Οι εξόριστοι του Κιέβου, της Νίκης Γκίζη

γράφει η Παναγιώτα Σκουρτανιώτη

Όταν ο μύθος περιπλέκεται με την ιστορία τα όρια μεταξύ αληθινού και φανταστικού, φυσικού και υπερφυσικού, Μύθου και Λόγου είναι δυσδιάκριτα. Πώς συνταιριάζει λογοτεχνικά η ιστορική αλήθεια ενός Χρονικού με την υποκρυπτόμενη δύο μύθων; Πώς εμπλέκονται όλα αυτά με σύγχρονα πολιτικοκοινωνικά κοσμοϊστορικά γεγονότα; Την απάντηση μας δίνει η Νίκη Γκίζη μέσα από το μυθιστόρημά της «Οι εξόριστοι του Κιέβου».

  • Η συγγραφέας

Η Νίκη Γκίζη, η ταλαντούχα συγγραφέας, μέσα από το σύγχρονο μυθιστόρημα «Οι εξόριστοι του Κιέβου» που κυκλοφόρησε στον ελλαδικό χώρο τον Νοέμβριο του 2024, από τις εκδόσεις Γκοβόστη αποδίδει μυθιστορηματικά την ιστορία των Ρως «του ρωσικού έθνους από τις απαρχές του, από το δεύτερο εξάμηνο του 9ου αιώνα έως τα πρώτα χρόνια του 12ου, τη σκανδινο-σλαβική καταγωγή τους και τη μεγάλη στιγμή της Βάπτισης» βασιζόμενη στο «Ρωσικό Χρονικό του Νέστορα» του 11ου αιώνα, καθώς και σε άλλες βιβλιογραφικές πηγές του 20ου και 21ου αιώνα, όπως η ίδια αναφέρει (269-271σ.). Συγχρόνως γίνεται φανερή η χρήση μύθων προερχόμενων από τη σλαβική μυθολογία για τον προσδιορισμό των βασικών χαρακτήρων του μυθιστορήματος, του βασιλιά Κοσέι και της Ρουσάλκα. Η Νίκη Γκίζη, συνταιριάζει, συνενώνει δύο μύθους δημιουργικά στο μυθιστόρημα για να αποδώσει, να σχολιάσει καυστικά, να ερμηνεύσει αλληγορικά σύγχρονα κοσμοϊστορικά γεγονότα.

  • Ο τίτλος

Ο τίτλος αποτελούμενος από ένα ονοματικό σύνολο, ένα επίθετο στον πληθυντικό και ένα τοπωνύμιο στην γενική πτώση, είναι υπαινικτικός ως προς το θέμα του βιβλίου: Άνθρωποι που εξορίστηκαν, που έφυγαν ακούσια από την πατρίδα τους για άλλον τόπο διαμονής, μακριά από το Κίεβο.

  • Η δομή

Το μυθιστόρημα, αποτελούμενο από 271 σελίδες, παρουσιάζεται δομημένο σε υποκεφάλαια μη τιτλοφορούμενα, αλλά αφηγηματικά ευδιάκριτα.

  • Παρουσίαση του υπερφυσικού στοιχείου στο πρόσωπο του βασιλιά Κοσέι: Ποιος ήταν ο βασιλιάς Κοσέι;

Ο μύθος του βασιλιά Κοσέι εκκινεί το μυθιστόρημα, ως βασικό στοιχείο πλοκής, οδηγώντας μας στην χώρα που κυριαρχεί η υπερφυσική του δύναμη, στη Ρους.

