Η ιεραρχία είναι απόλυτα κυρίαρχη στο σύμπαν. Δεσπόζουσα καθ’ όλη την ανθρώπινη ιστορία, γραπτή και άγραφη, πραγματική και φανταστική, στους θρύλους, στους μύθους, στις παραδόσεις κ.ο.κ. Οι μορφές της ιεραρχίας μπορούν να είναι από τις πλέον απαραίτητες και αποτελεσματικές για το κοινό καλό, έως τις πλέον παράλογες και βδελυρές για τον κόσμο. Παρ’ όλα αυτά, η ιεραρχία, ακόμη και στην πλέον ευπρόσδεκτη για την ανθρώπινη νοημοσύνη μορφή της, εμπεριέχει έως και μοιραίες για τη ζωή του ανθρώπου συνέπειες στην περίπτωση της παραβίασης των κανόνων και των νόμων της.
Διαφορετικά από τη γλώσσα της νομολογίας, κάνω χρήση του όρου «όροι». Οι κορυφαίοι ιεράρχες θέτουν, λοιπόν, τους όρους τους, που άπαντες οι υφιστάμενοί τους οφείλουν να ακολουθήσουν και να εφαρμόσουν. Ο απόλυτος ιεράρχης, πέραν του οποίου ο ανθρώπινος νους κανέναν άλλο δεν αναγνωρίζει, είναι ο αποκαλούμενος Θεός δημιουργός. Είναι άνευ σημασίας εάν προηγουμένως υπήρξε πολυπληθής, με την ιεραρχία να μοιράζονται πολλοί Θεοί, ή στη συνέχεια ενσαρκώθηκε σε έναν και μοναδικό, ως απόλυτος Θεός. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις πρόκειται για απόλυτη ιεραρχία, έναντι της οποίας ο άνθρωπος ή θα υπακούσει απόλυτα ή θα υποστεί τις συνέπειες της παραβίασης των όρων του.
Στην αρχαία μυθολογία, ιδίως την ελληνική, στις πλείστες αφηγήσεις με πρωταγωνιστές τους Θεούς και τον άνθρωπο, προβάλλει ευδιάκριτη η απόλυτη ισχύς του ιεράρχη, συνάμα με την μέγιστου βαθμού τιμωρία, προς κάθε παραβάτη των όρων που έχουν τεθεί. Εκ πρώτης όψεως, όλο αυτό μοιάζει με το στυγνότερο είδος δικτατορίας, όμως η δικτατορία στην περίπτωση της θείας συνθήκης είναι εξίσου απόλυτη με τη δημοκρατία.
Δεν ξέρω ποιος ο λόγος που, μέσα στην ποικιλομορφία της μυθολογίας και των βιβλικών αφηγήσεων, η προσοχή μου αιχμαλωτίστηκε από δύο εξ αυτών, που ουδεμία συνάφεια παρουσιάζουν, πόσο μάλλον αν συσχετιστούν. Ασφαλώς και αυτή είναι η αλήθεια, επομένως τόσο η μία όσο και η άλλη συνιστούν ιστορίες, που τόσο στον χωροχρόνο, όσο και στην ουσία τους, ουδεμία ομοιότητα, συνάφεια ή παραλληλισμό για ανάλυση παρουσιάζουν. Παρ’ όλα αυτά, εντυπώθηκαν οι δυο τους, η μια δίπλα στην άλλη, στο μυαλό μου, με επακόλουθο και τις συγκρίσεις, και τους παραλληλισμούς, και τις αναλύσεις και τα περίεργα συμπεράσματα. Κοινό τους γνώρισμα, η ύπαρξη του ίδιου ιεράρχη, του Θεού, αλλά και του ίδιου πρωταγωνιστή, του ανθρώπινου ζεύγους, θηλυκού – αρσενικού. Ο λόγος για την Εύα και τον Αδάμ της Εδέμ και τον Ορφέα και την Ευρυδίκη της Θράκης. Οποιαδήποτε άλλη έρευνα συσχέτισης είναι ταυτόσημη του παραλογισμού. Εφόσον όμως ο παραλογισμός συχνά πυκνά χρησιμοποιείται ως σοφιστικός τρόπος και επιχείρημα των αιτίων και συνεπειών των διαφόρων φαινομένων της φύσης και της ανθρώπινης κοινωνίας, στην περίπτωση αυτού του πονήματος δίνει και σε εμένα λαβή να ξεκινήσω παράλογα, για να καταλήξω στη συνέχεια στο αντίστροφό του.
