Η Δίκη, ένα βιβλίο σταθμός στην παγκόσμια νεότερη λογοτεχνία. Ένα αριστούργημα από τον συγγραφέα Franz Kafka, τoν δικηγόρο από την Πράγα.
O Κάφκα γεννήθηκε το 1883 και πέθανε το 1924. Η ζωή του, το πώς ζούσε, εμφανίζεται στα βιβλία του. Η αντίληψή του για τον κόσμο, η γνώμη που έχει για τους άλλους, οι γυναίκες, τι όντα θεωρεί ότι είναι, η αυτοεικόνα του, είναι εμφανή στα έργα του. Γνωστά έργα του η Δίκη, ο Πύργος, η Μεταμόρφωση.
Ταινίες του έχουν παιχτεί στον κινηματογράφο. Συγκεκριμένα, η Δίκη σε δύο εκδοχές, η μία από τον σκηνοθέτη Όρσον Γουέλς και πρωταγωνιστή τον Πιέρ Κόλοτ το 1962, η άλλη από τον σκηνοθέτη Ντέιβιντ Χιουζ το 1993 με πρωταγωνιστή τον γνωστό Χόπκινς. Έργα του έχουν ανέβει στο θέατρο σε αρκετές παραλλαγές, με έμφαση σε συγκεκριμένα μέρη, απόψεις από αρκετούς σκηνοθέτες, ο καθένας με τη δική του οπτική. Το έργο στην ΕΡΤ1 μεταφέρθηκε σε ηχοληπτικό θεατρικό έργο το 1980 σε σκηνοθεσία Σπύρου Μηλιώνη. Μεγάλοι συγγραφείς έχουν μιλήσει για το έργο του, με τη σειρά τους προσπαθούν να αναλύσουν, να κατανοήσουν καλύτερα το έργο του συγγραφέα, να τιμήσουν το πρόσωπο που τους επηρέασε. Αντιπροσωπευτικές αναλύσεις και γνώμες έχουμε σήμερα από τον συγγραφέα Μίλαν Κούντερα, τον συγγραφέα Άλμπερ Καμύ και τον πορτογάλο ποιητή Πεσόα.
Από ό,τι ξέρουμε σήμερα, ο Κάφκα από μικρός ταλαιπωρούνταν στη ζωή του. Οι συχνές του επισκέψεις στα σανατόρια, οι συχνοί εφιάλτες που είχε, η ανάγκη του και επιθυμία να είναι μόνος, ο πατριαρχικός πατέρας του και η εκκεντρική μάνα του συνετέλεσαν ως παράγοντες στην προσφυγή, διέξοδο του Κάφκα προς την συγγραφή.
Ο Κάφκα αφού τελείωσε το σχολείο ξεκίνησε να σπουδάζει χημικός, κάτι που παράτησε στη μέση για να ασχοληθεί με τη νομική. Τελείωσε τη νομική και εργάστηκε κατά τη διάρκεια της ζωής του ως δικηγόρος σε 2 τότε γνωστές ασφαλιστικές εταιρίες. Η αρρώστια που τον ταλαιπωρούσε (σωματική και ψυχολογική) τον έκανε να πηγαινοέρχεται συχνά στα σανατόρια της Πράγας αλλά και των γύρω χωρών. Η γνώμη που είχε για τον εαυτό του, δηλαδή ότι ήταν ευαίσθητος ψυχικά, αδύναμος σωματικά οδήγησαν στην επιδείνωση της υγείας του. Εκείνο το διάστημα επισκεπτόταν όλο και πιο συχνά τα σανατόρια, όπου και οι άδειές του από τη δουλειά αναγκαστικά κάθε φορά γίνονταν και μεγαλύτερες. Στο τέλος αναγκάστηκε λόγω της βαριάς κατάστασης της υγείας του και του μεγάλου χρονικού διαστήματος που πέρναγε στα σανατόρια, να συνταξιοδοτηθεί νωρίς. Πέθανε σε ένα σανατόριο στη Βιέννη μετά από ολίγων ημερών επίσκεψη στο σπίτι της μίας εκ των δύο αδερφών του. Λάτρης του θεάτρου, συνήθιζε να πηγαίνει συχνά σε παραστάσεις και αυτός είναι και ο λόγος που και τα πρόσωπα στα μυθιστορήματα του μιλάνε, παίζουν, αντιδρούν σαν σε σκηνικό θεατρικού έργου. Τα περισσότερα έργα του τα εμπνεύστηκε από τα όνειρα που έβλεπε στον ύπνο του, που όπως μαρτυρίες λένε τα ζωγράφιζε με εμμονική προσοχή και έπειτα τα μετέφερε στα κείμενά του. Μέσα στα όνειρά μας κουβαλάμε απωθημένες επιθυμίες, σκέψεις σκοτεινές, μη διεκπεραιωμένες ελπίδες, κάτι που είναι εμφανές στην ατμόσφαιρα που κουβαλούν τα έργα του Κάφκα.
