Διαβάζοντας το βιβλίο «Ο χορός της φωτιάς» της Εύης Δουργούτη

Γράφει ο Θεόφιλος Γιαννόπουλος   Το βιβλίο «Ο χορός της φωτιάς» της συγγραφέως Εύης Δουργούτη που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πνοή, ξεκινά κάνοντάς μας από τις πρώτες ακόμη σελίδες του, κοινωνούς κάποιων αρκετά σοβαρών μυστικών. Αρχικά, μας παρουσιάζεται μια ηλικιωμένη γυναίκα η οποία ζει σ’ ένα χωριό λίγο έξω από το Σουφλί του Έβρου, να […]
- 28.08.2022 -

Γράφει ο Θεόφιλος Γιαννόπουλος

 

Το βιβλίο «Ο χορός της φωτιάς» της συγγραφέως Εύης Δουργούτη που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πνοή, ξεκινά κάνοντάς μας από τις πρώτες ακόμη σελίδες του, κοινωνούς κάποιων αρκετά σοβαρών μυστικών.

Αρχικά, μας παρουσιάζεται μια ηλικιωμένη γυναίκα η οποία ζει σ’ ένα χωριό λίγο έξω από το Σουφλί του Έβρου, να σκουπίζει τη μικρή της βεράντα. Μάλιστα, παρά τα σχεδόν ενενήντα χρόνια της ζωής της, «το μυαλό της συνέχιζε να δουλεύει και κυρίως να θυμάται (…) Πολλές φορές παρακαλούσε να ξεχάσει, να βυθιστεί με ανακούφιση στη λήθη και ν’ ανασάνει επιτέλους ελεύθερα»[1].

Και πάνω που είναι βυθισμένη στις σκέψεις της αναλογιζόμενη το παρελθόν, χτυπά το τηλέφωνό της. Στην άλλη άκρη της γραμμής ακούγεται αναστατωμένη η φωνή της πρώτης της κόρης: «Έφυγε, μαμά, έφυγε! Το κοριτσάκι μου τα μάζεψε κι έφυγε!»[2] φωνάζει πανικοβλημένη, για να συμπληρώσει κατόπιν πως «(…) αν έρθει σ’ εσένα; Υποσχέσου μου ότι δεν θα μιλήσεις αν έρθει εκεί. Τώρα!»[3].

Εντέλει, εκείνη την καθησυχάζει πως δεν πρόκειται να πει τίποτε στην εγγονή της. Κι αυτό το «τίποτε» είναι που καταφέρνει να ρίχνει λάδι στην φωτιά της αγωνίας μας σχετικά με το ακριβό μυστικό που κρύβεται πίσω από την σύντομη συζήτησή τους.

Στην συνέχεια έρχεται στο προσκήνιο η ζωή της πρώτης της κόρης, της Παναγιώτας. Η οικογένειά της περνούσε μια ανέμελη και άνετη ζωή κατά την διάρκεια που ζούσε ο άντρας της, ο Κοσμάς. Έκαναν την μοναχοκόρη τους, την Ευτυχία, σε κάπως προχωρημένη ηλικία, κι όπως ήταν λογικό της είχαν τεράστια αδυναμία.

Ο Κοσμάς μέχρι τότε διατηρούσε στη Νέα Σμύρνη κατάστημα με είδη προικός. Ήταν συνεχώς χαμογελαστός και εξυπηρετικότατος στους πελάτες. Σε συνδυασμό μάλιστα με την άριστη ποιότητα του εμπορεύματός του, είχε καταφέρει να εξασφαλίσει την προτίμηση των πελατών της περιοχής.

Όλα αυτά όμως, μέχρι που ο Κοσμάς καταρρέει ξαφνικά στο μαγαζί του, νιώθοντας έναν αιφνίδιο πόνο στο στήθος. Ως να καταφθάσει μάλιστα το ασθενοφόρο, έχει ήδη αφήσει την τελευταία του πνοή…

Όταν συνέβη αυτό, η Ευτυχία ήταν δώδεκα χρονών.

Δυστυχώς οι μέρες που ακολουθούν βυθίζουν τόσο την ίδια όσο και την μητέρα της, Παναγιώτα, ολοένα και περισσότερο στις δυσκολίες της ζωής.

