“Μεγάλωσα ανάμεσα σε βιβλία, έχοντας αόρατους φίλους σε σελίδες που δημιουργήθηκαν από σκόνη, που την κουβαλάω μέχρι σήμερα στα χέρια μου”
Μπορεί τα λόγια του βιβλιοπώλη από τη “Σκιά του ανέμου” να αποτυπώνουν όλη τη γοητεία και το μυστήριο που υπάρχει στη σκέψη του αναγνώστη, ωστόσο υπάρχει μια πλειάδα ανθρώπων που δηλώνουν πρόθυμοι να τινάξουν τη σκόνη που περιγράφει ο Θαφόν, με αντάλλαγμα την έκδοση ενός σίγουρα – ευπώλητου βιβλίου.
Οι εκδοτικοί οίκοι στην Ελλάδα του Σήμερα επιζητούν εναγωνίως τα βιβλία εκείνα που θα βελτιώσουν τα οικονομικά τους. Με εξαίρεση λίγους, μεγάλους Οίκους, που από νωρίς εντόπισαν τις ανάγκες του αναγνωστικού κοινού, όλοι οι υπόλοιποι βρίσκονται σε δύσκολη θέση, διότι η κρίση, από οικονομική μετετράπη σε πολιτισμική. Το εύκολο και εύπεπτο ανάγνωσμα κατάφερε να εκτοπίσει το πιο ψαγμένο και με δυσκολότερα νοήματα κείμενο.
Τα λιγοστά στοιχεία που αφορούν το βιβλίο (λόγω κατάργησης του ΕΚΕΒΙ) δείχνουν ότι στην Ελλάδα του 2016 υπάρχουν περίπου 300.000 ενεργοί αναγνώστες. Πρόκειται για αναγνώστες που θα αγοράσουν τουλάχιστον πέντε βιβλία στη διάρκεια του έτους. Οι ίδιοι θα φροντίσουν να προμηθευτούν άλλα τόσα από τις κοντινές, δανειστικές βιβλιοθήκες και να καλύψουν έτσι τις ανάγκες τους.
Σημειώνεται ότι υπάρχουν επίσης εκείνοι που αγοράζουν βιβλία απλώς για να τα κάνουν δώρο, εκείνοι που αγοράζουν ένα βιβλίο για να το γυροφέρνουν από παραλία σε παραλία στη διάρκεια του καλοκαιριού, όπως και εκείνοι που είναι πραγματικά λάτρεις της ανάγνωσης και μπορεί να διαβάζουν ακόμα και 10 βιβλία το μήνα. Όλοι αυτοί αποτελούν εξαιρέσεις και δεν βρίσκονται στο “στόχαστρο” των εκδοτών.
Επί της ουσίας, οι 300 (χιλιάδες) είναι εκείνοι που καθορίζουν με τις επιλογές τους τα βιβλία που θα εκδοθούν. Σύμφωνα με τα λιγοστά στοιχεία, η μεγάλη πλειοψηφία αυτής της ομάδας είναι γυναίκες (έχει εκτιμηθεί ότι υπερβαίνουν το 70% του αναγνωστικού κοινού) που επιλέγουν μυστήριο, έρωτα και happy end. Για το λόγο αυτό και έχουν εκτιναχθεί στα ύψη οι πωλήσεις αντιτύπων συγκεκριμένων, Ελλήνων συγγραφέων, που φροντίζουν στα γραπτά τους να ακολουθούν τη συνταγή του τρίπτυχου της επιτυχίας. Η ίδια ομάδα αναγνωστών «ευθύνεται» για τις χιλιάδες πωλήσεις αντιτύπων βιβλίων επωνύμων, που ουδέποτε είχαν σχέση με το βιβλίο και απλώς η τηλεοπτική δημοσιότητα τούς μετέτρεψε σε προϊόν υψηλών αποδόσεων.
