
Άκης Παρισιάδης
Εκδόσεις Χάρτινη Πόλη
ISBN: 978-618-5106-98-0
τοβιβλίο.net υποδέχεται το συγγραφέα Άκη Παρισιάδη και το βιβλίο του
ΜΟΝΟ ΤΑ ΘΗΛΥΚΑ ΚΟΥΝΟΥΠΙΑ ΕΚΔΚΟΥΝΤΑΙ
από τις Εκδόσεις Χάρτινη Πόλη.
Ο συγγραφέας μοιράζεται τις σκέψεις του με τους αναγνώστες
Θα ξεκινήσω με μια φράση του Έντουαρντ Μόργκαν Φόρεστ, ο οποίος στο βιβλίο του «Όψεις του Μυθιστορήματος» αναφέρει για την ανάπτυξη μιας μυθιστορηματικής ιδέας πως: «Το ότι ο βασιλιάς πέθανε και μετά πέθανε και η βασίλισσα, αυτό είναι μια ιστορία. Το ότι ο βασιλιάς πέθανε και μετά πέθανε και η βασίλισσα από λύπη, είναι μια πλοκή. Η βασίλισσα πέθανε και κανένας δε γνώριζε γιατί, μέχρι που ανακαλύφτηκε ότι ο θάνατος προήλθε από τη θλίψη για την απώλεια του βασιλιά, αυτό είναι μια πλοκή που περιέχει ένα μυστήριο». Και όπως συμπληρώνει και η Αγγλίδα συγγραφέας αστυνομικών ιστοριών, Π. Ντ. Τζέιμς, «αν όλοι πίστεψαν ότι η βασίλισσα είχε πεθάνει από λύπη, μέχρι που ανακαλύφτηκε το σημάδι της βελόνας στο λαιμό της, αυτό είναι ένα μυστήριο δολοφονίας, ικανό να αναπτυχθεί ως γεγονός και ως βιβλίο».
Έχουν γραφτεί και έχουν ειπωθεί πολλά κατά καιρούς για την αξία της αστυνομικού μυθιστορήματος και την ισάξια εξίσωσή του ως λογοτεχνικό έργο με την ανάλογη αισθητική αξία. Και όπου θέτουμε τον όρο «αστυνομικό μυθιστόρημα» εννοούμε την ιστορία εκείνη του μυστηρίου, που εμπεριέχει ένα γεγονός, έναν στόχο και δύο υποκείμενα. Το γεγονός είναι το έγκλημα, ο στόχος είναι το ξεσκέπασμα του εγκλήματος και τα δύο υποκείμενα είναι ο θύτης και το θύμα. Χωρίς αυτά, όπως γίνεται κατανοητό δε γίνεται να υπάρξει καμιά ιστορία μυστηρίου. Φυσικά, για να ολοκληρωθεί η δομή αυτής της ιστορίας χρειάζονται και τα δευτερεύοντα πρόσωπα που εξυπηρετούν το σκοπό τους, ο τόπος και ο χρόνος δράσης. Έχουν μια μοναδική αξία αυτοί οι δεύτεροι ρόλοι, γιατί σχεδόν πάντα, συνδέουν τα τρία προαπαιτούμενα για την ορθή ανάπτυξη του μυστηρίου και είναι εφικτό, ο συγγραφέας να τα χρησιμοποιήσει για να εξελίξει την πλοκή, αλλά και να παραπλανήσει, όπου είναι εφικτό κάτι τέτοιο.
Για να σταθεί ένα αστυνομικό μυθιστόρημα, κατά τη γνώμη μου, δεν πρέπει συνεχώς να στηρίζεται μόνο στην αποκάλυψη του αινίγματος. Η λογική σειρά εξιστόρησης των γεγονότων, οι αληθοφανείς ήρωες, η συνετή ψυχολογική ανάλυση των χαρακτήρων, το κίνητρο ή τα κίνητρα, ο τρόπο τέλεσης του εγκλήματος και ο πιστευτός τρόπος ανάλυσης της αποκάλυψης του μυστηρίου είναι τα συστατικά που απαιτούνται για να σταθεί αυτό το είδος ισάξιο στην αισθητική και την καλλιτεχνική όψη των άλλων ειδών.
Όταν λοιπόν αποφάσισα να γράψω κάτι μεγάλο σε έκταση, γιατί μέχρι τότε δημοσίευα ποιήματα, διηγήματα ή μικρότερα κείμενα στην εφημερίδα όπου εργαζόμουν, δε σκέφτηκα τίποτα άλλο από το αστυνομικό μυθιστόρημα. Τα μυστήρια ήταν πάντα κάτι που με συνέπαιρναν και στάθηκαν πολλές φορές το πιο αγαπητό μου ψυχαγωγικό ανάγνωσμα. Ακόμα και τώρα, αν βρεθώ σε ένα ξενοδοχείο και υπάρχουν ξεχασμένα από έναν προηγούμενο πελάτη, δύο βιβλία, το ένα πρόσφατο πολυβραβευμένο best seller και μια παλιά νουβέλα μυστηρίου θα προτιμήσω τη νουβέλα μυστηρίου.