Ο συγγραφέας έγραψε αρκετά βιβλία με το ίδιο πάντα στυλ. Έπινε και ήταν καταθλιπτικός, ονειρευόταν και έγραφε. Κατά τη διάρκεια της ζωής του λίγα έργα είχαν εκδοθεί. Ήταν τόσο πεσιμιστής με τον εαυτό του, που πριν πεθάνει ζήτησε απο στενό φίλο του, να κάψει όλα τα μη εκδοθέντα έργα του. Ευτυχώς για μας, ο φίλος του δεν τον άκουσε και έχουμε στις μέρες μας αυτό το είδος πεζογραφίας, τον χαρακτηρισμό Καφκικός.
Ο πατέρας του, αυστηρός, ομιλητικός, δυναμικός, πατριαρχικός και επιβλητικός βοήθησε τον Κάφκα να έχει αυτή την εικόνα για τον ίδιο του τον εαυτό. Ο Κάφκα προσπαθούσε να κερδίσει, ήθελε την επιβεβαίωση από τον πατέρα του, κάτι που δεν πήρε ποτέ, προσπαθούσε να τον πλησιάσει, κάτι που δεν κατάφερε ποτέ. Η εξουσία στα έργα του παίρνει τη μορφή του πατέρα του, απόμακρος και σοβαρός, είναι ο απαράβατος νόμος, είναι πιο ψηλά από εσένα, είναι απρόσωπος και ειρωνικός, δέχεσαι αναπόφευκτα την υποταγή σε αυτήν.
Η μητέρα του Κάφκα ήταν εκκεντρική και ονειροπόλα, αγνή προσωπικότητα. Ο Κάφκα ταυτίζεται εν μέρει με τη μητέρα του, προσπαθεί μέσω των γραπτών του να μιλάει για εκκεντρικά θέματα εκείνη την εποχή, η ατμόσφαιρα στα γραπτά του είναι ονειρική, οι ήρωές του είναι συνήθως τα θύματα, οι καθημερινοί άνθρωποι που έχουν άγνοια για το τι είναι ικανός κάποιος ανώτερος τους, κάποιος ύπουλος να τους κάνει. Επίσης οι γυναίκες στα γραπτά του έχουν μια εικόνα περιθωριακής γυναίκας. Ο Κάφκα γράφει για κακέκτυπες, άσχημες και κοινωνικά στα κατώτερα στρώματα γυναίκες. Οι γυναίκες συχνά στα έργα του είναι πόρνες, πονηρές, εκτελούν διαταγές άλλων.
Οι δύο γονείς όπως και τα πέντε αδέρφια του έπαιξαν ρόλο στα γραπτά του. Αυτό το βλέπουμε σήμερα από γράμματά του προς αυτούς, γράμματα σε φίλους του που περιγράφει την οικογένειά του. Αισθανόταν μειονεκτικός μπροστά τους, είχε μαζί τους μία σχέση αγάπης-μίσους.
Στο μυθιστόρημα η Δίκη παρασυρόμαστε και αγωνιούμε κάθε στιγμή για την μοίρα, το επόμενο βήμα του ήρωα. Η Δίκη είναι ένα είδος πεζογραφίας που μπερδεύει το πραγματικό με το ονειρικό, τον ρεαλισμό με τον σουρεαλισμό, μεταφέρονται συναισθήματα που βρίσκονται βαθιά στα ενδόμυχα της ψυχής κάθε ανθρώπου.
Το έργο η Δίκη είναι πώς θα το πλησιάσεις, με ποιο τρόπο θα το διαβάσεις. Ένα βιβλίο που σου ζητά να το ξαναδιαβάσεις, να βρεις στοιχεία που δεν είχες λάβει υπόψη την προηγούμενη φορά που το διάβασες, να εμβαθύνεις στο νόημα του βιβλίου, όποιο και αν θεωρήσεις ότι είναι αυτό.
Κάποιος που θα διαβάσει το βιβλίο επιφανειακά θα το βρει σατυρικό. Μαύρο χιούμορ και περιγραφή θα σε κάνουν να θεωρήσεις το βιβλίο μία σουρεαλιστική κωμωδία. Ο αναγνώστης που θα εμβαθύνει θα δει ότι υπάρχουν πολιτικά μηνύματα μέσα στην περιγραφή γεγονότων, η εξουσία και ο κοινός, ο εξουσιαζόμενος, να υπάρχει σε μια σχέση προδιεγραμμένη μπροστά στο σύστημα, να συμβιβάζεται με τον νόμο. Ο κύριος που θα διαβάσει σοβαρά το βιβλίο θα αναγνωρίσει ότι το έργο διαπραγματεύεται υπαρξιακά θέματα, συμβολισμούς που σου ζητά να κατανοήσεις το εσωτερικό ενός ανθρώπου που ανησυχεί και προβληματίζεται, η ανθρώπινη λογική και στον αντίποδα το ονειρικό, το παράλογο. Στο τέλος, θα δει κάποιος τη μάχη του ήρωα με το αόριστο, την προσπάθεια συγκρότησης του εαυτού απέναντι στο γενικό.
