Ομηρικοί ύμνοι
-επιλογή-
(εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια Ελευθερία Μπέλμπα)
Οι ομηρικοί ύμνοι, αν και στην αρχαιότητα αποδίδονταν στον επικό ποιητή, δε συντίθενται απ’ τον Όμηρο. Μάλλον τους απήγγειλαν οι ραψωδοί ως εισαγωγικά μέρη (πιθανόν τα είκοσι εφτά μικρότερα ποιήματα, ίσως και τα 6 μεγαλύτερα). Οι ύμνοι αναφέρονται στους Δία, Ήρα, Ποσειδώνα, Απόλλωνα, Άρη, Ερμή, Αθηνά, Άρτεμη, Αφροδίτη, Ήφαιστο, αλλά και στον Ηρακλή, τον Διόνυσο και τη Δήμητρα, επίσης στη μητέρα των θεών, τη μητέρα των πάντων Γαία, στην Εστία, τη Σελήνη, τον Ήλιο, τον Ασκληπιό, τους Διόσκουρους και τον Πάνα. Σε παραπομπές κειμένων της κλασικής περιόδου, επισημαίνεται η απώλεια τεράστιας υμνολογικής παραγωγής εξαιτίας της φθοράς των παπύρων, της δυσχέρειας των αντιγραφών, της διατήρησης της ανωνυμίας των δημιουργών που υιοθετούσαν ονόματα επώνυμων, επιπλέον της αβλεψίας, αμέλειας, μεταπλάσεων και αλλοιώσεων, καταστροφών (όπως η πυρκαγιά που κατέστρεψε το 47 π.Χ. έργα της Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας). Οι ύμνοι είναι γραμμένοι σε δακτυλικό εξάμετρο (που αποτελείται από μια μακρόχρονη και από δυο βραχύχρονες συλλαβές), με εσωτερικές παραλλαγές. Μόνο τέσσερις έχουν την έκταση σχεδόν μιας ομηρικής ραψωδίας, οι περισσότεροι είναι προοίμια άλλων κειμένων. Τα παλαιότερα ποιήματα είναι του 8ου-7ου αι. π.Χ.
Εἰς Ἑστίαν [Ι]
Ἑστίη[1], ἥ τε ἄνακτος Ἀπόλλωνος[2] ἑκάτοιο
Πυθοῖ ἐν ἠγαθέῃ ἱερόν δόμον ἀμφιπολεύεις,
αἰεί σῶν πλοκάμων ἀπολείβεται ὑγρόν ἔλαιον·
ἔρχεο τόνδ’ ἀνά οἶκον, ἐπέρχεο θυμόν ἔχουσα[3]
σύν Διί μητιόεντι[4]· χάριν δ’ ἅμ’ ὄπασσον ἀοιδῇ. 5
Εστία, που του βασιλιά Απόλλωνα με τα μακριά βέλη
στον ιερό ναό στη σεπτή Πυθώ μεριμνάς πάντοτε,
και ρέει υγρό έλαιο από τις πλεξούδες σου∙
πλησίασε εδώ στην οικία, έλα με ευνοϊκό συναίσθημα
με τον πνευματώδη Δία∙ πρόσφερε χάρη στο άσμα μου.
***
Εἰς Ἑστίαν [ΙΙ]
Ἑστίη ἣ πάντων ἐν δώμασιν ὑψηλοῖσιν
ἀθανάτων τε θεῶν χαμαί ἐρχομένων τ’ ἀνθρώπων
ἕδρην ἀίδιον ἔλαχες πρεσβηίδα τιμήν
καλόν ἔχουσα γέρας καί τίμήν· οὐ γάρ ἄτερ σοῦ
εἰλαπίναι θνητοῖσιν ἵν’ οὐ πρώτῃ πυμάτῃ τε 5
Ἑστίῃ[5] ἀρχόμενος σπένδει μελιηδέα οἶνον·
καί σύ μοι Ἀργειφόντα[6] Διός καί Μαιάδος υἱέ
ἄγγελε τῶν μακάρων, χρυσόρραπι δῶτορ ἐάων,
ναίετε δώματα καλά, φίλα φρεσίν ἀλλήλοισιν
ἵλαος ὢν ἐπάρηγε σύν αἰδοίῃ τε φίλῃ τε 10
Ἑστίῃ· ἀμφότεροι γάρ ἐπιχθονίων ἀνθρώπων
εἰδότες ἔργματα καλά νόῳ θ’ ἕσπεσθε καί ἥβῃ.