Η πρώτη μου σκέψη για τη συγγραφή του πρώτου αστυνομικού μυθιστορήματος μου, δεν ήταν η ιδέα της ιστορίας και η πλοκή της, αλλά η εύρεση ενός χαρακτήρα που θα ταίριαζε στον ντέντεκτιβ, σε αυτόν δηλαδή που θα είναι η κινητήριος δύναμη για τη λύση του μυστηρίου. Δεν προτίμησα αστυνομικό, αλλά πήγα σε μια πολύ ασφαλή επιλογή. Ο ντέντεκτιβ μου θα ήταν δημοσιογράφος. Η πείρα που απέκτησα από τα δημοσιογραφικά γραφεία μου έδινε ένα αβαντάζ.
Έπειτα ήταν ο χρόνος δράσης της ιστορίας. Επειδή, μου είναι πολύ ευχάριστο να μελετώ την πολιτική, αλλά και κοινωνική ιστορία, τοποθέτησα το χρόνο στις αρχές της δεκαετίας του ’50 και συγκεκριμένα στην προεκλογική περίοδο του 1952. Τα αυξημένα μετεμφυλιακά πάθη που ήταν σε έξαρση, το παρακράτος που ανθούσε, οι πολιτικές και ιδεολογικές διώξεις που έστειλαν ανθρώπους στα ξερονήσια, ακόμα και η καταδίκη του Μπελογιάννη και των συντρόφων του σε θάνατο, είχαν να προσδώσουν ένα πολύ έντονο ντεκόρ. Έτσι, ο πρωταγωνιστής της ιστορίας δε θα μπορούσε να ήταν τίποτα άλλο, εκτός από έναν πολιτικό. Έναν πολύ γνωστό και πολύπειρο υπουργό και βουλευτή της συντηρητικής παράταξης, όπου όλη πλοκή θα τυλιχτεί γύρω από το συγκεκριμένο πρόσωπο.
Επειδή έπρεπε να εμπλακώ σε πολιτικά γεγονότα, στο βιβλίο απλώς τα παρουσιάζω. Δεν παίρνω καμιά θέση και ούτε τα σχολιάζω. Άλλωστε ο πυρήνας του βιβλίου δεν είναι πολιτικός. Άσχετα, αν μετά την έκδοσή του, πολλοί που το είχαν διαβάσει έκαναν λόγο για ένα πολιτικό θρίλερ. Μάλλον, για να είμαι πιο ορθός, υπάρχει και αυτή η χροιά, πέρα από το δεδομένο, ότι πρόκειται για αστυνομικό μυθιστόρημα.
Πρόθεσή μου δεν ήταν τόσο η παραπλάνηση. Όλα τα στοιχεία που γνωρίζει ο δημοσιογράφος-ντέντεκτιβ, Ιάσων Ανθύλλης, είναι γνωστά και στον αναγνώστη. Ούτε επεδίωξα την ανατροπή στο τέλος του βιβλίου. Κύριος στόχος μου ήταν να αναδείξω το ψυχολογικό προφίλ των χαρακτήρων, το συναισθηματικό τους υπόβαθρο, την αναγωγή πολλών πράξεων τους στο κρυφό παρελθόν τους και το λόγο που δρουν με τον τρόπο που δρουν.
Τελικά, κατά τη διάρκεια της συγγραφής του βιβλίου, παρά τα πολλά κλισέ που περιέχονται σε μια ιστορία μυστηρίου, ένιωσα ότι το αστυνομικό μυθιστόρημα μπορεί να απελευθερώσει αρκετή ενέργεια από έμπνευση και να εντάξω αρκετά αυτοβιογραφικά στοιχεία. Στο συγκεκριμένο βιβλίο όμως, η αλήθεια είναι ότι δεν έχω παρόμοια στοιχεία. Εν τούτοις, σε αυτό που γράφω τώρα, τα περισσότερα είναι βασισμένα σε γεγονότα που έζησα και τα βίωσα έντονα.
Εν κατακλείδι νομίζω πως όλα, ειδικά για το συγγραφέα, συνοψίζονται στη φράση του Μίκεϊ Σπιλάνε: «Κανένας αναγνώστης αστυνομικών μυθιστορημάτων δε διαβάζει για να φτάσει ως τη μέση. Το διαβάζουν για να φτάσουν ως το τέλος. Η πρώτη σελίδα πουλάει το βιβλίο που αγόρασαν. Η τελευταία σελίδα πουλάει το επόμενο βιβλίο σου».
