Αποτελεί άραγε η «Ιθάκη» του Ντίνου Χριστιανόπουλου μία από τις «Ιθάκες» που περιγράφει το πρωτότυπο καβαφικό ποίημα; Αναπόφευκτο επακόλουθο η σύγκριση των δύο ποιημάτων καθώς θεωρείται κοινός τόπος η επίδραση του καβαφικού έργου σε αυτό του Χριστιανόπουλου. Ο ίδιος μάλιστα έχει δηλώσει σε συνέντευξή του πως ο Καβάφης υπήρξε ο «γενάρχης» του ποιητικά, γεγονός που επαληθεύεται από τις ομοιότητες τόσο στη μορφή όσο και στο περιεχόμενο της εργογραφίας των δύο ποιητών. Εκφραστική λακωνικότητα σα μια παραδοχή ίσως πως οι μεγάλες αλήθειες «οφείλουν» να διατυπώνονται σχεδόν επιγραμματικά, πεζολογικός στίχος, ρεαλιστική αφήγηση και περιγραφή, εξομολογητική διάθεση είναι μερικά από τα ποιητικά χαρακτηριστικά του Χριστιανόπουλου που παραπέμπουν στα γνωρίσματα της καβαφικής ποίησης.
Εν τούτοις, η «Ιθάκη» του Χριστιανόπουλου δεν αποτελεί προορισμό, όπως στον Καβάφη αλλά αφετηρία, μία πατρίδα της οποίας μάλιστα η αξία αμφισβητείται, καθώς περιγράφεται σαν λόγος διαφυγής στην αρχή του ποιήματος («Δεν ξέρω αν έφυγα από συνέπεια ή από ανάγκη να ξεφύγω τον εαυτό μου, τη στενή και μικρόχαρη Ιθάκη…»). Ο ποιητής λοιπόν δραπετεύει από τον «εγκλεισμό» που του υποβάλλει ο εαυτός του – ένας εαυτός που έχει διαμορφωθεί στο αυστηρό και μονολιθικό πλαίσιο των χριστιανικών αρχών – και ξεκινά το ταξίδι που περιγράφει ο αλεξανδρινός ποιητής στην «Ιθάκη» του. Σε απάντηση όμως της καβαφικής διαδρομής, όπου ο ταξιδευτής απολαμβάνει τα βιώματα και την εμπειρία που αποκτά από αυτά, ο Χριστιανόπουλος διακατέχεται από τύψεις και ένα αίσθημα ντροπής για την εξωστρέφεια που υιοθετεί με την «εγκατάλειψη της Ιθάκης», (…έμεινα μόνος τρέμοντας μήπως με δει κανένας που κάποτε του μίλησα για ιδανικά») καταλήγει μάλιστα, δανειζόμενος το κεντρικό πρόσωπο μιας παραβολής από την Καινή Διαθήκη, να αυτοαποκαλεστεί άσωτος υιός, σα μία ακόμα ένδειξη των ενοχών που ο ίδιος αισθάνεται. Η χριστιανική, θα λέγαμε, αγωνία του αποδεικνύεται τόσο ισχυρή που τον αναγκάζει να επιστρέψει «μετανοημένος» στο προστατευτικό και προστατευμένο κέλυφος του, στην Ιθάκη του. Παρά την επιστροφή του ωστόσο, η ψυχή του ποιητή δεν αλαφραίνει γιατί, χρησιμοποιώντας ένα μυθικό σύμβολο που τοποθετεί ο Καβάφης στο ποίημά του – αυτό του Ποσειδώνα – για να περιγράψει τα εμπόδια και τις περιπέτειες που θα περάσει ο άνθρωπος στο ταξίδι του για την Ιθάκη, ο Χριστιανόπουλος ομολογεί ότι φέρει τον Ποσειδώνα μέσα του μη μπορώντας να τον αγνοήσει, κάτι στο οποίο προτρέπει ο Καβάφης προκειμένου ο ταξιδευτής να μη χάσει τον προσανατολισμό του για την Ιθάκη («Τον Ποσειδώνα μέσα μου τον φέρνω, που με κρατάει πάντα μακριά»). Έτσι, ο ποιητής εντείνει την αμφιβολία του για την αξία της