Ταυτότητα συνείδησης, της φανερής, της αόρατης,
της υποδόριας,
κρυμμένη τάση φυγής μπρος το αρχέτυπο όνειρο,
σαν σφοδρό γένος, στην προβολή του χάνεται.
Μικρό συννεφάκι ο κοντυλοφόρος
γράφει αλήθειες, επάνω στη μνήμη
υπάρχει σπόρος ζωντανός.
Εκρηκτική ένταση, σαν θεότρελη αποκριά
μασκαρεμένη κρύβεται η ψυχή
που φοβάται να βγει αληθινή στο χρόνο.
Στα ατέρμονα βράδια, σκιές περιπλάνησης
στα χαλίκια της αυλής, κάτω απ’ τις παπαρούνες
φυτρώνουν τα σύννεφα της οργής.
Αμφιλεγόμενη η στάση, νοσηρή και αμφισβητούμενη η εποχή.
Σαν παγόβουνο αντιστέκεσαι
στην ωχρή πραγματικότητα
της ψυχρής αλλοπρόσαλλης φωνής, λόγια.
Αιχμή δόρατος, αναζητάς το χαμένο πλήθος
η ανάγκη της νέας αρχής.
Στωικά κρατάς το μαχαίρι
κι επιλέγεις πως θα διαλυθείς
έτσι απλά για να κάνεις την υπέρβαση.
Φιμωμένα λόγια δεν κρατούν, δίαυλο σωτηρίας
έτοιμα όμως περιμένουν στην άκρη,
να βρουν κάποιον να σωθούν.
0 Σχόλια