shoe_tree_b

Έφτασα στο τέρμα. Άφησα χαραμάδες και τρύπωσε η θλίψη, ως τα μύχιά μου. Δε με νοιάζει αν είναι μέρα, ή νύχτα. Χειμώνας, ή καλοκαίρι. Είχα όνειρα, πολλά όνειρα. Πού πήγαν τα όνειρά μου; Είχα χαμόγελο κι ένα τραγούδι έτοιμο στων χειλιών μου τις άκρες. Ποιος, και τι ζωγράφισε ανάποδα την καμπύλη του χαμόγελου στο πρόσωπό μου; Γιατί έμεινα μουγγή σαν ψάρι; Είχα ελπίδες, πολλές ελπίδες. Γιατί κρεμάστηκαν σαν κορδέλες σε δέντρων κλαδιά κι είναι έρμαια του Βοριά, πια; Είχα φωτιά στο βλέμμα κι ένα παραμύθι έτοιμο να ζω μέσα. Ποιος, και τι μου ‘σβησε τη φλόγα απ’ τα μάτια; Γιατί το ‘σκασα απ’ των παραμυθιών τη χώρα;

Θέλω πίσω τη χαρά μου, την ελπίδα, τα όνειρα και το χαμόγελό μου. Θέλω να καίγεται το βλέμμα μου, ξανά· να τραγουδήσω πάλι. Θέλω το πιο όμορφο παραμύθι να το κατοικήσω, θέλω να ξέρω αν είναι καλοκαιριού αποχαύνωση ή οργασμός χειμώνα αυτό που ζω. Θέλω, θέλω, θέλω… και μπορώ!

_

γράφει η Θώμη Μπαλτσαβιά

Ακολουθήστε μας

Ο αλγόριθμος στο χαμόγελό της!

Ο αλγόριθμος στο χαμόγελό της!

- γράφει ο Κώστας Θερμογιάννης Η Ελένη καθόταν στο μικρό καφέ της γειτονιάς με τον καπουτσίνο της να κρυώνει δίπλα στον φορητό υπολογιστή. Στα 38 της χρόνια είχε μάθει να κρύβει τις ρυτίδες της με φίλτρα και τις απογοητεύσεις της με χιούμορ. Δούλευε ως...

Το αγόρι και το μενταγιόν

Το αγόρι και το μενταγιόν

Μια φορά κι έναν καιρό, υπήρχαν όνειρα και φθινοπωρινές μπαλάντες και κάστρα στην άμμο. Και υπήρχε κι ένα αγόρι, του οποίου το όνομα ποτέ δεν συγκρατεί η μνήμη μου, που μπορούσε να εκμεταλλευτεί όλα τα παραπάνω προς όφελός του. Αιχμαλώτιζε τα όνειρα μέσα στις μικρές...

Ακολουθήστε μας στο Google News

Διαβάστε κι αυτά

Το αγόρι και το μενταγιόν

Το αγόρι και το μενταγιόν

Μια φορά κι έναν καιρό, υπήρχαν όνειρα και φθινοπωρινές μπαλάντες και κάστρα στην άμμο. Και υπήρχε κι ένα αγόρι, του οποίου το όνομα ποτέ δεν συγκρατεί η μνήμη μου, που μπορούσε να εκμεταλλευτεί όλα τα παραπάνω προς όφελός του. Αιχμαλώτιζε τα όνειρα μέσα στις μικρές...

Άγγελοι φτιαγμένοι από χρυσό

Άγγελοι φτιαγμένοι από χρυσό

Χορεύανε στη βροχή, το θυμάμαι.Σαν να ’χα γράψει εγώ τη σκηνή.Κι όπως μιλούσαν, ένιωθαν πως μεθάνε.Μα δεν είχανε πιει στάλα κρασί. Κι όπως τ ’αστέρια ψιθύριζαν ευχές,τα μάτια έκλεισε, έλεγε προσευχές.Κάτι γι’ αγγέλους κι όνειρα απατηλά.Κάτι γι’ αντίο και μεθυσμένα...

Η μάνα της Φανής

Η μάνα της Φανής

Τα βήματά μου ακολούθησαν τον μεγαλόσωμο αστυνομικό. Το ήξερα ότι δεν έπρεπε να τον ακολουθήσω, αλλά έπρεπε να τη δω. Ήθελα να είμαι κοντά της. Πάντα, όταν συμβαίνει κάτι σοβαρό, οι κόρες πάνε στις μητέρες τους για να μάθουν τι να κάνουν. Εγώ, σε τι διαφέρω; Δεν είχα...

0 σχόλια

0 Σχόλια

Υποβολή σχολίου