Ευμορφία Καλύβα
Εκμαγείων μου “σπαράγματα”
_
γράφει ο Σίμος Ανδρονίδης
–
Το 2019, η ποιήτρια Ευμορφία Καλύβα, κυκλοφόρησε την ποιητική της συλλογή που εν προκειμένω φέρει τον τίτλο ‘Εκμαγείων μου Σπαράγματα’.
Ουσιαστικά, επρόκειτο για την πρώτη ολοκληρωμένη ποιητική της συλλογή, η οποία φέρει ένα έντονο υπαρξιακό πρόσημο, ευδιάκριτο ήδη από το πρώτο και ομώνυμο ποίημα της συλλογής Το οποίο συνδέεται διαλεκτικά με το δεύτερο ποίημα με τίτλο ‘Εκμαγείο Καρδιάς,’ ως προς το περιεχόμενο του ή αλλιώς, ως προς το νόημα που εκπέμπει.
Κατά την ποιήτρια, εάν δεν ‘ξεγυμνωθείς’ κάνοντας «θρύψαλα» το «εκμαγείο» που φοράς, εάν δεν ανοίξεις την καρδιά σου στον ‘Άλλον’ (να τη πάλι η έννοια του ‘Άλλου’ του Εμμανουέλ Λεβινάς), επιδιώκοντας να τον γνωρίσεις και κατ’ επέκταση να συνομιλήσεις μαζί του, καθίσταται εκ των προτέρων δύσκολο να γράψεις ποίηση ‘καρδιάς,’ ήτοι ποίηση ‘αληθινή.’ Άρα, στο δεύτερο ποίημα της συλλογής ο όρος ‘εκμαγείο’ κάλλιστα μπορεί να αντικατασταθεί από τον όρο ‘ποίηση.’
Γράφει χαρακτηριστικά η Ευμορφία Καλύβα στο πρώτο ποίημα: «Το εκμαγείο μου θρύψαλα έκανα αυτό που μου φόρεσαν σαν γεννήθηκα γυμνή και ξεδιάντροπη τριγυρνώ παρανοημένος περιπατητής πτωχευμένου παρόντος. Φορώ διάφανο παρένδυμα βαρύ κι ασήκωτο, απολιθωμένα όνειρα, κρυμμένα σε πέτρινα εκμαγεία. Τα συμπόνεσα κάποτε για το αιώνιο σχήμα τους. Σαν αντικρίσω όρια βάφομαι με ασημόσκονη αντί για τριαντάφυλλα. Μοιάζω με αστέρι φωτεινό, κάθε που περιμένεις κόκκινα τριαντάφυλλα να θαμπώνεσαι μη δεις τη γύμνια μου».[1]
Υπό αυτό το πρίσμα, θα υπογραμμίσουμε πως η ποιήτρια επιλέγει να φανερωθεί κατά πρόσωπο στον ή στους αναγνώστες, όντας πρόθυμη, αντί για εκμαγεία, να συζητήσει ξανά για όνειρα, δίχως να διακατέχεται από την οποιαδήποτε επιθυμία (έλλειψη επιθυμίας), να τα πραγματοποιήσει. Τουλάχιστον όλα. Κινούμενοι σε ένα θεωρητικό επίπεδο, θα στραφούμε στην ανάλυση της Γαλλίδας φιλοσόφου Κορίν Πελισσόν για το φιλοσοφικό έργο του Εμμανουέλ Λεβινάς.
Σε κάποιο σημείο της εμβριθούς ανάλυσης της, η Πελλισόν, υποστηρίζει πως «καταλαβαίνουμε γιατί ο Λεβινάς λέει συχνά ότι η ηθική με ξεβολεύει και πως αμφισβητεί την εξουσία μου και το δικαίωμα μου επί των πάντων».[2]
Να πως μπορεί να προκύψει μία από κάθε άποψη (και όχι μόνο από θεωρητική), συσχέτιση μεταξύ ποίησης και φιλοσοφίας. Ποιητικού και φιλοσοφικού λόγου. Εάν για τον Λεβινάς η «ηθική ξεβολεύει» (δηλαδή, φέρει ενώπιον δύσκολων παραδοχών, βοηθώντας το άτομο ή το υποκείμενο να πει ‘δεν είμαι ξεχωριστός’), τότε, για την Ευμορφία Καλύβα η μορφή λόγο που μπορεί να ‘ξεβολέψει’ ριζικά δεν είναι άλλη από την ποίηση. Μέσω της ποίησης κυριολεκτεί, ζώντας σε ένα ‘πτωχευμένο παρόν’[3] και φορώντας ‘διάφανο παρένδυμα’.