Η Νίκη Γκίζη, χρησιμοποιώντας τον μύθο αλληγορικά, συστήνει, με χαρακτηρισμούς, διεξοδικές περιγραφές και υπαινιγμούς στο αναγνωστικό κοινό, τον μυθικό βασιλιά Κοσέι: ως μωρό είχε «το χρυσαφί του ήλιου στο κορμί, το ασημί του φεγγαριού στα μάτια», ήταν «το μπλάβο βλέμμα του.. παγωμένο.. έμεινε μικροκαμωμένος.. σαν ρεβίθι με δύο ..μεγάλα λευκά δόντια… με το ένα δόντι, που είναι η κηδεμονία, θα καταβροχθίσει τους ξένους. Με το άλλο δόντι, που είναι η αβεβαιότητα, θα καταβροχθίσει τον ίδιο το λαό του….» μεγαλώνοντας είχε «δύο πήχες μπόι …ανοιχτόχρωμα χαρακτηριστικά, κούτελο πλατύ και μύτη γραμμή» χαρακτηριζόμενος παράλληλα «άχρωμος», «άγευστος», «νάρκισσος» «κόλακας». Είναι αυτός που μετεξελίσσεται ραγδαία και από «σύντροφος Κοσέι» εργάτης σε καμίνι γίνεται ιεραρχικά μεταφραστής, αντισυνταγματάρχης, υπηρεσιακός πρωθυπουργός, πρόεδρος, «άξιος νέος βασιλιάς», εισπράττοντας «την αγάπη του λαού», αλλά για τους ανθρώπους «της διπλανής χώρας» είναι «ανελέητος, στυγερός δολοφόνος». Είναι αυτός που αφουγκράζεται τις ανησυχίες των υπηκόων του, που «τους παρατηρεί έναν έναν » και «τους καλεί σε μια επανάσταση αναίμαχτη» για «να ξανακάνει τη χώρα τους μοναδική» οργανώνοντας «την παρέμβασή του σε άλλα κράτη» όπως στην Ουκρανία «μια χώρα που κατά τη γνώμη του δεν έχει καν λόγο ύπαρξης». Αυτός που, κατά τον μύθο, «κρύβει ένα αυγό» στο «Φιδονήσι» που μέσα του «επωάζεται ένα ερπετό» όντας «η δύναμή του», ο «πανίσχυρος» βασιλιάς με «σιδερένια θέληση» που αυτοχαρακτηρίζεται «μεγάλος», «αγαπητός», «έξυπνος» σε υπερβολικό βαθμό αλλά «η συμπεριφορά του είναι ανάξια του κύρους του» γιατί «η ενσυναίσθηση μέσα του έχει πεθάνει» έως ότου επέλθει ο τελικός προσδιορισμός του: γίνεται «ένας ευνουχισμένος βασιλιάς» μα παραμένει «αδιόρθωτος»!

  • Παρουσίαση του υπερφυσικού στοιχείου στο πρόσωπο της Ρουσάλκα: Ποια ήταν η Ρουσάλκα;

Ο μύθος της Ρουσάλκα, «της γοργόνας με παγκόσμια ομορφιά» που «είναι κανονική γυναίκα με μαύρα πρασινωπά μακριά μαλλιά και τεράστια γαλάζια μάτια με υγρές βλεφαρίδες και έχει πόδια» αντί για «ουρά ψαριού», που «η άνοιξη την ακολουθεί», ζωντανεύει στο μυθιστόρημα ως βασικό στοιχείο πλοκής, συνυπάρχοντας με αυτόν του μυθικού βασιλιά Κοσέι : Το «μωρό» που η μάνα του ονόμασε «Ρουσάλκα» είχε ροζ πρόσωπο «σαν νεράιδα του νερού!», στη γέννησή του «γλιστρά από τα σκέλια της μάνας του στα βαθυπράσινα νερά του Δούναβη» και «με κινήσεις απαλές κολύμπησε να βγει στην επιφάνεια, σαν να ήξερε από πριν». «Η αφή, η οσμή και η ακοή στη σκοτεινή σήραγγα έγιναν οι δυνατές αισθήσεις της» γιατί «η μάνα της .. σαν μάνα ήταν νεκρή. Δεν είχε συναισθήματα, ούτε χάδι, ούτε αγάπη να της δώσει. Τα είχε ξοδέψει όλα να σώσει τον εαυτό της», μεταξύ τους υπήρχε μια «σχέση αγάπης-μίσους». Ερχόμενη αντιμέτωπη με την ζοφερή πραγματικότητα του πολέμου αξιοποίησε στο έπακρο την ρεαλιστική μα και σκληρή συμβουλή της μάνας της «Μάθε να επιβιώνεις.. μην ελπίζεις σε μένα»! Αποφασισμένη να σώσει την ανθρωπότητα μεταβαίνοντας στο «Φιδονήσι» «θα διακρίνει τον Μύθο από τον Λόγο, τον Θυμό από την Ειρήνη» προσδιορίζοντας την έννοια της Ελευθερίας και το νόημά της για τους ανθρώπους.

