Όσο ξεμάκραιναν από την πόλη ο δήμαρχός μας ένοιωθε κάποια ανησυχία, μα τους φόβους του διασκέδαζε η μεγάλη του φιλοδοξία. Πολλές φορές προσπάθησε να αποσπάσει από τον Λόμπρη κάποια πληροφορία, μα ο λαλίστατος παπαγάλος το στόμα του είχε κλειστό και το άνοιγε μόνο για να του δώσει οδηγίες, για την μέσα στο δάσος το πυκνό, ανώμαλη πορεία. Επίτηδες επέλεξε τον δρόμο που περνούσε δίπλα απ’ του κυρ λαγού το μπαξεδάκι και όπως ήταν αναμενόμενο στην λάσπη χώθηκε βαθιά ο δήμαρχος, μαζί με το μηχανάκι. Το άσπρο κουστούμι λέρωσε, λάσπωσε τα παπούτσια, απ’ το στόμα του ξέφυγαν και κάποια Γαλλικά … σαν να ήτανε κουκούτσια.
Τελικά, ενώ το ύφος του πως δεν πάει άλλο μαρτυρούσε, είπε στον παπαγάλο που κρυφά κάτω από το ράμφος του γελούσε:
– Αν επιτέλους δεν μου πεις που πάμε, δεν κάνω ρούπι από εδώ, αμέσως σταματάμε. Όπως βλέπεις στα λασπόνερα έχω για καλά κολλήσει και σε λίγο σκοτάδι έρχεται, ο ήλιος πάει να δύσει.
– Δήμαρχε μου μην γκρινιάζεις άλλο, έχουμε σχεδόν φτάσει, αυτό που με κάνει ν’ απορώ όμως είναι, πώς έγινε όλη αυτή η λάσπη τον δρόμο να σκεπάσει;
– Εεε ναι … βέβαια … απορώ κι εγώ … μάλλον τυχαίο θα ‘ναι …
τα μάσησε ο δήμαρχος κι ας ήξερε πολύ καλά τα λύματα της πόλης του που πάνε.
Μα … μα δε μου είπες, πού πάμε;
– Πες πως έχουμε κιόλας φτάσει. Η κορυφή του λόφου που είναι μπροστά είναι η τελευταία μας στάση.
Έβγαλε το σακάκι του και είπε με δυσφορία:
– Τέλος πάντων … Πάμε να τελειώνουμε μ’ αυτή την ιστορία.
Ξεκίνησε φουριόζος στην κορυφή του λόφου μας να φτάσει, η ανάβαση όμως του θύμισε πως κάθε επαφή με τη γυμναστική είχε προ πολλού χάσει. Φύσαγε και ξεφύσαγε, ίδρωνε, σταματούσε, με τον παπαγάλο τα έβαζε, που πάλι κρυφογελούσε. Αφού ανάσες μέτρησε πολλές κόπου και αγωνίας, έφτασε επιτέλους στην κορφή, ήταν όμως στα πρόθυρα πλέον λιποθυμίας.
Το θέαμα όμως που αντίκρισε κάτω απ’ το μεγάλο δέντρο, εξαφάνισε την κούραση, μια και ο φόβος πια τώρα χτυπούσε κέντρο. Μια απίστευτη συγκέντρωση με κάθε είδους ζώα, πτηνά μαζί με ερπετά, έντομα και θηλαστικά, όλα μεγάλα και μικρά σε μια παράξενη συντροφιά και επικεφαλής τους μια αρκούδα καφετιά, που τον κοιτούσε αθώα. Ο δήμαρχός μας πισωπάτησε, έτοιμος να το σκάσει και όταν ο Λόμπρη του μίλησε το χρώμα του είχε χάσει.
– Δήμαρχέ μου, μου φαίνεται πως από κόκκινος, κίτρινος έχεις γίνει και είμαι πλέον σίγουρος πως η συνάντηση αυτή στη μνήμη σου αξέχαστη θα μείνει. Πρέπει αληθινά να ξέρεις πως από τα ζώα δεν διατρέχεις κίνδυνο κανένα. Απλά, για το μυστήριο της κλοπής ο αρκούδος θέλει να σου μιλήσει, με μεταφραστή εμένα.