- H Εύα και ο Αδάμ – Ο Αδάμ και η Εύα
Οι πρώτοι παραβάτες ενός θείου όρου. Οι πρωτόπλαστοι παραβίασαν τον όρο του δημιουργού τους. Ο δημιουργός χωρίς δεύτερη κουβέντα αποφασίζει και κάνει πράξη μεμιάς την τιμωρία, την εκδίωξη απ’ την αιώνια Εδέμ, στην εκτός Εδέμ προσωρινότητα της ζωής. Η μέγιστη δοθείσα ποινή, χωρίς τον παραμικρό ενδοιασμό, που λέμε εμείς οι κοινοί θνητοί. Ούτε πράξη υπεράσπισης, ούτε ύστατη κουβέντα των τιμωρηθέντων ή παράκληση επιείκειας, ούτε δικαίωμα ένστασης εις ανώτερη αρχή, πιο πάνω. Γιατί; Διότι δεν υπάρχει πιο πάνω και όταν δεν υπάρχει πιο πάνω δε γίνεται να υπάρχει άλλη διαδικασία ανάμεσα στον μη τηρούμενο όρο και την εκτέλεση της τιμωρίας. Το υπέρτατο όργανο είναι ο ίδιος ο ιεράρχης. Τα πάντα αποφασίζονται και εκτελούνται μόνον απ’ αυτόν.
Κέλευσμα, που αν παραβιαστεί, μεταβάλλεται σε δικτατορία κατά των παραβατών. Αυτό συνιστά το πλέον απλουστευτικό σχήμα της θείας δίκης απέναντι στον οποιονδήποτε παραβάτη των θείων όρων. Το σχήμα αποκλείει επίσης και την κρίση άλλων δελεαστικών και προτρεπτικών παραγόντων. Εν προκειμένω, αποκλείει τον παράγοντα φίδι. Είναι ο όφις που, αντί της δηλητηρίασης με το δάγκωμα της σάρκας, δαγκώνει και δηλητηριάζει την ψυχή της Εύας και του Αδάμ. Η συνέπεια είναι ακόμη πιο τραγική, ευκολότερη όμως προς επίλυση εκ μέρους του ιεράρχη. Εφόσον δεν υφίσταται συμπόνια, συγχώρεση, άμβλυνση της ποινής, προκύπτει πως ο ιεράρχης έχει προβλέψει και την ακραία συνέπεια. Μάλιστα, είναι πασιφανές πως Αυτός σκόπιμα σκάρωσε το όλο σκηνικό στην Εδέμ, προκειμένου να το οδηγήσει σ’ αυτήν την ακραία συνέπεια. Δεν μπορεί να είναι κάτι διαφορετικό.
Ο ιεράρχης, ασχέτως αν είναι ο πρωτοπλάστης της Εύας και του Αδάμ, ασχέτως αν λέγεται πως τους προσέδωσε την εικόνα του, στην πραγματικότητα δεν είναι ίδιος σε σχέση μ’ αυτούς, όπως στην περίπτωση της γέννησης του ανθρώπου από τον άνθρωπο. Εάν συνέβαινε κάτι τέτοιο, ούτε Εύα θα υπήρχε ούτε Αδάμ, ούτε όφις και ούτε μήλο, αλλά κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσίν Του Υιοί. Ο Θεός δεν έπλασε τον άνθρωπο, όπως πλάθει ο άνθρωπος τον άνθρωπο. Η Εύα και ο Αδάμ είναι έργο του δημιουργού, αλλά όχι φυσιολογικά του τέκνα.