  • Παράλληλα, ποικίλοι δευτερεύοντες χαρακτήρες δρουν στο μυθιστόρημα:

Η σκληρή Ντούσγια «τριάντα δύο χρονών», με «μαυροκόκκινα μαλλιά» μητέρα της Ρουσάλκα που είχε υποστεί βιασμό, θεωρούσε «το ροζ μωρό» της «βάρος και απειλή» «ανίκανη να μοιραστεί το μητρικό συναίσθημα» αλλά ορμώντας «σαν αίλουρος» θυσιάζεται για να σώσει την κόρη της από το πολυβόλο. Η Μάσα, ο συμβουλάτορας της, «είναι μεγάλη σε ηλικία.. έχει κοιμηθεί σε υπόγειες στοές… έχει θάψει άντρα και δύο παιδιά… έχει χάσει το λογικό της επιλεκτικά» αλλά «άντεξε αρρώστιες όπως σύφιλη και ελονοσία» . Ακολουθεί ένας πολύμορφος κατάλογος δρώντων προσώπων που αναλαμβάνουν ξέχωρους ρόλους ως προς την πλοκή: Η Σβετλάνα Μπαράνοβα η δικηγόρος, οι άνθρωποι της σήραγγας (ο οικογενειάρχης Βάλερυ, η εικοσιπεντάχρονη Αντονίνα, ο Ιβάν ο εργάτης υαλικών), ο λοχαγός Ζαχάροβ, ο παράτολμος «νεαρός στρατιώτης» Βάνια, ο παραμυθάς Μπέρια Φιοντόροβιτς, ο μάγειρας Στεπάν, η «πενηντάρα» Τατιάνα Πάβλοβα, η κόρη της η Ινέσα και ο καθοριστικός της ρόλος: «σφίγγει στην τσέπη της την πέννα του «σαλού» μοναχού Σεραφείμ», ο μικρός Μικχαήλος, ο Ταράς ο «στρατιώτης με το ακρωτηριασμένο πόδι», ο Νικολάι με το «λιονταρίσιο βλέμμα», ο «αγροτικός γιατρός» Μάρκοβ Αρανόφσκι, ο «στρουμπουλός έμπορας» Γκαλίνα, ο καταζητούμενος Αλεξέι, ο «ανθρακωρύχος» Μιχαήλ Βλασόφ, η «επιβάτης του βαν» Νάστια Κορντινόφσκα, ο σκηνοθέτης Λεονίντ Κιρσάνοφ, η «εκατοντάχρονη» γιαγιά μπαμπαΡόγγα, το μωρό Βιτιένκα Αρανόφσκι , ο Αμερικάνος ηθοποιός Τόμας Μπρεζίνσκι, ο συνεπιβάτης του τρένου Στεπάν Καράζικ, οι κάτοικοι του χωριού Κίνερμα( ο Λευκορώσος Κοβάσεβιτς, ο Τόλια, ο γερο Σλάικο, ο Φιοντόρ), ο «σαλός» μοναχός Σεραφείμ.

  • Το χρονικό του Νέστορα

Αποτελεί το εφαλτήριο της αφήγησης καθώς και σημαντικό στοιχείο πλοκής : Αποδίδεται στον «μοναχό Νέστορα» τον «πρώτο γραφιά». Ο μοναχός Σεραφείμ, ο συνεχιστής γραφιάς, υποδηλώνει: «Το «Ρωσικό Χρονικό» είναι μια σημαντική μαρτυρία των απαρχών της φυλής των Ρως». Συμβουλεύει τη Ρουσάλκα: «Αν εμπιστευτείς το Χρονικό, αν φτάσεις βαθιά μέσα του, αν καταλάβεις το μήνυμά του, τότε θα βρεις τον βασιλιά Κοσέι» . Εκείνη, για να πετύχει τον στόχο της εκκινεί την ανάγνωση: Παλαιά, Καινή Διαθήκη, μύθοι για τις Αμαζόνες και τον Ιάσονα, μετακινήσεις «των Βαράγγων Βίκινγκ» και της καλύτερης φυλής, τους εμπόρους Rus, τους «πατέρες της Ρωσίας», σχηματισμός «του κράτους των Ρως του Κιέβου»(882), ο ηγεμόνας Βλαδίμηρος Α΄ και ο εκχριστιανισμός των υπηκόων του (10ος αι.), η πρωτεύουσα Μόσχα (1147), «ο Ιβάν ο Τρομερός, εγγονός του Ιβάν του Γ΄ και της Σοφίας Παλαιολογίνας ως Τσάρος και Κυβερνήτης Πασών των Ρωσιών», η «ακριτική χώρα» Ουκρανία. Εν τέλει, αναζητώντας τα ίχνη του Κοσέι η Ρουσάλκα, μεταξύ μύθου και πραγματικότητας, με αφορμή το Χρονικό, συσχετίζει τα γεγονότα φτάνοντας στο 2022 όπου «Ρώσοι και Ουκρανοί πέφτουν νεκροί στα πεδία των μαχών» αποκαλύπτοντας «ο βασιλιάς είναι εδώ».

