Παλέτα Δολοφόνου
Καίτη Δροσίνη
Εκδόσεις ΕΛΚΥΣΤΗΣ
–
γράφει η Βάλια Καραμάνου
–
Το νέο μυθιστόρημα της Καίτης Δροσίνη – όπως διαφαίνεται και από τον τίτλο- έχει στενή σχέση με την Τέχνη και ιδιαίτερα την ζωγραφική. Το γεγονός αυτό υπάρχει βέβαια και στα προηγούμενα έργα της, αλλά στο συγκεκριμένο η Τέχνη της ζωγραφικής παίρνει κυριολεκτικά σάρκα και οστά στο πρόσωπο ενός κεντρικού ήρωα, του Νικολάι Ναζόρωφ, ενός Ρώσου και πλέον καταξιωμένου ζωγράφου, του οποίου τα έργα πρόκειται να εκτεθούν στο αφηγηματικό παρόν με εξαιρετική λαμπρότητα σε μια γνωστή γκαλερί. Αυτή είναι η αφορμή να ξετυλιχθεί μια αστυνομική ιστορία, όπως αναγράφεται στο βιβλίο, αν και – κατά την προσωπική μου άποψη- είναι κάτι περισσότερο, πρόκειται για μια ιστορία μυστηρίου που κινείται από το μακάβριο στο ειδυλλιακά ονειρικό στοιχείο. Ένα πάντρεμα δηλαδή τρυφερότητας και σκληρότητας με τον ιδιαίτερο τρόπο της συγγραφέως, που χαρακτηρίζει τις ιστορίες της.
Παράλληλα λοιπόν με την προετοιμασία της πολυαναμενόμενης έκθεσης του Νικολάι, μεταφερόμαστε στους πρόποδες ενός βουνού της Πελοποννήσου, όπου ζει σ’ ένα ξύλινο σπιτάκι σαν ερημίτης ο κυρ Θόδωρος μαζί με τον σκύλο του, τον πιστό του και μοναδικό σύντροφο. Εκεί, σε μια βόλτα τους στο δάσος μέσα σε ένα ειδυλλιακό τοπίο ελλοχεύει ο θάνατος – για την ακρίβεια ο βίαιος θάνατος- που έχει αφήσει πίσω του ως ίχνος έναν μισοθαμμένο σκελετό. Η ανακάλυψη αυτών των οστών θα σημάνει την αρχή της αστυνομικής έρευνας, μια και αποδεικνύεται πως πρόκειται τελικά για δολοφονία. Την υπόθεση αναλαμβάνει ο γνωστός Αντώνης Καμπάς, που έχει βρει την ευτυχία στην συμβίωσή του με την Ανδριάνα. Εδώ έγκειται και μια πρωτοτυπία (που συναντάμε σε λίγους Έλληνες συγγραφείς): ο αστυνόμος δεν είναι ένας περιθωριακός τύπος βουτηγμένος στις εξαρτήσεις και στην αυτοκαταστροφή, αλλά ένας θετικός ήρωας που βιώνει την ευτυχία όπως θα ονειρευόταν κάθε αναγνώστης, σε μια πλήρη καθημερινότητα από συντροφικότητα και φροντίδα. Ταυτόχρονα με τις έρευνες, έρχεται στην επιφάνεια και η ζωή του Νικολάι Ναζόρωφ, μια και συνδέεται άμεσα με τον τόπο εκείνο, συγκεκριμένα μια φάρμα στο βουνό, όπου έζησε με τον μεγάλο του έρωτα, την Άννα.