Απέναντι σε ένα τέτοιο δημιούργημα, ο Θεός είναι ο ίδιος συνήγορος και δικαστής, όπου η συγχώρεση και η ευσπλαχνία δεν υφίστανται στην περίπτωση των παραβάσεων των θεϊκών όρων. Αυτές είναι ακόλουθες πράξεις, που ανήκουν μόνο στην ανθρωπότητα. Στον παρόντα κόσμο δεν έχουμε να κάνουμε με παραβίαση εκείνων των θεϊκών όρων, αλλά με άλλα αίτια και συνέπειες παραβάσεων, απόρροια του προπατορικού αμαρτήματος που συνιστούν τον ανθρώπινο Γολγοθά με αμαρτήματα, συγχωρέσεις, καταδίκες, κ.ο.κ. Με αυτά ασχολούνται μόνο οι άνθρωποι, μέσω της ιεραρχίας και των όρων που αυτοί θεσπίζουν. Η Εύα και ο Αδάμ της μετά-Εδέμ εποχής είναι στο χέρι αυτής της ιεραρχίας, διαφορετικά απ’ ότι συνέβαινε εντός της Εδέμ.
Μπορούσε να είναι διαφορετικά; Πιστεύω όχι! Όπως μετέπειτα όρισε τη μοίρα του Υιού Του, του Χριστού, είχε ορίσει νωρίτερα και τη μοίρα της Εύας και του Αδάμ. Μάλιστα αυτήν τους η μοίρα είναι προγενέστερη της ίδιας της μοίρας του Χριστού. Χωρίς αυτήν την τραγική μοίρα, ούτε Χριστός θα υπήρχε, ούτε Σταύρωση, ούτε αμάρτημα, ίσως ούτε άνθρωποι, παρά μόνο Θεοί. Εάν ο Αδάμ δε δάγκωνε το μήλο τι θα συνέβαινε; Η εκδίωξη μόνο της Εύας; Επομένως, θα υπήρχε μία Εδέμ με έναν παντοτινό Αδάμ και μία άλλη Εδέμ με μια προσωρινή Εύα; Το άκρον άωτον του παραλόγου! Διότι ο ιεράρχης ουδέποτε μπορεί να δημιουργήσει την παράλληλό του της ιεραρχίας. Ο Αδάμ θα ήταν αυτή η παράλογη παράλληλος. Δεν ήταν όμως πλάσμα του Θεού, παρά μόνο δημιούργημά του. Απλώς, η πράξη αυτή τον αποκλείει από το δικαίωμα της παράλληλης ιεραρχίας με αυτήν του δημιουργού. Απ’ όπου κι αν προσεγγίσω την παραπάνω υπόθεση οδηγούμαι σε ένα και μοναδικό συμπέρασμα. Στο συμπέρασμα ότι ήταν αδύνατον να συμβεί εκείνο που θα αδυνατούσε να οδηγήσει το ζευγάρι της Εδέμ σ’ αυτό που συνέβη.
Επομένως, το δάγκωμα του μήλου έπρεπε να λάβει χώρα και από τους δύο, ώστε οι δυο τους να ακολουθήσουν την τροχιά της ίδιας μοίρας, της ανθρώπινης μοίρας. Το μη δάγκωμα θα ήταν πραγματικά απίθανο, διότι θα δημιουργούνταν η παράλληλη συνύπαρξη ανάμεσα στον θεό και τον άνθρωπο, ένας δυϊσμός, μια ιεραρχική ομοιότητα, που δεν θα τους ξεχώριζε μεταξύ τους, με αποτέλεσμα να απολεσθεί η ίδια η συνδετική ουσία ανάμεσα στον Δημιουργό και τον πρωτόπλαστο. Ο Δημιουργός δεν μπορεί να πλάσει μιαν άλλη ύπαρξη, τον εαυτό του.