Μέσω του ποιητικού λόγου αντλεί την δύναμη[4] να αρνηθεί τα διάφορα εκμαγεία, προχωρώντας ‘γυμνή’ αλλά ζωντανή. Όσο προχωρούμε στην ανάγνωση της συλλογής, τόσο περισσότερο διαπιστώνουμε πως η ποιήτρια δεν επιθυμεί να ‘δραπετεύσει από τη ζωή,’[5] για να παραφράσουμε ελαφριά την Σόνια Ιλίνσκαγια. Να ‘εγκαταλείψει τη δράση.’ Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού, το ποίημα ‘Ρίγος.’
«Το πιο απλανές ακαθόριστο αταξίδευτο κι ανείδωτο κύτταρο μου, ουρανός έγινε ανάμεσα σε διαδοχές! Στρατιωτική εντολή πάθους πυρηνική μορφή έκρηξης έδωσε. Εκροή ουρανών σχηματίζει! Ουρανούς κόκκινους διαδοχικώς. Ξεδιπλώνονται, ουρανοί πάνω από ουρανούς… Κοίτα ψηλά, ένα τεράστιο κόκκινο τριαντάφυλλο ανθίζει στα μάτια μας. Κόκκινοι ουρανοί αιωρούνται με αρχή συντεταγμένων το παρθένο κύτταρο μου εκεί που ξεκινά το συναίσθημα το ζωοδόχο αυτό, που ρίγος δίνει εντός μου κι αφετηρία παθιασμένων καμπύλων. Ακολουθώντας συναρτήσεις μαύρων μεταβλητών και δικών μου αμετάβλητων εγκαταστάσεων! Εκεί που χτυπά ο σφυγμός του πληγή ανοίγεται κι αργή βασαλτική ροή ανάτηξη του είναι μου, κλείνει μέσα σε μια φλόγινη ύλη την πρότερη ιστορία μου με φως και χρώμα και πάθος…».[6]
Στο ‘Ρίγος’ δεν είναι η άρνηση αυτή που τίθεται σε πρώτο πλάνο. Αλλά, η αποδοχή, ακόμη και η απροϋπόθετη αποδοχή του παρελθόντος (που εκφράζεται κυρίως με τον στίχο ‘κλείνει μέσα σε μια φλόγινη ύλη την πρότερη ιστορία μου’), και, σε ένα δεύτερο επίπεδο, η αναζήτηση της μίας εκείνης στιγμής που θα αρκεί για να κάνει την ‘διαφορά.’ Που θα προκαλέσει ‘έκρηξη’ και θα της επιτρέψει να δηλώσει πως ‘άξιζε η αναμονή.’ Που θα επιφέρει αυθόρμητα το ‘ρίγος’, εκείνο το ‘τρεμούλιασμα’ που θα υπερβεί, έστω και για μία στιγμή, όλα τα συναισθήματα.[7]
Εν αρχή το ‘ρίγος’ λοιπόν. Μέσω του οποίου μπορεί να υπερβεί την φθορά (αν και δεν υπάρχουν «ίχνη ερήμωσης» στην ποιητική συλλογή, σύμφωνα με την διατύπωση του Άγγελου Παππά), την ρουτίνα, αυτό το τετριμμένο ‘τι κάνεις’;
Τώρα, λαμβάνοντας υπόψιν την διαλεκτικού τύπου ανάλυση του Πίτερ Μπήαν, ο οποίος εστιάζει στο σχήμα «θέση-αντίθεση-σύνθεση», θα πούμε πως το ποίημα της Ευμορφίας Καλύβα με τίτλο ‘Πορνογραφία 7χ3’, μας προσφέρει την ‘ευκαιρία’ ώστε να επιχειρήσουμε να εφαρμόσουμε το σχήμα του Μπήαν.
Ως προς αυτό λοιπόν, το ποίημα διαρθρώνεται σε τρία επιμέρους επίπεδα: Το πρώτο επίπεδο, είναι αυτό της ‘θέσης’. Και ποια είναι εν προκειμένω η ‘θέση;’ ‘Η τέχνη, η καλή τέχνη εξυπηρετεί συγκεκριμένους σκοπούς και δεν πρέπει να αναλώνεται σε πειραματισμούς.’
