
γράφει η Παναγιώτα Μπαϊράμη
Η, συμβατικά οριζόμενη ως δεύτερη φάση της μεταπολίτευσης, δεκαετία του ΄80, που οφείλει τη φυσιογνωμία της στην πρωτόγνωρη της εποχής μεταβατικότητα, αποπειράται να συνθέσει κοινωνικές ταυτότητες συμπλέκοντας -καινοφανώς για τα ελληνικά δεδομένα- ενιαία μαζική κουλτούρα και πολιτική ή ευρύτερα πολιτισμική συμπεριφορά. Την ανίχνευση της δομικής αυτής μετάβασης αποτυπώνει το ιστορικό πλέον Πάρτυ στη Βουλιαγμένη. Ο σχεδιασμός, η σκηνοθετική προσέγγιση, η αθρόα προσέλευση του κοινού, η απόπειρα αποκωδικοποίησής του από τον συγκαιρινό τύπο αποτελούν διακριτούς ερμηνευτικούς δείκτες της αποτύπωσης.
Ο εμπνευστής της ανεπανάληπτης εκδήλωσης Λουκιανός Κηλαηδόνης αναβίωσε ένα τρόπο διασκέδασης που, μολονότι χρονικά παρωχημένος, απέκτησε νέα οπτική. Παρείχε δυνατότητα να απεγκλωβιστεί η πολιτισμική εκδήλωση από την πολιτική, στρατευμένη, κατ’ επέκταση οριοθετημένη υπόσταση, αλλά και τις συναφείς τεχνικές που της είχε προσδώσει η μεταπολίτευση. Το Πάρτυ μετατόπισε τον γεωγραφικό χώρο πραγματοποίησης μιας μαζικής εκδήλωσης από τον συναρτώμενο με πολιτικές συνδηλώσεις χώρο του σταδίου στον φυσικό της Βουλιαγμένης, αλλά κυρίως απάλυνε τις όποιες πολιτικοκοινωνικές ετερότητες προτείνοντας, αντί αγωνιστικής εμψύχωσης, την ατομική ευδαιμονία, την εξατομίκευση. Η έκρηξη της σωματικότητας εξυπηρετήθηκε από την επιλογή του χώρου, αφού οι παριστάμενοι δεν εγκλωβίζονταν στατικά στην κερκίδα αλλά χόρευαν, κολυμπούσαν, ή ατένιζαν απλώς το φεγγάρι.
Ο δημιουργός δεν στοχοθέτησε τη διοργάνωση μιας συναυλίας απευθυνόμενης σε συγκεκριμένη ομάδα με διαφοροποιητικά χαρακτηριστικά. Στο σημείο αυτό έγκειται και η πρόδηλη διαφορά του εν λόγω Πάρτυ από εκείνου του Γούντστοκ, που απευθυνόταν σε συγκεκριμένες ταυτότητες στη γενιά των χίπις. ο Κηλαηδόνης κατέθεσε μια άρτια σκηνοθετημένη πρόταση στην οποία η μουσική, συζευγνύοντας διαφορετικά ακούσματα (από ροκ έως και παραδοσιακά), ήταν ο δίαυλος για να διαμορφώσει το άτομο προσωπικό ύφος ή τον εσώτερο κόσμο του. Η κινηματογράφηση και η αξιοποίηση της σύγχρονης τεχνογνωσίας ώθησε τους συντελεστές να εργαστούν ακαταπόνητα, ώστε να ανταποκριθούν στις υψηλές προδιαγραφές που απαιτεί η, μόλις ανατέλλουσα στα ελληνικά δεδομένα, κοινωνία του θεάματος. Η εμπειρία μιας τέτοιας πρωτόγνωρης πολιτισμικής εμπειρίας καταγράφει την ανάγκη ανανέωσης των ισχυόντων πολιτισμικών τρόπων διασκέδασης εγγράφοντάς την στις συγκαιρινές τεχνολογικές δυνατότητες και συσχετίζει το πλήθος των νέων ερεθισμάτων με το εύρος και την πλουραλιστική σύμπραξη επιμέρους τεχνών στα πλαίσια μιας παράστασης.
Η αναγκαιότητα της μετάβασης από μια συλλογική αντίληψη στρατευμένης διασκέδασης στην ατομική συνείδησή της επιβεβαιώνεται από την απροσδόκητα μεγάλη προσέλευση. Η συμμετοχή ενός κοινού που δεν διέπεται από γνωρίσματα ομοιογένειας ξεπέρασε τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις. Και ακριβώς αυτή η ετερογένεια ως προς την ηλικία, τα βιώματα, τις πεποιθήσεις ή τους στόχους είναι ατράνταχτη απόδειξη της παλλαϊκής επιθυμίας για αποτίναξη της διασκέδασης από πρότερες άτυπες δεσμεύσεις, για απενοχοποίηση του ευδαιμονισμού. Είναι ταυτόχρονα αποδεικτική του καθοριστικού ρόλου των μέσων ενημέρωσης στη διαμόρφωση και αναπαραγωγή μαζικής κουλτούρας. Η απευθείας από το ραδιόφωνο μετάδοση καλλιέργησε φιλοπερίεργη διάθεση κινητοποιώντας πλήθος κόσμου να συναπολαύσει την εμπειρία.
Η μετατόπιση από τη συλλογική πολιτισμική κατανάλωση στην ατομική, αν και έγινε ορατή, ερμηνεύτηκε αμφίσημα από τον τύπο της εποχής. Η διττή ερμηνευτική προοπτική αποδίδει ένα ιστορικό μεταίχμιο, όπου τα σημάδια της ανανέωσης καθίστανται μεν εμφανή εν τη γενέσει τους, η εσωτερίκευσή τους ωστόσο δεν είναι ακόμη καθολική. Η αδυναμία να αποκωδικοποιηθεί μονοσήμαντα το νέο είδος δρώμενου, να αποσπαστεί από πολιτικά συμφραζόμενα και να συσχετιστεί με την ταυτότητα της νεωτερικής κουλτούρας, που βασίζεται στα ετερόκλητα και νεοεμφανιζόμενα σύγχρονα ερεθίσματα, συνιστά ίσως ένα είδος κατά «Μπρεχτ» αποστασιοποίησης.
Όσοι «πήγαν μια βόλτα στη Βουλιαγμένη», 25η Ιουλίου 1983, απόλαυσαν βραδιά μοναδική, αγνοώντας ή αδιαφορώντας για μελλοντικές της προεκτάσεις. Όσοι «πάνε» -νοερά πλέον, δια της τηλεοπτικής μνήμης- απολαμβάνουν στην παράσταση τον τρόπο που αποτυπώνει εναργώς το στίγμα μιας, έστω βραχύβιας αλλά πολλαπλά μεταβαλλόμενης, ιστορικής περιόδου.
_____
Πηγές:
Βαμβακάς, Β., Παναγιωτόπουλος, Π. (επιμ.) (2014). Η Ελλάδα στη Δεκαετία του ΄80. Κοινωνικό, Πολιτικό και Πολιτισμικό Λεξικό (σσ. 66-76, 171-173, 194-200, 208-209, 235-238, 267-271, 280-282, 410-413, 420-423, 443-445, 458-459, 495-501, 509-510, 515-517, 531-534, 539-542, 549-552, 582-584, 619-626, 629-631, 645-647 και 661-663). Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο.
Αρχείο ΕΡΤ, «Σαν παλιά φωτογραφία» Επεισόδιο 011 ΠΑΡΤΥ ΣΤΗ ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗ ανασυρόμενο από http://archive.ert.gr/55904/
0 Σχόλια