  • Αφηγηματικές τεχνικές

Η Νίκη Γκίζη επιλέγει τη γραμμική ετεροδιηγητική τριτοπρόσωπη αφήγηση ως κύρια, σε όλα τα κεφάλαια του βιβλίου, αφηγούμενη την ιστορία των Ρως και του βασιλιά Κοσέι που θα γίνουν οι ήρωές της: «έριξε, ζώστηκαν, συνάντησαν, έπαψαν, μεγάλωνε, περίμενε, κ.α.».

Η εστίασή της είναι μηδενική με παντογνωστική ικανότητα γνωρίζοντας περισσότερα από τους ίδιους τους ήρωες για την εξέλιξη της ιστορίας τους βλέποντάς τους από μια διευρυμένη οπτική γωνία.

Η αφήγηση εναλλάσσεται περίτεχνα μεταξύ των κεφαλαίων και μεταβάλλεται σε πρωτοπρόσωπη ή δευτεροπρόσωπη κυρίως στους μονολόγους ή διαλόγους: πρώτου ενικού προσώπου (έφαγα, μεγάλωνα κ.α.) για να ενισχύσει την προσωπικότητα των βασικών, κυρίως, χαρακτήρων ως προς την οικειότητα, πρώτου πληθυντικού προσώπου (χάσαμε το βιός μας, μείναμε, κ. α.) για να υποδηλώσει συμμετοχικά τη μεταξύ τους σχέση, δευτέρου (ενικού) ρηματικού προσώπου (εσύ θα αφεντέψεις, κ.α.), καθώς και δευτέρου πληθυντικού προσώπου (λουφάξατε, κ. α.) για να ενισχύσει ζωντανά τον διάλογο μεταξύ τους.

Η εναλλαγή μεταξύ υποκεφαλαίων στη ροή της αφήγησης αποτελεί χαρακτηριστικό του βιβλίου περιπλέκοντας βασικά στοιχεία πλοκής : από τον βασιλιά Κοσέι και τον μύθο του μεταφερόμαστε εναλλάξ στην Ντούσγια, τη Μάσα και τη Ρουσάλκα, στους εγκλωβισμένους «στη σήραγγα», στο Χερουβικό, στο Φιδονήσι.

  • Θέματα

Η Νίκη Γκίζη θίγει στο πολυσέλιδο βιβλίο της ποικίλα θέματα. Επιλέγοντας από αυτήν την ποικιλία θεμάτων ενδεικτικά αναφέρω:

Το θέμα του πολέμου και των αρνητικών επιπτώσεών του που παρουσιάζεται παραστατικά, καυστικά, ζωντανά, ρεαλιστικά : «Ο κόσμος θα συνέχιζε να σκοτώνεται όσα μωρά κι αν γεννιούνται στη γη». «Το ροζ παιδί γεννήθηκε σ΄ έναν κόσμο λιγδερό, δύσοσμο, κομματιασμένο από ουρλιαχτά σειρήνων και συρματοπλέγματα πολέμου», «απ΄ έξω κροτάλιζαν τα αυτόματα», «θραύσματα μπήγονταν σε ανθρώπινα χέρια», «η στέρηση του ψωμιού, του νερού… μεταμόρφωνε σε πλάσματα αχρεία» τους ανθρώπους μετατρέποντας τους συχνά σε «πρόσφυγες πολέμου», «Οι πόλεμοι δεν ξεφυτρώνουν από το πουθενά. Έτσι στήνονται. Σιγά, σιγά. Μεθοδικά. Και κάποτε ξεσπούν», «το πρώτο πράγμα που βάζει ο άνθρωπος στο μυαλό του όταν ζει σε πόλεμο είναι ο θάνατος», «η δύναμη του πολέμου καταδυναστεύει και τους νικητές και τους ηττημένους».