Το δεύτερο επίπεδο, είναι αυτό της ‘αντίθεσης’ η οποία καθίσταται κάτι παραπάνω από ευδιάκριτη: ‘Αντιτίθεμαι στον ευτελισμό και στον εκχυδαϊσμό της τέχνης με όλες μου τις δυνάμεις.’ Τα αρκετά θαυμαστικά που χρησιμοποιεί η ποιήτρια στην ‘Πορνογραφία 7χ3’ καταδεικνύουν εναργώς αυτή την αντίθεση. Την επιθυμία της να της κάνει γνωστή ‘σε όλους’. Και, το τρίτο επίπεδο που εντοπίζουμε, είναι αυτό της ‘σύνθεσης,’ η οποία είναι το φυσικό ή το λογικό επακόλουθο των δύο προηγούμενων επιπέδων.
Η ποιήτρια, αφού έχει απορρίψει την μοντέρνα τέχνη, μπορεί και δηλώνει πως ‘μόνη η καλή τέχνη μπορεί να προσδώσει μορφή και περιεχόμενο στα όνειρα. Στα όνειρα των πολλών.’ Το ποίημα είναι αρκετά εκτενές και φέρει ένα καταγγελτικό πρόσημο (ας θυμηθούμε εδώ το ‘Κατηγορώ’ του Γάλλου συγγραφέα Εμίλ Ζολά), το οποίο αμβλύνεται μόνο όταν εντός του ποιήματος υπεισέρχονται περισσότερο προσωπικές αναφορές.
Σταχυολογούμε ένα ενδεικτικό απόσπασμα αυτού: «Ο κόσμος χωρίζεται στα δυο. Τοίχος λευκός υψώνεται κάτω από την ανάσα μου. Προικισμένα χνώτα ρουθουνίζουν κι αναστατώνουν την όχθη του ποταμού, που κάποτε καθόμουν γαλήνια κι άκουγα τους γυρίνους να παίζουν. Ανακατεύτηκαν λάσπη, μαζούτ και ψεύτικα λόγια! Μα πως κατάφερε σε μια μέρα, η στιγμή να βαφτιστεί Δήμιος! Αγαπημένα πρόσωπα τράβηξαν το σχοινί και πόσο γλυκιά η λαιμητόμος στάθηκε στην λέξη α-ξια».[8]
Η παύλα που τοποθετείται εντός της λέξης την διαχωρίζει σε δύο μέρη, την ‘θρυμματίζει,’ στο εγκάρσιο σημείο όπου με αυτόν τον γλωσσικό τρόπο η ποιήτρια θέλει να φανερώσει το πόσο ευτελίζονται και ‘θρυμματίζονται’[9] την σημερινή εποχή οι όροι ‘άξια’ και ‘αξία’.
Αντί του τόνου επιλέγεται η παύλα, με αποτέλεσμα ο όρος να ‘ουδετεροποιείται’ πλήρως, κάτι που εν τοις πράγμασι συμβάλει στο να αναδυθεί στην επιφάνεια άλλη μία ‘θέση’ της ποιήτριας: ‘Που πήγαν όλοι οι ‘άξιοι’ ‘υπηρέτες της τέχνης;’ ‘Που πήγαν όλες οι αξίες’;
Αποκλίνοντας από τον λυρισμό (τα ποιήματα της συλλογής δεν ‘εκπλήσσουν’ γλωσσικά), και από την αναζήτηση της «παράλογης δόξας»,[10] για να στραφούμε στην ανάλυση του Κρεσέντζιο Σανζίλιο, η Ευμορφία Καλύβα με την ‘πορνογραφία’ της ‘πετά’ το εκμαγείο οριστικά και με τρόπο αποφασιστικό.
Και μάλιστα πολύ πιο αποφασιστικό συγκριτικά με τα άλλα ποιήματα της συλλογής τα οποία ισορροπούν μεταξύ παρόντος και παρελθόντος (η μνήμη), ευαισθησίας και ειλικρίνειας, πίστης και έλλειψης. Όλα για την ποιήτρια πρέπει να είναι ‘αληθινά’: Και η ποίηση, και η γλώσσα και η τέχνη και τα διάφορα αγγίγματα, όχι μεταξύ φίλων, αλλά μεταξύ εραστών.
