Συγκατοίκηση είναι το να ζει κανείς με κάποιον στο ίδιο σπίτι.
Σήμερα η λέξη συγκατοίκηση μας παραπέμπει στη συμβίωση φοιτητών προκειμένου να γλιτώσουν κάποια έξοδα αλλά και στη συμβίωση ζευγαριών πριν επισημοποιήσουν τη σχέση τους ή και όχι, στην από κοινού ζωή φίλων που μοιράζονται έξοδα και εμπειρίες μακριά από την οικογενειακή εστία. Ως φοιτητές μας μαθαίνει να αναλαμβάνουμε τις ευθύνες, να προγραμματιζόμαστε, να μαθαίνουμε πώς πρέπει να ανταπεξέλθουμε σε ανάγκες που μέχρι πρότινος κάλυπταν οι γονείς μας ή κάποιος άλλος. Από την άλλη, η συμβίωση με το έτερον ήμισυ, μας δίνει την ευκαιρία να αντιληφθούμε αν όντως ταιριάζουμε, αν μπορούμε από κοινού να αντιμετωπίσουμε το οτιδήποτε, να συντονιστούμε, να κάνουμε τα κουμάντα μας. Ενώ με τους φίλους, η συγκατοίκηση είτε μας φέρνει πιο κοντά προικίζοντάς μας με ιστορίες που θα λέμε στα εγγόνια μας είτε μας κάνει να χωρίζουμε έγκαιρα τα τσανάκια μας από ανθρώπους που απλά δεν ταιριάζουμε.
Μα τι συμβαίνει όταν η συγκατοίκηση δεν είναι από επιλογή και όταν πρέπει να συμβεί στη διάρκεια των διακοπών – συνήθως των καλοκαιρινών; Όταν επακόλουθό της είναι οι κωμικοτραγικές καταστάσεις που όλοι έχουμε αντιμετωπίσει; Φυσικά αναφέρομαι σε εκείνες τις καταναγκαστικές συγκατοικήσεις με γονείς, πεθερικά, αδέρφια, γαμπρούς και νύφες, ανίψια που όσο τους αγαπάς άλλο τόσο σου ξυπνούν άγρια ένστικτα, ειδικά εκείνες τις μέρες που πρόγραμμα, υποχρεώσεις και ευθύνες, πέραν αυτών που αφορούν στην επιβίωσή σου, δε χωρούν και που εννοείται πως μέχρι να καταλήξουμε στο συμβιβασμό της οποιασδήποτε συμβίωσης, έχουν γίνει διαπραγματεύσεις επί διαπραγματεύσεων που πραγματικά το κυπριακό φαίνεται αστείο. Μα ό,τι και αν έχει προηγηθεί είμαστε, βάσει προηγούμενων εμπειριών, σχεδόν σίγουροι μέσα μας ότι τίποτα δε θα πάει όπως αρχικά τα είχαμε σχεδιάσει και ονειρευτεί.
Μα μη μου πείτε ότι δεν έχετε ζήσει τις συγκατοικήσεις εκείνες με φίλους, τους περίφημους «κολλητούς», που στις δύο μέρες έχεις μαλλιοτραβηχτεί και στις τρεις έχεις πάρει το καράβι για μέρη μακρινά και ονειρεμένα. Μα βέβαια εκείνες τις υπερφανταστικές διακοπές με το αγόρι/κορίτσι… Εκείνες ντε που είπες του κόσμου τα ψέματα για να καλυφτείς στους γονείς σου και που φυσικά κατέληξαν σε τεράστιο φιάσκο καθώς όχι, δεν μπορείς να την περιμένεις τρεις ώρες να ετοιμαστεί για το πανηγύρι του χωριού κι εσύ δεν μπορείς άλλο να τον βλέπεις με το μαγιό και τη σαγιονάρα αφού «έλα μωρέ χαλαρά στο νησί είμαστε». Ιδιαίτερη μνεία σε εκείνο το πρώτο κεφάλαιο των κοινών διακοπών με το έτερον ήμισυ, για εκείνη την πρώτη φορά της συμβίωσης. Και μάλιστα όχι με εκείνο το ταίρι που είχατε δοκιμαστεί ιδιαίτερα πριν τις εξορμήσεις, μα το ήμισυ εκείνο το φρέσκο, το νεανικό, το χτυποκάρδι των πρώτων μηνών, των πρώτων κοινών διακοπών. Κάθε μέρα το ονειρεύεσαι, να ξυπνάς δίπλα του και να αντικρίζεις το χαμόγελό του. Κι εκείνος να βλέπει το χαρωπό μουτράκι σου και να ακούει τη λεπτεπίλεπτη αναπνοή σου. Και φτάνεις στο νησί/βουνό, σε ξενοδοχείο/δωμάτιο/πανσιόν και η αποκάλυψη βρίσκεται μπροστά σου… Εκείνος, που ερχόταν ατσαλάκωτος στα ραντεβού σου, μόνο έτσι δεν είναι. Ρούχα παντού με το κλισέ «πεταμένες κάλτσες allover» να σε κυνηγά… Κι εκείνη όμως, με όλα αυτά τα μπουκαλάκια που κουβαλά λογικό είναι να φαίνεται φρεσκαδούρα. Και πόσες φορές τη μέρα θα μιλάει με τη μαμά της; Έλεος!! Κάπου εκεί μεταξύ του νησιού/βουνού, του ξενοδοχείου/δωματίου, της πανσιόν, εκείνη η ανυπομονησία κάνει φτερά και στη θέση της μπαίνει ο ρεαλισμός.. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή που ακούς το ροχαλητό του και την ώρα που βλέπει το πρόσωπό της γυμνό από φτιασίδια, εκεί είναι το μεγάλο στοίχημα. Είτε θα συνεχίσει να αποκοιμιέται με το ροχαλητό του σαν άλλο νανούρισμα είτε ακριβώς την άλλη μέρα το «πλοίο θα σφυρίξει τρεις φορές» και οι δρόμοι θα χωρίσουν. Και όπως είναι φυσικό, όλες αυτές οι κωμικοτραγικές ιστορίες θα γίνουν το θέμα για τα φθινοπωρινά καφεδάκια στα στέκια της πόλης.