Η Εύα και ο Αδάμ είναι τρόπον τινά οι πρώτοι υπαίτιοι της Σταύρωσης του Χριστού μέσω του προπατορικού αμαρτήματος. Ο ίδιος ο Χριστός έμελλε να ζητήσει από τον πατέρα Του τη συγχώρεση των απογόνων της Εύας και του Αδάμ, οι οποίοι «δεν ξέρουν τι κάνουν». Γιατί, μήπως η Εύα και ο Αδάμ ήξεραν τι έκαναν; Με το δάγκωμα του μήλου εκείνοι έμπηξαν το πρώτο καρφί στη Σταύρωση του Χριστού. Ταυτόχρονα αυτοσταυρώθηκαν. Η διαφορά ανάμεσα σ’ αυτούς και τον Χριστό έγκειται στο κίνητρο της πράξης της Σταύρωσης, κίνητρο που εάν για τον Χριστό ήταν η σωτηρία των ανθρώπων από τις αμαρτίες και η προσέγγισή τους με τον Θεό, για τους πρώτους ενοίκους της Εδέμ ήταν ο πειρασμός για το απαγορευμένο, που επέφερε την παράβαση του θείου όρου. Πειρασμός υπερβατικότητας εκ μέρους του ανθρώπου, ακόμη και του ίδιου του Θεού. Αυτή η υπερβατική βουλιμία συνιστά και τον όλο Γολγοθά των απογόνων τους.
- Η Ευρυδίκη και ο Ορφέας –Ο Ορφέας και η Ευρυδίκη
Από την όλη τραγική ιστορία του Ορφέα και της Ευρυδίκης αυτό που μου κίνησε το ενδιαφέρον, την περιέργεια, την αναλυτική και συμπερασματική αντίφαση είναι η φευγαλέα στιγμή του συμβάντος, η στιγμή της παράβασης του θείου όρου από τον Ορφέα. Στην πρώτη ανάγνωση αυτής της στιγμής αισθάνθηκα να με κυριεύει η οργή απέναντι στους Θεούς, άγγιξα τα όρια της διαφωνίας με την αποφασιστικότητά τους στην τιμωρία του Ορφέα και, συνεπώς, της Ευρυδίκης. Η επανειλημμένη επαναπροσέγγιση της όλης ιστορίας και η εστίαση άπειρες φορές στην παράβαση του θείου όρου με ηρέμησαν κάπως, τόσο όσο να μετριάσω έστω στο ελάχιστο τη συμπόνια απέναντι σε αυτό το ιδανικό ζεύγος και συνάμα την οργή προς τους Θεούς.
Προσπερνώ τη χρονική στιγμή που έλαβε χώρα το συμβάν και a priori ομολογώ πως το εν λόγω συμβάν διαμηνύει στους ανθρώπους την ισχύ του κανόνα και της τάξης στη φύση και την κοινωνία, καθώς και την απόλυτη υποταγή στην ιεραρχία. Καλό ή κακό αυτό το μήνυμα, για την ανθρώπινη κοινωνία είναι, τρόπον τινά, από τα θεμελιώδη σημεία του άγραφου Νόμου.
Το πρώτο θείο μήνυμα, μέσω του παθήματος της Εύας και του Αδάμ, ήταν μιας διαχρονικότητας χιλιετιών και το ίδιο χρονικό διάστημα οι άνθρωποι, αντί της αλλαγής προς το καλό, ακολούθησαν τη μοίρα του αμαρτήματος, επιτείνοντάς το κι άλλο. Η ανθρωπότητα επικεντρώθηκε όχι τόσο στην αυτοκάθαρση όσο στην ιεραρχική ταπείνωση εκθρονίζοντας το θείο και εκθειάζοντας το γήινο. Προς όφελος αυτής της διαδικασίας χιλιετιών έμελλε να δημιουργηθούν νέες ιστορίες με γήινα και επουράνια πρόσωπα με περισσότερη εγγενή τέχνη. Το κοινό τους στοιχείο είναι ακριβώς η απόλυτη θεία ιεραρχία, έναντι της οποίας τιμωρείται και η παραμικρή παραβατική πράξη. Ο πρώτος όρος είναι απόλυτος και ουδέποτε έχει σε κάποιο σημείο ή φάση του προσβληθεί. Εξίσου απόλυτη είναι και η τιμωρία προς τον δράστη της προσβολής του.
