Ένα χαρακτηριστικό της ποίησης της αγανάκτησης είναι η επαναφορά της εικόνας σε πρωταγωνιστικό ρόλο, άλλοτε ως άμεση εικονοπλασία με περιγραφική ποίηση και άλλες φορές δια της αφήγησης μέσα σε ένα κοινωνιοκεντρικό στιχουργικό πυρήνα. Τούτη η εικονοποιία ενίοτε αναδύεται σε ένα υπερρεαλιστικό πλαίσιο και άλλες φορές μέσα σε ένα λυρικότερο πέπλο χωρίς να χάνεται το κοινωνικό στίγμα (άμεσα ή αλληγορικά).
Το δρόμο αυτό ακολουθεί και στην πρώτη του ποιητική συλλογή ο Κωνσταντίνος Γαλάνης, «καρτ ποστάλ» (Εκάτη, 2015). Η ποίησή του είναι περιγραφική· η εικονοποιία βρίσκεται σε πρώτο πλάνο και από τούτη εξάγονται τα συναισθήματα και οι στοχασμοί του ακροατή/αναγνώστη.
Ενδιαφέρουσα -και περιορισμένη σε πρωτοεμφανιζόμενους ποιητές- είναι η άτρια επεξεργασία του στίχου. Η εκφραστική του είναι ιδιαίτερα πλούσια ισορροπώντας με ένα ύφος φαινομενικά ανεπιτήδευτο και λιτό, μα με εμφανή λεξιλογική ποικιλία. Η πολυδιάστατη γλώσσα του δεν φτάνει στον βερμπαλισμό ή το όποιο δυσνόητο επίπεδο. Αντίθετα, ο Γαλάνης το αποφεύγει συνειδητά αφήνοντας όμως τη γλυκιά γεύση μιας πλούσιας έκφρασης.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι αξιοποιεί σε βάθος τον φυσιολατρικό λυρισμό ενσωματώνοντας -στο συνειρμικό πλαίσιο μιας αλληγορικής γλώσσας- σε κάθε σχεδόν σύνθεση στοιχεία από το φυσικό περιβάλλον σε τέτοιο βαθμό ώστε να αφήνει σε απόσταση την αστική ποίηση (ίασμος, mαre materna, οκρίβας, αρχάγγελος, Ορφέας, αουρόρα, Υάδες).
Πλούσιες σουρεαλιστικές μεταφορές και μετωνυμίες εμπλουτίζουν το ανθρωποκεντρικό ποιητικό κάδρο (συμμετρία, καμβάς, Αμάλθεια, Ορφέας, αουρόρα, ονειροφύλακες, κόλαση) και το “ντύνουν” με οσμές (mαre materna, καρτ ποστάλ, μυροβλύτης), ήχους (συμμετρία, dorado, αουρόρα, Στουρνάρn και Αλχημιστών γωνία, resurrection), κίνηση (Ωρίωνας, οκρίβας, αρχάγγελος, Ορφέας) και πλούσια χρώματα (έσπερος, Στουρνάρn και Αλχημιστών γωνία, αουρόρα, Ορφέας, mare materna, Ίριδα).
Αντιθέσεις (dorado, μυροβλύτης, resurrection, χιονονιφάδες) και συνεχείς εύληπτες αλληγορίες (καρτ ποστάλ, οιδιπόδειο, ονειροβάτες, κοκκινοσκουφίτσα, Υάδες, κόλαση, Στουρνάρη και Αλχημιστών γωνία, συμμετρία) ενισχύουν ακόμα περισσότερο το εκφραστικό βάθος της συλλογής και τη διαπίστωση της στιχουργικής επεξεργασίας του Γαλάνη.
Η εκφραστική του ενισχύεται ακόμη περισσότερο από την αξιοποίηση του θρησκευτικού στοιχείου (Ορφέας, μυροβλύτης, Αμάλθεια, συμμετρία) και της μυθολογίας ή της ιστορίας (αουρόρα, Ορφέας, καμβάς, εκεχειρία, Αμάλθεια, dorado) με την τοποθέτηση “σκόρπιων” όρων σε επιλεγμένα σημεία, οι οποίοι όμως στρέφουν το στίχο του στη συνειρμική οδό του ποιητικού στοχασμού και των συναισθημάτων. Συχνή είναι και η εισαγωγή συμπαντικών στοιχείων, όπως τα άστρα, ο ήλιος και η σελήνη (οκρίβας, έκλειψη, αουρόρα, Ορφέας, οκρίβας, χιονονιφάδες) ή έμμεσα (ίασμος, έσπερος, μυροβλύτης, mαre materna).
Αξιοσημείωτος δε είναι ο έλεγχος του στιχουργικού ρυθμού παρά την εμμονή του στον κεντραρισμένο στίχο. Όπως τίποτα δεν είναι τυχαίο στη στιχουργική του, έτσι και η στιχοπλασία στο κέντρο συντελεί στην κίνηση των θρυμματισμένων εικόνων, που συνενώνει συνειρμικά. Την ήπιων τόνων εκφραστική του ο Γαλάνης την επενδύει με την εικαστική μιας υπερρεαλιστικής συνειρμικότητας. Ωστόσο, τούτος ο εικονιστικός πλούτος δυσχεραίνει την πρόσληψη τόσο του κάδρου ως συνόλου όσο και του μηνύματος αφήνοντας ένα αίσθημα αποσπασματικότητας. Το κάδρο του, κυρίαρχα σχεδόν, παραμένει σκοτεινό άλλοτε από συννεφιά κι άλλες φορές με συνυποδηλώσεις νύχτας ή ηλιοβασιλέματος/δειλινού αισθητοποιώντας το μελαγχολικό κυρίαρχο συναίσθημα.
Εντούτοις, το στοχαστικό στοιχείο εξάγεται ακέραιο μέσα από τις ιμπεριαλιστικές αλληγορίες ξεπερνώντας την έωλη “φθηνή” συγκίνηση της εικόνας. Και αυτό οφείλουμε να το υπογραμμίσουμε, καθώς ο ποιητής δεν περιορίζεται απλά σε μία απεικονιστική στιχουργία, αλλά μέσα από αυτή -με οδηγό το συναίσθημα- κάνει το κοινό να στοχαστεί· δεν μένει απλά και μόνο στην περιγραφή ενός μωσαϊκού στιγμιότυπων, αλλά στοχάζεται για τον παραλογισμό που μας περικλείει.
Επιλογικά, η μελετημένη εκφραστική του Γαλάνη συνεπαίρνει αισθητικά τον αναγνώστη/ακροατή και τον ταξιδεύει στο πολυδαίδαλο υπερρεαλιστικό του καμβά. Ωστόσο, τον αφήνει ελεύθερο να στοχαστεί πάνω στις κοινωνικής ή υπαρξιακής βάσης αγωνίες του δημιουργού.
0 Σχόλια