– Παπαγάλε, όλο και πιο τρελά βλέπω μου έχεις νέα, τώρα με άγρια ζώα θέλεις να συνομιλώ, μ’ εσένα διερμηνέα; Για το γελοίο του πράγματος φταίχτη δεν ψάχνω άλλο, εγώ ήμουν που εμπιστεύτηκα απλά έναν παπαγάλο …
Ο αρκούδος την αντίδραση του δημάρχου είχε από πριν προβλέψει, έτσι αργά τον πλησιάζει και του δείχνει τις αποδείξεις, που θα τον κάνουν να πιστέψει. Σ’ ένα ψάθινο καλάθι, κάποια απ’ τα κλοπιμαία είναι τοποθετημένα, με ονοματεπώνυμο κατόχου και επιμελώς αριθμημένα. Ο δήμαρχος διστακτικά μια το καλάθι και μια τα ζώα τριγύρω του κοιτάζει, είναι πολύ περίεργος να δει η υπόθεση που βγάζει.
Ο αρκούδος με ένα ποτήρι χυμό φρούτων του δάσους τον επίσημο καλεσμένο του θέλησε να δροσίσει και μετά σε απόσταση ικανή φρόντισε να καθίσει, αφού ήταν ολοφάνερο πως και μόνο η παρουσία του τον είχε λαχταρίσει. Με ύφος ήρεμο, γλυκό άρχισε να μιλάει και ο Λόμπρη που κάθισε στον ώμο του, στον δήμαρχο εξηγάει.
– Κύριε δήμαρχε, σε άλλη περίπτωση θα είχα σίγουρα ένα ποτήρι δροσερό νερό να σας προσφέρω, αλλά από χθες το ποτάμι μας στέρεψε, για λόγους που προς το παρόν θα κάνω πως δεν ξέρω. Ελπίζω πως με τη βοήθεια του χυμού θα ξεπεράσετε τους φόβους σας και κάθε αγωνία και θα μπορέσετε όσα έχω να πω ν’ ακούσετε με κάποια ψυχραιμία.
Ποια ψυχραιμία, που το αίμα σταμάτησε στις φλέβες του να τρέχει, κρυφά τσιμπήθηκε στ’ αυτί, να νοιώσει ότι είναι ξυπνητός και όνειρο δεν βλέπει.
– Να το εξηγήσω δεν θα είναι εύκολο και πώς να το πιστέψεις, μα έχουμε ειλικρινά ειρηνικές προθέσεις,
είπε ο αρκούδος, για να ‘ρθει με λίγα λόγια να προσθέσει, πως ανεξάρτητα από της συνάντησης την τροπή, όλα όσα εκλάπησαν πως θέλει να επιστρέψει.
Θα αναρωτιέστε βέβαια τι είδους είναι πάλι αυτό το αστείο. Ήρθαν χθες βράδυ και μας λήστεψαν, τα πήραν όλα, έβγαλαν τα συστήματα μας OFF, άνω-κάτω κάναν την πόλη μας, για να με καλέσουν σήμερα, να με κεράσουνε χυμό, να επιστρέψουν όσα κλάπηκαν, να πουν λυπούμαστε πολύ, χαρήκαμε κι αντίο; Και αρχικά ήρθαν … ποιοι ήρθαν; Όσο κι αν σας φαίνεται απίστευτο για τις δικές μας πλάτες, εμείς τα ζώα δήμαρχέ μου ήμασταν οι χθεσινοί οι δράστες.
Σε τρία σημεία θα σταθώ να τα διευκρινίσω, τα παίρνω όλα, άνω-κάτω και OFF. Έτσι είναι κύριε δήμαρχε, θέλω να το τονίσω, πως όταν τα παίρνουμε όλα, άνω-κάτω γίνεται ένα σύστημα και αν τελικά το βγάλουμε OFF, ίσως σταθεί αδύνατο να επιστρέψει πίσω. Μια που βρίσκεστε σήμερα εδώ, ανοιχτά θα σας μιλήσω, στο οικοσύστημα του δάσους όλη σας την προσοχή θέλω να επιστήσω. Χρόνια τώρα οι άνθρωποι με τη νοοτροπία του «πάρτα όλα» συμπεριφέρονται στη φύση, αδιάφοροι και άπληστοι σε λίγο καιρό τίποτε άθικτο δεν θα έχουνε αφήσει. Όλα όσα η μητέρα φύση δούλευε αιώνια για να χτίσει, μέσα σε λίγες δεκαετίες ο άνθρωπος τα έχει λεηλατήσει.
