–
γράφει η Λεύκη Σαραντινού
–
Με το νέο της βιβλίο “Το άλλο μισό”, η Ελένη Κεκροπούλου αφήνει στην άκρη αυτή τη φορά τις ιστορικές αναζητήσεις, τις οποίες μέχρι τώρα συνδύαζε άψογα με τη λογοτεχνία, και αποφασίζει να βουτήξει κατευθείαν στα άδυτα της ψυχής των παντρεμένων ζευγαριών. Συγκεκριμένα, επιλέγει στο παρόν πόνημα να ασχοληθεί με το θέμα της μοιχείας, ένα φαινόμενο που δεν είναι πλέον διόλου ασυνήθιστο στην ελληνική- και όχι μόνο-κοινωνία, επί του παρόντος, αλλά και στην κρίση που ομολογουμένως μαστίζει σήμερα τον κάποτε ιερό αλλά παραμελημένο και παρεξηγημένο στις μέρες μας θεσμό του γάμου.
Διαβάζοντας τα παραπάνω κάποιος θα περίμενε ότι το συγκεκριμένο βιβλίο δεν θα ήταν τίποτε παραπάνω από άλλο ένα άρλεκιν, άλλο ένα “ελαφρύ” ρομάντζο, σαν εκείνα που τόσο συχνά εκδίδονται στις μέρες μας.
Διαψεύδοντας όμως τις εκτιμήσεις όσων βιαστούν να χαρακτηρίσουν το πόνημα χωρίς να το διαβάσουν, η Ελένη Κεκροπούλου καταφέρνει να σχηματίσει μία πλήρη, όσο και λεπτομερέστατη “ακτινογραφία” της ψυχής και των πιο μύχιων σκέψεων μιας σημερινής παντρεμένης γυναίκας η οποία επωμίζεται ταυτόχρονα τους πολλαπλούς ρόλους της συζύγου, της μητέρας, της νοικοκυράς και της εργαζόμενης.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση η γυναίκα αυτή είναι η Τζένη, μια πενηντάχρονη γυναίκα άξια και επιτυχημένη, τόσο στο οικογενειακό, όσο και στο επαγγελματικό κομμάτι της ζωής της , την οποίας, επιπροσθέτως, το κάλλος της νεότητας δεν έχει ακόμη εγκαταλείψει. Παρά τα αδιαμφισβήτητα προσόντα της όμως και την αφοσίωσή της στον μεσήλικα σύζυγο, η Τζένη θα ανακαλύψει με οδυνηρό τρόπο μετά από τριάντα ολόκληρα χρόνια γάμου ότι δεν μπορεί να συναγωνιστεί επί ίσοις όροις μία γυναίκα που έχει ακόμη σύμμαχό της τη νιότη και η οποία έχει βάλει δυστυχώς στο στόχαστρο για προσωπικούς της λόγους τον σύζυγό της.
Ο αγώνας αυτός είναι άνισος και χαμένος από χέρι και η συγγραφέας μας αποκαλύπτει βήμα προς βήμα όλες τις σκέψεις, τα διλήμματα, τα διφορούμενα συναισθήματα, τις υποχωρήσεις και τους λανθασμένους χειρισμούς που ταλανίζουν το ζευγάρι εν μέσω μίας τέτοιας κατάστασης- τόσο τον απατημένο όσο και τον μοιχό-, αλλά και τα ψέματα που θα εμφιλοχωρήσουν αναπόφευκτα ανάμεσα στους συζύγους και θα γκρεμίσουν μία παγιωμένη σχέση εμπιστοσύνης σαν πύργο από τραπουλόχαρτα.
Τους δύο βασικούς πρωταγωνιστές-τους συζύγους- πλαισιώνουν κι άλλοι χαρακτήρες, στις επιμέρους ιστορίες των οποίων οι αναγνώστες οπωσδήποτε θα ανακαλύψουν στοιχεία ταύτισης.
Τελικά μπορεί να κρυφτεί η αλήθεια; Κι αν ναι για πόσο; Είναι άραγε σωστό να κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας και να μην έχουμε το θάρρος να την αντικρίσουμε κατάματα; Πόσο κακό κάνει η αναποφασιστικότητα σε μια τέτοια κατάσταση και η μη ανάληψη των ευθυνών που μας αναλογούν; Μήπως εν τέλει η παθητικότητα και η υποχωρητικότητα βλάπτουν αντί να ωφελήσουν; Σε τέτοια ερωτήματα επιχειρεί να δώσει απάντηση η συγγραφέας και να φωτίσει πολύπλευρα το ακανθώδες ζήτημα. Το μόνο σίγουρο είναι πάντως ότι για όλους μας υπάρχει μία θέση στον ήλιο, αρκεί όμως να μην θέλουμε να την αρπάξουμε από τους άλλους.
Το πόνημα το απογειώνει η μεγάλη συγγραφική εμπειρία της εκδότριας, επιμελήτριας και μεταφράστριας Ελένης Κεκροπούλου με τη χρήση μιας γραφής που κυλάει αβίαστα, όπως τα νερό στο αυλάκι, μιας γραφής λιτής και απέριττης, που χρησιμοποιεί όμως που και που ενδιαφέρουσες όσο και ασυνήθιστες λέξεις και που αποκτά ενίοτε μία κάπως ειρωνική και αποφθευγματική χροιά. Οι σκόρπιες αναφορές στη σοφία των αρχαίων Ελλήνων, καθώς και ο μύθος του ανδρόγυνου από το Συμπόσιο του Πλάτωνα μαρτυρούν την μεγάλη παιδεία της συγγραφέως στην οποία γίνεται κοινωνός και ο αναγνώστης. Το δυνατό του σημείο είναι αναμφισβήτητα η γρήγορη όσο και αναπάντεχη πολλές φορές εξέλιξη της υπόθεσης που καθηλώνει τον αναγνώστη, καθώς και το ψυχογράφημα των ηρώων.
0 Σχόλια