Χαῖρε Κρόνου θύγατερ, σύ τε καί χρυσόρραπις Ἑρμῆς.
αὐτάρ ἐγώ ὑμέων τε καί ἄλλης μνήσομ’ ἀοιδῆς.
Εστία, που εδράζεις στα υψηλά δώματα και όλων
των αθανάτων θεών και των ανθρώπων που βαδίζουν
κάτω, έχεις την πιο σεβαστή τιμή
φέρνοντας καλό λάφυρο και αμοιβή∙ γιατί βέβαια
οι διασκεδάσεις στους θνητούς αποσκοπούν να γίνει αρχή
της σπονδής πρώτα και ύστατα στην Εστία με γλυκό κρασί.
Και συ, του Άργου φονιά, γιε του Δία και της Μαίας,
των θεών αγγελιοφόρε, με ραβδί χρυσό, δωρητή αγαθών,
κατοικείτε μαζί με τη σεβαστή και αγαπητή Εστία
σε ωραία δώματα, με σκέψεις αγάπης μεταξύ σας
βοήθησέ μας με έλεος∙ γιατί και οι δύο βρίσκεστε στων επίγειων
κατοίκων τους καλόσχημους οίκους με ευνοϊκούς λογισμούς
και της νεότητας ενέργειες καλές.
Χαίρε, κόρη του Κρόνου και συ με τη χρυσή ράβδο, Ερμή.
Κι εγώ εσάς θα μνημονεύσω πάλι και σε άλλο τραγούδι.
***
Εἰς Ἄρτεμιν [Ι]
Ἄρτεμιν[7] ὕμνει Μοῦσα[8] κασιγνήτην Ἑκάτοιο[9],
παρθένον ἰοχέαιραν, ὁμότροφον Ἀπόλλωνος,
ἥθ’ ἵππους ἄρσασα βαθυσχοίνοιο Μέλητος[10]
ῥίμφα διὰ Σμύρνης παγχρύσεον ἅρμα διώκει
ἐς Κλάρον[11] ἀμπελόεσσαν, ὅθ’ ἀργυρότοξος Ἀπόλλων[12] 5
ἧσται μιμνάζων ἑκατηβόλον[13] ἰοχέαιραν[14].
Καί σύ μέν οὕτω χαῖρε θεαί θ’ ἅμα πᾶσαι ἀοιδῇ·
αὐτάρ ἐγώ σε πρῶτα καί ἐκ σέθεν ἄρχομ’ ἀείδειν,
σεῦ δ’ ἐγώ ἀρξάμενος μεταβήσομαι ἄλλον ἐς ὕμνον.
Μούσα, εξύμνησε την Άρτεμη, αδερφή του θεού που ρίχνει μακριά βέλη,
την παρθένα που ρίχνει τόξο, του Απόλλωνα την αδερφή
που, όταν ζεύει στον Μέλητα τους ίππους με σχοίνα διάσπαρτα
το ολόχρυσο άρμα της διαμέσου της Σμύρνης κατευθύνει
προς την Κλάρο, την κατάφυτη αμπέλια, όταν ο αργυρότοξος Απόλλων
βρίσκεται αναμένοντας αυτήν που εξακοντίζει πέρα τα βέλη.
Έτσι κι εσύ βέβαια με το άσμα να χαίρεσαι μαζί με όλες τις θεές συνάμα∙
Όμως εγώ πρώτα για εσένα και από εσένα άρχισα να τραγουδώ,
και αρχίζοντας από εσένα θα προχωρήσω σε άλλο ύμνο.