Το θέμα της μητρότητας: Αναρωτιέται η Ντούσγια « Έχω μια κόρη! Δεν έπρεπε να με ρωτήσει αν έπρεπε να έρθει; Αν αξίζει να γεννηθεί; Αν τη θέλω; Αν μπορώ να την αντέξω;» για να της απαντήσει η Μάσα «Είσαι μάνα τώρα…. Μόνο η αγκαλιά της μάνας μοσχοβολά δροσιά και νερό στο μωρό», «μια γυναίκα που βγάζει από μέσα της έναν άνθρωπο, μπορεί να βγάλει από μέσα της και το μίσος και το θάνατο!». Σχολιάζει η συγγραφέας «κάθε παιδί που έρχεται στον κόσμο αυτό, δικαιούται να έχει ένα πόστο στην καρδιά της μάνας του», «ένα παιδί ποτέ δεν σταματά να θέλει να κουρνιάσει στη μητρική αγκαλιά».

  • Ο ρόλος των εκφραστικών μέσων στην αφήγηση

Η Νίκη Γκίζη δεν είναι καθόλου φειδωλή σε εκφραστικά μέσα που προσδίδουν ποιητικότητα. Ακολουθεί ενδεικτική αναφορά τους:

Χαρακτηριστική είναι η χρήση των παρομοιώσεων: Με εντυπωσιακό τρόπο παρομοιάζει τον βασιλιά Κοσέι με «νοητή αράχνη» που με τον «δαιμονικό ιστό» της «θέλησε να καταλάβει όλη την ανθρωπότητα», με «πολυκέφαλο μονάρχη», «σαν ακάλεστο επισκέπτη, σαν ληστή, σαν διαρρήκτη», «σαν το χιόνι, σαν τη βροχή, σαν τη ζέστη», για να συνεχίσει « Ήχησαν τα τύμπανα, σαν βροντές.., σαν ορχήστρα», «σαν λασπωμένο περιστέρι φωλιάζει η πόλη σε λαγούμια ζεστά όπως οι μήτρες των μανάδων», στο «Φιδονήσι» υπάρχουν «αγκάθια τεράστια σαν τέρατα».

Υπερβολές: «στοχασμός σάρωσε τη γη», «το χιόνι θα καεί και η σκουριά θ’ ανθίσει», «φλόγες θα καταπιούν την πόλη», «η φύση μαζεύει τους στοχασμούς των ανθρώπων, τους ψιθύρους και τις μελωδίες και συνθέτει μια κοσμική μουσική μαγική ..για το σύντομο θέατρο της ζωής».

Οι μεταφορές στολίζουν το κείμενο ποικιλοτρόπως: «ατσαλένια λάμψη», «τρελή πόλη», «πέτρινα χέρια», «παραθυρένια μάτια», «το συνταρακτικό θαύμα της ζωής» κ.α.

Οι προσωποποιήσεις εμπλουτίζουν την αφήγηση: «η υφήλιος κράτησε την αναπνοή της», «η πόλη πνίγεται από καταχνιά», «το ποτάμι φοράει θολό κασκόλ, τυλίγεται με πάχνη» κ. α.

Οι πάμπολλες ρεαλιστικές εικόνες οπτικοποιούν το κείμενο υποδηλώνοντας τη φρίκη … «άνθρωποι βρόμικοι , βαριεστημένοι, τυλιγμένοι με σάρπες και παπλώματα έγερναν στα κυρτά τοιχώματα», «ο κόσμος… στη σκοτεινή σήραγγα» που μεγάλωνε η Ρουσάλκα ήταν «βάρβαρος μικρόκοσμος, γκριζωπός, επώδυνος».

Πλήθος επιθέτων κοσμούν το κείμενο ποικιλοτρόπως: «Οι Ρώσοι …. Είναι γενναιόδωροι, ανοιχτόκαρδοι, γλεντζέδες», οι εργάτες «περήφανοι, αυτόφωροι, δημιουργικοί, υπομονετικοί», «το νησί του Φιδιού φαίνεται μικρό, αφιλόξενο, ξερό, άσχημο, άδεντρο».

