Στη σκοτεινή πλευρά του Ήλιου, του Σωκράτη Τσελεγκαρίδη

Ασυγχώρητα ο Ήλιος εισέβαλλε στο δωμάτιο από το παράθυρο. Μάλλον δεν θα είχε να κάνει κάτι καλύτερο εκείνο το πρωινό από το να ξυπνήσει την κοπέλα που ημίγυμνη είχε αφεθεί στο λυτρωτικό κόσμο του Μορφέα. Η Αλίκη σηκώθηκε με αργές κινήσεις και κατέβασε λίγο το πατζούρι, λες και έστηνε οδοφράγματα, για να περιορίσει την ποσότητα του εισερχόμενου φωτός.

Έκατσε στο κρεβάτι και άφησε το κεφάλι της να πέσει στις χούφτες της. Το μεγάλο σκαλιστό ρολόι που ήταν κρεμασμένο στο ροζ τοίχο έδειχνε δέκα και είκοσι. Έμεινε ασάλευτη για λίγα λεπτά, έπειτα τράβηξε κάτω από το κρεβάτι ένα τσαλακωμένο χαρτί και το ίσωσε. Για πολλοστή φορά μέσα σε είκοσι τέσσερις ώρες, με μάτια πρησμένα, διάβασε την επιστολή του Μάρκου.

 

«Αγαπητή Αλίκη,

το πριν και το μετά αιωνίως συγκρούονται σε μια νοητή χρονική γραμμή που ξεκινάει από τα όνειρα και καταλήγει στα απωθημένα. Με πόσες αυταπάτες θρέψαμε τους εαυτούς μας για να καταφέρουμε να ανταπεξέλθουμε σε αυτό που φανταζόμασταν ότι ποτέ δεν θα συμβεί σε εμάς. Όμως αυτή είναι η ζωή. Ένα ατελείωτο τώρα. Ένα παρόν, ένα κυνικό παρόν δίχως στάλα συμπόνιας.

Μη φοβάσαι, βρες στη σιωπή την αφορμή και ξεκίνα! Ξεκίνα καλή μου την ψυχή σου να ηρεμίσεις και τα υπόλοιπα θα βρουν τον δρόμο τους. Αν χρειαστεί στη σκοτεινή πλευρά του Ήλιου να βαδίσεις, μη φοβηθείς, ο άνθρωπος χάρις στην αλαζονεία του όλα τα μπορεί. Αν θες πες το και ελπίδα, στόχο, ή ακόμα και πεπρωμένο. Δεν αλλάζει κάτι.

Κι αν αφήσεις τον φόβο στην άκρη, μη πιστέψεις πως θα είναι εύκολο. Οι ψυχές μας έχουν την έμφυτη τάση να αρέσκονται στο χάος. Μα δεν μπορώ άλλο να θυσιάζω τον χρόνο μου. Ούτε εσύ πρέπει να θυσιάζεις το δικό σου. Όντα πεπερασμένα είμαστε, μιας ξέπνοης ανάσας για την αιωνιότητα. Και αυτό που είχαμε εμείς οι δύο, πέθανε.

Κοίταξε τριγύρω σου. Μην χαζεύεις αδιάφορα, κοίτα. Νιώσε τη διαφορά του Ήλιου ανάμεσα στην Αυγή και τη Δύση. Και οι δύο τις ίδιες αποχρώσεις φαίνονται να έχουν για όσους δεν είναι σε θέση να δουν! Ο χρόνος όμως δεν λογαριάζει ανθρώπους και ζωές. Ούτε τους θεούς τους ίδιους δεν λογαριάζει! Έτσι έχει η συμφωνία. Έτσι λειτουργούν τα πράγματα. Κι έτσι θα είναι, μέχρι η σκοτεινή πλευρά του Ήλιου να καταπιεί το Σύμπαν ολάκερο.

Ειλικρινά λυπάμαι που δεν βγάζει όλο αυτό κάπου άλλου.

