Τα χέρια σου
αυτά τα δυο χέρια,
δεν είναι χέρια.
Πουλιά ταξιδιάρικα είναι και με πήραν μαζί.
Δεν είναι χέρια.
Ποιητές και ζωγράφοι είναι,
με εγκλώβισαν μέσα τους και τα λαχταράω ως την αιώνια φυλακή μου.
Μου σκούπισαν τα δάκρυα και έγιναν μαξιλάρι για μένα,
να ξαποστάσω, να κοιμηθώ, να ονειρευτώ και να γεννηθώ ξανά.
Ένιωσα πως αν έχω τα χέρια σου,
κανένας χειμώνας δεν θα με τρομάξει
κανένα σκοτάδι δεν θα ‘ναι απειλητικό.
Τα χέρια σου
αυτά τα δυο σου χέρια,
που θα έκανα τα πάντα για να τα δω να με περιμένουν, μέσα τους να με κλείσουν ξανά.
Να πεθάνω και να με αναστήσουν.
Διέσχισαν σαν πιρόγα τα ποτάμια του κορμιού μου.
Πρόσφεραν, πήραν, άφησαν ανεξίτηλα αποτυπώματα.
Με ταξίδεψαν σε παραδείσους,
μου έβαλαν φωτιά και με γαλήνεψαν πάλι.
Μου σφράγισαν το στόμα να μην μιλάω
στιγμές που χείλη δεν έπρεπε να μιλήσουν,
για να δώσουν τις δικές τους υποσχέσεις.
Τα χέρια σου
αυτά τα δυο σου χέρια,
δισκοπότηρα από τα οποία θέλω να μεταλαμβάνω ζωή.
–
γράφει η Θώμη Μπαλτσαβιά
0 Σχόλια