Βάζει στα χείλη κραγιόν και στα μαλλιά της πλατίνα.
Η βροχή τη μεθά πιο πολύ απ΄τα λόγια εκείνα.
Και μουρμουράει σιγανά κι όλο ξεχνάει για την Τροία.
Μα δεν μπορεί να ξεχάσει τί προκαλεί τρικυμία.
Η Άρνη, λέει, τους χλευάζει κι όλο τις μνήμες κεντά.
Κι η θάλασσα τραγουδάει λέξεις που δεν ξέρουν πια.
Σφραγίζουν χείλη κι αδειάζουν τις τύχες τους στο κενό.
Λίγο πριν φύγουν γεμίζουν με λάφυρα ένα σωρό.
Και το καράβι βουλιάζει, βυθίζεται το χρυσό.
Κι ό,τι έχει μείνειαπ’ την Τροία θάβεται μες το βυθό.
Ο Ποσειδώνας ξεθάβει από την άμμο σπαθιά.
Και τα προσφέρει σε εκείνον που τον Κανένα κρατά.
_
γράφει η Ειρήνη Πατατανέ
0 Σχόλια