  • Ο ρόλος της αφηγηματικής τεχνικής της περιγραφής

Ποικίλλουν οι διεξοδικές περιγραφές τοπίου ή χώρων: «Η πόλη του Αγίου Πέτρου … έχει λαμπερά παλάτια, νεοκλασικά, επαύλεις, ναούς, μουσεία, σκαλιστά γεφύρια, γλυπτά». Η «γειτονιά των εργαστηρίων της Μόσχας» διαθέτει «τρία κόκκινα παλάτια, συνοικίες ρωσικές, ταταρικές και ευρωπαϊκές, μιναρέδες, κτήρια χαμηλά πολύχρωμα… τριακόσιες εκκλησίες με τρούλους πράσινους που πάνω τους λαμποκοπούν σταυροί ασημένιοι», «το υπόγειο βασίλειο της σήραγγας» είναι «ένα σκοτεινό λαγούμι με σκοτεινές στοές, τοίχους νοτερούς, γκρίζα τσιμέντα, τούβλα σακατεμένα, σοβάδες ξεφτισμένους, διαλυμένα καλώδια, σπασμένους σωλήνες που στάζουν λάσπη και μια σιδερένια είσοδο που τρίζει υστερικά».

  • Ο ρόλος των ερωτημάτων στην αφήγηση

Θα ήταν, επίσης, παράλειψη για το μυθιστόρημα να μην επισημανθεί ο ρόλος των ερωτημάτων στην αφήγηση που προσδίδουν ζωντάνια και αμεσότητα λειτουργώντας επικοινωνιακά στοχεύοντας συγχρόνως στην ανάδειξη της αλήθειας.

Έτσι, αναρωτιούνται οι άνθρωποι «Τι νόημα έχει η ζωή αν δεν είμαστε ελεύθεροι;», αναρωτιέται ο ανθρακωρύχος Βλασόφ «ποιος περίμενε έναν πόλεμο στη μέση της Ευρώπης τον 21ο αιώνα;», αναρωτιέται «ο βασιλιάς» αν «δικαιούται να κατέχει τη δική του καρέκλα» και σχολιάζει εύστοχα «έχεις καρέκλα; Θρονιάζεσαι και γίνεσαι παντοδύναμος. Δεν έχεις ; Κάτσε στ’ αυγά σου και ακολούθα», ρωτά η μικρή Ρουσάλκα « και στον πόλεμο και στην ειρήνη μόνο ψωμί θα τρώμε μαμά;» γράφοντας συγχρόνως στο ημερολόγιό της «πώς να είναι μια ημέρα ειρήνης;»

  • Ο ρόλος των ιστορικοπολιτιστικών στοιχείων

Θετικό στοιχείο αποτελεί ο εμπλουτισμός του μυθιστορήματος με ιστορικοπολιτιστικές παραπομπές που του προσδίδουν κύρος και εγκυρότητα όπως η αναφορά στους ανθρώπους του πνεύματος (συγγραφείς, ποιητές, συνθέτες) της Αγίας Πετρούπολης και της Ρωσίας γενικότερα: Πούσκιν, Γκόρκι, Τσέχωφ, Ντοστογιέφσκι, Τσαϊκόφσκι, Τολστόι, Γκόγκολ, Αχμάτοβα, Κριλόφ, Μπουλγκάκοφ, Σκριάμπιν, Πάστερνακ, Μπλοκ, Μαγιακόφσκι, Ταρκόφσκι. Συγχρόνως γίνονται αναφορές στους Τατάρους , στους Μογγόλους και τον Τζένκιγκς Χαν, στο δημοφιλές ρωσικό τραγούδι «Καλίνκα», στον πολιτικό Μπρέζνιεφ, στα «γούνινα ουσάνκα», στην ιστορία του ρωσικού λαού , στην «Μεγάλη Ρωσική Αυτοκρατορία» των τριακοσίων χρόνων ιστορίας, στη «Σοβιετική ένωση» και τη διάδοχη «ρωσική Ομοσπονδία», στον Μεγάλο Πέτρο και την Μεγάλη Αικατερίνη, στα μυθικά πρόσωπα του Προμηθέα, του Ηφαίστου, του Δία, του Ηρακλή, στην «Επανάσταση της Αξιοπρέπειας, 20ης Φεβρουαρίου 2014» και τον Γιανουκόβιτς, κ.α.

