Η αμοιβή των χρωμάτων

Περίμενα τη σειρά μου με ανυπομονησία στο σκοτάδι. Όταν με τοποθέτησαν στον προθάλαμο  επικρατούσε απόλυτο σκοτάδι, όπως και στη συσκευασία· δεν ήξερα ως τότε και δε φανταζόμουν, ούτε υπέθετα φυσικά, κάτι  άλλο από σκοτάδι.

«Το μαύρο είναι το απόλυτο τίποτα. Είσαι απολύτως τίποτα».

Δεν το πίστεψα· δεν ήταν λίγο να βρίσκομαι στον προθάλαμο και να με φτάνει ο μονότονος γαργαλιστικός ήχος της διαδικασίας μεταμόρφωσής μου· τη λαχταρούσα και την αισθανόμουν να ‘ρχεται· μ’ αυτήν ξεκίνησε το λεξιλόγιό μου. Σε κάθε επανάληψη του ήχου ένα βάρος έφευγε από πάνω μου και το αρχικό απόλυτο μαύρο φαινόταν ν’ αραιώνει· προσμονή μεταμόρφωσης και κάτι διαφορετικό απ’ το σκοτάδι διέγειραν μια άγνωστή μου ταραχή· δεν μπορώ να το διατυπώσω αλλιώς, δεν διαθέτω καμια σχετική  εμπειρία για να επιχειρήσω μια διαφορετική περιγραφή· και γιατί, άλλωστε;

Το  απόλυτο σκοτάδι  παραχωρούσε τη θέση του σε γαλακτερό γκρίζο· πλησίαζα. Και ίσως να βρέθηκα μπροστά στην πύλη όταν αισθάνθηκα να μη με βαραίνει το παραμικρό και το γκρίζο να εξαφανίζεται εντελώς. Πήρε τη θέση του το πρωτόγνωρο φως, το απόλυτο φως.

«Το φως κρατά στην αγκαλιά του όλα τα χρώματα μαζί έως και το απόλυτο τίποτα. Δεν είσαι εσύ το άπαν, αλλά…»

Δε συμπληρώθηκε η φράση, έμεινε στην ετυμηγορία για το τίποτα· έτσι την εισέπραξα, αλλά δε την αποδέχθηκα αυτή τη μηδενιστική αυθαιρεσία· μπροστά στην πύλη κυριαρχούσε η ελπίδα.

Συγκεχυμένο  μουρμουρητό ήρθε τότε, να διαλύσει τη γαλήνη του εθισμού μου στον μονότονο γαργαλιστικό ήχο·  κάτι με τράβηξε και με μετακίνησε, απ’ τη θέση μου μπροστά στην πύλη, σε μια στοίβα ακατάλληλων. Δεν έμεινα πολύ εκεί. Ένα δυνατό ρεύμα, αίφνης,  με άρπαξε και με στροβίλιζε από το άσπρο στο μαύρο και στου γκρίζου τους τόνους, αλλά και σε λουτρό αναδυόμενων χρωμάτων· ούτε μια στιγμή όμοια με την προηγούμενή της. Το λεξιλόγιό μου εμπλουτιζόταν με ασυγκράτητη ταχύτητα.

Το ρεύμα, σα να με λυπήθηκε ξαφνικά, με απόθεσε στη σκιά μιας σκυμμένης φιγούρας και είπα τότε, πάει τελείωσε! Όμως μια κατακόκκινη οδυνηρή σταγόνα απλώθηκε πάνω μου, ακανόνιστα. Αισθάνθηκα πως άρχισα να μπλέκομαι σ’ ένα παιχνίδι που δεν μπορούσε να είναι άλλο από ένα παιχνίδι χρωμάτων· το άσπρο ν’ αναλύεται από πρισματικές αφετηρίες πόνου, χαράς, ικανοποίησης, απελπισίας. Εκεί κάτω, όπως ήμουν, περνούσα από φιγούρα σε φιγούρα, εισπράττοντας πινελιές, γδαρσίματα, σκισίματα, μπαλώματα· να μην τα περιγράφω τώρα, δεν θα τα πω όλα και οι λειψές περιγραφές  παραπλανούν· ώσπου με ακινητοποίησε ένα πέλμα· κάποτε κι αυτό απομακρύνθηκε, έχοντας αφήσει πάνω μου το αποτύπωμά του με χρώματα μαυριδερά και φαιοπράσινα.