Διαβάστε εδώ τη συνέντευξη του συγγραφέα που παραχώρησε για το ιστολόγιο ximairianarki.blogspot.gr
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Τρεις απόπειρες δολοφονίας εναντίον ενός γνωστού πολιτικού. Τέσσερις ώριμες γυναίκες με έντονη φεμινιστική δράση στην Αγγλία του '20. Μια εξαφανισμένη υπηρέτρια. Τρεις θάνατοι που αποδίδονται σε ατύχημα. Μια ομάδα κομμουνιστών που διοχετεύει έγγραφα από τη Σοβιετική Ένωση σε όλη τη χώρα. Μια αυτοκτονία που συντελέστηκε είκοσι χρόνια πριν. Γεγονότα που μοιάζουν ασύνδετα τελικά ενώνονται από τις λεπτές κλωστές της μοίρας και δείχνουν πως η δίψα για εκδίκηση παραμένει μια αναλλοίωτη δύναμη που κινεί και διαμορφώνει τα πάντα στο πέρασμα του χρόνου. Στην Αθήνα του 1952 λίγο πριν από τις εκλογές του Νοεμβρίου, ο δημοσιογράφος Ιάσων Ανθύλλης, συντηρητικός και άνθρωπος της συνήθειας, με την ιδιάζουσα συμπεριφορά, αλλά και την οξυδερκή του σκέψη, θα βρεθεί άθελά του αντιμέτωπος με ένα δυσεπίλυτο μυστήριο που θα μπορέσει να αποκρυπτογραφήσει, συνδέοντας άψογα το μυρωδικό που χρησιμοποιεί η θεία του για τα όσπρια και την αγάπη του για το ρομαντικό συνθέτη Εκτόρ Μπερλιόζ.
«Προσπαθώ να κατανοήσω την ανθρώπινη φύση. Όμως πάντα μένω εμβρόντητος. Αναρωτιέμαι εντέλει τη διαφορά μας με τα ζώα. Εκείνα ορισμένες φορές μοιάζουν πιο ανθρώπινα ή εμείς πιο ζωώδεις;»
Ο Άκης Παρισιάδης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 3 Ιουλίου του 1985, ακριβώς την ίδια ημέρα που γεννήθηκε και ο Φραντς Κάφκα. Τελευταία, παρατήρησε πολλά κοινά με τον Κάφκα, όχι στον τρόπο γραφής, αλλά στα γεγονότα της ζωής του. Μεγάλωσε στην Κατερίνη και για οχτώ χρόνια είχε αφοσιωθεί στον αθλητισμό και συγκεκριμένα στο μπάσκετ. Ένα συννεφιασμένο απόγευμα όμως, σε μια τυπική προπόνηση, θα ήταν η καθοριστική στιγμή που θα άλλαζε την πορεία της ζωής του. Ένας καταστροφικός τραυματισμός στο γόνατό του θα τον αναγκάσει να σταματήσει τις όποιες επιδιώξεις του για πρωταθλητισμό. Ίσως τελικά αυτό να μην ήταν και τόσο κακό, αφού βρήκε την έκφρασή του στη γραφή. Πλέον είχε διαβεί το Ρουβίκωνα.
Πριν ακόμα κλείσει τα δεκαοχτώ έγραψε το πρώτο του άρθρο σε εφημερίδα. Από εκεί και πέρα επιμελούταν τρεις στήλες και είχε τη γενική ευθύνη της έκδοσης της εφημερίδας. Πραγματοποίησε πολλές συνεντεύξεις με πρόσωπα του καλλιτεχνικού και πολιτικού χώρου. Θεωρεί τη μεγαλύτερη επιτυχία του μια συνέντευξη με τον Πάουλο Κοέλιο, που ποτέ τελικά δεν πραγματοποιήθηκε, αλλά είναι πολύ ευτυχής που ο πολυβραβευμένος συγγραφέας, δέχτηκε την πρότασή του.
Τώρα πάλι, μετά από καιρό, πραγματοποιεί συνεντεύξεις για το προσωπικό του ιστολόγιο.
Του αρέσει να μελετά, εκτός από το έργο των δημιουργών, και τη ζωή τους. Συναρπάζεται κυρίως από εκείνους που έλκονται από σκοτεινά πάθη και έχουν τον κατάφορο, αλλά τόσο ποιητικό τίτλο, των καταραμένων.
Το βιβλίο «Μόνο τα θηλυκά κουνούπια εκδικούνται» είναι η πρώτη του συγγραφική απόπειρα. Έχει ήδη τελειώσει και το δεύτερο βιβλίο, που είναι σε αναμονή για έκδοση, και τώρα γράφει και το τρίτο βιβλίο του που το θεωρεί ότι είναι το πιο προσωπικό του, αφού σε κάθε του γραμμή αντικρίζει γεγονότα γλυκά που έχει ζήσει.
Επίσης γράφει μουσική και στίχους, δίχως να έχει ιδέα από θεωρία μουσικής, καταπιάνεται και με ένα θεατρικό που έχει ως στόχο να το ολοκληρώσει ως το τέλος του χρόνου.
Διαβάστε εδώ την κριτικής της Νόρας Μπεκιάρη για το βιβλίο
Μόνο τα θηλυκά κουνούπια εκδικούνται του Άκη Παρισιάδη.
0 Σχόλια