Εργάτες στη σειρά μ’ ένα τσαπί κι ανάρια
με ροζιασμένα χέρια σκάβανε σαν λιοντάρια
αυλάκια για νερό τετράγωνα τζαρντίνια
τα σπόρια όπου φύτρωναν γέμιζαν τα κοφίνια
Στον κάμπο, στα χωράφια μια ιεροτελεστία
με την αυγή ξεκίναγε όλων η εργασία
κηπευτικά ευωδίαζαν σε απέραντες ευθείες
το μάζεμα τ’ απόγευμα με κόπο και θυσίες
Όλη η οικογένεια στον μόχθο κάθε μέρας
στην κάψα του καλοκαιριού τα έφερνε εις πέρας το σκάλισμα,
το πότισμα, καθάρισμα αγριάδας συγκομιδή
καρπών γιορτή πολύχρωμης πεδιάδας
Στα αλώνια ξεκαθάριζε η αθέρα από το στάρι
τα βόδια σε έναν κύκλο πατούσαν σαν λιθάρι γλυκό ψωμί
το φτιάχνανε σε φούρνο από πηλό της κατοχής την πείνα
την σβήναν απ’ αυτό
Στα λουτρούβια αλέθανε ζήματα της ελιάς
ζεστό το λάδι έρεε σε πύλες μιας χρονιάς
αγνό παρθένο κι ιερό σαν νέκταρ χρυσαφί
μια μπουκουβάλα στο ψωμί άρωμα από ζωή.
_
γράφει η Ελένη Λουκά
0 Σχόλια