αρχοντικού της οικογένειας) με την οποία απόκτησε την Νίκη, την χαρισματική κόρη, που ακολούθησε τα βήματά του.
Όμως το κενό τής συζύγου, ο Καθηγητής Νικηφόρος Έξαρχος το κάλυψε συνδεόμενος με μια άλλη γυναίκα στο Λονδίνο, με την οποία απόκτησαν επίσης μια κόρη. Οι δυο γυναίκες – μητέρες έχουν ενσταλάξει στην ψυχή των θυγατέρων τους μια αμοιβαία αντιπάθεια. Η δολοφονία, όμως, του πατέρα τους, τις φέρνει πιο κοντά. Ανάμεσά τους θα ανακύψει ένα ερωτηματικό: Θα μπορέσουν άραγε να κλείσουν την ψαλίδα που τις χωρίζει;
Δίπλα στις δυο αδελφές θα υπάρξουν άντρες που θα διεκδικήσουν τον έρωτά τους, αλλά με ερωτηματικά. Όλοι τους καλούνται να αντιμετωπίσουν, όχι μόνο τον, ή τους δολοφόνους, αλλά μια σειρά ενεργειών τού Καθηγητή Νικηφόρου Έξαρχου, που είχαν σκοπό να προφυλάξουν το εύρημα από τα νύχια τών αρχαιοκάπηλων.
Τα δείγματα αρχαιογνωσίας τής Δήμητρας Ιωάννου είναι ιδιαίτερα ισχυρά και δεν αναφέρομαι στο στήσιμο της μυθοπλασίας. Η φαντασία είναι χαρακτηριστικό των περισσότερων συγγραφέων. Ελάχιστοι την αρνούνται. Αναφέρομαι στη μαεστρία με την οποία κεντά τα αρχαία κείμενα (Ομηρικοί Ύμνοι) με την πραγματικότητα. Όπως επίσης πολύ θετικό είναι πως, τα πρόσωπα τα οποία χρησιμοποιεί, δεν τα φορτώνει με χαρισματικές ιδιότητες, αλλά τα κρατά σε ένα επίπεδο οικείο με τον ρεαλισμό τής καθημερινότητας. Τα πρόσωπά της δεν σκέφτονται όπως ένας ιδιοφυής αστυνομικός, αλλά βγάζουν από το οπλοστάσιό τους τις γνώσεις τους για την Αρχαία Ελλάδα και την κοινή λογική.
Η αφήγηση είναι γραμμική και αυτό είναι κάτι που βοηθά τον αναγνώστη. Οι ανατροπές που έρχονται προς το τέλος τού βιβλίου, είναι όχι απλά καταλυτικές, αλλά και λυτρωτικές.
Η Δήμητρα Ιωάννου δημιούργησε ένα καταπληκτικό μυθιστόρημα, ελκυστικότατο, λεπτοδουλεμένο, που την καταξιώνει ως γνήσια δημιουργό, ευφυέστατη και παραγωγική.
Μόνο καλά λόγια τής πρέπουν…
0 Σχόλια