Θελήσαμε χθες να σας δείξουμε πως και μόνο ένα μικρό και ασήμαντο γρανάζι, αν λείψει εκτός λειτουργίας εύκολα όλο το μηχανισμό τον βγάζει. Οι παρεμβάσεις του ανθρώπου στο περιβάλλον κάθε άλλο παρά ασήμαντες μπορούν να χαρακτηριστούν. Τα ζώα χθες έκαναν μια ύστατη προσπάθεια από την πλεονεξία να σώσουν τον άνθρωπο και μαζί του να σωθούν. Η αλυσίδα που μας δένει πάει καιρός τώρα που τρίζει, ένας κρίκος της αν σπάσει και η ισορροπία καταρρεύσει, τίποτα τη ζωή όπως την ξέρουμε, στη γη δεν θα θυμίζει …
Η λέξη αλυσίδα φάνηκε στην ψυχή του δημάρχου ρίγη να προξενεί, χαμήλωσε το βλέμμα και μπρος στα μάτια του πέρασε η παρακάτω σκηνή.
Ο ίδιος, παιδί ακόμη. Καλοκαίρι, τα σχολεία είχαν κλείσει. Ο πατέρας του την ημέρα της γιορτής του ένα γαλάζιο ποδήλατο του έχει χαρίσει. Με καμάρι τον κοιτάζει και παραίνεση του κάνει, υπερβολικά να μην τρέχει και επικίνδυνους ελιγμούς να προσέχει να μην κάνει. Στην συμβουλή του πατέρα του αυτός δεν δίνει σημασία, κάθε μέρα με τους φίλους του παραβγαίνει στο τρέξιμο και στο ποιος θα κάνει την πιο μεγάλη αταξία. Δεν άργησε η μέρα που σ’ έναν απότομο του ποδηλάτου ελιγμό, η αλυσίδα έσπασε και εκείνος κατρακύλησε σ’ έναν μικρό γκρεμό. Το ότι σώθηκε με λίγες μόνο γρατζουνιές, είπαν πως ήταν θαύμα. Μα για αυτόν, το αχρηστεμένο του ποδήλατο ήταν το πιο βαθύ τραύμα. Τρεις μήνες θυμάται πέρασε με υποσχέσεις και άπειρα παρακάλια, πριν ο πατέρας του του επιτρέψει να επισκευάσει το ποδήλατο, που είχε γίνει χάλια …
Τα μάτια του τώρα σήκωσε και ήταν δακρυσμένα. Δεξιά κοιτάζει … το ποτάμι είναι ξερό, στ’ αριστερά του τα δέντρα … άλλα ρίχνουν τα φύλλα τους και μένουν γυμνά και άλλα είναι κατάμαυρα, καμένα. Μέσα του η εικόνα είχε πια ξεκαθαρίσει, ο άνθρωπος κινείται με ξέφρενους ρυθμούς και ό,τι ωραίο πάνω στη γη, κάνοντας επικίνδυνους ελιγμούς, καταφέρνει να διαλύσει. Ένοιωσε πως πλησιάζει η στιγμή που η ισορροπία της φύσης θα καταρρεύσει και τότε θα έπρεπε να κλάψουν τρεις, ίσως και εκατό τρεις γενιές ανθρώπων, πριν εκείνη κατορθώσει τις πληγές της να γιατρέψει.
Σηκώθηκε, αργά βάδισε προς τον αρκούδο και του έδωσε το χέρι. Την αλήθεια πια έχει δει κατάματα, τι πρέπει να κάνει ξέρει. Έναν κόμπο αισθάνθηκε πάλι στον λαιμό του να τον σφίγγει, μα του ήταν πλέον αδύνατον στις γνωστές του υπεκφυγές να καταφύγει. Λίγο τη γλώσσα του μπέρδεψε, λίγο του έτρεμαν τα πόδια, μα τελικά, τα απαγορευμένα για έναν πολιτικό κατάφερε να ψιθυρίσει λόγια:
– Συγνώμη … κάναμε λάθος !!!