Ιθάκης, αφού παρότι αποφασίζει να γυρίσει πίσω («Τώρα επιστρέφω με μιαν ύστατη προσπάθεια να φανώ άψογος, ακέραιος…»), στην πραγματικότητα δεν το επιτυγχάνει ολοκληρωτικά ποτέ, άποψη που στοιχειοθετείται από τον αρχικό στίχο («Δεν ξέρω αν έφυγα από συνέπεια») αλλά και από τους στίχους 16 – 17 («να ζήσει στους κόλπους του μιαν ασωτία ιδιωτική») όπως και από το τελευταίο δίστιχο («Μα κι αν ακόμα δυνηθώ να προσεγγίσω, τάχα η Ιθάκη θα μου βρει τη λύση;»). Με άλλα λόγια, ο ποιητής κυριαρχείται από μίαν ατέρμονη τάση φυγής από την Ιθάκη, στην οποία «υποκύπτει» κατ’ εξακολούθηση, παρότι τον ταλαιπωρεί, καθώς δε βρίσκεται αντίβαρο σε αυτήν του την ανάγκη. Κατά συνέπεια, το ερώτημα που τίθεται στον τελευταίο στίχο είναι καθαρά ρητορικό, αφού η αρνητική απάντηση έχει ήδη δοθεί ενώ παράλληλα δεν πρέπει να παραβλεφθεί η διακριτική ειρωνεία που υπάρχει στο «τάχα» του τελικού στίχου.
Τι συμβολίζει τελικά η «Ιθάκη» του Ντίνου Χριστιανόπουλου, αν αναλογιστεί κανείς μεταξύ άλλων ότι συγκαταλέγεται στην πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο «η εποχή των ισχνών αγελάδων» που γράφτηκε το 1950, όταν δηλαδή ο ποιητής ήταν πολύ νέος; Ταυτίζεται η «Ιθάκη» του με την εσωτερική του ζωή και τις συγκρούσεις που βίωνε ενώ αναζητούσε την ταυτότητά του την περίοδο της νιότης, επηρεασμένος από τη χριστιανική του συνείδηση; Είναι πιθανόν καταφατική η απάντηση, γιατί ο ποιητής περιγράφει ότι την κουβαλάει μέσα του φθάνοντας όμως στο σημείο να την αποδομήσει. Καταληκτικά, για το Χριστιανόπουλο η «Ιθάκη» δεν αποτελεί κάποιον υψηλό στόχο αλλά ένα βάρος από το οποίο προσπαθεί ν’ απαλλαχθεί επί ματαίω. Σε έντονα εξομολογητικό τόνο ο ποιητής επιδιώκει να καθολικεύσει την υπαρξιακή του αναζήτηση προκαλώντας τον αναγνώστη ν’ αναρωτηθεί για την πραγματική σημασία κάποιας ιδέας ή αξίας που έχει μυθοποιηθεί, όπως στο συγκεκριμένο ποίημα η έννοια της Ιθάκης, και κατ’ αυτόν τον τρόπο έχει επιβληθεί μέσα από αυτήν την εξιδανίκευσή της.
_
γράφει η Κατερίνα Ζαφειροπούλου
_____
Η Κατερίνα Ζαφειροπούλου έχει κάνει γλωσσικές και θεατρικές σπουδές στο τμήμα ελληνικής φιλολογίας Πατρών και στην ανώτερη σχολή δραματικής τέχνης Μαίρη Βογιατζή – Τράγκα αντίστοιχα. Παράλληλα με την διδασκαλία φιλολογικών μαθημάτων και την ενασχόλησή της με τις παραστατικές τέχνες διατηρεί ένα συγγραφικό εργαστήρι που καταπιάνεται με διαφορετικά κειμενικά είδη. Στο ενεργητικό της αξίζει να συμπεριληφθούν η αρθρογραφία και η επιμέλεια κειμένων στον περιοδικό τύπο, η συγγραφή δύο μονόπρακτων θεατρικών έργων που ανέβηκαν σε αθηναϊκές θεατρικές σκηνές όπως και το ότι μια αράδα από στίχους που έχει γράψει, μελοποιήθηκαν για τις ανάγκες θεατρικής παράστασης.
0 Σχόλια