Συνηθίζουμε να ονομάζουμε το Πάσχα Λαμπρή, μια λέξη που προήλθε από την ελληνική μεσαιωνική έκφραση «Λαμπρά Κυριακή», που σήμαινε την εποχή εκείνη το Πάσχα. Πολλοί άλλωστε συγγραφείς της περιόδου εκείνης χρησιμοποιούν το επίθετο ‘’λαμπρός’’ στα έργα τους, που δηλώνει αυτόν που είναι γεμάτος φως. Με τη λέξη αυτή μεταφέρεται το αισιόδοξο μήνυμα της νίκης της ζωής επί του θανάτου, της αδιάκοπης κίνησης του κύκλου της φύσης και, μέσα σ’ αυτή, και της ίδιας της ανθρώπινης ζωής. Η σταύρωση, ο θρήνος της μητέρας και η ανάσταση, ενέπνευσαν πολλούς συγγραφείς, ανώνυμους αλλά και γνωστούς. Έτσι γράφτηκαν όμορφα δημοτικά ποιήματα αλλά και ποιήματα και διηγήματα γνωστών και σημαντικών παλαιότερων και νεότερων συγγραφέων και ποιητών, όπως του Δ. Σολωμού, του Αλέξ. Παπαδιαμάντη, του Ανδ. Καρκαβίτσα, του Κώστα Βάρναλη, του Νίκου Καζαντζάκη, του Άγγελου Σικελιανού, του Γιάννη Ρίτσου, του Νικηφόρο Βρεττάκου, του Νίκου Καρούζου, της Κικής Δημουλά κ.ά.
Γράφει στον «Επιτάφιο Θρήνο» ο ανώνυμος ποιητής
Αι γενεαί πάσαι, ύμνον τη Ταφή Σου, προσφέρουσι Χριστέ μου.
Καθελών του ξύλου, ο Αριμαθείας, εν τάφω Σε κηδεύει.
Μυροφόροι ήλθον, μύρα σοι, Χριστέ μου, κομίζουσαι προφρόνως.
Δεύρο πάσα κτίσις, ύμνους εξοδίους, προσοίωμεν τω Κτίστη.
Ούς έθρεψε το μάννα, εκίνησαν την πτέρναν, κατά του ευεργέτου.
Ιωσήφ κηδεύει, συν τω Νικοδήμω, νεκροπρεπώς τον Κτίστην.
Ω γλυκύ μου έαρ, γλυκύτατόν μου Τέκνον, πού έδυ σου το κάλλος;
Υιέ Θεού παντάναξ, Θεέ μου πλαστουργέ μου, πώς πάθος κατεδέξω;
Έρραναν τον τάφον αι Μυροφόροι μύρα, λίαν πρωί ελθούσαι.
Ω Τριάς Θεέ μου, Πατήρ Υιός και Πνεύμα, ελέησον τον κόσμον.
Ιδείν την του Υιού σου, Ανάστασιν, Παρθένε, αξίωσον σους δούλους.
–
και συνεχίζει το Δημοτικό τραγούδι
«Με γέλασαν τα πουλιά, της άνοιξης τ’ αηδόνια
Με γέλασαν κι μου ‘πανε, πως φέτος δεν πεθαίνω.
Φκιάχνω το σπίτι μου, ψηλά-ψηλά κι ανωγιασμένο
Κι ακόμα δεν το πόφκιαξα, βγαίνω στο παραθύρι
Βλέπω τον χάρο να ‘ρχεται, στους κάμπους καβαλάρης.
Μαύρος είν’ μαύρα φορά, μαύρο κι τ’ άλογο του.
Ζυγώνω κι τον αρωτώ, γλυκά τον κουβεντιάζω:
– Ασε με χάρε μ’ άσε με, ακόμα για να ζήσω
Εχω γυναίκα κι πίδια, πού να τα παρατήσω
Το Σάββατο για να λουστώ, την Κυριακή ν’ αλλάξω
και τη Δευτέρα το πρωί, θα έρθω μοναχός μου.
– Μένα μ’ έστειλε ο Θεός, να πάρω την ψυχή σου.
– Τάξε του χάρου τάξε του, μεταξωτό μαντίλι.
Για να μ’ αφήνει να ‘ρχομαι, πολλές φορές το χρόνο
Του Χριστού για κοινωνιά και του Βαγιού για βάγια
Και τη Λαμπρίτσα το πρωί, για το Χριστός Ανέστη».