Το ρεύμα  με είχε πάλι αναλάβει· με άρπαξε και με ανέβασε στον τελευταίο σπόνδυλο ενός κίονα που είχε λησμονήσει από πόσο πια καιρό είχε χάσει το κιονόκρανό του, και ίσα που θυμόταν πως, κάποτε, συνεργαζόταν στη στήριξη μιας στέγης. Από εκεί ψηλά, έβλεπα τα χρώματα, άλλα να παλεύουν, χαμηλά, μην ξεθωριάσουν από τριβές ανάκατες μ’ ανάπηρες μνήμες, Αλ… Παπαδ… Χαλασοχ… κι άλλα πολλά να βολοδέρνουν στην αδράνειά τους· μα λίγο επουλώθηκε κι η φαιοπράσινη μουτζούρα μου.

Το ρεύμα είχε πια καλμάρει· εύκολα βρέθηκα στα χαμηλά και στις      τριβές που συνέχισαν να μου προσθέτουν πινελιές κι απώλειες, ώσπου να αναρτηθώ σε τούτη εδώ τη θέση, ως πίνακας ανυπόγραφος, με τίτλο: «Η αμοιβή των χρωμάτων» και με υπότιτλο «Με την αύρα του 21ου».

Αν δεν είχα το ελάττωμα, που μ΄ έστειλε στα ακατάλληλα – πολλά έχουν ακουστεί για τα κριτήρια, αλλά ποιος, στο τέλος, θα μου πει κάτι γι αυτά; – θα ήμουν, ίσως,  φύλλο ενός αντίτυπου μιας δημοφιλούς συλλογής ψιθύρων.

Από την αφήγησή μου, εμφανώς απουσιάζει η βούληση του πάσχοντος υποκειμένου που δεν επέδειξα, καθώς δεν την διαθέτω, για λόγους που πιστεύω πως αγνοώ.

Καλείστε – δε σας καλώ εγώ, μην παρεξηγηθώ… – σε ενεστώτα χρόνο, να συμπληρώσετε τις ρωγμές και τα κενά μου, εκτός φαντασίας, με εμπειρικά σας σχήματα και επίδειξη βούλησης – ω του θαύματος! – καθώς για το επιχείρημα της άγνοιας έχω κατοχυρώσει πνευματικά δικαιώματα. Τα αποσιωπητικά, διεσταλμένα αγωνιούντα μάτια, εγκαταστημένα στο μέλλον. Το παρελθόν έκανε τις επιλογές του· είδε όσα θέλησε ή μπόρεσε να δει, όσα ήταν να αγνοήσει τα αγνόησε και εξάντλησε όσα ήταν να  συμπεριλάβει στις αφηγήσεις του που βρίθουν αντιφάσεων ως προς την αιτιολόγηση, την ερμηνεία, την ανάγνωση και την αξιολόγηση της κατάστασής μου. Μπορώ, ωστόσο, διεκδικώντας περίοπτη θέση ανάμεσα στα έργα τέχνης, να σας συμβουλέψω, αγνοώντας την πολύ πιθανή ρετσινιά της ουτοπίας, να είστε πολύ προσεκτικοί με τους χρωστήρες σας.

_

γράφει ο    Απόστολος Παλιεράκης

Ακολουθήστε μας

Οι προσφορές των εφημερίδων για το Σαββατοκύριακο 15 – 16 Φεβρουαρίου 2025

Οι προσφορές των εφημερίδων για το Σαββατοκύριακο 15 – 16 Φεβρουαρίου 2025

Real News Καθημερινή Πρώτο Θέμa Το Βήμα της Κυριακής Δώστε μας το email σας και κάθε Παρασκευήθα έχετε στα εισερχόμενά σας τις προσφορές των εφημερίδων (Δεν στέλνουμε ανεπιθύμητη αλληλογραφία ενώ μπορείτε να διαγραφείτε με ένα κλικ και δεν θα...