Η συγγραφέας μας ταξιδεύει με απλή κατανοητή γλώσσα και ζωντανές περιγραφές στην Ρωσία του 1970, την γενέτειρα του καλλιτέχνη, όπου σπούδασε στην Σχολή Καλών Τεχνών, κατόπιν στην Νέα Υόρκη της δεκαετίας του ’80 όπου έκανε την πρώτη του μεγάλη έκθεση και μεταγενέστερα στην Γερμανία, στην Ιαπωνία και στην Ιταλία. Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στην περίοδο της διαμονής του στην Ιαπωνία, όπου αποδίδεται σαν ζωγραφικός πίνακας ο τρόπος ζωής των ανθρώπων, αλλά και η εξωτική ομορφιά της μακρινής αυτής χώρας. Ο αναγνώστης κυριολεκτικά μπορεί να «δει» και «γευτεί» τα χρώματα, τις γεύσεις και κάθε αίσθηση που γεννάται σε αυτήν την χώρα. Σταθμός ωστόσο στην ζωή του Νικολάι αποτελεί η Ελλάδα, όπου ως δάσκαλος στην Σχολή Καλών Τεχνών γνωρίζει την «μούσα» του και παντοτινή σύντροφό του, την Άννα. Ο μεγάλος αυτός έρωτας- ακολουθώντας το γνώριμο πλέον συγγραφικό μοτίβο των αιώνιων εραστών- ξετυλίγεται μέσα από όλες τις εκφάνσεις του σε διάφορα χρονικά επίπεδα για να καταλήξει σε ένα τέλος γεμάτο ανατροπές και μυστήριο. Όλη αυτή η διαδικασία κυριολεκτικά «ζωγραφίζεται», απεικονίζεται μέσα από τις ιδιαίτερες γνώσεις της συγγραφέως (μια και είναι και η ίδια ζωγράφος) για την απεικονιστική τέχνη γενικότερα. Ο αναγνώστης «βουτά» στην παλέτα του Νικολάι βιώνοντας άλλοτε τα φωτεινά χρώματα της δόξας του και της ερωτικής του εξύψωσης, άλλοτε πάλι στιγματίζεται από τις σκούρες πινελιές της απελπισίας και της οδύνης. Κυρίαρχο χρώμα όμως είναι το κόκκινο, όπως φαίνεται και στο εξώφυλλο, του πάθους, του έρωτα, της ζωής και φυσικά του αίματος.
Τι σχέση έχει λοιπόν ο Νικολάι με τα θαμμένα οστά στο δάσος; Και ποιος μπορεί να είναι ο άτυχος νεκρός που «αναζητά» δικαίωση ή ο δολοφόνος του; Αυτά και πολλά άλλα – κυρίως υπαρξιακά – ερωτήματα τίθενται από την συγγραφέα με γλαφυρότητα, αμεσότητα και ειλικρίνεια. Πρόκειται για τον γνώριμο πλέον συγγραφικό κόσμο της Καίτης Δροσίνη (για όσους έχουν διαβάσει και τα προηγούμενα έργα της) όπου το παρελθόν έρχεται κυριολεκτικά να στοιχειώσει το παρόν απαιτώντας κάθαρση, ενώ τα ιδανικά της Τέχνης και του Έρωτα κυριαρχούν σε όλες τις αποχρώσεις τους. Μέσα σε ένα κλίμα μυστηρίου, που συχνά φωλιάζει το μακάβριο στοιχείο σε ένα αλλόκοτο πάντρεμα με το ειδυλλιακό περιβάλλον, υπάρχει πάντα το φως που επικρατεί στο τέλος. Ο αναγνώστης μυρίζει το βρεγμένο χώμα, περπατά στο δάσος αναζητώντας την λύση του γρίφου, οσμίζεται κάθε μυρωδιά της φύσης, το καμένο ξύλο στο τζάκι, την μυρωδιά της βροχής στον αέρα παράλληλα με τα έντονα συναισθήματα των ηρώων. Ο τόπος δεν είναι ποτέ ένα απλό σκηνικό, αλλά ένας ζωντανός οργανισμός που πρωταγωνιστεί σε κάθε ιστορία και συνοδεύει κάθε συναίσθημα των ηρώων, από την απόλυτη ευτυχία μέχρι την απώλεια.
Τελικά, πόσο πιθανό είναι να επέλθει η λύτρωση στην ανθρώπινη ζωή μέσα από αλλεπάλληλες κακουχίες; Υπάρχει άραγε ο μεγάλος, ο αιώνιος Έρωτας στους απλούς ανθρώπους; Και αν ναι, μπορεί να ξεπεράσει ακόμα και τον θάνατο; Μέσα στο αβυσσαλέο μαύρο μπορούν να εισχωρήσουν πινελιές άλλων χρωμάτων; Η απάντηση δίνεται με έμφαση και έναν ιδιαίτερο τρόπο στις τελευταίες σελίδες του έργου σε έναν κόσμο σκληρό, αδυσώπητο όπου πάντα βρίσκουν τρόπο και εισβάλλουν η τρυφερότητα και η ανθρωπιά.
0 Σχόλια