Μία βελούδινη αγκαλιά ο αρκούδος του χάρισε και έλιωσε ο πάγος, η άνοιξη είχε επιστρέψει στις καρδιές, η αγάπη μέγας μάγος. Ένα πλατύ χαμόγελο απλώθηκε σε ολονών τα χείλια και απ’ τα δέντρα σταμάτησαν με μιας, να πέφτουνε τα φύλλα.
Λίγο πριν το πηχτό σκοτάδι στον ώμο τους καθίσει, ο δήμαρχος κατάλαβε ότι η ώρα ζύγωσε πια πίσω να γυρίσει. Αφού τους νέους φίλους του αποχαιρέτησε, για λίγο κοντοστάθηκε και τόλμησε να ρωτήσει:
– Μήπως θα μπορούσε κανείς να με βοηθήσει με το μηχανάκι;
Όλα μαζί τα ζώα προσφέρθηκαν με χαρά να βάλουν ένα χεράκι.
Το λόφο με αποφασιστικότητα κατέβαινε και ενθουσιασμό κι ας ήξερε πως εμπόδια θα βρει μπροστά του ψηλά, ίσαμε ένα βουνό. Ήξερε αυτό που τελικά ο αρκούδος εννοούσε, όταν την παλιά ιστορία του στα ζώα εξιστορούσε και για του θεού την πονηριά ως προς τον άνθρωπο μιλούσε. Γνώριζε πως ένα δημιούργημα φτιαγμένο εξαρχής να λειτουργεί στην εντέλεια, στον δημιουργό του δίνει αξία. Ένα δημιούργημα όμως, που με ελεύθερη βούληση επιλέγει να πορευθεί προς την τελειότητα, αποδεικνύει πως είναι ένα αντάξιο δημιούργημα και αυτό έχει σημασία.
Ο ήλιος χάραζε ολόχρυσο ποτάμι
την ώρα που βούλιαζε
στα βαθυγάλανα της θάλασσας νερά.
Το πινέλο της βούτηξε σε πορφυρή μελάνη
η μέρα που έσβηνε
και στα σύννεφα χάρισε μια τελευταία πινελιά.
Σε λίγο η νύχτα θ’ άπλωνε τα πέπλα που ‘χε υφάνει
μα απόψε τ’ άστρα
είχαν ανάψει πιο νωρίς, σε μια βελούδινη αγκαλιά.
_
γράφει η Βάσω Κώστογλου
ένα όμορφο φινάλε Βάσω για να δώσει στους θεατές τη δύναμη του παραμυθιού και να σηκωθούμε όλοι εμείς οι αναγνώστες όρθιοι να χειροκροτήσουμε τους ηθοποιούς, το σκηνοθέτη, το συγγραφέα.
Και εις άλλα με υγεία!
Καλό ξημέρωμα
Με το χέρι στην καρδιά, υποκλίνομαι ταπεινά, και… Αυλαία…
Είθε το τέλος του υπέροχου παραμυθιού σας να γίνει η αρχή για πράξεις, για έργα, για νοιάξιμο…… να μην νοούμε τον εαυτό μας έξω από το φυσικό μας περιβάλλον….σας ευχαριστώ για την όμορφη και ποιητική ιστορια σας να είστε πάντα καλά!!
Μακάρι κ. Ρουμελιώτη να πάψουμε κάποια στιγμή να θεωρούμε, εντελώς μυωπικά, τους εαυτούς μας ως το κέντρο του κόσμου. Να απλώσουμε το χέρι στον διπλανό μας και με σεβασμό σε ότι μας περιβάλει, να μπούμε σ’ αυτόν τον κυκλικό χορό, συγχρονίζοντας τα βήματα μας στο ρυθμό της αγάπης.
Κι εγώ σας ευχαριστώ !!! Καλό σας απόγευμα.
Υπέροχο!!! Μαγικό το παραμύθι-ποίημά σας… και ταυτόχρονα πολύ-πολύ διδακτικό!… Κι όχι μόνο για τα παιδιά… τέλειο και το φινάλε του! Μπράβο σας!!!
Κυρία Ντούπη,
Πιστεύω πως σε κάθε ηλικία και με κάποιο τρόπο όλοι μας κάποιο παραμύθι κυνηγάμε. Δεν εξηγείται διαφορετικά η ευπιστία μας στους κατ’ επάγγελμα παραμυθάδες. Τους χαιρετισμούς μου σε εσάς και τα εγγονάκια σας. Ευχαριστώ και πάλι!!!