Γαβριέλλα Νεοχωρίτου
Εκδόσεις ΦΙΛΙΠΠΟΤΗ
–
γράφει η Βάλια Καραμάνου
–
Τι είναι ο κόσμος μας; «Ένα όνειρο μέσα σε όνειρο» ισχυριζόταν ο Πόε, ένα «καταφύγιο που φθονούμε» έγραφε ο Καρυωτάκης. Ένας τέτοιος κόσμος ξεδιπλώνεται στην ποιητική συλλογή της Γαβριέλλας Νεοχωρίτου, κάτι που διακρίνεται χαρακτηριστικά τόσο στους στίχους, όσο και στον τίτλο, αλλά και στο εξώφυλλο του βιβλίου. Ένας κόσμος ζοφερός, γεμάτος πόνο και αποχωρισμό, που όμως εμπεριέχει μεγαλεία συναισθημάτων, όπως η ατέρμονη αγάπη, η συμπόνοια και η ανθρωπιά.
Τα αποσιωπητικά στον τίτλο υποδηλώνουν αυτήν την κυκλική αέναη πορεία της ζωής, ακόμα και μετά τον θάνατο, ενώ ο θνητός άνθρωπος ζει και κινείται ρυθμικά σε έναν ατελείωτο χορό μέσα στην νύχτα κάτω από το σεληνόφως. Γιατί ο θρήνος είναι μέρος του, αναπόσπαστο κομμάτι του και ο εναγκαλιασμός του πόνου είναι η συνέχιση της ζωής («ψηλαφίζω τα σκοτάδια»). Τα ποιήματα είναι γεμάτα αντιθέσεις: χορός μέσα στην νύχτα, σκοτάδι που το διαπερνά το φως του φεγγαριού, ένας Αύγουστος γεμάτος βροχή, ένας κόσμος γεμάτος βοή και ταυτόχρονα εκκωφαντική μοναξιά. Αλλά έτσι ακριβώς υφίσταται η ανθρώπινη υπόσταση, τραγική και γεμάτη από το μεγαλείο της αγάπης και των αξιών και οι «πληγωμένοι» δεν μπορούν παρά να συνεχίσουν τον χορό («Έχει και ο θρήνος την μελωδία του, έχει ο λυγμός την μουσική του»).
Κυρίαρχο θέμα της ποιητικής συλλογής είναι η ατέρμονη αγάπη που ξεπερνά τα όρια της απώλειας και του θανάτου. Η ζωή δεν είναι παρά ένα ενδιάμεσο ταξίδι γεμάτο πληγές «που πονάνε με την βροχή» για να μπορούν οι θνητοί να βρουν τον Φάρο τους μέσα από τις μνήμες και τα όνειρα. «Η δύση είναι εδώ» στο φθαρτό μας σώμα, είμαστε «ταξιδευτές της νύχτας» που αγαπούν δυνατά και σωπαίνουν με την ελπίδα της Ανάστασης σε έναν άλλο κόσμο γεμάτο Φως. Οι άνθρωποι μοιάζουν με αποδημητικά πουλιά που κάνουν το ταξίδι τους, σύντομο ή όχι, αλλά πάντα ξαναγυρνούν για να ενωθούν με όσους αγαπούν. Χαρακτηριστικές είναι οι παρομοιώσεις αγαπημένων προσώπων με περιστέρια που δεν πρόλαβαν ν’ ανοίξουν τα φτερά τους, όμως οι επιζήσαντες πίσω τους αναμένουν καρτερικά την επανένωσή τους με την ελπίδα ζωντανή («Σ’ αγαπώ, μου λείπεις, έλα!»)
Πέρα όμως από το ατομικό επίπεδο, υπάρχει έντονος κοινωνικός προβληματισμός για τον σύγχρονο «γκρίζο» κόσμο, που αποπνέει σκληρότητα, μοναξιά και άνιση μεταχείριση σε συγκεκριμένες ομάδες, όπως οι γυναίκες. «Κοιμήσου!» είναι η εντολή προς το γυναικείο φύλο, αλλά η ποιήτρια προτρέπει τις γυναίκες στην «Καταγγελία», στο σπάσιμο των κατεστημένων. «Μοιράσου, σπάσε την μοναξιά» κραυγάζει. Σε έναν «ανάποδο» ανάλγητο κόσμο μόνο τα όνειρα και η αγάπη είναι το αντίδοτο. «Αγκάλιασέ με!» κραυγάζει η ελπίδα που υπόσχεται φως. Και ναι, υπάρχει περισσότερο φως στην αλήθεια της νύχτας παρά στον γκρι άτονο χρώμα της σύγχρονης πραγματικότητας.
Τα ποιήματα ποικίλουν ως προς την έκταση, καθώς υπάρχουν και ολιγόστιχα δημιουργήματα. Είναι όμως γεμάτα εικόνες, ήχους, γλαφυρές περιγραφές και παρομοιώσεις από το φυσικό περιβάλλον (το δάσος, η σελήνη, το νερό, τα πουλιά). Το πρόσωπο του αφηγητή εναλλάσσεται από α’ ενικό που δείχνει πως υπάρχουν και βιωματικά στοιχεία σε αυτά, γ’ ενικό και β’ ενικό με προσφωνήσεις που αποτελούν το αποκορύφωμα των συναισθημάτων («πέταξες, τα μάτια σου, μου λείπεις»), γίνονται κραυγή, διαπερνούν τον αναγνώστη που βιώνει πληθώρα συναισθημάτων: πόνο, απογοήτευση, ελπίδα, αγάπη, θέρμη, αναμονή, δικαίωση.
Αναμφίβολα, η ανθρώπινη φύση είναι συνυφασμένη με την απώλεια, τον πόνο, την επώδυνη μνήμη ή και την Λήθη. Όμως τίποτα δεν είναι χειρότερο από την απάθεια και την σκληρότητα ενός «γκρίζου» κόσμου. Η ποιήτρια μας προτρέπει να αγκαλιάσουμε τον θρήνο διεκδικώντας την ζωή, κραυγάζοντας την αγάπη. Σε αυτό το πέρασμα, αυτό το θνητό ταξίδι μας, δεν υπάρχουν αρχή και τέλος, παρά μια ενδιάμεση στάση προς την ένωση και την ολοκλήρωση (εξ ού και τα αποσιωπητικά του τίτλου και των ποιημάτων γενικότερα). Γι ‘αυτό και τα ποιήματα είναι ένα κομμάτι του ονείρου, μιας άλλης ζωής γεμάτης πληρότητα.
«Ένα όνειρο μέσα σε όνειρο», μια ελπίδα που για να ανθίσει πρέπει να βαδίσει μέσα από το πιο βαθύ σκοτάδι. Εκεί στην άκρη όμως του μονοπατιού υπάρχει πάντα ένας αναμμένος φάρος, αρκεί να ψάξεις να τον βρεις. Μια ολόλαμπρη πανσέληνος που σκίζει τα σκοτάδια.
Να αγαπάς, να σωπαίνεις, να περιμένεις, να ελπίζεις, πρεσβεύει η ποιήτρια. Αυτό είναι ο άνθρωπος. Και να θυμάσαι πως τα αποδημητικά πουλιά πάντα θα επιστρέφουν στις φωλιές τους, εκεί που αγαπήθηκαν πολύ.
0 Σχόλια