Το βιβλίο μας ξεκινά με την ιστορία του ήρωά μας, τον κύριο Κ. Ένας απλός πολίτης κοινωνικά… τραπεζικός υπάλληλος, βρίσκεται ένοχος για ένα έγκλημα που δεν ξέρει αν έπραξε ποτέ, που δεν έπραξε ποτέ. Το μυθιστόρημα ξεκινά όταν ενώ έπαιρνε το πρωινό του, χτυπούν την πόρτα του σπιτιού του δύο καλοντυμένοι άντρες, του αναγγέλλουν ότι ξεκίνησε δίκη και ο ίδιος είναι ο άνθρωπος που πρόκειται να δικαστεί. Η δίκη θα προχωρήσει και χωρίς την παρουσία του, ήδη κρίνεται ένοχος. Μπορεί να κινείται ελεύθερα στην πόλη ενώ η δίκη συνεχίζεται, δεν προβληματίζει κανέναν που πρόκειται από εδώ και πέρα να περπατά με την ταμπέλα ότι είναι ο κατηγορούμενος, κάτι που όλοι οι κάτοικοι πίσω από τα παράθυρα ήδη ξέρουν.
Το δικαστήριο στο πατάρι ενός σπιτιού, οι άνθρωποι δεικτικοί και περιφρονητικοί αντιπροσωπεύουν το σύστημα. Ο κόσμος που μαζεύεται πολύς στο δικαστήριο τον διαπομπεύει, αναγκάζεται να το ανεχτεί, δεν μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του όπως θα ήθελε. Ο ήρωάς μας ενοχικός για κάτι που δεν έχει κάνει, από τις απόψεις των άλλων, θα αποζητήσει τη λύτρωση αποδεχόμενος ένα έγκλημα που δεν γνωρίζει. Θα στραφεί για βοήθεια σε δικηγόρο, κάποιος που δε θα μπορέσει να τον βοηθήσει μιας και ούτε ο ήρωας δεν ξέρει γιατί είναι ένοχος, θα προσπαθήσει να βρει βοήθεια από τον φίλο του τον ζωγράφο, που έχει διασυνδέσεις, μάταια. Η τελευταία προσπάθειά του να μιλήσει με κάποιον ιερέα ήταν πράγμα ανούσιο, μιας και θα αποκαλυφθεί μέσα από τα λεγόμενά του και τις ιστορίες του ότι και αυτός είναι μέλος της εταιρίας, της κλίκας του δικαστηρίου.
Ένα βιβλίο που χρειάζεται ο καθένας να διαβάσει. Ένα βιβλίο κλασικό, που πραγματεύεται την εξέλιξη ενός ανθρώπου, τους προβληματισμούς του μέσα σε μια συνθήκη εξωγενώς δημιουργημένη, με στόχο της τον ήρωα.
Στην πεζογραφία που μέχρι τότε την διακατείχε η λογική (π.χ. Προυστ: Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο, Τολστόι: Πόλεμος και Ειρήνη) ο Κάφκα έφερε στο προσκήνιο μια νέα μορφή, την έκκληση του ονείρου.
_
γράφει ο Σπύρος Αναστασόπουλος
Συμφωνώ με τις πιθανές προσεγγίσεις του έργου “Η Δίκη” εκ μέρος ενός Αναγνώστη: τη θέαση του έργου ως σατυρικού, ως υπαρξιακού, ως κοινωνικού, ως σουρρεαλιστικού.
Θα ήθελα να προσθέσω μία ακόμη: την ανάγνωση του βιβλίου και την ερμηνεία του με μία ψυχαναλυτική οπτική. Δηλαδή, προτείνω να ιδωθεί πρωτίστως ο Κάφκα στην προβληματική σχέση του με τον πατέρα του, με τον φορέα εξουσίας μέσα στο σπίτι του, με τον άνθρωπο που δεν αποδεχόταν τον φιλάσθενο, ευαίσθητο, απομονωμένο γιο του. Για μένα, το έργο αυτό είναι ΚΑΙ μια καταγραφή των ενοχών που είχαν δημιουργηθεί στην ευαίσθητη ψυχή ενός αγοριού, που βίωνε την απαξίωση εκ μέρους της πατρικής φιγούρας, σε όλη του τη ζωή. Συνολικά, πρόκειται για μία εξομολόγηση, που στόχο είχε, αν μη τι άλλο, την λύτρωση του γράφοντος από τις ενοχές, τις οποίες, όμως, δεν κατάλαβε ποτέ ποιες ήταν ακριβώς….έτσι ακριβώς δηλαδή όπως νιώθουν όλοι εκείνοι που είναι θύματα ακατάλληλων και εν τέλει επικίνδυνων γονέων.
Σίγουρα δεν τα είχε περάσει στο συνειδητό όλα αυτά που γράφεις,Φαίνονται βέβαια από τις αναλύσεις που κάνουμε οι τωρινοί αναγνώστες