_____
[1] Βλέπε σχετικά, Καλύβα, Ευμορφία., ‘Εκμαγείων μου Σπαράγματα,’ Ποιητική Συλλογή, ‘Εκμαγείων μου Σπαράγματα,’ Αθήνα, 2019, σελ. 11. Σε αυτό το σημείο της ανάλυσης μας (είναι καλό οι υποθέσεις εργασίας να διατυπώνονται στην αρχή ενός κειμένου), δεν θα διστάσουμε να διατυπώσουμε την ακόλουθη υπόθεση εργασίας: Θεωρούμε πως η ορθή και σε κάποια σημεία περίτεχνη χρήση της γλώσσας από την Ευμορφία Καλύβα, θυμίζει ιδιαίτερα μία ομότεχνη και συνεπώνυμη της: Την Όλγα Καλύβα, η οποία, στην ποιητική της συλλογή με τίτλο ‘Στεντόρειοι Ψιθυρισμοί’ κάνει χρήση και λέξεων ή όρων παρμένων απευθείας από την αρχαία ελληνική γλώσσα. Σαφώς όμως, θα ήσαν προδήλως εσφαλμένο να υποστηρίξουμε πως η Ευμορφία Καλύβα έχει επηρεαστεί υφολογικά και γλωσσικά από την Όλγα Καλύβα. Είναι πολύ σημαντικό για όλους όσοι καταπιάνονται με την κριτική και την ανάλυση του ποιητικού λόγου, να επιχειρούν να ν ανακαλύπτουν ‘εκλεκτικές συγγένειες’ όχι μεταξύ ενός παλαιότερου και καταξιωμένου ποιητή με έναν νεότερο, αλλά, μεταξύ δύο νεότερων ποιητών. Από την στιγμή όπου εκλείπει κάποιος συγκεκριμένος εκδοτικός οίκος, τα ‘Εκμαγείων μου Σπαράγματα’ απέκτησαν σχήμα ή αλλιώς μορφή και κυκλοφόρησαν με πρωτοβουλία της ποιήτριας. Και κάτι τέτοιο δεν καθίσταται απαραίτητα αρνητικό. Εάν εμβαθύνουμε περαιτέρω, θα τονίσουμε πως πρώτον, έχουν πυκνώσει τα τελευταία χρόνια οι λεγόμενες ‘αυτο-εκδόσεις,’ αφενός μεν λόγω της δυστοκίας αρκετών ποιητών να βρουν εκδοτικό οίκο που θα αναλάβει την έκδοση της ποιητικής τους συλλογής, και, αφετέρου δε, επειδή δεν διακατέχονται από κάποιο άμεσο οικονομικό κίνητρο. Αυτό που πρωτίστως τους ενδιαφέρει είναι να κυκλοφορήσουν ποιήματα, ακόμη και με δική τους πρωτοβουλία, τα οποία θα αμβλύνουν το χάσμα ή αλλιώς, θα μειώσουν την απόσταση ποιητή και αναγνωστών, φέροντας τους σε άμεση επαφή, μέσω του ποιήματος. Των ποιημάτων. Δεύτερον, η ‘αυτο-έκδοση’ αυτή είναι αρκούντως καλαίσθητη ( βλέπε εξώφυλλο), με αποτέλεσμα να μην υπολείπεται σε κάτι ποιητικών συλλογών που εκδίδονται από γνωστούς και μη, εκδοτικούς οίκους. Τρίτον, η επιλογή της ‘αυτο-έκδοσης’, της επιτρέπει να αποφύγει τον σκόπελο της «αυτολογοκρισίας», για να παραπέμψουμε στην ανάλυση της Αναστασίας Πέρρου, κάτι που δεν θα μπορούσε εύκολα να πράξει εάν επέλεγε να συνεργαστεί με κάποιον εκδοτικό οίκο. Όμως, στο σημείο αυτό, οφείλουμε