Και τώρα μπορούμε να κάνουμε εικόνα το επόμενο σενάριο, που κάποιοι έχουμε ζήσει και κάποιοι γλιτώσει, παρακολουθώντας αρραβωνιασμένους ή ακόμα και νεόνυμφους που συγκατοικούν με γονείς ή πεθερικά. Εντάξει δεν είπαμε να τους πετάξουμε στο δρόμο αλλά ειδικά αν είναι συνταξιούχοι θα μπορούσαν αυτές τις δύο εβδομάδες να επισκεφθούν τους φίλους τους στο άλλο χωριό, που κάθε χρόνο τους καλούν και κάθε χρόνο δεν προλαβαίνουν. Αν είσαι γιος ή κόρη, θα σε πρήξουν να επισκεφτείς όλο το σόι για να μην παρεξηγηθεί κανείς, να φροντίζεις τον ή τη σύζυγο για να μη σε κακολογήσουν οι γείτονες και εννοείται να τον/την συστήσεις σαν το καινούριο αξιοθέατο. Αν είσαι νύφη ή γαμπρός, εννοείται ότι όσο και αν σε λατρεύουν, θα σε κρίνουν από το πρωί έως το βράδυ και τίποτα δε θα τους είναι αρκετό καθώς στο δικό τους σπίτι όλα λειτουργούν καλύτερα και όλα είναι καλύτερα οργανωμένα και μα στο καλό τον/την μεγάλωσαν έτσι;
Και περνάμε στην επόμενη φάση που οι νεόνυμφοι παλιώνουν και αποκτούν περισσότερες σχέσεις με τα εκάστοτε πεθερικά. Όλα καλά ή τουλάχιστον καλύτερα και σίγουρα ο πάγος έχει σπάσει. Και όταν είναι μόνοι οι τέσσερίς τους και πάλι εντάξει είμαστε. Λίγο υποχωρεί ο ένας, λίγο έχει μάθει τις παραξενιές ο άλλος, κάτι γίνεται. Μα σαν έρθει το εγγόνι, λίγο που οι παππούδες του έχουν υπερβολική αδυναμία -όπως είναι αναμενόμενο-, λίγο που το μικρό αναστατώνει όλο τον κόσμο και η συμβίωση δεν είναι η ίδια πια. Η γιαγιά τα θέλει όλα μαζεμένα και παθαίνει κρίσεις όταν το πονηρό πλασματάκι ανακατεύει όλο το σύμπαν, ο παππούς, που πάντα έχει δίκιο και πάντα είναι αλάνθαστος, αποφασίζει για όλα μέσα στο σπίτι και νομίζει μάλλον ότι όλοι γύρω του είναι μικρά άβουλα πλασματάκια που τα κάνει κουμάντο. Κι αυτό το έρμο το ζευγάρι που πιέζεται οικονομικά και αποφάσισε να κάνει μαζί τους διακοπές αν και θα ήθελε να είναι κάπου οι τρεις τους/ τέσσερις τους; Πόση υπομονή να κάνει και πόσο να συμβιβαστεί πάλι με αυτή τη συμβίωση όπως τότε που ήταν έφηβος και έκανε όπως όριζαν οι γονείς; Και πώς να το ξανακάνει αυτό το λάθος; Του χρόνου, θα ζοριστεί, θα πιεστεί αλλά θα πάει κάπου μόνο του. Ούτως ή άλλως τρελή ζωή δεν κάνουν. Δε βγαίνουν μια που κανείς δεν αναλαμβάνει το παιδί για βράδυ. Καλλιά να προσαρμοστούν στο παιδί και ας έχουν την ηρεμία τους και αν το δωμάτιο έχει ένα μπαλκονάκι, τότε το τζιν τόνικ θα είναι απόλαυση.