***
Εἰς Ἄρτεμιν [ΙΙ]
Ἄρτεμιν ἀείδω χρυσηλάκατον κελαδεινήν
παρθένον αἰδοίην ἐλαφηβόλον ἰοχέαιραν[15]
αὐτοκασιγνήτην χρυσαόρου[16] Ἀπόλλωνος
ἣ κατ’ ὄρη σκιόεντα καί ἄκριας ἠνεμοέσσας
ἄγρῃ τερπομένη παγχρύσεα τόξα τιταίνει 5
πέμπουσα στονόεντα βέλη· τρομέει δέ κάρηνα
ὑψηλῶν ὀρέων, ἰάχει δ’ ἔπι δάσκιος ὕλη
δεινόν ὑπό κλαγγῆς θηρῶν, φρίσσει δέ τε γαῖα
πόντος τ’ ἰχθυόεις· ἣ δ’ ἄλκιμον ἦτορ ἔχουσα
πάντη ἐπιστρέφεται θηρῶν ὀλέκουσα γενέθλην. 10
αὐτάρ ἐπήν τερφθῇ θηροσκόπος[17] ἰοχέαιρα
εὐφρήνῃ δέ νόον, χαλάσασ’ εὐκαμπέα τόξα,
ἔρχεται ἐς μέγα δῶμα κασιγνήτοιο φίλοιο
Φοίβου Ἀπόλλωνος Δελφῶν ἐς πίονα δῆμον
Μουσῶν καί Χαρίτων καλόν χορόν ἀρτυνέουσα. 15
ἔνθα κατακρεμάσασα παλίντονα τόξα καί ἰούς
ἡγεῖται χαρίεντα περί χροί κόσμον ἔχουσα,
ἐξάρχουσα χορούς· αἱ δ’ ἀμβροσίην ὄπ’ ἰεῖσαι
ὑμνεῦσιν Λητώ καλλίσφυρον[18], ὡς τέκε παῖδας
ἀθανάτων βουλῇ τε καί ἔργμασιν ἔξοχ’ ἀρίστους. 20
Χαίρετε τέκνα Διός καί Λητοῦς ἠϋκόμοιο[19]·
αὐτάρ ἐγώ ὑμέων τε καί ἄλλης μνήσομ’ ἀοιδῆς.
Τραγουδώ την Άρτεμη με τα χρυσά δοξάρια που θορυβεί,
την σεβαστή παρθένα που βέλη στα ελάφια ρίχνει,
τη δίδυμη αδερφή του Απόλλωνα με το χρυσό ξίφος,
η οποία στα σκιερά βουνά και στις ακτές με τους ανέμους
με το κυνήγι ευχαριστημένη τα ολόχρυσα τόξα της τεντώνει
ρίχνοντας βέλη που στενάζουν∙ οι άκρες σείονται
των ψηλών βουνών, ηχούν και στα πυκνόφυτα δάση
έντονες των αγρίων ζώων κραυγές και φρίττει τη στεριά
και η θάλασσα με τα ψάρια∙ κι εκείνη που έχει δυνατή ψυχή
παντού περιδιαβαίνει τα γένη άγριων ζώων εξολοθρεύοντας.
Και όταν χαρεί η Άρτεμη που άγρια ζώα κυνηγάει με βέλη μακρινά
και ευχαριστηθεί το πνεύμα της, τα ευλίγιστα δοξάρια χαλαρώνει
και κατευθύνεται στο σεβαστό ναό του αγαπητού αδερφού της,
του Φοίβου Απόλλωνα στονεύφορο τόπο των Δελφών
να προετοιμάσει καλό χορό των Μουσών και των Χαρίτων.
Εκεί αφού τα πολύ τεντωμένα δοξάρια κρεμάσει και τα βέλη
κρατώντας όμορφα στολίδια στο σώμα, προπορεύεται ως
κορυφαία των Χορών∙ και αυτές με φωνή αθάνατη
εξυμνούν τη Λητώ με τα όμορφα άκρα που γέννησε παιδιά
άριστα και στο πνεύμα και στα έργα.
Χαίρετε, παιδιά του Δία και της Λητώς με την ωραία κόμη∙
κι εγώ εσάς θα μνημονεύσω και σε άλλο άσμα.