για να συμπληρώσει ο Διον. Σολωμός με το έργο του
«Η ημέρα της Λαμπρής»
«Καθαρότατον ήλιο επρομηνούσε
της αυγής το δροσάτο ύστερο αστέρι,
σύγνεφο, καταχνιά, δεν απερνούσε
τ’ ουρανού σε κανένα από τα μέρη
και από κει κινημένο αργοφυσούσε
τόσο γλυκό στο πρόσωπο τ’ αέρι,
που λες και λέει μες στης καρδιάς τα φύλλα:
Γλυκιά η ζωή και ο θάνατος μαυρίλα.
Χριστός ανέστη! Νέοι, γέροι και κόρες,
όλοι, μικροί – μεγάλοι, ετοιμαστήτε
μέσα στες εκκλησίες τες δαφνοφόρες
με το φως της χαράς συμαζωχτήτε
ανοίξετε αγκαλιές ειρηνοφόρες
ομπροστά στους Αγίους και φιληθήτε!
Φιληθήτε γλυκά, χείλη με χείλη,
πέστε Χριστός ανέστη, εχθροί και φίλοι!
Δάφνες εις κάθε πλάκα έχουν οι τάφοι,
και βρέφη ωραία στην αγκαλιά οι μανάδες
γλυκόφωνα, κοιτώντας τες ζωγραφι-
σμένες εικόνες, ψάλλουνε οι ψαλτάδες
λάμπει το ασήμι, λάμπει το χρυσάφι
από το φως που χύνουνε οι λαμπάδες
κάθε πρόσωπο λάμπει απ’ τ’ αγιοκέρι,
όπου κρατούνε οι Χριστιανοί στο χέρι».
–
Γράφει ο Παπαδιαμάντης στην ”Εξοχική Λαμπρή”… Καλὰ τὸἔλεγεν ὁ μπάρμπα-Μηλιός, ὅτι τὸἔτος ἐκεῖνο ἐκινδύνευον νὰ μείνουν οἱἄνθρωποι οἱ χριστιανοί, οἱ ξωμερίτες, τὴν ἡμέραν τοῦ Πάσχα, ἀλειτούργητοι. Καὶ οὐδέποτε πρόρρησις ἔφθασε τόσον ἐγγὺς νὰ πληρωθεῖ, ὅσον αὐτή· διότι δὶς ἐκινδύνευσε νὰἐπαληθεύσῃἀλλ᾿ εὐτυχῶς ὁ Θεὸς ἔδωκε καλὴν φώτισιν εἰς τοὺς ἁρμοδίους καὶ οἱ πτωχοὶ χωρικοί, οἱ γεωργοποιμένες τοῦ μέρους ἐκείνου, ἠξιώθησαν καὶ αὐτοὶ νὰἀκούσωσι τὸν καλὸν λόγον, καὶ νὰ φάγωσι καὶ αὐτοὶ τὸ κόκκινο αὐγό.
–
Ο Κ. Βάρναλης στο έργο του «Οι πόνοι της Παναγιάς»
«Πού να σε κρύψω, γιόκα μου, να μη σε φτάνουν οι κακοί;
Σε ποιο νησί του Ωκεανού, σε ποια κορφήν ερημική;
Δε θα σε μάθω να μιλάς και τ’ άδικο φωνάξεις
Ξέρω πως θάχεις την καρδιά τόσο καλή, τόσο γλυκή,
που με τα βρόχια της οργής ταχιά θενά σπαράξεις.
Τη νύχτα θα σηκώνομαι κι αγάλια θα νυχοπατώ,
να σκύβω την ανάσα σου ν’ ακώ, πουλάκι μου ζεστό
να σου τοιμάζω στη φωτιά γάλα και χαμομήλι,
κ’ υστέρα απ’ το παράθυρο με καρδιοχτύπι να κοιτώ
που θα πηγαίνεις στο σκολιό με πλάκα και κοντύλι…
Κι αν κάποτε τα φρένα σου μ’ αλήθεια, φως της αστραπής,
χτυπήσει ο Κύρης τ’ ουρανού, παιδάκι μου να μη την πεις
Θεριά οι ανθρώποι, δεν μπορούν το φως να το σηκώσουν
Δεν είν’ αλήθεια πιο χρυσή σαν την αλήθεια της σιωπής.
Χίλιες φορές να γεννηθείς, τόσες θα σε σταυρώσουν!»