να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί. Και αυτό διότι, η επένδυση ποιητών στην ‘αυτο-λογοκρισία’ και δεν λαμβάνει εκτεταμένη μορφή (πιθανότερη είναι η επιλογής μίας περισσότερο συμβατικής λέξης έναντι κάποιας που μπορεί να αιφνιδιάσει και να ‘σοκάρει’) και δεν ‘ευνουχίζει’ την δημιουργία και την παιγνιώδη διάθεση. Εν καιρώ Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας, δεν τίθεται κανένα θέμα λογοκρισίας στην ποίηση. Βλέπε σχετικά, Καλύβα, Όλγα., ‘Στεντόρειοι Ψιθυρισμοί,’ Εκδόσεις Κέφαλος, Αθήνα, 2021. Βλέπε επίσης, Πέρρου, Αναστασία., ‘Υπέρ ή κατά λογοκρισίας/αυτολογοκρισίας,’ Περιοδικό ‘ArsOvi,’ Τεύχος 6, 2017, Διαθέσιμο στο: ArsOvi_6.pdf (apopseis.gr)
[2] Βλέπε σχετικά, Πελλισόν, Κορίν., ‘Για να κατανοήσουμε τον Λεβινάς,’ Μετάφραση: Φαράκλας, Γιώργος, Εκδόσεις Πόλις, Αθήνα, 2022, σελ. 95. Κατά την Πελλισόν, «όπως δεν μπορώ να συνοψίσω τον άλλο, δεν μπορώ να τον εκμηδενίσω πλήρως». Παράδοξα, η Ευμορφία Καλύβα έχει βαθιά επίγνωση αυτής της συνθήκης. Αντί λοιπόν να επιχειρήσει να ‘συνοψίσει τον άλλο’ (πράγμα που θεωρεί ‘μάταιο’), προτιμά να συνοψίσει και όχι να περιγράψει αναλυτικά, τον εαυτό της, απαριθμώντας πράγματα που αγαπά με πρώτο και καλύτερο, την ποίηση.
[3] Δεν υπάρχει κάποιος υπαινιγμός περί πτώχευσης και κακής οικονομικής κατάστασης εδώ. Με αυτή την γλωσσική έκφραση, η ποιήτρια στηλιτεύει την έλλειψη αξιών που καθιστούν τον βίο μαζί με τους ‘Άλλους’ αξιοβίωτο.
[4] Δεν διαθέτουμε έρευνες που να εξετάζουν το αν και σε ποιον βαθμό η ποίηση, τόσο στο επίπεδο της γραφής, όσο και σε αυτό της ανάγνωσης και της ακρόασης (απαγγελίες), βοηθούν ένα άτομο να αντιμετωπίσει δύσκολες καταστάσεις και ‘τραύματα’, βρίσκοντας την ψυχική δύναμη να παραδεχθεί την οικτρή κατάσταση στην οποία περιήλθε. Να ομολογήσει πάθη και αδυναμίες. Για παράδειγμα, θα μπορούσε η ανάγνωση ομοφυλοφιλικής και queer ποίησης να βοηθήσει έναν ομοφυλόφιλο να πραγματοποιήσει το δικό του ‘coming out’; Ήτοι, να αποκαλύψει την σεξουαλική του ταυτότητας στον ευρύτερο περίγυρο του; Ο αντίκτυπος της ποίησης υπερβαίνει κατά πολύ τα όρια μίας συλλογής ή ενός βιβλίου.
[5] Βλέπε σχετικά, Ιλίνσκαγια, Σόνια., ‘Γιάννης Ρίτσος: Αναζητώντας το όραμα,’ Περιοδικό Ουτοπία, 1992, σελ. 120.
[6] Βλέπε σχετικά, Καλύβα, Ευμορφία., ‘Ρίγος,’ Ποιητική Συλλογή ‘Εκμαγείων μου Σπαράγματα…ό.π., σελ. 27.