Τον πρώτο καιρό ωστόσο προστρέχει κοντά τους «(…) στην Αθήνα η γιαγιά Μαρίκα, η μαμά της Παναγιώτας, που πρώτη φορά στη ζωή της έβλεπε η Ευτυχία. Είχε ακούσει μόνο ελάχιστα πράγματα γι’ αυτήν και για τον παππού Σταμάτη που είχε πεθάνει οκτώ χρόνια πριν».[4]

Όταν  όμως η Παναγιώτα βλέπει την γιαγιά Μαρίκα να έρχεται ολοένα και περισσότερο κοντά με την Ευτυχία, νιώθει να χτυπά μέσα της το κουδουνάκι του κινδύνου. Τότε, δίχως περιστροφές της ζητά να φύγει και να γυρίσει πίσω στο χωριό. Της μιλάει μάλιστα ευθαρσώς, γεμάτη θυμό για τους ενδόμυχους φόβους της: «Εμένα γιατί μου φαίνεται πως προσπαθείς να προσεγγίσεις την κόρη μου για να της πεις αυτά που θες;»[5]

Κατόπιν, στο κάδρο της ιστορίας μπαίνει και μία άλλη γυναίκα, η 33χρονη Γεωργία. Η πρώτη εικόνα που έχουμε από αυτήν είναι να κοιτάζει «άφωνη τις δυο ροζ γραμμούλες. Το μυαλό της αδυνατούσε να συνειδητοποιήσει τι σημαίνει αυτό. ‘Είναι θετικό; Δεν μπορεί να μου συμβαίνει κάτι τέτοιο! Όχι έτσι, όχι τώρα!’»[6]

Στη συνέχεια ξετυλίγεται μπρος μας με κάθε σημαντική λεπτομέρεια το κουβάρι της ζωής της. Κι όπως στην πρώτη περίπτωση που γνωρίσαμε παραπάνω, έτσι κι εδώ, γινόμαστε μάρτυρες ενός καλά κρυμμένου μυστικού, το οποίο κρατούσε μέσα της δίχως να το εξομολογηθεί ούτε καν στον ίδιο της τον άντρα: «Είχε βάλει τους γονείς της πριν από τον γάμο της να της υποσχεθούν πως δε θα του το έλεγαν ποτέ, κι εκείνοι είχαν συμφωνήσει»[7].

Καθ’ όλη τη διάρκεια της εξέλιξης του μυθιστορήματος, ένιωσα πως η μοίρα των πρωταγωνιστών είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα μυστικά,  τις ελπίδες, τους αγώνες και τα όνειρά τους. Συμπαρασύροντάς τους σ’ έναν απρόβλεπτο χορό της φωτιάς.

Όπως ακριβώς υποδηλώνει δηλαδή και ο τίτλος του βιβλίου.

Προσωπικά, απόλαυσα τον γλαφυρό τρόπο εξιστόρησης της συγγραφέως καθώς και το «χτίσιμο» της προσωπικότητας του εκάστοτε πρωταγωνιστή, όπως και των καταστάσεων που μας μεταφέρονται στο έργο της. Όλα τους μας μεταφέρουν μια οικεία αίσθηση, πως όσα βιώνουμε στις σελίδες του έργου, συμβαίνουν δίπλα μας, μέσα στο καθημερινό μας κύκλο, κάνοντάς μας συμμέτοχους στον ψυχοφθόρο αγώνα τους.

Σας εύχομαι καλή ανάγνωση!

 

[1] Σελ. 7 «Ο χορός της φωτιάς» της Εύης Δουργούτη, Εκδόσεις Πνοή, 2018

[2] Σελ. 10«Ο χορός της φωτιάς» της Εύης Δουργούτη, Εκδόσεις Πνοή, 2018

[3] Σελ. 10«Ο χορός της φωτιάς» της Εύης Δουργούτη, Εκδόσεις Πνοή, 2018

[4] Σελ. 17-18 «Ο χορός της φωτιάς» της Εύης Δουργούτη, Εκδόσεις Πνοή, 2018

[5] Σελ. 19 «Ο χορός της φωτιάς» της Εύης Δουργούτη, Εκδόσεις Πνοή, 2018

[6] Σελ. 36 «Ο χορός της φωτιάς» της Εύης Δουργούτη, Εκδόσεις Πνοή, 2018

[7] Σελ. 53 «Ο χορός της φωτιάς» της Εύης Δουργούτη, Εκδόσεις Πνοή, 2018

0 Σχόλια

Υποβολή σχολίου