Ερχόμαστε τώρα στην ιστορία του Ορφέα και της Ευρυδίκης (Αγριόπη). Η Ευρυδίκη, με την κορυφαία γυναικεία ομορφιά. Ο Ορφέας, μουσικός και ποιητής που σε σαγηνεύει με το μουσικό του όργανο, τη λύρα, δώρο του Θεού Απόλλωνα. Τα έχουν όλα, τίποτα δεν τους λείπει. Ζουν στην Εδέμ τους. Όχι όμως μακριά από τον κόσμο. Όχι μακριά από εκείνον που θα αποπειραθεί να βιάσει την Ευρυδίκη, τον Αριστέα. Θα την ακολουθήσει, προκειμένου να την αγγίξει, να τη βάλει κάτω, να τη… Στην αντίστασή της θα απαντήσει με χτυπήματα και σχίσιμο των ρούχων. Ώστε να φθάσει εκεί όπου βράζουν αίμα και σάρκα. Χωρίς όμως να υπολογίσει την αντίσταση αυτού του αποφασισμένου θηλυκού να ξεφύγει από τη λαγνεία του. Του ξεφεύγει, τρέχει, μόνο τρέχει, για να ακολουθήσει η τραγωδία της. Το δάγκωμα ενός δηλητηριώδους όφεως. Στη σκηνή προβάλλει και πάλι κάποιος όφις. Άλλου είδους, με διαφορετικό ρόλο από εκείνον της Εδέμ, το γεγονός αυτό όμως, ερεθίζει τη φαντασία μου μέχρι τα όρια του παραλόγου. Ο όφις της Εδέμ δάγκωσε και δηλητηρίασε την ψυχή της Εύας, κάνοντάς την πρώτη φορά αμαρτωλή. Η Ευρυδίκη είναι σαν μια Εύα που προηγήθηκε του αμαρτήματος. Μια Εύα, όμως, ανάμεσα σε αμαρτωλούς. Ως τέτοια, ακόμη κι αν δεν είναι αμαρτωλή, ευρίσκεται εν μέσω της κακίας της αμαρτίας. Πάνω της θα ξεχυθεί ένας αμαρτωλός, ώστε να βιάσει την Εδέμ της ψυχής και της σάρκας της. Το ξεκίνημα αυτής της πράξης βιασμού από έναν άνθρωπο λήγει στη δηλητηριώδη πράξη ενός όφεως.
Άποψή μου είναι πως πρόκειται για την ίδια πράξη στις δύο της φάσεις, που οδηγούν στο τραγικό τέλος της Ευρυδίκης. Στη φαντασία μου, αυτήν τη στιγμή που γράφω αυτές τις γραμμές, δεν εικονίζεται ο Αριστέας ως άνθρωπος, αλλά σαν ένας όφις, που διαφορετικά από τη δηλητηρίαση της ψυχής της Εύας, δηλητηριάζει θανάσιμα τη σάρκα της Ευρυδίκης. Ο Αριστέας δεν είναι άλλο παρά η ανθρωπόμορφη εκδοχή του όφεως. Η Ευρυδίκη θα πεθάνει, διότι πρέπει να πεθάνει. Απ’ τον Αριστέα ή απ’ τον όφιν, λίγη σημασία έχει. Ούτε η Εύα ούτε η Ευρυδίκη μπορούσε να αποφύγει το δάγκωμα του όφεως, ασχέτως της μορφής εμφάνισής του. Εάν η Εύα και ο Αδάμ έμελλε να ήταν η αιτία και η πρώτη συνέπεια του προπατορικού αμαρτήματος, η Ευρυδίκη και ο Ορφέας είναι οι πιο τραγικοί ακόλουθοι αυτού του αμαρτήματος.