[7] Το ιδιαίτερα εκτενές ποίημα με τίτλο ‘Παραδομένη Γη’ εμπίπτει στην κατηγορία των ερωτικών ποιημάτων. Ορμώμενοι από την ανάλυση της Δέσποινας Κοτρόγια περί του έρωτα στα Ομηρικά Έπη και κυρίως στην ‘Οδύσσεια,’ θα ισχυρισθούμε πως η ποιήτρια της οποίας το κάλεσμα απευθύνεται σε έναν συγκεκριμένο άνδρα που δεν κατονομάζεται, δεν επενδύει συμβολικούς και γλωσσικούς ‘πόρους’ στο κοίταγμα (οπτικό, ερωτικό ‘παίγνιο’). Αντιθέτως, επενδύει εξ αρχής στην σωματική επαφή και μόνο σε αυτήν, θυμίζοντας την γυναίκα και δη την ‘Ομηρική’ γυναίκα που όταν συναντούσε τον άνδρα μετά από απουσία ετών, «έπεφτε στην αγκαλιά του, τυλίγοντας τα χέρια της γύρω από το σβέρκο του και δίνοντας του ένα φιλί στο κεφάλι ή στα μάτια, με τρεμάμενα από συγκίνηση γόνατα». Μετά από αυτή την επαφή, «θα μοιράζονταν την συζυγική κλίνη». Όπως η γυναίκα των Ομηρικών επών, έτσι και η ποιήτρια ζητά (απεγνωσμένα; ) να πέσει στην αγκαλιά του άνδρα, να τον αγγίξει (οφείλουμε να επισημάνουμε πως η ίδια δεν ενδιαφέρεται να φιλήσει όσο να αγγίξει, να αισθανθεί), να τον φλερτάρει ξανά και να συνευρεθεί μαζί του. Στη «συζυγική κλίνη»; Όχι απαραίτητα. Στο ερωτικό ‘σύμπαν’ που έχει συγκροτήσει η ποιήτρια η στιγμή της ερωτικής συνεύρεσης προσλαμβάνει ιδιαίτερη αξία και δίνεται με έναν τρόπο συμβολικό και αρκούντως αλληγορικό, με την ίδια σε ρόλο ‘απαλοσκαμμένου χώματος’ και τον άνδρα στο ρόλο εκείνου που καλείται να ‘οργώσει’ το ‘χώμα’ ως ‘άλλος αγρότης’ ώστε αυτό να ‘ανθίσει’ (να τη η ‘έκρηξη’), και να ‘ανθίσει ξανά.’ Χρήζει θεωρητικής επισήμανσης το γεγονός πως εν αντιθέσει με άλλους ποιητές που καταπιάνονται με το ιδιαίτερο πεδίο της ερωτικής ποίησης, η Ευμορφία Καλύβα αποδίδει μεγάλη έμφαση στο κάλλος ή αλλιώς, στην ομορφιά (στην ανδρική ομορφιά), θεωρώντας τον άνδρα ως ‘προϊόν’ θεϊκής δημιουργίας: «Με τα δώρα των θεών που έχεις πάνω σου», γράφει χαρακτηριστικά, δίχως να δώσει οποιαδήποτε άλλη πληροφορία επ’ αυτού. Πράγμα που δεν χρειάζεται βέβαια, αφενός μεν διότι σχετικά εύκολα μπορεί να γίνει αντιληπτό ποια είναι αυτά τα «δώρα θεών» και, αφετέρου δε, διότι δεν επιθυμεί να διαταράξει επ’ ουδενί την ‘ιερότητα’ της στιγμής. «Να ‘ρθεις σκοτεινός μέσα από τη βαριά σου πανοπλία στη ματιά σου απειλή ερωτικού μένους και πειρατικής αρπαγής. Σε μια παλάμη σου να παραδώσω την κραυγή, πάρε με! Σαν ανοίξεις το χέρι σου να αντικρίσεις τη γη που φλέγεται να την πλανέψεις με γλαυκούς καρπούς αφύτευτους. Φέρε δροσιά των ανέμων και δέηση αρχαίων δέντρων στον καρπό σου και σκύψε πάνω στο στεγνό χώμα της δίχως αλληγορίες. Με τα δώρα των θεών που έχεις πάνω σου άπλωσε τα χέρια σου στις δυο της άκρες και άγγιξε όλη της την έκταση κουρσάρος στην λευκή πεδιάδα. Ανάσες της ρηγματωμένης γης ζητούν να μιλήσεις με όρους νεφών, με μούρα άγουρα, πότισε με κόκκινο της δύσης να φτάσουν στη μαύρη σκοτεινή σαρκοφάγα επιθυμία του έρωτα». Βλέπε σχετικά, Καλύβα, Ευμορφία., ‘Παραδομένη γη,’ Ποιητική Συλλογή ‘Εκμαγείων μου Σπαράγματα…ό.π., σελ. 44-45. Βλέπε επίσης, Κοτρόγια, Δέσποινα., ‘Ο έρωτας μέσα από τα μάτια του Ομήρου,’ ‘Academia.edu,’ χ.χ., Διαθέσιμο στο: (88) Ο έρωτας μέσα από τα μάτια| Δέσποινα Κοτρόγια – Academia.edu Από την ελληνικά ερωτικά ποιήματα δεν εκλείπει η αφηγηματική τόλμη. Λίγοι όμως ποιητές θα τολμήσουν να κάνουν χρήση αυτού του ικετευτικού (ας μην πούμε ‘σπαρακτικού’), «πάρε με!», το οποίο προσδίδει στο ποίημα την κατεύθυνση που επιθυμεί η ποιήτρια, η οποία δεν βλέπει στον ‘Άλλο’ παρά την ‘σωτηρία’ και την ‘αλλαγή.’