***
Εἰς Ἀθηνᾶν [Ι]
Παλλάδ’[20] Ἀθηναίην[21] ἐρυσίπτολιν ἄρχομ’ ἀείδειν
δεινήν, ᾗ σύν Ἄρηι μέλει πολεμήϊα ἔργα[22]
περθόμεναί τε πόληες αὐτή τε πτόλεμοί τε,
καί τ’ ἐρρύσατο λαόν[23] ἰόντα τε νισσόμενόν τε.
Χαῖρε θεά, δός δ’ ἄμμι τύχην εὐδαιμονίην τε. 5
Την Παλλάδα Αθηνά αρχίζω να υμνώ, αυτή που τις πόλεις
προστατεύει, τη φοβερή θεά που, όπως ο Άρης, αποσκοπεί σε πολεμικά
έργα η ίδια για εκπόρθηση των πόλεων και για πολέμους
και διασώζει το πλήθος και στη φυγή και στην επιστροφή.
Χαίρε, θεά, χάρισέ μας τύχη και ευδαιμονία.
***
Εἰς Ἀθηνᾶν [ΙΙ]
Παλλάδ’ Ἀθηναίην κυδρήν θεόν ἄρχομ’ ἀείδειν
γλαυκῶπιν πολύμητιν ἀμείλιχον ἦτορ ἔχουσαν
παρθένον αἰδοίην ἐρυσίπτολιν ἀλκήεσσαν
Τριτογενῆ[24], τήν αὐτός ἐγείνατο μητίετα[25] Ζεύς
σεμνῆς ἐκ κεφαλῆς[26], πολεμήϊα τεύχε’ ἔχουσαν 5
χρύσεα παμφανόωντα· σέβας δ’ ἔχε πάντας ὁρῶντας
ἀθανάτους· ἡ δέ πρόσθεν Διός αἰγιόχοιο[27]
ἐσσυμένως ὤρουσεν ἀπ’ ἀθανάτοιο καρήνου
σείσασ’ ὀξύν ἄκοντα· μέγας δ’ ἐλελίζετ’ Ὄλυμπος
δεινόν ὑπό βρίμης γλαυκώπιδος· ἀμφί δέ γαῖα 10
σμερδαλέον ἰάχησεν, ἐκινήθη δ’ ἄρα πόντος
κύμασι πορφυρέοισι κυκώμενος, ἔκχυτο δ’ ἅλμη
ἐξαπίνης[28]· στῆσεν δ’ Ὑπερίονος ἀγλαός υἱός[29]
ἵππους ὠκύποδας δηρόν χρόνον, εἰσότε κούρη
εἵλετ’ ἀπ’ ἀθανάτων ὤμων θεοείκελα τεύχη 15
Παλλάς Ἀθηναίη· γήθησε δέ μητίετα Ζεύς.
Καί σύ μέν οὕτω χαῖρε Διός τέκος αἰγιόχοιο·
αὐτάρ ἐγώ καί σεῖο καί ἄλλης μνήσομ’ ἀοιδῆς.
Την Αθηνά Παλλάδα, αρχίζω να υμνώ, την επιφανή θεά,
τη γλαυκόματη, την πολύ γνωστική, με σκληρή καρδιά,
η σεμνη παρθενα, την ισχυρή που προστατεύει τις πόλεις,
την τριτόγενη που γέννησε ο ίδιος ο Δίας
από το σεβαστό του κεφάλι, έχοντας πολεμική εξάρτυση
χρυσή και ολοφώτεινη∙ και όλοι οι αθνάτοι
που την κοίταζαν τη σεβάστηκαν∙ κι αυτή μπροστά στο Δία
που έχει ασπίδα εξήλθε από το αθάνατο κεφάλι του ορμητικά
κουνώντας το αιχμηρό κοντάρι της∙ και ο υψηλός Όλυμπος σείονταν
πολύ από της γαυκόματης τη δύναμη και γύρω από τη γη
ακούστηκε θόρυβος και η θάλασσα τραντάχτηκε
με πορφυρά κύματα που κινήθηκαν και υψώθηκε κύμα
έξαφνα∙ ο γιος του Υπερίονα φωτεινός έστησε
ταχύτατα τα άλογά του για πολύ χρόνο, μέχρι που η κόρη
τράβηξε τα θεϊκά άρματα απ’ τους αθάνατους ώμους της
η Αθηνά Παλλάδα∙ ευχαριστήθηκε ο πάνσοφος Δίας.
