Ποια ήταν η Ευανθία Καΐρη και πώς κατάφερε να μορφωθεί σωστά σε μια εποχή που οι γυναίκες είχαν περιορισμένες επιλογές διαβίωσης; Γιατί την αποκάλεσαν «δέκατη μούσα»; Τι ζήτησε από τον Αδαμάντιο Κοραή και πώς κατάφερε να το αποκτήσει; Πώς μεταλαμπαδεύτηκαν οι ιδέες του Διαφωτισμού στο υπόδουλο γένος πριν την Επανάσταση του 1821; Ποιος ήταν ο Κωνσταντίνος Τόμπρας και πώς άνοιξε το τυπογραφείο του στις Κυδωνίες; Πόσο σημαντικό ήταν αυτό το βήμα για τη μόρφωση των συνανθρώπων του; Αυτά και άλλα ερωτήματα απαντώνται με αφορμή τη ζωή της Ευανθίας Καΐρη στο έκτο βιβλίο της σειράς «Μικρές Ιστορίες για Μεγάλα Γεγονότα».
Η Ευανθία Καΐρη (1799-1866), αδελφή του νεοέλληνα διαφωτιστή και φιλόσοφου Θεόφιλου Καΐρη, σπούδασε στη Σχολή των Κυδωνιών της Μικράς Ασίας (σημερινό Αϊβαλί) όπου δίδασκε ο αδελφός της, σε μια εποχή που η μόρφωση της γυναίκας ήταν κάτι ανέφικτο. Ήδη από τα δεκατρία της χρόνια μελετούσε αρχαία ελληνικά και μαθηματικά ενώ μάθαινε ιταλικά και γαλλικά. Το 1818 ανέλαβε τη διεύθυνση του Παρθεναγωγείου και άρχισε να γράφει λογοτεχνικά κείμενα, με τον «Νικήρατο» (1826) να θεωρείται το πρώτο θεατρικό έργο της νεότερης Ελλάδας. Με παρότρυνση του Αδαμαντίου Κοραή μετέφρασε βιβλία ηθικοπλαστικού περιεχομένου για μόρφωση των νεανίδων της εποχής από τα γαλλικά και το πνευματικό της επίπεδο εντυπωσίασε Ευρώπη και Ελλάδα. Το 1825 δημοσίευσε ανώνυμα ανοιχτή επιστολή-έκκληση προς τις γυναίκες της Ευρώπης να βοηθήσουν τη μαχόμενη Ελλάδα κι έτσι βοήθησε να γεννηθεί ένα σημαντικό ρεύμα φιλελληνισμού προς την πατρίδα της.
Την ιστορία της Ευανθίας Καΐρη μας παρουσιάζει σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση η στενή της φίλη, Θεανώ Ρήγου, η οποία έμενε στις Κυδωνίες κι εκεί γνωρίστηκαν όταν ήρθε η για να σπουδάσει. Είμαστε σε μια εποχή που η πόλη είχε αποκτήσει προνόμια κι ενώ δεν είχε πολλούς Τούρκους ήταν «λεύτερη σε μια ρωμιοσύνη σκλαβωμένη». Σε αυτόν τον ευλογημένο τόπο πρυτανεύει η μάθηση για να πάψει το σκοτάδι της αμάθειας και ο φόβος, καλλιεργείται ο σπόρος του κοινωνικού και εθνικού ξεσηκωμού και φωταγωγείται ο όπου γης ελληνισμός. Το κείμενο της Ιφιγένειας Μαστρογιάννη καταφέρει να αναβιώσει όλα αυτά τα γεγονότα με τρόπο εύληπτο και συναρπαστικό, ιδανικό για παιδιά από 10 ετών και πάνω αλλά φυσικά και για μεγάλους. Με μικρά κεφάλαια, σύντομα περιστατικά και ελάχιστους διαλόγους παρακολουθούμε από κοντά τη ζωή στα μικρασιατικά παράλια, τον ξεσηκωμό του Αδαμάντιου Κοραή, τη στάση των Μεγάλων Δυνάμεων απέναντι στον εθνικό απελευθερωτικό αγώνα του 1821 και ταυτόχρονα τα στεγανά της ίδιας αυτής κοινωνίας ως προς την ανατροφή των γυναικών. Τονίζεται πάντα και με κάθε ευκαιρία η αξία και η σημασία των γραμμάτων και της μόρφωσης ώστε να αποφεύγεται η τυφλή βία, η τυφλή υπακοή κ. ά. καθώς και άλλα σημαντικά διαχρονικά μηνύματα. Η εικονογράφηση του Φίλιππου Φωτιάδη, που έχει ήδη δώσει εξαίρετα δείγματα τέχνης στα προηγούμενα βιβλία της σειράς, αποτυπώνει με το δικό του στυλ τις οικογενειακές στιγμές της Ευανθίας δίνοντας αυτήν τη φορά έμφαση πιο πολύ σε εικόνες που συμβολίζουν μια ιδέα ή ένα νόημα παρά σε αποτύπωση της καθημερινότητας της δασκάλας. Λεπτομέρειες από αντικείμενα, γρφικές γειτονιές και οικεία αρχιτεκτονικά γνωρίσματα σε συστοιχίες σπιτιών, αντιγραφές υπογραφών όπως αυτή του Ρήγα Φεραίου ή των σελίδων τίτλου των βιβλίων συμπληρώνουν την ατμόσφαιρα μιας εποχής γεμάτης ιδέες και αναβρασμό.