Ερχόμαστε τώρα στην παραβίαση του θείου όρου. Όπως στην ιστορία της Εύας και του Αδάμ για την οποία αρχικά λες «Ουάου, για το δάγκωμα ενός απαγορευμένου μήλου χάθηκε η Εδέμ για τους ανθρώπους;» και για την ιστορία της Ευρυδίκης και του Ορφέα αναφωνείς «Ουάου, για ένα γύρισμα κεφαλής του Ορφέα, ώστε να δει την αγαπημένη του, δε συνέβη η επάνοδός της;». Να λοιπόν και πάλι πώς ο θείος όρος εμφανίζει την απολυτότητά του.
Ο Ορφέας κατέρχεται στον Άδη όταν οι θεοί αποδέχτηκαν το αίτημά του να του επιστρέψουν την Ευρυδίκη. Όμως με έναν όρο. Καθ’ όλη τη διαδρομή που θα διανύσουν για να ανέβουν στον κόσμο των ζωντανών, δεν πρέπει να γυρίσει το κεφάλι του να αντικρίσει την Ευρυδίκη. Εκείνη θα τον ακολουθήσει, συνεπικουρούμενη τόσο από τους Θεούς όσο και από τους μελωδικούς ήχους της λύρας του Ορφέα. Αυτό συμβαίνει στο μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής. Ο Ορφέας μάλιστα δρασκέλισε και το όριο ανάμεσα στους δύο κόσμους, περιμένοντας με ανυπομονησία να αγκαλιάσει την Ευρυδίκη. Τι συμβαίνει, όμως, για μια στιγμή, την ώρα της κορύφωσης της προσμονής; Σκόπιμη καθυστέρηση της εμφάνισης της Ευρυδίκης, εκ μέρους των Θεών, για να δοκιμάσουν την υπομονή του Ορφέα, ή η ανυπομονησία του να σφίξει στην αγκαλιά του το συντομότερο την αγαπημένη του; Αχ! ποια η σημασία του λόγου, όταν η συνέπεια είναι γνωστή και αυτή που πρέπει να είναι; Ο Ορφέας γυρίζει το κεφάλι του προς τα πίσω, χάνοντας για πάντα την Ευρυδίκη, παραβιάζοντας την ύστατη στιγμή τον θείο όρο. Το τονίζω, την ύστατη στιγμή. Η τιμωρία και πάλι η ίδια. Η θεία τιμωρία και σ’ αυτή την περίπτωση ουδεμία διευκόλυνση, επιείκεια, συγχώρεση αναγνωρίζει.
Ο Αδάμ έμελλε να δεχτεί την ίδια τιμωρία με την Εύα, ασχέτως αν άρχισε δειλά να δαγκώνει το μήλο, τόσο που έμελλε να του μείνει στον λαιμό, ακαταβρόχθιστο. Ο Ορφέας τιμωρήθηκε, μολονότι ο ίδιος μπόρεσε και επανήλθε στον κόσμο των ζωντανών χωρίς να γυρίσει το κεφάλι, μέχρι το διαχωριστικό κατώφλι των δύο κόσμων, κάνοντας, τρόπος του λέγειν, μισή παράβαση του θείου όρου. Όμως ο θείος όρος δεν εμπεριέχει υπό όρους. Η Ευρυδίκη ήταν ακόμη εκεί, όπου ο όρος αυτός είναι απόλυτης ισχύος.