Εδώ είναι απαραίτητη μια διευκρίνιση: Η γυναικεία λογοτεχνία δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τη ροζ λογοτεχνία, όπως και οι γυναίκες αναγνώστριες δεν επιλέγουν μόνο ροζ ή κάποια απόχρωση του γκρι. Απλώς, στο Σήμερα της Ελλάδας η πλειονότητα των αναγνωστών είναι γυναίκες που επιλέγουν ροζ και γκρι λογοτεχνία. Εκείνες που επιλέγουν άλλα είδη λογοτεχνίας είναι δυστυχώς ολιγότερες και ακόμα λιγότεροι οι άνδρες.
Σημαντικό είναι επίσης το ποσοστό των αναγνωστών που επιλέγουν βιβλία αυτοβοήθειας, άμεσης ή έμμεσης.
Το παζλ των επιλογών των «300» συμπληρώνεται με τις επανεκδόσεις επιτυχημένων τίτλων των τελευταίων ετών, επανεκδόσεις σύγχρονων – κλασσικών και τις εκδόσεις μεταφρασμένων κειμένων της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Σε αυτές τις περιπτώσεις η συνταγή είναι απλή: Είναι γνωστός; Τότε είναι καλός!
Υπό το πρίσμα όλων αυτών των δεδομένων, οι σύγχρονοι εκδοτικοί οίκοι έχουν ένα βασικό πρόβλημα: Επειδή προφανώς θα πρέπει να ισορροπήσουν μεταξύ «ποιοτικού» ή «εύπεπτου» τους είναι δύσκολο να βρουν το «εύπεπτο». Βλέπετε, οι πέντε – έξι συγγραφείς αυτής της κατηγορίας έχουν ήδη αγκαζαριστεί από τους μεγάλους εκδοτικούς που με τη σειρά τους κερδίζουν την πιο μεγάλη πίτα από τους 300.000 των αναγνωστών. Για άλλους δεν έχει πίτα.
Κοινός παρονομαστής όλων των παραπάνω είναι δυστυχώς το χρήμα. Με εξαίρεση εκείνους που έγιναν εκδότες πιστεύοντας ότι έτσι θα κερδίσουν λεφτά πολλά, όλοι οι υπόλοιποι πραγματικά τρέμουν στην ιδέα του Αύριο. Νιώθουν όλο αυτό που συμβαίνει, προσπαθούν να το αποφύγουν, αλλά χωρίς τους παλιούς αναγνώστες είναι δύσκολο. Όλοι τους ξέρουν καλά ότι όλη αυτή η μονοκαλλιέργεια του «εύπεπτου» δεν θα περάσει χωρίς επιπτώσεις και οι επιπτώσεις αυτές θα ξεκινήσουν μεν από τα λογιστήριά τους, αλλά θα επεκταθούν σε ολόκληρη την ελληνική κοινωνία.
Αναρωτιέμαι Νεκτάριε… θα ενοχλήσει κάποτε η μονοκαλλιεργεια αυτού του “εύπεπτου” και ποιο θα είναι εκείνο το Αύριο που θα κάνει τους εκδοτικούς οίκους να τρέμουν; Μονάχα η ηλεκτρονική ανάγνωση που σαρώνει είναι ο μεγαλύτερος ως τώρα εχθρός…που ανοίγει πόρτες στο “οτιδήποτε” και για “οποιονδήποτε”. Είναι τόσο κρίμα 300Κ να κλείνουν τόσες μαγικές πόρτες ή αλλιώς σελίδες. Ας δούμε κάποιο φως…
[Θα πρόσθετα στο κείμενό σου …οτι οι 300Κ που αναφέρεις..πλέον έχουν και ένα άλλο κριτήριο..Με τόση κατάθλιψη και στεναχώρια που επικρατεί στη χώρα ..επιλέγουν “χαρούμενα” κείμενα… ανάλαφρα..ήρεμα..σα να μην έχουν ανάγκη απο οτιδήποτε βαρύ..σοβαρό..μελαγχολικό…]