–
γράφει η Κατερίνα Σιδέρη
–
Στο βιβλίο της Λίας Νικολάου, ένα μικρό βιογραφικό της οποίας υπάρχει στο τέλος του άρθρου, μέσα σε ένα γενικό συνονθύλευμα θα εμπλακούν και θα συνδεθούν, ο Αντώνης, δημοσιογράφος και συγγραφέας, η Εράντα, Αλβανή που ζητά κα κάνει στη χώρα μας μια νέα αρχή, ο Μάριο, αδερφός της Εράντα, η Σάλμα ή Ψαρού, ο Γιώργος, μηχανικός στα καράβια, ο Άγγελος, αδερφικός φίλος του τελευταίου και ο Κώστας που προσπαθεί να βρει τον εαυτό του, αφήνοντας κατά μέρους τα βαρίδια της παιδικής του ηλικίας.
Ενώ ο Κώστας, ένα δεκάχρονο αγόρι που ζει στην πόλη του Βολου, προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στους καβγάδες των γονιών του Σάλμα και Γιώργου, με τη βοήθεια παιδοψυχολόγου, κάπου στην Αθήνα, διαπράττεται ένα στυγερό έγκλημα και η γυναίκα θύτης, μεταφέρεται στις φυλακές. Την ιστορία αυτής της γυναίκας, θα αδράξει ο ξοφλημένος δημοσιογράφος Αντώνης, ένας αλαζόνας, εγωιστής που ενδιαφέρεται μονάχα για τις δικές του ανάγκες, χωρισμένος με δύο παιδιά και χρησιμοποιώντας την εν λόγω φυλακισμένη ως εφαλτήριο για ανάκαμψη της καριέρας του, θα ζητήσει να γράψει την ιστορία της σε βιβλίο, με αντάλλαγμα την έφεση της υπόθεσής της.
Η Εράντα, κατατρεγμένη και δυστυχισμένη, ήρθε στην Ελλάδα για μια καλύτερη ζωή. Το όνειρό της να σπουδάσει μουσική, δεν έλαβε σάρκα και οστά αλλά κατέληξε να δουλεύει σε παράνομο οίκο ανοχής για να μπορέσει να ζήσει.
Ο Μάριο, οικονομικός μετανάστης, βρήκε δουλειά και μια θέση στην οικογένεια του εργοδότη του, παντρεύτηκε την κόρη του, απέκτησαν έναν γιο, βαπτίστηκε και μυήθηκε στην ελληνική κουλτούρα, έως ότου το παρελθόν που τόσο επιδεικτικά έκρυψε, του χτυπήσει την πόρτα και του ταρακουνήσει την ήρεμη ζωή.
Ο Κώστας, μαζεύοντας τα κομμάτια του, θα τολμήσει να κοιτάξει στα μάτια την αλήθεια της ψυχής του και να την μοιραστεί με τους οικείους του, πιστεύοντας ότι οι γονείς, θα πρέπει να είναι ευτυχισμένοι, όταν τα παιδιά τους είναι χαρούμενα και όχι όταν συμπεριφέρονται όπως θα ήθελαν οι ίδιοι.
Εξάρσεις θυμού, κρυφές αλλά και φανερές ομοφυλοφιλικές σχέσεις, ξυλοδαρμοί, συχνοί οικογενειακοί καβγάδες, οξύθυμοι χαρακτήρες, αρρωστημένες εξαρτήσεις, ανείπωτα συναισθήματα φυλακισμένα σε ζωγραφιές που κραυγάζουν και καίνε με τη φλόγα τους, παιδικά τραύματα, αγοραίοι έρωτες, αβυσσαλέα πάθη, από μηχανής θεοί και γονείς που πεθαίνουν και βρωμίζουν μέχρι να αποκαλυφθεί το θανατικό τους, είναι μερικές από τις σκηνές που θα μοιραστεί μαζί μας η Λία Νικολάου, με την καυστική και ρεαλιστική πένα της.
Τα νήματα της ζωής των πρωταγωνιστών άλλοτε θα τους φέρνουν κοντά, άλλοτε θα τους απομακρύνουν, αγνοώντας οι ίδιοι ότι είναι δέσμιοι της μοίρας τους η οποία θα περιπλέκει συνεχώς περίτεχνα τις ζωές τους και επίσης αγνοώντας ότι την αγάπη δεν τη διαλέγουν αλλά εκείνη τους διαλέγει.
Από κάθε βιβλίο που διαβάζω, απομονώνω μια φράση για να τη μοιραστώ μαζί σας. Από το βιβλίο «θύματα» επέλεξα την παρακάτω:
Οι ευκαιρίες φεύγουν και χάνονται ή επίτηδες τις προσπερνάμε νομίζοντας τότε ότι όλα θα είναι αιώνια κι ο χρόνος πάντα θα είναι με το μέρος μας…
Το βιβλίο το διάβασα απνευστί. Η δύναμη που συσσωρεύεται στις λέξεις, στις πράξεις και στις εκβάσεις των καταστάσεων που πηγάζει από τη συγγραφέα Λία Νικολάου, ταράζει τα λιμνάζοντα νερά, παραδειγματίσει με τους χαρακτήρες που επέλεξε για τους ήρωές της και προβληματίζει τόσο για κοινωνικά θέματα που κοσμούν την εποχή μας όσο και για θέματα καρδιάς, τόσο που κανέναν αναγνώστη δε θα αφήσει αδιάφορο…
Γυναίκα από σύμπτωση, η Λία Νικολάου γεννήθηκε το 1974 στον Βόλο, όπου και συνεχίζει να ζει. Σπούδασε Εφαρμογές Πληροφορικής, μα πλέον δεν ασχολείται παρά με το γράψιμο. Το 2020 κυκλοφόρησε το πρώτο της μυθιστόρημα με τίτλο Να μ’ αγαπάς από τις εκδόσεις Βακχικόν.
Αυτό είναι το δεύτερο μυθιστόρημά της.
Και αυτό το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βακχικόν.
Σας ευχαριστώ από καρδιάς!