Να είσαι πάντα καλά,

Μάρκος»

 

Μόλις τελείωσε την ανάγνωση η Αλίκη τσαλάκωσε ξανά το χαρτί σφίγγοντας τη δεξιά γροθιά της. Νέα δάκρυα ήταν προ των πυλών, για αυτό και πετάχτηκε όρθια. Τα δάκρυα, σκέφτηκε, πρέπει να αξίζουν τον κόπο για να πέσουν. Αφού έριξε άφθονο νερό στο πρόσωπό της, ήταν σίγουρη πια πως ήρθε η ώρα για την απαντητική επιστολή. Ο διάλογος άλλωστε προσφέρει το ιδανικό παραπέτασμα για αυτοτελείς μονολόγους.

Βρήκε ένα κόκκινο στυλό μέσα στο σκονισμένο κομοδίνο, ίσωσε πάλι την επιστολή, την γύρισε ανάποδα, την άφησε πάνω στο γραφείο της και άρχισε να γράφει.

 

«Αγαπημένε μου Μάρκο

συμπόνια δεν έχει ο χρόνος, αυτός άψυχος είναι. Εμείς οι άνθρωποι πρέπει να νοιαζόμαστε ο ένας για τον άλλον. Πόσο μάλλον οι άνθρωποι που ερωτεύτηκαν ο ένας τον άλλον. Δεν χρειαζόμαστε την αιωνιότητα, μόνο ένα ψεγάδι της να εκμεταλλευτούμε, μόνο την ευκαιρία που μας προσφέρει για να πεθάνουμε μαζί.

Δεν είναι η σιωπή, ούτε γενικά η μοναξιά που με τρομάζει. Αλλά η δική σου απουσία από τη ζωή μου. Πώς μου ζητάς να διακρίνω χωρίς εσένα τις λεπτές διαφορές μεταξύ της ζωής και της ύπαρξης που την σέρνει ο χρόνος; Πώς να δω τις προοπτικές του Ήλιου, αν πάει να αποθεωθεί ή να κρυφτεί χωρίς τη δική σου αγκαλιά; Πώς να συνεχίσω σε κάτι που δεν θέλω χωρίς εσένα;

Πώς να εκλάβω τα κύματα του έρωτα αφού δεν θα έχω πια τα μάτια σου για να βλέπω τον κόσμο. Θα έρθουν φίλοι να πουν λόγια παρηγοριάς. Θα έρθει ο ίδιος ο χρόνος που πανδαμάτωρ τον λένε. Θα περάσουν οι στιγμές και όσες ευκαιρίες είχαμε να ευτυχίσουμε θα μείνουν κάπου πίσω από τον Ήλιο, επειδή δεν τολμήσαμε να παλέψουμε.

Μα δεν υπάρχει κάτι άλλο να ζήσω χωρίς εσένα. Ξέρω πως τα λόγια αυτά δεν πρόκειται να σε αγγίξουν για αυτό και δεν θα τα λάβεις ποτέ. Το χαρτί αυτό δεν θα ξαναδεί το φως της μέρας. Την αλήθεια μου θα κρύψει για πάντα, σαν μυστικό θανάσιμο. Δεν θα πάω πουθενά μέχρι το σκοτάδι να με καταπιεί. Περιμένοντας εδώ αιώνια.

Μέχρι ο Ήλιος να γυρίσει και τα πάνω κάτω να φέρει.

 

Παντοτινά δική σου,

Αλίκη»

 

Ολοκλήρωσε το γράψιμο και τα δάκρυα αυτή τη φορά ήταν αναπόφευκτα. Σταγόνες αγάπης πότισαν τα κόκκινα γράμματα δίνοντάς τους μια σκούρα απόχρωση στο τέλος. Δίπλωσε προσεκτικά το χαρτί. Το φίλησε και του έβαλε φωτιά, απομνημονεύοντάς το για πάντα στο μυαλό της. Η ίδια είχε κερδίσει ήδη μια εξέχουσα θέση στη σκοτεινή πλευρά του Ήλιου…