  • Πηγή γεωγραφικών στοιχείων

Ολοκληρώνοντας, να αναφερθεί πως το μυθιστόρημα «Οι εξόριστοι του Κιέβου» αποτελεί παράλληλα, πηγή γεωγραφικών στοιχείων για τον Ευρασιατικό χώρο ταξιδεύοντάς μας σε τόπους μακρινούς: στην πόλη «που γεννήθηκε ο βασιλιάς Κοσέι», μια πόλη που «κάθεται πάνω σε βάλτους και μικρά νησιά, κάνει πολλές στροφές ανάμεσα σε τριακόσια γεφύρια και αμέτρητα κανάλια του ποταμού Νέβα, που παίρνει νερό από τη λίμνη Λάντογκα….που εκβάλλει στη Βαλτική», στο παλιό Λένινγκραντ, στη Βενετία του Βορρά, στον Δούναβη, στον Δνείπερο, στη Μαύρη Θάλασσα, στο Κίεβο και στην πλατεία Μεϊντάν, στον Μόσκοβα ποταμό, στη Μόσχα με τη γειτονιά των εργαστηρίων Κιτάι Γκόροντ, την Κόκκινη πλατεία της, την πινακοθήκη Τρετιάκοφ, το θέατρο Μπολσόι, το Μουσείο Επιστημών, στον Κεμτσίκ ποταμό, στην Κέρτς που «οι Ρουμέοι την έλεγαν Παντικάπαιον» και στο «κράτος του Κιμμέριου Βοσπόρου», στην περιοχή της Κριμαίας» άλλοτε «Ταυρική», στον Εύξεινο Πόντο, στην Οδησσό, στα Ουράλια όρη, στη λίμνη Βαϊκάλη, στον Βόλγα, «στις τούνδρες Σιβηρίας», στο Ντονέτσκ με τους «σιτοβολώνες» του, στο «ορμητικό ποτάμι» Ομπ, «στην περιοχή της Υπερκαυκασίας: μια μυθική οροσειρά βόρεια του Καυκάσου που απλώνεται από τις ακτές του Ευξείνου Πόντου μέχρι την Κασπία Θάλασσα», «στην κοιλάδα του ποταμού Σούνζα, στην πόλη Γκρόζνι», στη γη της Οσετίας, στην Αζοφική Θάλασσα, στη Σεβαστούπολη, αλλά και στην «άδενδρη γη της Συρίας», στη Λιβύη, στην Αρμενία, στη Γάζα, στο Τσερνιχίβ, στο Φιδονήσι του Ευξείνου Πόντου, στο βομβαρδισμένο χωριό Χερουβικό.

Διαβάζοντας, λοιπόν, το μυθιστόρημα της Νίκης Γκίζη, μας μένει η αίσθηση πως αναζητώντας τη «δύναμη» ενός «βασιλιά» σε κάποιο «Μύθο» ανακαλύπτουμε τον «Λόγο», την πραγματική δύναμη του ανθρώπου!

Ακολουθήστε μας

Σου γράφω από την κοιλιά του κτήνους, του Μίνωα Ευσταθιάδη

Σου γράφω από την κοιλιά του κτήνους, του Μίνωα Ευσταθιάδη

γράφει ο Πάνος Τουρλής Το 2022 ο Μίνως Ευσταθιάδης πήρε άδεια εισόδου στη φυλακή υψίστης ασφαλείας του Στράουμπινγκ στη Γερμανία για να συναντήσει έναν κρατούμενο που έχει καταδικαστεί σε ισόβια. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης αρχίζει να αποκαλύπτεται μια...

Η μυρωδιά του μετά τη βροχή, του Σεντρίκ Σαπέν-Ντεφούρ

Η μυρωδιά του μετά τη βροχή, του Σεντρίκ Σαπέν-Ντεφούρ

γράφει ο Πάνος Τουρλής Ένας άντρας υιοθετεί ένα σκυλί κι αυτό αλλάζει τη ζωή του. Πώς είναι η καθημερινότητά τους, η συμπεριφορά του ζώου απέναντί του και ο χαρακτήρας του, πώς βοηθάει το αφεντικό του ψυχολογικά, τι συμβαίνει όσο μεγαλώνει και γερνάει το σκυλί; Η...

Ακολουθήστε μας στο Google News

Επιμέλεια άρθρου

Διαβάστε κι αυτά

Βιβλιοκριτικές
Τα τρία κλειδιά και το μυστικό του Ευριπίδη, της Άννας Βασιλειάδη
Τα τρία κλειδιά και το μυστικό του Ευριπίδη, της Άννας Βασιλειάδη

Τα τρία κλειδιά και το μυστικό του Ευριπίδη, της Άννας Βασιλειάδη

Γράφει ο Πάνος Τουρλής

0 σχόλια

0 Σχόλια

Υποβολή σχολίου