Η Θεανώ είναι εντελώς αντίθετος χαρακτήρας από τη φίλη της, υποταγμένη, υπάκουη, σιωπηρή, κάπου μέσα της όμως σιγοκαίει η φλόγα της μάθησης και παύει να ονειρεύεται γάμους και αποκατάσταση, φέρνοντας τον πατέρα της στα όριά του. Εκείνη είναι που γεννάει στην Ευανθία τον σκοπό της ζωής της: «Θα μάθουμε γράμματα, οτιδήποτε κι αν κοστίσει. Και θα βοηθήσουμε όσα κορίτσια φέρει στον δρόμο μας ο Θεός να μάθουν κι εκείνα γράμματα» (σελ. 34). Τα σημαντικότερα γεγονότα της ζωής της Ευανθίας περνάνε μέσα από σύντομα, πλούσια και μεστά γραμμένα κεφάλαια με συναρπαστικές λεπτομέρειες που ζωντανεύουν την εποχή, τον τόπο, τους ανθρώπους (ανατρίχιασα με την παράθεση των αυθεντικών ιδιόχειρων επιστολών της Ευανθίας και του Κοραή), στοιχεία ενός πολιτισμού που καταστράφηκε από αντίποινα των Τούρκων όταν ξεσηκώθηκε η Ρούμελη και ο Μοριάς. Έτσι, τα δυο κορίτσια κατέφυγαν αρχικά στην Άνδρο και στη συνέχεια στη Σύρο, με την Επανάσταση να εξαπλώνεται αλλά να γεμίζει ο τόπος χήρες κι ορφανά την ίδια στιγμή που οι Μεγάλες Δυνάμεις αδιαφορούσαν και κώφευαν, εξ ου και η ευαίσθητη ψυχή της Ευανθίας την οδήγησε να γράψει τη σπαρακτική έκκληση προς τις φιλελληνίδες γυναίκες ώστε «να μάθουν, να νιώσουν την απόγνωση και τον πόνο του λαού μας».
Η σειρά «Μικρές Ιστορίες για Μεγάλα Γεγονότα» «είναι στραμμένη στους νεαρούς αναγνώστες και φιλοξενεί κείμενα με λογοτεχνική αφήγηση». Η κεντρική ιδέα κάθε βιβλίου είναι ένα πραγματικό γεγονός και η εξιστόρησή του οδηγεί στη μεγαλύτερη εικόνα της εποχής, των ιστορικών προσώπων και των πράξεών τους. Στο έκτο βιβλίο της σειράς μαθαίνουμε για την καθημερινότητα της μικρής Ευανθίας Καΐρη και του μικρασιατικού ελληνισμού πριν την Επανάσταση του 1821, καθώς και για τα ιδεώδη του Διαφωτισμού που οδήγησαν στον ξεσηκωμό. Στο τέλος του βιβλίου παρατίθεται σύντομο βιογραφικό σημείωμα της εμπνευσμένης αυτής γυναίκας που δίκαια της αποδόθηκε ο τίτλος της «δέκατης μούσας».
0 Σχόλια