 

_

γράφει ο Σωκράτης Τσελεγκαρίδης

Ακολουθήστε μας

Ο καπετάνιος

Ο καπετάνιος

Των θαλασσών τα λόγια τα ’μαθα μικρή,στα χείλη του παππού μου, στου κύματος τη βρύση.Καπετάνιος ήτανε, με βλέμμα ακριβό,κι ο άνεμος τον χαιρετούσε σαν να 'ταν αδελφός. Τα καλοκαίρια, στην όμορφη ΑμμουλιανήΙστορίες έλεγε για να αποκοιμηθούμεΙστορίες που του είχε πει η...

Ο αλγόριθμος στο χαμόγελό της!

Ο αλγόριθμος στο χαμόγελό της!

- γράφει ο Κώστας Θερμογιάννης Η Ελένη καθόταν στο μικρό καφέ της γειτονιάς με τον καπουτσίνο της να κρυώνει δίπλα στον φορητό υπολογιστή. Στα 38 της χρόνια είχε μάθει να κρύβει τις ρυτίδες της με φίλτρα και τις απογοητεύσεις της με χιούμορ. Δούλευε ως...

Ακολουθήστε μας στο Google News

Διαβάστε κι αυτά

Ο αλγόριθμος στο χαμόγελό της!

Ο αλγόριθμος στο χαμόγελό της!

- γράφει ο Κώστας Θερμογιάννης Η Ελένη καθόταν στο μικρό καφέ της γειτονιάς με τον καπουτσίνο της να κρυώνει δίπλα στον φορητό υπολογιστή. Στα 38 της χρόνια είχε μάθει να κρύβει τις ρυτίδες της με φίλτρα και τις απογοητεύσεις της με χιούμορ. Δούλευε ως...

Το αγόρι και το μενταγιόν

Το αγόρι και το μενταγιόν

Μια φορά κι έναν καιρό, υπήρχαν όνειρα και φθινοπωρινές μπαλάντες και κάστρα στην άμμο. Και υπήρχε κι ένα αγόρι, του οποίου το όνομα ποτέ δεν συγκρατεί η μνήμη μου, που μπορούσε να εκμεταλλευτεί όλα τα παραπάνω προς όφελός του. Αιχμαλώτιζε τα όνειρα μέσα στις μικρές...

Άγγελοι φτιαγμένοι από χρυσό

Άγγελοι φτιαγμένοι από χρυσό

Χορεύανε στη βροχή, το θυμάμαι.Σαν να ’χα γράψει εγώ τη σκηνή.Κι όπως μιλούσαν, ένιωθαν πως μεθάνε.Μα δεν είχανε πιει στάλα κρασί. Κι όπως τ ’αστέρια ψιθύριζαν ευχές,τα μάτια έκλεισε, έλεγε προσευχές.Κάτι γι’ αγγέλους κι όνειρα απατηλά.Κάτι γι’ αντίο και μεθυσμένα...

1 σχόλια

1 Σχόλιο

  1. Βάσω Αποστολοπούλου-Αναστασίου

    “Μα δεν μπορώ άλλο να θυσιάζω τον χρόνο μου. Ούτε εσύ πρέπει να θυσιάζεις το δικό σου. Όντα πεπερασμένα είμαστε, μιας ξέπνοης ανάσας για την αιωνιότητα. Και αυτό που είχαμε εμείς οι δύο, πέθανε”

    Εδώ είμαστε – στο κυρίως θέμα! “Αγάπη μου πάει και τέλειωσε, μας τέλειωσε, ΜΟΥ τέλειωσε”!
    Απλά πράματα, περιτυλιγμένα με περικοκλάδες ωστόσο για να ζαχαρώσουν το χάπι!
    Φίλε μου Σωκράτη, πολύ αριστοτεχνικό το σερβίρισμα της απόρριψης και διαγραφής, σου βγάζω το καπέλο! Πραγματικά το απόλαυσα!

    Απάντηση

Υποβολή σχολίου