Κι εσύ έτσι να χαίρεσαι, παιδί του Δία που έχει ασπίδα∙
Κι εγώ σε άλλο άσμα πάλι θα σε μνημονεύσω.
[1] Η Εστία ήταν πρωτότοκη θυγατέρα του Κρόνου και της Ρέας, αδελφή του Δία
[2] Συνδέεται η Εστία με τον Απόλλωνα και το χώρο λατρείας του στους Δελφούς ως εστίας όλων των Ελλήνων
[3] Η Εστία προστατεύει τον οίκο και εμφανίζεται ευμενής
[4] Ζεύς μητιόεις (μῆτις: συλλογισμός, πνεύμα)
[5] Η Εστία τιμάται από θεούς και θνητούς αναφορικά με τον ιδιωτικό βίο (οικογενειακά συμπόσια)
[6] Η παραπομπή στον Ερμή γίνεται ως πρώτιστη επίκληση για αρωγή στη ζωή των θνητών
[7] Η Άρτεμη ήταν κόρη του Δία και της Λητώς, δίδυμη αδερφή του Απόλλωνα, παρόμοια ικανή στο τόξο
[8] Συνήθης η επίκληση στη Μούσα ως πηγή έμπνευσης
[9] ἑκάτοιο (επίρρ. ἑκάς: μακριά)
ἑκήβολος: αυτός που ρίχνει μακριά
[10] Μέλης (ὁ) (ποταμός της Ιωνίας της Μ. Ασίας)
[11] Κλάρος (ἡ) (πόλη της Ιωνίας της Μ. Ασίας, πλησίον της Εφέσου με μαντείο του Φοίβου)
[12] Η Άρτεμη πηγαίνει να συναντήσει τον αδερφό της Απόλλωνα
[13] ἑκατήβολον (ἑκάς: μακριά/βάλλω: ρίχνω)
[14] ἰοχέαιραν- ἰός (=βέλος, τόξο), χέω (=σκορπίζω, χύνω)
[15] Επισημαίνεται η θρησκευτική δράση της Άρτεμης και η συμμετοχή της στους Χορούς
[16] χρυσάορος (χρυσοῦς/ἄορ: σπαθί)
[17] θηροσκόπος (θήρα: κυνήγι/ σκοπέω-ῶ: ερευνώ, ψάχνω)
[18] Η Άρτεμη ως κορυφαία του Χορού στους Δελφούς υμνεί τη μητέρα της, Λητώ
[19] ἠΰκομος: με ωραία κόμη, καλλίκομος
[20] Παλλάδα (πάλλει το δόρυ της)
[21] Η Αθηνά ήταν θεά της σοφίας και προστάτιδα των τεχνών με χαρακτηριστικά την παρθενία και τη φιλοπόλεμη στάση
[22] Η Αθηνά γίνεται ισότιμη του Άρη, έχει πολεμικές ιδιότητες
[23] Προστάτιδα των πόλεων διασώζει το στρατό που και αμύνεται και επιστρέφει στον τόπο του
[24] Τριτογενής (ερμηνείες: α. η Αθηνά γεννήθηκε κοντά στη λίμνη Τριτωνίδα της Β. Αφρικής ή κοντά στον Τρίτωνα της Βοιωτίας, β. γεννήθηκε Τρίτη μετά την Άρτεμη και τον Απόλλωνα)
[25] μητίετα (μῆτις: σκέψη)
[26] Αποδίδεται η γέννηση της πάνοπλης Αθηνάς με υπερφυσικό τρόπο από το κεφάλι του Δία κατά την παράδοση
[27] αἰγίοχος (αἰγίς: ασπίδα που έχει τις)
[28] Από τη γέννηση της θεάς τα φυσικά στοιχεία αναταράσσονται, σταματά να κινείται ο Ήλιος και γι’ αυτή την αντίδραση του σύμπαντος χαίρεται ο Δίας
[29] Ὑπερίονος ἀγλαός υἱός-ο Ήλιος