–
και ο Ν. Καζαντζάκης στη «Μαγδαληνή»
«Ω Κύριε, εγώ ‘μαι που έσπασα σα μυρογιάλι
στα ιερά σου πόδια την καρδιά μου, και τα ολόξανθα
μακριά μαλλιά μου εγώ τ’ ανέμισα στις τρέμουλες,
σκυφτές των Αποστόλων κεφαλές, σα φλάμπουρο!
Εγώ ‘μαι που όντας όλοι οι εδικοί μακριάθε
κοιτώντας το σταυρό σε κλαίγαν σκορπισμένοι,
στεκόμουν στο πλευρό σου παραστάτης, κι όρθια
στα χέρια μου εδεχόμουν, στην ποδιά, στο πρόσωπο,
πηχτό, ζεστό, σαν όμπρο θερινό, το γαίμα σου!
Κ’ έκραζα: Ανοίξου γης, ποτίσου γης, σκιρτήστε
σα σπόροι αθάνατοι στο χώμα, ώ πεθαμένοι!
Χριστέ, κι αν όλοι σ’ αρνηθούν, δε θα πεθάνεις!
Γιατί στον κόρφο μου το αθάνατο νερό
κρατώ και σε κερνώ, και κατεβαίνεις πάλι
στη γης, και περπατάς μαζί μου στα χωράφια,
βολές σωπαίνοντας γλυκά, βολές ταΐζοντας
το Λόγο τον καλό στα πεινασμένα πλήθη».
συνεχίζεται εδώ
Βαγγέλη θα σου το πω κι ας χαρακτηριστώ υπερβολικός! Πιο όμορφη ανάρτηση, πιο εμπνευσμένη, πιο ενημερωτική και πιο διδακτική ( μιλάω για λογαριασμό μου) δεν έχω ξαναδιαβάσει!!.
Ξεκινώντας από τον Επιτάφιο Θρήνο ενός Αγνώστου και καταλήγοντας στον Καζαντζάκη αφού έχουν μεσολαβήσει ένα Δημοτικό και στην συνέχεια τιτάνες του πνεύματος όπως ο Σολωμός, ο Παπαδιαμάντης, και ο Βάρναλης ένιωσα πραγματικά ότι πλούτισα πνευματικά διαβάζοντας σε. Να σαι καλά Βαγγέλη Θερμογιάννη! Καλό Πάσχα να έχεις με υγεία για σένα και την οικογένεια σου .
Αγαπητέ Χριστόφορε, σ’ ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια, αν και υπερβάλλεις λίγο. Υπερβολικά όμως χαρίζεις πάντα και την καλοσύνη σου και τις ευχές σου, γι αυτό και είσαι τόσο συμπαθής και τόσο αγαπητός, Καλό Πάσχα να ‘χεις κι εσύ μαζί μ’ αυτούς που αγαπάς!
Υ.Γ. Το άρθρο έχει και συνέχεια (2ο μέρος)
“Ω γλυκύ μου έαρ, γλυκύτατόν μου Τέκνον, πού έδυ σου το κάλλος;”
Καθώς περιμένω να ακούσω τα Εγκώμια από τους ψάλτες του Αγ. Διονυσιου Αρεοπαγίτου στην τηλεόραση απολαμβάνω το απάνθισμα των εξαιρετικών κειμένων που μας πρόσφερες, φίλε μου Βαγγέλη! Πραγματικά δεν μπορούσε να υπάρξει πιο επίκαιρη και πιο αρμόζουσα δημοσίευση – να είσαι καλά!
Καλή Μεγάλη Παρασκευή και με το καλό και η Ανάσταση!
Ανάρτηση υψηλών προδιαγραφών με σοβαρότητα και πληρότητα ανάλογη του θέματος που ασχολήθηκες Βαγγέλη. Εξαιρετική σε επιλογές, λόγου και εικόνα που κερδίζει αμέσως την ματιά, τέρπει, και προκαλέι το ενδιαφέρον να τη διαβάσεις! Στη συνέχεια χαρίζει συγκίνηση μοναδική ! Οι επιλογές σου από τις πιο αγαπημένες αναφορές! Υπέροχη ανάρτηση!
Χαρά μου να διαβάζω τόσο όμορφα σχόλια, ιδίως από ανθρώπους που εκτιμώ ιδιαίτερα!
Καλημέρα σας και χρόνια πολλά, χρόνια καλά! Ο Χριστός μας Ανέστη! Υγεία σε όλους και ειρήνη στον κόσμο μας! Υπέροχη ανάρτηση και ευχαριστούμε πολύ για την προσέγγιση και το μοίρασμα σπουδαίων κειμένων.