Έφευγε το τραίνο σ’ έπαιρνε μακριά
κι εγώ στην αποβάθρα χωρίς παρηγοριά
σε κράταγα απ’ το χέρι, λες και ήταν δυνατό
αυτό το κράτημά μας να ‘ναι φρένο στον συρμό.
Πρόλαβα μονάχα να φωνάξω σ’ αγαπώ
σαν το τραίνο χώρισε τα χέρια μας τα δυο
ίσως να το άκουσες πριν το καταπιεί
η βουή του τραίνου στην νυχτιά την σκοτεινή.
Μάλλον ήταν τότε η πρώτη μου φορά
που μίσησα ένα τραίνο, τι μου πήρε τη χαρά,
άδειασε για μένα τότε ο σταθμός
λες και ήμουν πλέον στον κόσμο μοναχός.
Έμεινα να βλέπω το φανάρι της ουράς
μέχρι και που χάθηκε στο μαύρο της νυχτιάς
θόλωσε το βλέμμα μου και έσπασε η καρδιά
σκόρπισε στις ράγες που σε πήραν μακριά.
Έκρυψα το δάκρυ στο παγκάκι του σταθμού
έπνιξα τον πόνο του αποχωρισμού
μάζεψα απ’ τις ράγες τα κομμάτια της καρδιάς
κι άρχισε για μένα ο χορός της μοναξιάς…
_
γράφει ο Σπύρος Μακρυγιάννης - Αργοναύτης
Μην ξεχνάτε πως το σχόλιό σας είναι πολύτιμο!
Σπύρο πολύ όμορφο το ποίημα σου!!!
Με άγγιξε!
Μια λυρική απομάκρυνση.
Ο πόνος μοιάζει ίσως λίγο πιο ανώδυνος…
Να είσαι πολύ καλά!
Καλό σου βράδυ!!!
Πάντα με τον καλό σου λόγο! Σε ευχαριστώ… Βίωμα κι αυτό… Και ναι με το ποίημα το ξόρκισα μετά τόσα χρόνια… Γλύκανα τον τότε πόνο…
Πάρα πολύ ωραίο!
Ευχαριστώ ταπεινά Σοφία!