Γεννάται το ερώτημα: Γιατί αυτή η δυσοίωνη, τραγική, τιμωρητική μοίρα, αρχικά για την Ευρυδίκη και μετά για τον Ορφέα; Ποιες αλλαγές συντελούνταν στους κόλπους της ανθρωπότητας εκείνη την εποχή, που με τη δύναμη του λόγου, με τη γλώσσα της τέχνης, με την τόσο μαγική ανάμειξη του ανθρώπινου υπαρκτού με το αόρατο του κόσμου των Θεών, θα γεννηθούν και θα δημιουργηθούν τέτοια έργα, τόσο καλλιτεχνικά όσο και φιλοσοφικά, με στοιχεία από πολλά πεδία της σοφίας και της γνώσης;
Στον νου και τη φαντασία προβάλλει μια κοινωνία όπου η δικαιοσύνη περισσότερο από πραγματικότητα είναι ανθρώπινη επιθυμία, όπου το καλό περισσότερο από το πραγματικό είναι στην ψυχή τους, όπου το κακό, περισσότερο από τη φαντασία είναι στην πραγματικότητα και όπου η τιμωρία περισσότερο από δίκαιη είναι λανθασμένη. Ταυτόχρονα συνεχίζεις να σκέφτεσαι και να εικάζεις εν μέσω αυτού του άφθονου και κυρίαρχου κακού, την ύπαρξη του καλού, του ωραίου, της προσπάθειας του ανθρώπου να το προσεγγίσει, έστω και μέσω της θυσίας μέχρι την αυταπάρνηση. Η ελευθερία του Ορφέα μετά τη δεύτερη εξαφάνιση της Ευρυδίκης έμελλε να πλημμυρίσει με θλίψη τον χώρο. Ωσάν να προμήνυε την ίδια την τραγική μοίρα του αφέντη της. Οι γυναίκες της Θράκης έμελλε να δώσουν φρικιαστική συνέχεια στην τιμωρία του Ορφέα, τεμαχίζοντάς τον και πετώντας τον στον ποταμό Έβρο.
Και μόνο στο τέλος αυτής της ανθρώπινης παραφροσύνης (Σταύρωσε τον Χριστό, κραύγαζε με μανία ο όχλος!), αρχίζει το άλλο είδος της θείας ιεραρχίας, που βάζει στη θέση τους τις συνέπειες αυτής της παραφροσύνης. Η λύρα και η κεφαλή του Ορφέα συναντούνται και γίνονται ένα σώμα για να παιανίσουν από κοινού τις πιο συγκινητικές μελωδίες της ανθρώπινης ψυχής. Ταυτόχρονα τοποθετήθηκε από τους Θεούς ανάμεσα στα άστρα, στο βόρειο τμήμα του ουρανού, ώστε να είναι ορατό από τους γήινους διαμηνύοντάς τους τον θείο κώδικα της αρμονίας και της αγάπης.
Ο Θεός, επομένως, όσο δε σε συγχωρεί για την παράβαση, έστω και την παραμικρή, του θείου όρου, άλλο τόσο σε εκτιμά και σε μεταρσιώνει για το καλό σου έργο. Αυτή είναι η ιεραρχία και ο απόλυτος θείος όρος, ιεραρχία και όρος, που η ανθρώπινη ύπαρξη τον επινοεί, ερμηνεύει και εφαρμόζει σύμφωνα με το αξεδίψαστο πάθος της για πλούτη, εξουσία και δόξα. Έτσι, το προπατορικό αμάρτημα των ενοίκων της Εδέμ, μοιάζει όσον αφορά το μέτρο της ενοχής, με αστείο αφελών απέναντι στην παραφροσύνη των αμαρτημάτων των απογόνων τους, που όχι μόνο θα οδηγούσαν στη Σταύρωση τον Υιό του Θεού, τον Χριστό, αλλά θα συνέχιζαν μέχρι και σήμερα ξανά και ξανά τη Σταύρωσή Του, ακόμη και αυτή τη στιγμή της κατακλείδας αυτού του γραπτού.
_
γράφει ο Έντμοντ-Ανδρέας Σαλβάρης
Μετάφραση: Νίκος Αναγνώστου
Ευχαριστώ πολύ, κ.Άννα Μάλαμα!
Βρήκα πολύ ενδιαφέρον το δοκίμιό σας. Τροφή για σκέψη! Καλημέρα σας!