[8] Βλέπε σχετικά, Καλύβα, Ευμορφία., ‘Πορνογραφία 7χ3,’ Ποιητική Συλλογή ‘Εκμαγείων μου Σπαράγματα…ό.π., σελ. 60-62. Έχοντας κατά νου την σύγχρονη ελληνική ποιητική παραγωγή, θα αναφέρουμε πως η Ευμορφία Καλύβα εντάσσεται στην κατηγορία εκείνων των ποιητών που δεν τρέφουν και ιδιαίτερη εκτίμηση στα γκραφίτι και στους δημιουργούς γκραφίτι. Μπορούμε να διατυπώσουμε δύο επιπλέον υποθέσεις εργασίας. Πρώτον, όσο περισσότερο πολιτικός ο λόγος ενός ποιητή, όσο περισσότερο ‘Αριστερόστροφος,’ τόσο περισσότερο αυξάνονται οι πιθανότητες να εκφραστεί με θετικό τρόπο για δημιουργούς γκραφίτι και για διάφορα γκραφίτι. Δεύτερον, όσο πιο μικρός ηλικιακά (δια-γενεακό χάσμα), όσο περισσότερο ομνύει στην μοντέρνα τέχνη, τόσο περισσότερο αυξάνονται οι πιθανότητες να εκφραστεί με θετικό τρόπο για δημιουργούς γκραφίτι (για τον Βρετανό ‘Μπάνσκυ’), και για γκραφίτι που έχουν δημιουργηθεί σε τοίχους μίας πόλης. Ειδικά σε αυτό το ποίημα, ο ποιητικός λόγος από ένα σημείο και έπειτα, συγκλίνει με τον ‘ελεύθερο’ και απενοχοποιημένο τρόπο με τον οποίο εκφράζεται ο Ηλίας Τσέχος (ειδικά στις ποιητικές συλλογές της τελευταίας δεκαετίας) ποιητής την πρώιμης Μεταπολιτευτικής περιόδου που παραμένει και σήμερα ενεργός. Βλέπε και, Μπήαν, Πήτερ., ‘Αντίθεση και Σύνθεση στην Ποίηση του Γιάννη Ρίτσου,’ Μετάφραση: Κρητικός, Γιάννης. Εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα, 1980.
[9] Δεν εντοπίζουμε πολλές δια-κειμενικές αναφορές στο ‘Εκμαγείων μου Σπαράγματα’. Ίσως διότι για την ποιήτρια η ποίηση, η ποιητική τέχνη, συνιστά αυστηρά προσωπική υπόθεση. Η μόνη και αρκούντως πρωτότυπη δια-κειμενική αναφορά, απαντάται στο ποίημα ‘Η αβάσταχτη ελαφρότητα του φτερού,’ με τον τίτλο του ποιήματος να παραπέμπει άμεσα στο γνωστό λογοτεχνικό έργο του συγγραφέα Μίλαν Κούντερα με τίτλο ‘Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι’. Βλέπε σχετικά, Καλύβα, Ευμορφία., ‘Η αβάσταχτη ελαφρότητα του φτερού,’ Ποιητική Συλλογή, ‘Εκμαγείων μου Σπαράγματα…ό.π., σελ. 56-57. Σε αυτό το διδακτικό ποίημα, απορρίπτει, για άλλη μία φορά, τις ‘απομιμήσεις’.
[10] Βλέπε σχετικά, Σανζίλιο, Κρεσέντζιο., ‘Μύθος και Ποίηση στον Γιάννη Ρίτσο,’ Εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα, 1978. Στην ποιητική συλλογή ‘Εκμαγείων μου Σπαράγματα’, το ‘αληθινό’ συναίσθημα είναι μόνο το δυνατό συναίσθημα. Οτιδήποτε άλλο, τείνει προς την προσποίηση και την επιτήδευση. Ένα ενδιαφέρον ερώτημα από επιστημονική σκοπιά, θα ήσαν το ακόλουθο: Θεωρεί η ποιήτρια πως η εποχή μας είναι αντι-ερωτική; Μη-σωματική;
0 Σχόλια