Επιστροφή στο χωριό

Επιστροφή στο χωριό

Ήθελε πολύ να κλάψει, να ξεσπάσει. Μα όσο κι αν προσπάθησε να βγάλει από μέσα του αυτό που του άδραχνε σφιχτά την καρδιά και του έκοβε την ανάσα, δεν το κατάφερνε. Τα κόκκινα από την αγρύπνια μάτια του παράμεναν στεγνά, σαν τα χωράφια που τα είχε ζεματίσει η αναβροχιά...

Άφιλτρο τσιγάρο

Άφιλτρο τσιγάρο

ΑΦΙΛΤΡΟ ΤΣΙΓΑΡΟ Κοίτα..  Έλεγα και σου έδειχνα την απλωμένη πόλη προς τα κάτω. Βράδυ στο ‘μπαλκόνι’ της Σαλονίκης. Εγώ δεν την έλεγα ποτέ Σαλονίκη!.  Εσύ μου το κόλλησες. Πάντα Θεσσαλονίκη την έλεγα.  Ολόκληρη.  Γιατί της άξιζε και με το παραπάνω. Κούκλα σαν και σένα....

Ακολουθήστε μας στο Google News

Διαβάστε κι αυτά

Άφιλτρο τσιγάρο

Άφιλτρο τσιγάρο

ΑΦΙΛΤΡΟ ΤΣΙΓΑΡΟ Κοίτα..  Έλεγα και σου έδειχνα την απλωμένη πόλη προς τα κάτω. Βράδυ στο ‘μπαλκόνι’ της Σαλονίκης. Εγώ δεν την έλεγα ποτέ Σαλονίκη!.  Εσύ μου το κόλλησες. Πάντα Θεσσαλονίκη την έλεγα.  Ολόκληρη.  Γιατί της άξιζε και με το παραπάνω. Κούκλα σαν και σένα....

Αντρικό κούρεμα

Αντρικό κούρεμα

Τα καλοκαίρια γυρίζαμε έξω. Οι μανάδες στο σπίτι οι πατεράδες στη δουλειά εμείς στις αλάνες. Οι αλάνες - δρόμοι, ήταν σαν τις γελοιογραφίες του Mordillo. Αν σου έφευγε η μπάλα στην κατηφόρα, είχες δυο επιλογές. Η μια ν’ αρχίσεις το τρέξιμο ώστε τα δεδομένα του...

Routine

Routine

- γράφει ο Κώστας Θερμογιάννης - Ήταν ίσως η μόνη γυναίκα στον κόσμο που ξέβαφε τα χείλια της! Έμοιαζε με εξώφυλλο ακριβού περιοδικού πολυτελείας που κανείς δεν μπορούσε να (εξ)αγοράσει. Είχε φίλους. Πολλούς και λίγους. Οι πολλοί της φίλοι, σαν τα πουκάμισα τα αδειανά...

3 σχόλια

3 Σχόλια

  1. Μάχη Τζουγανάκη

    Να είμαστε ναι… πολύ προσεκτικοί με τους χρωστήρες μας…. Υπέροχο (λέω και επισήμως).

    Απάντηση
    • Απόστολος Παλιεράκης

      Ευχαριστώ που το τονίζεις Μάχη και που το καταφέρνεις με τα δικά σου κείμενα.

      Απάντηση
  2. Απόστολος Παλιεράκης

    Σας ευχαριστώ, (σ)τοβιβλίο.net! Τι άλλο από δυνατή συγκίνηση για τις φροντίδες, τις ενέργειες και τα καλά σας λόγια. Να είστε καλά, να ονειρεύεστε, να δημιουργείτε, να φροντίζετε και να διευρύνετε την υπέροχη σελίδα σας!

    Απάντηση

Υποβολή σχολίου