Επόμενο υπερφανταστικό σενάριο, βγαλμένο από τη ζωή, η συγκατοίκηση με τον αδερφό/αδερφή (έχοντας και οι δύο οικογένεια πια): Όσο ήσασταν μικρά τσακωνόσασταν, μετά εκεί γύρω στην εφηβεία τα βρήκατε και ο ένας έκανε πλάτες στον άλλο. Μέχρι και με φίλο του αδελφού σου έκανες φάση ένα καλοκαίρι, στην παραλία κάτω από την πανσέληνο, έτσι όπως είχες πιει λιγάκι παραπάνω και μέχρι κι εκείνος καλοείδε την κολλητή σου και ας έμεινε πλατωνικός ο έρωτας. Μα έλα που τα χρόνια περνούν και οι αποστάσεις αυξάνουν. Έλα που κι εκείνος κι εσύ κάνατε οικογένεια. Όσο και αν τον λατρεύεις και αν σε αγαπά, όχι δεν μπορείς να μπεις στο πρόγραμμά τους, δεν μπορείς να ακολουθείς το παιδί τους και ούτε φυσικά να ακούς και την γκρίνια της νύφης σου που έχει μάθει σε κυριλέ ξενοδοχεία. Δε γίνεται απλά, το είπες από πριν και το ξεκαθάρισες σε όλους. Όσο και αν θέλεις να θυμηθείς εκείνα τα ανέμελα παιδικά σου χρόνια μαζί του/της, τώρα έχουν αλλάξει όλα. Λίγο που εκείνος πιστεύει ότι είναι ο τέλειος πατέρας, λίγο που εσύ αντιλαμβάνεσαι ότι έχει μπει στο βρακί της γυναίκας του, αυτές οι κοινές σας διακοπές σίγουρα δε θα είναι ό,τι πιο ευχάριστο. Και όχι, ούτε ξεκούραστες, ούτε χαλαρές, ούτε ήρεμες. Μα και με την αδερφό της/αδερφή της όσο και αν προσπαθείς να ρίξεις νερό στο κρασί σου, όσο και αν σέβεσαι ότι έχουν από κοινού το σπίτι, τόσο πιο πολύ φρικάρεις. Το επικριτικό τους βλέμμα είναι πάνω σου. Εκείνη μιλάει συνεχώς με την πεθερά σου και μεταφέρει τα πάντα κι εκείνος απλά ακολουθεί τυφλά τη γυναίκα του χωρίς καμία πρωτοβουλία από πλευράς του.
Σίγουρα όλοι έχουμε ζήσει κάποιου είδους συγκατοίκηση, άλλες μας ζόρισαν, άλλες μας εκνεύρισαν μα σίγουρα μας έχουν αφήσει ανεξίτηλες αναμνήσεις στο νου. Όσοι έχουμε τους γονείς μας, όσο και αν μας κουράζουν, κάποια στιγμή θα μας λείψουν και θα αναζητάμε ακόμα και την γκρίνια μας. Όσοι έχουμε περάσει δύσκολα με νύφες ή γαμπρούς, με ανίψια και χωρίς, σίγουρα θα αναπολούμε εκείνα τα βράδια στο μπαλκόνι, που όλοι μαζί θυμόμασταν τα παιδικά μας χρόνια, με τα ξενύχτια και τις σκανταλιές, με τα μεθύσια και τα νυχτερινά μπάνια, εκείνα τα βράδια που κοιτάζαμε στην ταράτσα τα αστέρια να πέφτουν κάνοντας ευχές. Βλέποντας τα παιδιά μας να μεγαλώνουν, θα μας θυμίσουν εκείνες τις πρώτες διακοπές με φίλους που τίποτα δεν πήγε όπως προγραμματίστηκε, θα ανακαλύψουμε εύκολα όλα εκείνα τα ευφάνταστα ψέματα για να πάνε διακοπές με εκείνο το κορίτσι που πολιορκούν καιρό και με εκείνο το αγόρι που όλες ψάχνουν για ένα βλέμμα του. Και πάλι θα μας ενοχλεί όταν τα παιδιά και τα εγγόνια προτιμούν το μέρος του γαμπρού ή της νύφης γιατί έχουν περισσότερη παρέα και θα αναζητάμε πάντα με κάποιους να συμβιώσουμε, να συγκατοικήσουμε, να μοιραστούμε, να μάθουμε και να μας μάθουν καινούριες εμπειρίες!
*Αφορμή για τον τίτλο δόθηκε από τις φετινές διακοπές καθώς και από τις ιστορίες φίλων που η συγκατοίκηση άφησε μια λίγο πικρή γεύση αλλά διακοπές είναι ας πάει και το παλιάμπελο.
_
γράφει η Βασιλική Π.
απολαυστικό αληθινό… λίγο πολύ όλοι μας έχουμε ζήσει κάτι από ολα αυτά!!!